Η φύση προίκισε τον Μισέλ Ουελμπέκ με έντονη προσωπικότητα, με δύο χέρια εκφραστικά, εκ των οποίων το ένα δεν παύει να κινείται, λες και τροφοδοτεί το στόμα να τραβά ατέλειωτες φανταστικές ρουφηξιές, με μια οξύτητα όρασης μοναδική και μια ευφυΐα ζωηρότατη, ακόμη και όταν η έκφρασή του διακόπτεται συχνά από αλλόκοτες εκφράσεις και άναρθρους ήχους. Αλλά δεν πρέπει να παγιδευτεί κάποιος από τούτο το παιχνίδι των επιφωνημάτων και της ονοματοποιίας που παρεμβάλλονται για να κερδίσει χρόνο και να παρασύρει τον συνομιλητή του. Πρόκειται για την περίφημη πανουργία του Ουελμπέκ.


Γεννήθηκε το 1958 και ζει στην Ιρλανδία – για φορολογικούς λόγους, λένε οι κακές οι γλώσσες. Ο Μισέλ Ουελμπέκ, με τα τρία μυθιστορήματά του, δεν ενσαρκώνει μόνο μια ενδιαφέρουσα περίπτωση στη λογοτεχνία, αλλά δημιουργεί νέα δεδομένα στον χώρο της μυθοπλασίας. Το τρίτο βιβλίο του με τίτλο Πλατφόρμα, που μόλις εκδόθηκε στα ελληνικά από τις εκδόσεις της Εστίας σε μετάφραση του Κώστα Κατσουλάρη, είναι μια απόδειξη περί αυτού. Από τις πρώτες σελίδες του διαπιστώνεται η παρουσία του συγγραφέα, του εξαίρετου στυλίστα της γραφής που γυρνά οριστικά τη σελίδα του 20ού αιώνα. Με τον Ουελμπέκ μπαίνουμε ολοκληρωτικά στον 21ο αιώνα. Γιατί ο Ουελμπέκ γνωρίζει να αποκαλύπτει όλη τη γνώση, όλες τις παραμέτρους της κοινωνίας μας, είτε πρόκειται για τη φυσική, τη μηχανική ή ακόμη και τη διοίκηση επιχειρήσεων. Τι πιο φυσιολογικό για έναν συγγραφέα αυτού του αιώνα; Να «ξαναγράψει» τον αιώνα του, εντάσσοντας σε αυτόν και όλες τις τεχνολογίες του. Δεν νοείται, πράγματι, μετά το τέλος του 20ού αιώνα να υπάρχουν από τη μια πλευρά η επιστήμη, η σοβαρότητα, η γνώση, η πραγματικότητα και από την άλλη πλευρά η λογοτεχνία, η κομψότητα, η ανιδιοτέλεια και τα παιχνίδια της φόρμας… Εδώ βρίσκεται η ιδιοφυΐα του Ουελμπέκ: να γνωρίζει και να αποδίδει τον αιώνα του. Πληρέστατα και με ύφος!


Αυτό δεν σημαίνει ότι ο Ουελμπέκ εμφανίζεται ως κριτής και τιμητής. Αντίθετα, αρκείται στο βλέμμα του. Στο βιβλίο του Τα στοιχειώδη σωματίδια (Βιβλιοπωλείο της Εστίας, 2000) πραγματεύεται τα σεξουαλικά ήθη από τη δεκαετία του 1950 και μετά, ενώ στο παρόν βιβλίο τον σεξουαλικό τουρισμό. Ετσι, μέσα από τους έρωτες ενός λογιστή του υπουργείου Πολιτισμού και ενός ανωτάτου στελέχους μιας μεγάλης ξενοδοχειακής αλυσίδας, ο Ουελμπέκ διασκεδάζει με την ψυχή του. Οι τύποι αυτοί έχουν την ατυχή ιδέα να σχεδιάσουν μια διεθνή αλυσίδα χωριών για σεξουαλικές διακοπές. Πρόγραμμα μεγαλεπήβολο και αχανές. Ο Ουελμπέκ με απολαυστικό τρόπο δημιουργεί έναν μεγαλειώδη πίνακα πάνω στη σημερινή κοινωνιολογία του έρωτα στον δυτικό κόσμο. Και δεν αποφεύγει διόλου να θέσει το δάχτυλο πάνω στην πληγή. Αλλωστε, σύμφωνα με τον ίδιο, κάθε κοινωνία έχει σημεία ελάχιστης αντίστασης, κάθε κοινωνία φέρει τα τραύματά της. «Βάλτε το δάχτυλο» λέει «πάνω στην πληγή και πιέστε, πιέστε, πιέστε δυνατά. Σκαλίστε, σκάψτε τα θέματα εκείνα που κανείς δεν θέλει να τα ακούει. Την άλλη όψη του σκηνικού. Να επιμείνετε στην αρρώστια, στην αγωνία του θανάτου, στην ασχήμια. Μιλήστε για τον θάνατο και τη λήθη. Για τη ζήλια, την αδιαφορία, τη στέρηση, την έλλειψη αγάπης. Αν είστε απεχθής θα είστε και αληθινός».


Πάνω σ’ αυτό ο Ουελμπέκ είναι ανένδοτος και σκληρός. Δεν διαθλά το φως αλλά το παρουσιάζει ωμό, λευκό και τραυματικό, διεκδικώντας το δικαίωμα να σκέπτεται και να παρουσιάζει τον κόσμο όπως ακριβώς τον βλέπει. Αλλωστε ανακαλεί συχνά τη φράση του Σοπενχάουερ σύμφωνα με την οποία «η πρώτη και πρακτικά μοναδική συνθήκη του ωραίου ύφους είναι να έχει κάτι να πει». Βέβαια αυτό μερικές φορές ξενίζει και αναστατώνει, κυρίως όταν ο ήρωας του Ουελμπέκ εκτρέπεται προς τον ρατσισμό, πράγμα για το οποίο βοά όλη η Γαλλία. Θα μπορούσε να ισχυριστεί κάποιος ότι ο Ουελμπέκ κινείται όπως και οι πρώτες εικόνες της κινηματογραφικής ταινίας Αμελί: κάποιος αγαπά… δεν αγαπά…, κάποια αγαπά… δεν αγαπά. Θα μπορούσαμε έτσι να πούμε ότι ο Ουελμπέκ αγαπά την αλήθεια, την αυθάδεια, τις γυναίκες, το σεξ και τους εβραίους. Οτι δεν αγαπά τη φύση, τους οικολόγους που επιθυμούν τα βουνά να ξανακατοικηθούν από τις αρκούδες, δεν αγαπά τους χίπηδες, τους παιδόφιλους, το πρακτορείο ταξιδίων Nouvelles Frontieres (Νέα Σύνορα) και τους Αραβες. Δεν τολμούμε να καταρτίσουμε τον κατάλογο των εχθρών που δημιούργησε σε 335 σελίδες. Αλλά το ζήτημα είναι αν μπορούμε να πάμε τόσο μακριά. Ο Ουελμπέκ απαντά: «Εκείνο που εγώ προσωπικά σκέφτομαι δεν έχει καμία σημασία. Η αίσθηση της εποχής επιζητεί να με παρασύρει στην πολεμική».


Ετσι είναι, αναμφίβολα. Εχθές κατηγορούσαν τον Φλομπέρ ότι είναι ο απολογητής της μοιχείας, τον Ναμπόκοφ ως παιδόφιλο. Σήμερα τον Ουελμπέκ ότι είναι απολογητής του ρατσισμού. Οι γαλλικές εφημερίδες τον περασμένο χρόνο έγραφαν: «Ο Ουελμπέκ ξαναχτυπά», «Πρέπει να καταδικαστεί ο Ουελμπέκ;». Ο Ουελμπέκ δικάστηκε. Ο γάλλος εκδότης του όφειλε να δώσει εξηγήσεις. Ο Σαλμάν Ρουσντί, ο συγγραφέας των Σατανικών στίχων, σε ένα άρθρο του στην εφημερίδα «Guardian» στις 28 Σεπτεμβρίου, υποστήριξε τον Ουελμπέκ: «Αν οι μυθιστοριογράφοι αδυνατούν να περιγράφουν τους ναζί ή τους φανατικούς χωρίς να κατηγορηθούν ότι οι ίδιοι είναι ναζί ή φανατικοί, δεν θα μπορούν πλέον να γράφουν». Για τον Ρουσντί η Πλατφόρμα είναι ένα καλό μυθιστόρημα, γιατί απλά «μας επιτρέπει να κατανοήσουμε τη Γαλλία».


Η κυρία Κατρίν Βελισσάρη είναι διευθύντρια του Ευρωπαϊκού Κέντρου Μετάφρασης (ΕΚΕΜΕΛ).