Τα έργα αποκαταστάσεων στην Ακρόπολη και η «αλήθεια» των ερειπίων

Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Προσπαθώντας ανεπηρέαστα και αμερόληπτα να κατανοήσει κανείς τους στόχους των προτεινόμενων από τον καθηγητή M. Κορρέ αποκαταστάσεων στην Ακρόπολη (ανακατασκευή των αρχαίων ανδήρων και της μνημειακής σκάλας των Προπυλαίων), έρχεται αντιμέτωπος με το κρίσιμο ερώτημα:
Ποια σχέση έχει η εικόνα του συγκροτήματος όπως ολοκληρώθηκε στην πρώτη του φάση με πληθώρα κτισμάτων, αγαλμάτων, αναθημάτων και λειτουργιών (ένα πολυσύχναστο, αρχιτεκτονημένο, συνεκτικό σύνολο δεμένο με τη ζωή της πόλης, που ανά τους αιώνες υπέστη πολυάριθμες μεταλλάξεις) με τη σημερινή πραγματικότητα;
Τότε οι διαμορφωμένοι υπαίθριοι και ημιυπαίθριοι χώροι συντρόφευαν τα αρτιμελή οικοδομήματα σαν περιοχές κίνησης και στάσης, διασφαλίζοντας μια αμοιβαία ισορροπία όγκων, επιφανειών, δραστηριοτήτων και ανθρώπινης παρουσίας μέσα από έναν διαρκή μεταξύ τους διάλογο.
Σήμερα ο Χρόνος εξαφάνισε το 70%-90% του όγκου των κτιρίων, των κυκλοφοριακών διαδρομών και των ανδήρων του συγκροτήματος (και όταν μιλάμε για αποκατάσταση, θα πρέπει να αποφασίσουμε ποια ακριβώς φάση του επιλέγουμε και γιατί, σταματώντας τη ροή του) και μας προκαλεί τώρα να αποφασίσουμε το σκεπτικό με το όποιο θα διαχειριστούμε το αποτέλεσμα της επίδρασής του (όχι μόνο εμείς… αλλά και οι γενιές που θα ακολουθήσουν!).
Δηλαδή τα ηρωικά εναπομείναντα ίχνη (σαν τελευταίους επιζώντες) των πιο σημαντικών του κτιρίων, εκατοντάδες λίθους και αρχιτεκτονικά μέλη πεσμένα στη γη και το φυσικό του υπόβαθρο να κυριαρχεί όπως αποφάσισε Αυτός, αποκαλύπτοντας στο σύνολό της σχεδόν την επιδερμίδα του γιγάντιου γεννήτορά τους.
Τα άγγιξε όλα με το πέρασμά του και τα ιστορικά του γεγονότα, σμιλεύοντάς τα όπου βρίσκονται ώστε να γεράσουν ομοιότροπα. Οσα μας κληροδότησε είναι προϊόν της δράσης του των 25 αιώνων που μεσολάβησαν και τη μεταξύ τους ισορροπία μάλλον δεν είναι σκόπιμο να τη θίξουμε παρά μόνο με ταπεινές και σχεδόν αφανείς παρεμβάσεις της χαμηλότερης δυνατής έντασης.
Και τούτο για να μην προσβάλουμε την Ησυχία, στην οποία αιωρούνται σήμερα τα υπέργηρα και ρυτιδιασμένα περήφανα ερείπιά μας και ο απόηχος της χαμένης τους φωνής. Μόνη εξαίρεση σε αυτή τη λογική αποτελούν οι διακριτικές αναστηλώσεις των τελευταίων δεκαετιών αλλά και των παλαιοτέρων, που στόχο είχαν μια περιορισμένη και σεμνή ανάδειξη επιμέρους τμημάτων των ερειπίων, χωρίς να απειλούν την «αλήθεια» τους.
Αντίθετα, εκτεταμένες μη αναστρέψιμες παρεμβάσεις όπως αυτές που προαναγγέλλονται κινδυνεύουν να απειλήσουν την ιστορική γνησιότητα της σωρευτικής επίδρασης της ζωής των 85 γενεών του μνημείου και να οδηγήσουν αργότερα στην ανάγκη απο-αποκατάστασης που προβάλλεται σήμερα διεθνώς ως επιτακτική για πολλά κληροδοτήματα της Ιστορίας.
Η ανάκτηση όμως των πρότερων διαδοχικών εικόνων του πολύπλοκου συγκροτήματος (-των) με την πληθώρα των θεάσεων και οπτικών φυγών, με τη συνεχή διαδοχή των υπαίθριων, υπόστεγων και κλειστών χώρων και μάλιστα σε όλες τις διαφορετικές φάσεις της Ιστορίας και με τα ατέλειωτα μυστικά της ζωής τους, που ίσως τώρα ανακαλύψουμε κι άλλα, αποτελεί εύλογο στόχο.
Αυτή μπορούμε τώρα να την προσεγγίσουμε σε όλη την ιστορική της διάρκεια με επιστημονική πιστότητα και ποιότητα και εντυπωσιακά αποτελέσματα σε ψηφιακή 3D πραγματικότητα και να την πρωτοπερπατήσουμε εικονικά σαν επισκέπτες στο ξεκίνημα της κάθε περιόδου, με πιθανή χωροθέτηση της όλης εγκατάστασης στο παλιό Μουσείο Ακρόπολης στον Βράχο.
Αν τούτο αποδεικνυόταν δυσλειτουργικό, θα μπορούσε μέρος της δωρεάς του Ιδρύματος Ωνάση να διατεθεί για τη δημιουργία ενός νέου κελύφους υποδοχής αυτής της δραστηριότητας προϊόντος διεθνούς αρχιτεκτονικού διαγωνισμού, με χωροθέτησή του στην περιοχή του Διονύσου ή των παραπηγμάτων της Κοίλης με προοπτική μεγάλης επιτυχίας, ανάλογης προσέλευσης και απήχησης στη διεθνή πολιτιστική κοινότητα, υπηρετώντας αποτελεσματικά και τον αγώνα για την επιστροφή των Μαρμάρων μας.
Παρόμοιου χαρακτήρα ολογραφική, υψηλής τεχνολογίας εντυπωσιακή «αναπαράσταση» του συνολικού χώρου κατά την εποχή των δημιουργών του θα μπορεί επίσης να οργανώνεται κάθε καλοκαίρι την «Ημέρα της Ακρόπολης», την 10η Αυγούστου (21η του Εκατομβαιώνα, ημέρα των Παναθηναίων), επί τόπου του μνημείου με φαντασμαγορικό, ονειρικό, άυλο και φευγαλέο τρόπο, όπως ταιριάζει στο χαμένο πια παρελθόν.
Ο κόσμος θα στέκεται τότε ανάμεσα στα «νεόδμητα» κτίριά του και στον πλήρως «ανασυγκροτημένο» συνολικό του χώρο σε ένα περιβάλλον ρευστοποιημένης χρονικότητας, για να παρακολουθεί εκστατικός την αργή ανοδική κίνηση των προγόνων μας στην πιο χαρακτηριστική τους εκδήλωση, την Πομπή των Παναθηναίων, να ζωντανεύει μπροστά τους σαν να απελευθερώθηκε από τη μαρμαρωμένη ακινησία της στη ζωφόρο του Φειδία, αναβιωμένη ως αιώνια οπτασία. Παράλληλα, όμως, εκστατικός θα στέκεται ο κόσμος σε όλον τον πλανήτη, αφού το γεγονός θα φτάνει διαδικτυακά από άκρη σε άκρη του, υποδεχόμενος όχι μόνο το εντυπωσιακό υπερθέαμα αλλά κυρίως το διαχρονικό νόημα του γεγονότος.
Αυτή θα ήταν ίσως μια σύγχρονη ερμηνεία μιας τελείως αθόρυβης αλλά συγκλονιστικής «αναβίωσης» και κατανόησης της μακρόχρονης ζωής της Ακρόπολης, όπου ασφαλώς ο ρόλος όλων των βασικών θεραπόντων του μνημείου (Μ. Κορρέ, Τ. Τανούλα, Κ. Ζάμπα κ.λπ.) θα ήταν πολύτιμος, όπως υπήρξε και σε όλη τη διάρκεια της αναστηλωτικής τους δραστηριότητας, περιλαμβανομένων και των παλαιοτέρων (G. Stevens, I. Tραυλού, Γ. Δοντά, Χ. Μπούρα κ.λπ.) που δεν είναι πια κοντά μας.
*ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗΣ Μ. ΚΟΡΡΕ, «LIFO», 1.11.2020. «Η παρούσα εργασία είναι αντιληπτή ως μέρος ενός ολικού σχεδίου για την αποκατάσταση των αρχαίων επιφανειών, η οποία κατά πολύ θα βελτιώσει τις συνθήκες θέασης των μνημείων από το επίπεδο αναφοράς που είχαν υπ’ όψιν εκείνοι που τα σχεδίασαν».
*«Η δημιουργία πλατωμάτων για την καλύτερη θέαση των μνημείων» αναφέρεται ως το 2ο από 3 αντικείμενα της αναδόχου εταιρείας ΝΑΜΑ στην 4σέλιδη τεχνική περιγραφή του έργου».
Ο κ. Α. Δ. Τριποδάκης είναι αρχιτέκτων – πολεοδόμος ΕΜΠ – Ηarvard, πρόεδρος Ελληνικής Αρχιτεκτονικής Εταιρείας, πρ. καθηγητής Αρχ/κού και Αστικού Σχεδιασμού Πολ. Κρήτης.

