Βενετία, αποστολή

Ενας παράξενος συνδυασμός Ιστορίας – μυθοπλασίας αφήνει έντονο αποτύπωμα στο εφετινό φεστιβάλ Βενετίας, όπου βλέπουμε ταινίες να πραγματεύονται με τον δικό τους, ιδιαίτερο τρόπο πραγματικά πρόσωπα και ιστορικά γεγονότα. Ενδεχομένως να μην βρουν υποστηρικτές τους Ιστορικούς και τους βιογράφου, μιλώντας όμως με καθαρά κινηματογραφικούς όρους, έχουν τεράστιο ενδιαφέρον και δίνουν τροφή για σκέψη.

Μια περίπτωση είναι ο Βίνσεντ Βαν Γκόγκ στην ταινία του Τζούλιαν Σνάμπελ «At eternity’s gate». Ο σκηνοθέτης (που είναι επίσης εικαστικός) έφτιαξε μια πανέμορφη, πραγματικά εμπνευσμένη ταινία για τον Ολλανδό ζωγράφο, την οποία μόνον βιογραφική δεν θα μπορούσες να την χαρακτηρίσεις. Το μόνο σίγουρο εδώ είναι ότι ο Βαν Γκόγκ …ζωγράφιζε. Από εκεί και πέρα όλα είναι ανοιχτά και το τι ισχύει και τι όχι, δεν μπορείς να το πεις με καμία σιγουριά. Και δεν χρειάζεται. Αυτό είναι το σινεμά. «Ετσι κι αλλιώς όλοι πιστεύουν ότι ξέρουν τα πάντα για τον Βαν Γκογκ» είπε χαρακτηριστικά ο Σνάμπελ. «Αυτό ήταν εξάλλου το σημείο εκκίνησής μας.»

Ο Σνάμπελ που έγραψε το σενάριο μαζί με τον Ζαν Κλοντ Καριέρ αμφισβητεί ακόμα και το ότι ο Βαν Γκογκ αυτοκτόνησε. Ακόμα και ο τρόπος που τον αποδίδει σε μια ερμηνεία βραβείου ο Γουίλεμ Νταφόε, δεν έχει καμία σχέση με τη ρομαντική ιδέα που έχει καλλιεργηθεί γύρω από τον Βαν Γκογκ με τις εμμονές και καταθλίψεις του. Ο ζωγράφος του Σνάμπελ είναι απλώς ένας ακούραστος εργάτης αφοσιωμένος ψυχικά και σωματικά στη δουλειά του, ένας καλλιτέχνης που βίωνε την φύση στο πετσί του και στη συνέχεια την περνούσε στο καβαλέτο του.

Ένα άλλο παράδειγμα αποτελεί η «Δύση» («Sunset»), τελευταία ταινία του Λάζλο Νέμες, Ούγγρου σκηνοθέτη που έγινε διάσημος ανά την υφήλιο όταν πριν από μερικά χρόνια παρουσίασε στις Κάννες το αριστούργημά του, «Ο γιός του Σαούλ», ίσως τη καλύτερη ταινία μυθοπλασίας που έχει γίνει ποτέ για το Ολοκαύτωμα των Εβραίων. Η «Δύση» που προβάλλεται εντός διαγωνισμού, τοποθετείται στην Βουδαπέστη του 1913 και εστιάζει στην περίπτωση μιας γυναίκας, της Ιρις (Σουζάνα Γουέστ) που επιστρέφει στην πόλη της αναζητώντας τα ίχνη του αδελφού της. Είναι ο μόνος σύνδεσμός της με το παρελθόν και τη μνήμη, μαζί με το παλιό κατάστημα καπέλων του πατέρα της στο οποίο την προσλαμβάνει η νέα διεύθυνση.

Στην ουσία ο Νέμες μιλά για την ταραγμένη εποχή που ένα χρόνο αργότερα, το 1914, οδήγησε στο ξέσπασμα του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, αφορμή του οποίου ήταν η δολοφονία του αρχιδούκα διαδόχου της Αυστρίας Φερδινάνδου και της συζύγου του Σοφίας από έναν σπουδαστή οπαδό της πανσλαβικής κίνησης. Αν και όλα αυτά δεν αναφέρονται στην ταινία, ο τρόπος με τον οποίο ο Νέμες παρουσιάζει την εποχή είναι σαν να επιθυμεί να πάει πίσω στον χρόνο και να αναρωτηθεί για ποιόν λόγο ένας τόσο λαμπρός πολιτισμός αποφάσισε να αυτοκτονήσει.