Φανταστείτε ένα μυθιστόρημα στο οποίο ο συγγραφέας του θέλει να συμπεριλάβει όσα καθόρισαν τη φυσιογνωμία του 20ού αιώνα: τις μεγάλες ιδέες, τις ακόμη μεγαλύτερες επιστημονικές ανακαλύψεις, την οργανωμένη βία και την απίστευτη βαρβαρότητα. Θα μπορούσε άραγε να γραφτεί ένα τέτοιο βιβλίο; Ο Βέλγος (Φλαμανδός) Πάουλ Βεράχεν, καθηγητής Γνωστικής Ψυχολογίας στο Georgia Ιnstitute of Τechnology των ΗΠΑ, θέλησε να αποδείξει ότι μπορεί και μας έδωσε ένα από τα προκλητικότερα μυθιστορήματα της τελευταίας εικοσαετίας, μια τερατώδη αφήγηση 830 σελίδων όπου παρελαύνουν φανταστικά και πραγματικά πρόσωπα σε ένα «χρονικό αλληλεπίδρασης μεταξύ σάρκας και χρόνου», στην οποία ο αφηγητής καλείται να αποδείξει πως «η Ιστορία είναι το ψέμα που λέει το παρόν για να δώσει νόημα στο παρελθόν».

Το Οmega minor είναι έργο πολυμαθούς συγγραφέα, πουθενά όμως δεν σου δίνει την εντύπωση πως το γνωστικό πεδίο λειτουργεί εις βάρος της μυθοπλασίας. Πρόκειται για ένα από τα ποιητικότερα και σκληρότερα μυθιστορήματα της τελευταίας εικοσαετίας. Δεν σ΄ ενοχλούν ούτε οι υπερβολές ούτε οι ουκ ολίγες πορνογραφικές σελίδες του. Οχι μόνο εξαιτίας της απαράμιλλης περιγραφικής τους δύναμης αλλά και- κυρίως- γιατί η πορνογραφία αποτελεί συστατικό γνώρισμα ενός από τα βασικά θέματα που αναπτύσσονται στην αφήγηση: του γερμανικού φασισμού.

Δύο είναι οι κύριοι χαρακτήρες του μυθιστορήματος: ο νεαρός μεταπτυχιακός φοιτητής της Φυσικής Πάουλ Αντερμανς και ο Γιόζεφ ντε Χερ, ένας υπερήλικος εβραίος που έχει επιζήσει του Ολοκαυτώματος. Συναντώνται σε κάποιο νοσοκομείο του Βερολίνου το 1995, όπου έχει μεταφερθεί ο Αντερμανς, ο οποίος έχει τραυματιστεί σε συμπλοκή με συμμορία νεοναζιστών. Ο Ντε Χερ βρίσκεται εκεί έπειτα από μια απόπειρα αυτοκτονίας.

Η εποχή της καταστροφής
Βρισκόμαστε στο 1995, πενήντα χρόνια μετά την αυτοκτονία του Χίτλερ. Ο Αντερμανς αντιπροσωπεύει το παρόν, ο Ντε Χερ το παρελθόν, μέσα όμως στον μυθιστορηματικό χρόνο παρελθόν και παρόν ενοποιούνται. Ο αφηγητής κινείται αδιάκοπα από το παρελθόν στο παρόν και αντίστροφα και εμείς συναντούμε πρόσωπα που σημάδεψαν τον 20ό αιώνα: από τον Αλμπερτ Σπέερ, τον αρχιτέκτονα του Χίτλερ που ονειρευόταν «μια αρχιτεκτονική για τους ανθρώπουςστα μέτρα των θεών» και έφτιαξε τα σχέδια της ναζιστικής πόλης του Βερολίνου, ως τη Στέλλα Γκόντσλαγκ, εβραία ξανθιά «θεά» η οποία για να σωθεί η ίδια και να μη σταλούν οι γονείς της σε στρατόπεδο συγκέντρωσης κατέδιδε εβραίους που βρίσκονταν στην παρανομία στη χιτλερική Γερμανία.

Από τον Εριχ Χόνεκερ, ιθύνοντα νου της ανέγερσης του Τείχους του Βερολίνου, ως τον Χάιζενμπεργκ, τον Χέλμουτ Κολ και τον Γκορμπατσόφ. Και μαζί τους φανταστικά πρόσωπα, τα οποία ωστόσο παραπέμπουν σε πραγματικά: ο νεοναζιστής Χούγκο φέρνει στον νου τον «ηγέτη» των νεοναζιστών Ινγκο Χάσελμπαχ τη δεκαετία του 1990. Ο Λίμπενφελς παραπέμπει στον Γκιοργκ Λαντς φον Λίμπενφελς, τον αριοσοφιστή της Βιέννης που εξέδιδε το ρατσιστικό περιοδικό Οstara, μανιώδης αναγνώστης του οποίου υπήρξε τη δεκαετία του 1920 ο Χίτλερ. Το βιβλίο είναι γεμάτο με πλήθος παρόμοιες αναφορές. Οταν λ.χ. ο αφηγητής αναφέρεται στη θεά της άνοιξης και της ανατολής Οστάρα υπονοεί τους αριοσοφιστές τσαρλατάνους του ρατσισμού και ιδιαίτερα τον Λαντς φον Λίμπενφελς.

Πώς συνδέεται αυτό με το Αουσβιτς και τους εβραίους, που είναι από τα βασικά επίσης θέματα του μυθιστορήματος; Η ιδέα των κρεματορίων διατυπώθηκε από τον παραπάνω αριοσοφιστή: η αποτέφρωση των μελών των κατώτερων φυλών, έλεγε, συνιστά ένα είδος θυσίας στον θεό των αρίων.

Εχουμε πλήθος αναφορές και στη λογοτεχνία: στον Κάφκα, στον Ρίλκε και κυρίως στον Φάουστ του Γκαίτε, γιατί ένα από τα μείζονα θέματα του βιβλίου είναι αυτό της εξαγοράς, όπου ο χρόνος αποκτά δαιμονικό χαρακτήρα, όπως στο αριστούργημα του γέροντα της Βαϊμάρης.

Λογοτεχνία, ιστορία και φυσικές επιστήμες δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα καθώς ο Βεράχεν μάς μεταφέρει στο καταφύγιο, το Fuhrerbunker του Χίτλερ, λίγο πριν από την κατάληψη της πόλης από τον Κόκκινο Στρατό. Ή στο Λος Αλαμος, όπου οι κορυφαίοι φυσικοί εργάζονται στην κατασκευή της πρώτης ατομικής βόμβας. Ή στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζιστών που αργότερα χρησιμοποιήθηκαν από το κομμουνιστικό καθεστώς της Ανατολικής Γερμανίας. Ή στο παρόν να παρακολουθούμε επί το έργον τη Νέμπουλα, σκηνοθέτιδα πορνογραφικών ταινιών η οποία σχετίζεται με τους νεοναζιστές.

Ο μεγάλος πρωταγωνιστής όμως είναι το Βερολίνο, «μια πόλη κτισμένη πάνω στη μνήμη». Για τον συγγραφέα «το Βερολίνο είναι η Νέα Υόρκη της Γηραιάς Ηπείρου» και ενσαρκώνει όχι τη γη της Επαγγελίας αλλά τον Κάτω Κόσμο της, το εφιαλτικό τοπίο του 20ού αιώνα, όπου καταστρώθηκαν τα σχέδια των μεγαλύτερων εγκλημάτων, όπου επωάστηκε το Αουσβιτς. «Οχι ποίηση μετά το Αουσβιτς» είχε πει ο Αντόρνο, αλλά ο Βεράχεν έχει τη δική του εκδοχή: «Ναι,υπάρχει ζωή μετά το Αουσβιτς αλλά δεν είναι ευχάριστη ζωή».

Τα πάθη στην εποχή των δικτατοριών

Για να επιτύχει ένα στατικό σύμπαν ο Αϊνστάιν δημιούργησε την κοσμολογική σταθερά τροποποιώντας τη θεωρία του της γενικής σχετικότητας. Αργότερα τη χαρακτήρισε μεγάλη ανοησία αλλά στη δεκαετία του 1990 το ενδιαφέρον γι΄ αυτήν ανανεώθηκε. Από εδώ και ο τίτλος του μυθιστορήματος του Βεράχεν. Αν το σύμπαν διαστέλλεται, θα παγώσει άραγε και θα πεθάνει; Τότε τι νόημα έχουν οι ματαιότητες, οι μεγάλες ιδέες, οι θηριωδίες και τα εγκλήματα της σύγχρονης εποχής; Το σημείο Ωμέγα (το σημείο μηδέν, δηλαδή) στο μυθιστόρημά του είναι μια αλληγορία. Και έχει το όνομα μιας πόλης: Βερολίνο, όπου η δόξα είναι η άλλη όψη της καταστροφής. Οπως συμβαίνει και στην Αμερική.

Οι προθέσεις όμως του συγγραφέα ήταν άλλες:«Το «Οmega minor» δεν είναι μια μεταφορά για το καθεστώς Μπους/Τσένι/ Ρόουβαλλά ένα βιβλίο για τα ανθρώπινα πάθη στην εποχή των δικτατοριών. Αυτή είναι η απλή και απαίσια αλήθεια»είπε σε συνέντευξή του τον Νοέμβριο του 2007. Ωστόσο, για να θυμηθούμε τον Ουμπέρτο Εκο, «κάθε βιβλίο είναι μια μεταφορά».Εξαρτάται από την οπτική γωνία του αναγνώστη.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ