Κόλαση και Παράδεισος


Το 1993, η Τόνι Μόρισον, η πρώτη αφροαμερικανίδα συγγραφέας, τιμήθηκε με το βραβείο Νομπέλ Λογοτεχνίας. Πολλοί είπαν πως η απόφαση αυτή ήταν «πράξη πολιτικής ορθότητας», ενώ άλλοι τόνισαν την παγκόσμια απήχηση του έργου της, αφού αυτό «υπερβαίνει» τα στενά όρια της μαύρης ταυτότητας. Οσοι όμως γνώριζαν το έργο της ως την ημέρα της απονομής ήξεραν πως η Μόρισον τιμήθηκε για την τέχνη της, την ικανότητά της να ζωντανεύει τη γλώσσα, να της δίνει ροή, χρώμα και συναίσθημα, ό,τι δηλαδή της αφαίρεσε η «δυσνόητη κρατική γλώσσα», η «αρτηριοσκληρωτική γλώσσα των διανοουμένων» ή η «εμπορευματοποιημένη γλώσσα της επιστήμης». Αλλωστε και η Μόρισον δεν αρνείται την πολιτική διάσταση της τέχνης. Σε κάθε της μυθιστόρημα ή δοκίμιο αγωνίζεται να φανερώσει τις συνέπειες του ρατσισμού και του σεξισμού από την αρχή της δουλείας στις ΗΠΑ ως σήμερα. Οπως λέει η ίδια: «Λογοτεχνία χωρίς πολιτική σημαίνει ότι το περιεχόμενο δεν έχει καμιά σημασία, ότι ο γυναικείος λόγος δεν είναι σημαντικός και ότι οι γυναίκες δεν έχουν να πουν τίποτε το αξιόλογο».


Τα πέντε μυθιστορήματα, που η Μόρισον έχει δημοσιεύσει ως το Νομπέλ, της έχουν ήδη χαρίσει αρκετά βραβεία, καθώς και διεθνή αναγνώριση. Τα βιβλία της γίνονται εύκολα μπεστσέλερ, γιατί αναφέρονται στο κοινό παρελθόν των Αμερικανών, είτε αυτοί ανήκουν σε φυλετική μειονότητα είτε στη λευκή άρχουσα τάξη. Επιπλέον, η γυναικεία οπτική που υιοθετεί στην προσπάθειά της να αποτυπώσει ιστορικά την εμπειρία των Αφροαμερικανίδων στη λευκοκρατούμενη και ανδροκρατούμενη κοινωνία των ΗΠΑ χαρίζουν στα μυθιστορήματά της πρωτοτυπία και γνησιότητα.



Το πρώτο μυθιστόρημα, τα «Γαλάζια Μάτια» (1970, Νεφέλη 1995), περιγράφει την τραγική ιστορία ενός μαύρου κοριτσιού, της Πέκολα, η οποία γίνεται θύμα της απερίσκεπτης αποδοχής της λευκής αισθητικής περί σωματικής ομορφιάς. Ετσι, το πάθος της να αποκτήσει γαλάζια μάτια την οδηγεί αναπόφευκτα στον εφιαλτικό κόσμο της τρέλας. Με τα «Γαλάζια Μάτια», η Μόρισον αντιδρά στα ψεύτικα ιδεώδη που επιβάλλει συστηματικά η αμερικανική (λευκή) κουλτούρα, αλλά συγχρόνως κατηγορεί την αφροαμερικανική κοινωνία για αδρανή συμμετοχή και αδυναμία να αντισταθεί.


Με τη «Σούλα» (1973, Νεφέλη 1997), η Μόρισον δίνει σάρκα και οστά στη φιλία ανάμεσα σε δύο μαύρες γυναίκες. Ενώ η ανδρική φιλία είναι συνηθισμένο θέμα στην αγγλοσαξονική παράδοση, η γυναικεία φιλία έχει αποδοθεί μόνο ως ομοφυλοφιλική. Η Μόρισον αντιστέκεται στην παράδοση και περιγράφει τα όνειρα, την αγάπη, τον ανταγωνισμό, ακόμη και την προδοσία αυτής της σχέσης, που όμως αντέχει χωρίς να ξεριζωθεί. Οταν η ασυμβίβαστη Σούλα κοιμάται με τον άνδρα της υποτακτικής Νελ, η φιλία των δύο γυναικών κλονίζεται, αλλά δεν παύει να υπάρχει.


«Το Τραγούδι του Σολομόν» (1977, Οδυσσέας 1982) αποτέλεσε ορόσημο στην καριέρα της Μόρισον, γιατί, πρώτη φορά, εισάγει το υπερφυσικό στοιχείο στα κείμενά της και αντλεί έμπνευση από τους θρύλους και τις παραδόσεις των αφρικανών προγόνων. Ο τριαντατριάχρονος Μίλκμαν, ο μοναδικός άνδρας-ήρωας στο έργο της Μόρισον, καταφέρνει να απαγκιστρωθεί από τα αλλοτριωτικά δεσμά της μεσοαστικής τάξης και να αναζητήσει τις ρίζες του στην κληρονομιά της φυλής του. Θα βιώσει τότε μια πνευματική, υπερφυσική εμπειρία, και θα μάθει να πετά, όπως ο προπάππος του, Σολομόν, που έσπασε τα δεσμά της δουλείας και πέταξε πίσω στην Αφρική.


Το «Tar Baby» (1981) βασίζεται στο αμερικανικό παραμύθι για έναν αγρότη που χρησιμοποιεί ένα μωρό από πίσα για να πιάσει ένα λαγό, ο οποίος τού κλέβει τα λάχανα. Στο μυθιστόρημα περιγράφεται η απεγνωσμένη αγάπη δύο ανθρώπων που αντιπροσωπεύουν αντιτιθέμενες ιδεολογίες: η μεν ηρωίδα είναι μια νέα, επιτυχημένη μαύρη σταρ, γαλουχημένη με τις αξίες του αμερικανικού ονείρου, ο δε ήρωας, βυθισμένος στην αφρικανική παράδοση, αρνείται το παρόν. Και τα δύο πρότυπα καταδικάζονται από τη συγγραφέα γιατί δεν αυτοπροσδιορίζονται, αλλά είναι δημιουργήματα της ρατσιστικής εκμετάλλευσης. Στο τέλος, ο λαγός ξεφεύγει, αλλά οι ήρωες δεν βρίσκουν την ευτυχία.


Το καλύτερο μυθιστόρημα της Μόρισον είναι αναμφισβήτητα η «Αγαπημένη» (1985, Νεφέλη 1989), ένα έργο που συγκεντρώνει αριστοτεχνικά όλα τα στοιχεία των προηγούμενων: προφορική παράδοση, μαγικό ρεαλισμό, μοντερνισμό, αλληγορία, ιστορικές αναφορές, προγονική λατρεία, ανάγκη ελευθερίας και αυτοκαθορισμού, καθώς και λυρισμό. Εδώ, καταγράφονται οι τραγικές συνέπειες της δουλείας στην ιστορία της ασυμβίβαστης Σεθ, η οποία είναι έτοιμη να πληρώσει κάθε τίμημα, ώστε αυτή και τα παιδιά της να ζήσουν ελεύθεροι. Σε μια στιγμή απελπισίας δεν διστάζει να σκοτώσει το δίχρονο κοριτσάκι της, την Αγαπημένη, η οποία αργότερα επανέρχεται ενσαρκώνοντας τις τύψεις της μητέρας της και διψώντας να εκδικηθεί όσους της αφαίρεσαν το δικαίωμα να ζήσει. Η αφήγηση της απίθανης αυτής ιστορίας, που θυμίζει έντονα τον Φόκνερ, γίνεται κυκλικά, ταυτόχρονα σε πολλαπλά χρονικά επίπεδα, και η δομή παραμένει χαλαρή και ελικοειδής. Η «Αγαπημένη» είναι το αριστούργημα της Μόρισον, ο τέλειος συνδυασμός μορφής και περιεχομένου, ο θρίαμβος του καλλιτέχνη.


Το έκτο μυθιστόρημα έχει τον τίτλο «Τζαζ» (1992, Νεφέλη 1994) και παραπέμπει στα υφολογικά και δομικά χαρακτηριστικά της μαύρης μουσικής. Ετσι, τόσο ως προς τη μορφή όσο και ως προς τους χαρακτήρες, το μυθιστόρημα αντικατοπτρίζει τις ιδιαίτερες δομές του μουσικού αυτού ιδιώματος. Η ηρωίδα βιώνει τον κίνδυνο της απώλειας της ταυτότητάς της και της άναρχης ελευθερίας που σχεδόν την οδηγεί στην αυτοκτονία για να επανέλθει, σαν ένα μουσικό κομμάτι της τζαζ, στην ισορροπία και την αρμονία ενός αυτόνομου και ενιαίου υποκειμένου.


Αυτό είναι το συγγραφικό έργο για το οποίο βραβεύθηκε η Μόρισον. Φυσικά, αναγνώστες και κριτικοί περίμεναν με ανυπομονησία το μυθιστόρημα που θα ακολουθούσε το Νομπέλ. Ο «Παράδεισος» κυκλοφόρησε τελικά στις ΗΠΑ τον Ιανουάριο του 1998. Εξιστορεί την προσπάθεια εννέα μαύρων οικογενειών, τη δεκαετία του 1950, να ιδρύσουν μια κοινότητα μακριά από τη διαφθορά του υπόλοιπου κόσμου. Μια ομάδα πέντε γυναικών όμως βρίσκει καταφύγιο σε ένα εγκαταλελειμμένο μοναστήρι της περιοχής, το οποίο στο παρελθόν υπήρξε και οίκος ηδονής. Ετσι, το μοναστήρι γίνεται ο τόπος που συνυπάρχουν η ευσέβεια με τη σεξουαλικότητα και όπου οι γυναίκες συμβιώνουν με δική τους επιλογή, ανταλλάσσοντας προσωπικά βιώματα και ιστορίες από το κοινό πολιτισμικό τους παρελθόν. Ο «Παράδεισος» είναι το πρώτο βιβλίο της Μόρισον που δεν προβάλλει τις φυλετικές διαφορές ως πρωταρχική ιδέα. Οπως παραδέχεται η συγγραφέας, δεν έχει σημασία το χρώμα των ηρώων και των ηρωίδων. Γι’ αυτό, άλλωστε, το μυθιστόρημα αρχίζει με την προκλητική φράση: «Πρώτα πυροβόλησαν το λευκό κορίτσι», χωρίς ποτέ στη συνέχεια να διευκρινισθεί η ταυτότητα και ο ρόλος της λευκής γυναίκας. Η σκόπιμη αυτή φυλετική ασάφεια μεταφέρει την έμφαση στο κύριο θέμα του μυθιστορήματος, που δεν είναι άλλο από την απατηλή εντύπωση ότι ο παράδεισος μπορεί να περιφρουρηθεί, ότι η ιδανική κοινωνία, εφόσον υπάρξει, μπορεί να προστατευθεί με τη βία και τα όπλα. Εχθροί της κοινότητας δεν είναι οι παράξενες «διεφθαρμένες» γυναίκες που, σύμφωνα με τους πατριάρχες-ιδρυτές της, απειλούν την ταυτότητα, την ομοιογένεια και τη βιολογική «καθαρότητα» της κοινότητας, αλλά η αδιαλλαξία και η άρνηση στην εξέλιξη και την αλλαγή. Αυτή η στάση, με τη σειρά της, καλλιεργεί την ξενοφοβία, τον ρατσισμό και τον μισογυνισμό, όπως στην περίπτωση του «Παράδεισου» όπου η βία στρέφεται κατά των γυναικών. Η ευνοϊκή όμως αντιμετώπιση των γυναικείων χαρακτήρων οδήγησε πολλούς κριτικούς και αναγνώστες να ερμηνεύσουν τον «Παράδεισο» ως φεμινιστική αλληγορία. Μια τέτοια ανάγνωση του έργου της Μόρισον παραβλέπει τη δύναμη του λόγου και την αριστοτεχνική τεχνική του έργου της.


Στα εξήντα επτά της, η Τόνι Μόρισον είναι μια από τις σημαντικότερες συγγραφείς της σύγχρονης αμερικανικής λογοτεχνίας, χωρίς ωστόσο ποτέ να ξεχνάει την πλούσια αφρικανική κληρονομιά της.


* Το βιβλίο της Τόνι Μόρισον «Paradise» θα κυκλοφορήσει στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Νεφέλη, στο τέλος του φθινοπώρου. Πληροφορίες για το έργο της Μόρισον αντλήθηκαν από το βιβλίο «Τόνι Μόρισον» της σειράς «Αμερικανική Λογοτεχνία» της Ελληνικής Εταιρείας Αμερικανικών Σπουδών, Θεσσαλονίκη 1995.


Η κυρία Ντόρα Τσιμπούκη είναι επίκουρος καθηγήτρια Αγγλικής Φιλολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.