Σχεδόν δεκαπέντε χρόνια μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου Καραμανλή ο ομότιμος καθηγητής Κωνσταντίνος Σβολόπουλος επιχειρεί Μια πολιτική βιογραφία του δημοφιλέστερου ηγέτη της συντηρητικής παράταξης στην Ελλάδα. Το «Μια» στον τίτλο είναι δηλωτικό της «μιας άποψης», αυτή του συνεργάτη, ο οποίος δεν παύει όμως να είναι ιστορικός.
Ο Κωνσταντίνος Σβολόπουλος στη μελέτη αυτή θα δώσει βάρος κυρίως στη σκιαγράφηση της πορείας διαμόρφωσης της πολιτικής του προσωπικότητας, στηριζόμενος πιστά σε αρχειακά ντοκουμέντα του αρχείου Καραμανλή. Το κείμενό του θα διατρέξει τη σύγχρονη πολιτική ιστορία της χώρας μέσα από την οπτική του Κ. Καραμανλή και θα προσπαθήσει να φωτίσει τον τρόπο σκέψης και δράσης του. Για τις αμφιλεγόμενες πολιτικές δράσεις του ο μελετητής θα προτιμήσει να χρησιμοποιήσει έμμεσες κριτικές αναφορές χωρίς να τις χρεώνεται ο ίδιος λέγοντας συχνά «ορισμένοι λέγουν» ή «οι αντίπαλοι ισχυρίστηκαν» ή, με ερωτηματικό τρόπο, «μπορούσε άραγε να λειτουργήσει διαφορετικά εκείνη την εποχή ο πρωθυπουργός;» κτλ.
Από τη βιογραφία αυτή αναδεικνύεται η φιλοδοξία του Κ. Καραμανλή από τα νεανικά του χρόνια να διακριθεί, μια φιλοδοξία που την υπηρέτησε με όλες του τις δυνάμεις ακόμη και εις βάρος της προσωπικής του ζωής. Εκλέγεται για πρώτη φορά βουλευτής στην αναμέτρηση της 9ης Ιουνίου 1935 και επανεκλέγεται στις 26 Ιανουαρίου του 1936. Η δικτατορία του Μεταξά και η Κατοχή ανακόπτουν την καριέρα του και ο ίδιος περιπίπτει σε σιωπή για μία δεκαετία – ως το 1946.
Ανάλογη σιωπή θα κρατήσει στη δεκαετία 1964-1974. Για μικρό διάστημα θα περάσει από τη βραχύβια Σοσιαλιστική Ενωση των Ξενοφώντα Ζολώτα, Αγγελου Αγγελόπουλου, Κωνσταντίνου Τσάτσου, Γεωργίου Μαύρου, απ’ όπου θα κρατήσει ορισμένα κεϊνσιανά στοιχεία τα οποία θα εφαρμόσει μετέπειτα ως πρωθυπουργός.

Αλλος πριν, άλλος μετά το Παρίσι;
Ο Κ. Καραμανλής είχε πάντα φυγόκεντρες τάσεις και αντιπαθούσε τους διαχωρισμούς Δεξιά – Αριστερά, ανεξαρτήτως αν η εποχή δεν του επέτρεπε να τους αποφύγει. Τα κόμματα ήταν ένα όχημα για να προβάλλει το πρόγραμμά του. Ξεκίνησε την καριέρα του από το Λαϊκό Κόμμα για να μεταπηδήσει το 1951 στον Ελληνικό Συναγερμό του Παπάγου. Το 1956 θα σχηματίσει την ΕΡΕ και μετά τη Μεταπολίτευση τη ΝΔ.
Εφυγε από την Ελλάδα για μία δεκαετία, δεν έμεινε ποτέ στην αντιπολίτευση και είναι φανερό – ο Σβολόπουλος το αφήνει να εννοηθεί χωρίς να το λέει καθαρά – ότι δεν ήθελε να βρίσκεται στην αντιπολίτευση. Ηταν ζήτημα χαρακτήρα; Αποψης; Αδυναμίας να ανεχθεί το οξυμμένο κλίμα; Δεν διευκρινίζεται.
Η εξωτερική πολιτική του, προσανατολισμένη σταθερά στην Ευρώπη, θα δικαιωθεί από σχεδόν ολόκληρο το πολιτικό φάσμα και θα διαφανεί η διορατικότητα του ανδρός. Σημαντικό επίσης είναι η συμβολή του στους τομείς των υποδομών, των συγκοινωνιών, των μεγάλων έργων. Θα είναι από τους πρώτους που θα ανακαλύψουν την πλουτοπαραγωγική πηγή του τουρισμού, της ναυτιλίας, αλλά και του πολιτισμού. Επί των ημερών του θα ιδρυθούν ή θα μπουν οι βάσεις για το ΚΘΒΕ, το Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης, την Εθνική Πινακοθήκη, το Μέγαρο Μουσικής, το Βυζαντινό Μουσείο Θεσσαλονίκης, το Τρίτο Πρόγραμμα, το πολιτιστικό τρίγωνο της Ριζαρείου Σχολής, το Ευρωπαϊκό Κέντρο Δελφών κ.λπ.
Πολιτικά θα συγκρουστεί πολλάκις με τον Γεώργιο και αργότερα τον Ανδρέα Παπανδρέου μέσα σε κλίμα οξύτητας, κάτι που, όπως γράφει ο μελετητής του, ήταν αντίθετο προς την ιδιοσυγκρασία του. Θα συγκρουστεί επίσης με τα Ανάκτορα, με τους Βρετανούς για την Πάουερ και με τους Αμερικανούς για την παρέμβασή τους στο πολιτικό σκηνικό.
Οξύθυμος και ισχυρογνώμων όποτε νόμιζε ότι είχε δίκιο, με την επάνοδό του στην πρωθυπουργία μετά τη Μεταπολίτευση θα φανεί πιο ανοιχτός, χωρίς τις παλιές αγκυλώσεις, κάτι που θα δώσει σε πολλούς λαβή για να υποστηρίζουν ότι μετά το Παρίσι έχουμε έναν άλλον Καραμανλή. Ο μελετητής του δεν το πιστεύει αυτό, θεωρεί όμως ότι μετά το ’74 ο Καραμανλής προχώρησε «σε περαιτέρω εμβάθυνση σε αρχές και κανόνες που είχαν από τον ίδιο προηγουμένως (πριν από το 1963) εξαγγελθεί».

Ο Καραμανλής θα βρεθεί δύο φορές στην προεδρία της χώρας, όπου θα πολιτευτεί με σύνεση, κάτι που αναγνωρίστηκε από το σύνολο του πολιτικού κόσμου. Οι ρήσεις του άφησαν εποχή και σήμερα ηχεί τραγικό το λεχθέν υπό αυτόν «τα πρωτοφανή γεγονότα που σημειώνονται τον τελευταίο καιρό δημιουργούν την εντύπωση ότι η Ελλάς μετεβλήθη σε απέραντο φρενοκομείο».

Τα χρόνια που πέρασαν από τον θάνατό του δεν είναι πολλά. Οι ιστορικοί θα μιλήσουν πολλές φορές ακόμη για το έργο του Κ. Καραμανλή, το οποίο έτσι κι αλλιώς δεν μπορεί να κριθεί εκτός των ορίων και των δυνατοτήτων της εποχής του.

Λάθη και δικαιολογίες
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ακολούθησε μια πολιτική πορεία διά πυρός και σιδήρου μέσα σε πολύ δύσκολες εποχές, με οξύτητες και μεγάλες πολιτικές διαμάχες. Ηταν το τίμημα ενός πολιτικά ανώριμου συστήματος: σε αυτή την πορεία ο Καραμανλής έκανε λάθη, «αλλά όχι αυτά που μου καταλογίζουν» διευκρίνιζε ο ίδιος. Ο βιογράφος του στέκεται στις επικρίσεις προς την πολιτική Καραμανλή για την άκριτη πολεοδόμηση της χώρας, αλλά το αιτιολογεί σημειώνοντας ότι εκείνη την εποχή η λέξη «περιβάλλον» δεν υπήρχε καν στα χαρτιά, ενώ και το ΤΕΕ, που ήταν σύμβουλος του πρωθυπουργού, δεν έφερνε καμία αντίρρηση. Ο μελετητής προσπαθεί πολύ αδύναμα να δικαιολογήσει τις ιδεολογικές διακρίσεις που δέσποζαν στην κοινωνική ζωή. «Μια μερίδα της ελληνικής κοινωνίας, με έκδηλη στους κόλπους της την παρουσία των νέων, παραβλέποντας καθ’ ολοκληρία τα σημαντικά επιτεύγματα στον αναπτυξιακό τομέα, του προσήπτε τη μομφή της παρεμπόδισης μιας περισσότερο ελεύθερης διακίνησης ιδεών και την εξακολουθητική λειτουργία ορισμένων ιδεολογικών διακρίσεων» γράφει.

Πολύ κομψά παρουσιάζει και τις κατηγορίες της τότε αντιπολίτευσης για τη βία και νοθεία των εκλογών του 1961 λέγοντας: «Βάσει όσων στοιχείων κατατέθηκαν ενόσω εκτυλισσόταν η σχετική αντιδικία προκύπτει ως πρώτο συμπέρασμα ότι η μομφή για την άσκηση εκτεταμένης βίας και νοθείας από την εκλογική κυβέρνηση δεν ήταν απαλλαγμένη υπερβολών». Οσο για τις αντικομμουνιστικές δραστηριότητες που εκπορεύονταν από δημόσιους λειτουργούς, ο ίδιος ο Κ. Καραμανλής θα αποστεί της ευθύνης λέγοντας: «Ορισμένοι ανακτορικοί και στρατιωτικοί κύκλοι εσκέφθηκαν εν αγνοία μου και κατά τρόπον επιπόλαιον να αναπτύξουν πέραν του δέοντος τας συνήθεις αντικομμουνιστικάς τους δραστηριότητας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ