Παιδαγωγικού χαρακτήρα το μυθιστόρημα, πιθανώς και αμιγώς παιδαγωγικού, χάρη στο εύρος των εγκυκλοπαιδικών πληροφοριών που παραθέτει. Ωστόσο, επιθυμητή η γονική συναίνεση, ή μάλλον, στην προκειμένη περίπτωση, η εκπαιδευτική, αν πρόκειται το βιβλίο να συμπεριληφθεί στην εισέτι καταρτιζόμενη διδακτέα ύλη των απανταχού της Ελλάδος αναφυόμενων Λεσχών Ανάγνωσης, καθόσον δείχνει τουλάχιστον ασύνετο να αμαυρώνεις ιστορικά πρόσωπα από τα βασικά του μορφωτικού οικοδομήματος, ιδίως όταν οι σχετικές αναφορές των σχολικών εγχειριδίων είναι σταγονομετρικές όσο και συσκοτιστικές. Κεντρική ιδέα του μυθιστορήματος, η οποία προβάλλεται δελεαστικά και με τον τίτλο, τα πυθαγόρεια εγκλήματα. Εγκληματίας λοιπόν ο μέγας εκ Σάμου σοφός, ο πρώτος τη τάξει μαθηματικός, ακριβέστερα ο θεμελιωτής των μαθηματικών ως αποδεικτικής και αναγωγικής επιστήμης, ο οποίος, εκκινώντας από τη μαγική δύναμη της μουσικής, είχε τη μεγαλοφυή ιδέα να συσχετίσει το αισθητό με το νοητό διά μέσου των αριθμών. Και η σχολή του, η περιώνυμος πυθαγόρειος σχολή, κλίκα εγκληματιών.


Εντός του μυθιστορήματος, σε τρία σύντομα κεφάλαια ως ιντερμέδια, ανιστορούνται τα δεινά ενός μυουμένου στη σχολή, του Ιππασου του Μεταπόντιου, διακωμωδώντας τις απολυταρχικές αντιλήψεις των Πυθαγορείων ως τις διατροφικές τους απαγορεύσεις. Για τον Πυθαγόρα γνωρίζουμε όσα σχετικά έγραψαν οι κατοπινοί του, μεταξύ άλλων ο νεοπλατωνιστής Ιάμβλιχος, ο οποίος και μνημονεύει πως ο Ιππασος «απώλετο κατά θάλασσαν ως ασεβήσας», αφήνοντας την τιμωρία για την παράβαση των κανόνων πειθαρχίας και σιωπής μετέωρη μεταξύ θείας και ανθρώπινης δικαιοσύνης. Στους ενδιάμεσους αιώνες, οι γνώμες διχάζονται. Λ.χ., ο Μπέρτραντ Ράσελ, αν και περιποιείται δεόντως με το βρετανικό του χιούμορ τους Πυθαγορείους, την απώλεια του Ιππασου την αποδίδει σε θεία οργή. Ενώ ο Τ. Μιχαηλίδης υιοθετεί την εκδοχή του εγκλήματος και δη προμελετημένου, συμβάλλοντας στη γενικότερη προσπάθεια μυθοπλαστικής αναθεώρησης των ιστορικών θέσφατων. Προ 25 αιώνων, μυστικιστικές κοινότητες τιμωρούν τους παραβάτες, σε κατοπινούς, πλησιέστερους χρόνους, οργανώσεις συνωμοτικού χαρακτήρα εκτελούν τους εξωμότες. Εργαλειακός ο χαρακτήρας της σύγχρονης μυθιστοριογραφίας, αδιαφορεί για το πνεύμα εκείνων των καιρών, ανάγοντας απαξάπασες τις πράξεις σε εγκληματικές.


Με παραδειγματικό βάθος πεδίου το πυθαγόρειο έγκλημα, ο συγγραφέας στήνει ένα δεύτερο, σε ενοικιαζόμενο δωμάτιο της Νεάπολης Αθηνών, αρχές του 1929. Και αυτό μεταξύ μαθηματικών, αν και άκρως αψυχολόγητο, καθώς ένας επιστήμονας μπορεί να αμαρτήσει για την επιστήμη του, ακόμη και να φτάσει ως το έγκλημα για τα πρωτεία μιας θεωρίας ή για τη μη κατάρριψη κάποιας ανακάλυψης, αρκεί να πρόκειται για μονομανή, ψυχή τε και σώματι δοσμένο στην έρευνα, και όχι για αργόσχολο, που φυλλομετράει γαλλογερμανικά περιοδικά. Οπως και να έχει, από τα 15 κεφάλαια του βιβλίου, το αστυνομικό κομμάτι, βεβιασμένης πλοκής τύπου Γιάννη Μαρή, καταλαμβάνει τα τέσσερα, ανακατεύοντας τους μαθηματικούς με μαστροπούς, προστάτες της νύχτας και αθώα κορίτσια εξ Οδησσού που κυλίστηκαν στη λάσπη. Απομένουν διακόσιες σελίδες μεταξύ πρώτου και δωδέκατου κεφαλαίου, όπου ο αφηγητής, ατενίζοντας το πτώμα του επιστήθιου φίλου του, ανακεφαλαιώνει εντός τριλέπτου τα συμβάντα κοντά μιας τριακονταετίας, από την πρώτη γνωριμία τους στις 8 Αυγούστου 1900. Ηταν στο Δεύτερο Διεθνές Συνέδριο Μαθηματικών, στο Παρίσι, όπου ο διαπρεπής μαθηματικός Νταίηβιντ Χίλμπερτ διατύπωσε τα 23 άλυτα προβλήματα. Στην καρδιά του μυθιστορήματος, η λύση του δεύτερου και το θεώρημα Γκέντελ του 1931, όπως ανέπτυσσε ο Μιχαηλίδης αρχικά επιφυλλιδογραφώντας στις παραμονές των εκλογών του 2004, μαχόμενος τότε, όπως και ο ήρωάς του, για την ύπαρξη «αναποφάσιστων», όχι προτάσεων, την ύπαρξη των οποίων απέδειξε ο Γκέντελ, αλλά ψηφοφόρων, μόνο που αυτός δεν έφτασε στον φόνο.


Σε αυτά τα συμφραζόμενα θα αναμενόταν η ψυχογράφηση του αφηγητή, βαίνοντας προς το έγκλημα και τιμωρία. Αλλά στην εποχή του Διαδικτύου, το βασικό χαρακτηριστικό της μυθιστοριογραφίας είναι το άπλωμα έναντι της εμβάθυνσης, με τη σώρευση μυθοπλαστικά αδρανούς υλικού. Κάθε κεφάλαιο και νέα πρόσωπα. Τριάντα τόσοι μαθηματικοί, κυρίως ξένοι αλλά και οι λιγοστοί άξιοι μνείας Ελληνες, με σύντομη αναφορά στο πρόβλημα που τους ανέδειξε, καμιά δεκαριά ζωγράφοι, μερικοί μουσικοί, επίσης αρκετοί έλληνες πολιτικοί και στρατιωτικοί, μια και καταιγιστικές συμπτώσεις φέρνουν τους ήρωες στο προσκήνιο ιστορικών συμβάντων. Το παραγέμισμα νοστιμεύει, μνημονεύοντας το παρουσιαστικό τους, κάποιο κουσούρι ή και ερωτικό σκανδαλάκι. Παρεμπιπτόντως, το Πανεπιστήμιο που έστησε στη Σμύρνη το 1920 ο Κωνσταντίνος Καραθεοδωρή εμείς θα το γράφαμε Ιώνιο, με ωμέγα, από τους Ιωνες και ουχί εκ της Ιούς όπως το σημερινό. Μέρος της Ιστορίας η ορθογραφία. Λ.χ., ο μαθηματικός Νικόλαος Χατζιδάκης, όντας δημοτικιστής, διατήρησε το οικογενειακό επώνυμο, ενώ ο θείος του, ο γλωσσολόγος Γεώργιος, έγραφε την κατάληξη με γιώτα, αλλαγή που υιοθέτησε και ο αδελφός του, ο μαθηματικός Ιωάννης, του οποίου το βιβλίο γεωμετρίας διάβαζε ο αφηγητής και όχι του γιου του, Νικολάου, όπως εκ παραδρομής αναφέρεται. Οσο για το ποιημάτιο προς απομνημόνευση της δεκαδικής ουράς του αριθμού π, που συνέθεσε ο Νικόλαος Χατζιδάκης, να θυμίσουμε πως στιχουργούσε παιδιόθεν, δημοσιεύοντας με το ψευδώνυμο Ζέφυρος Βραδυνός. Φιλολογικές αβλεψίες προς διασκέδαση κατά τις μελλοντικές ομαδικές αναγνώσεις.