Είχε μόλις τέσσερις μήνες φτάσει ο ιερέας και η οικογένειά του στο δυσπρόσιτο χωριό, πίσω από τα βουνά της Μονεμβάσιας.
Η παλαιά ενορία του στον κάμπο του Ελους, με την ελονοσία απειλητική, δεν ήταν πια τόπος επιβίωσης για τον ίδιο. Ηταν μεγάλος ο κίνδυνος για την ευάλωτη υγεία του.
Στον απομονωμένο τόπο της νέας εγκατάστασής του ο ταχυδρόμος έφτανε Τρίτη και Πέμπτη. Η αλληλογραφία ήταν ο μοναδικός σχεδόν τρόπος επικοινωνίας με τον μακρινό ξένο κόσμο. Κάθε οικογένεια είχε κάποιον στην Αυστραλία. Η αναμονή του ταχυδρόμου ήταν σαν αναμονή μιας τηλεφωνικής κλήσης από μακριά.
«Προς τον νέο εφημέριο» έγραφε ως παραλήπτη ο φάκελος. Αποστολέας, άγνωστο στον ιερέα πρόσωπο. Το διπλωμένο με επιμέλεια γράμμα είχε με διακριτικότητα φυλαχτεί στο ράσο του.
Εκείνο το απόγευμα βρέθηκα συμπτωματικά στην αυλή της εκκλησίας. Ακουσα τον ιερέα να καλεί σε συζήτηση διακεκριμένο στο χωριό άτομο, που τυχαία περνούσε. Ηταν άνθρωπος με τοπική εξουσία, τοπικός παράγοντας, θα λέγαμε σήμερα.
Ο ιερέας βγάζει το διπλωμένο γράμμα. Διάβασε, του λέει. Το τρομαγμένο, έκπληκτο πρόσωπό του μου προκαλεί φόβο. Εμοιαζε κάτι φοβερό να γράφει το γράμμα από την Αυστραλία.
Σχεδόν το αρπάζω. Και διαβάζω: «…παπά, ο… (ο αποστολέας κάνει αναφορά στη συγγενική του σχέση με τον παράγοντα και σημειώνει το όνομά του) με ενημέρωσε ότι μόλις έφτασες στο χωριό, πούλησες τα καντήλια και άλλα ιερά σκεύη και σπουδάζεις τα παιδιά σου. Ηταν αφιερώματα από μένα στο όνομα της μητέρας μου και τα θέλω πίσω, όχι άλλα, αυτά θέλω πίσω…». Ο ιερέας είχε πέντε παιδιά, τέσσερα στο δημοτικό σχολείο και ένα στην Γ’ Γυμνασίου.
Τη σκηνή κάλυψε ο λυγμός του τοπικού παράγοντα.
Ο ιερέας, ατάραχος, σιωπηλός, ανοίγει την πόρτα του ναού και τον προσκαλεί – ακολουθώ βουβός – στο εσωτερικό του ναού. Στο ημίφως η μικρή λαμπάδα ρίχνει λίγο φως. Σχεδόν κρατώντας τον από το χέρι πια, ο ιερέας τον οδηγεί. Του δείχνει τα απαστράπτοντα στο ταπεινό τέμπλο του μικρού ναού καντήλια. Ο νέος εφημέριος με την έλευσή του είχε στείλει στη Σπάρτη τα σκεύη για συντήρηση και καθαρισμό και είχαν τοποθετηθεί και πάλι στη θέση τους.
Διάβασε, του λέει. Και με φωνή χαμένη, με βήμα τρομαγμένο, ο τοπικός παράγοντας διαβάζει όσες φορές χρειάζεται το χαραγμένο σε κάθε σκεύος όνομα του ευργέτη και την αφιέρωσή του.
Η παιδική απορία είχε απαντηθεί. Χωρίς η σκέψη να μπορεί να προχωρήσει. Ο τοπικός παράγοντας ήταν χαμένος μέσα στο γεγονός. Ο απλός ιερέας απέκρουσε διακριτικά και με πνευματικότητα τις υπερβολικές εκδηλώσεις της συγγνώμης του. Τον συνόδευσε στην έξοδο του ναού.
Την Κυριακή ο ιερέας, ο παπα-Κυριάκος, λίγο πριν από την απόλυση, διάβασε στο εκκλησίασμα το γράμμα από την Αυστραλία.
Ο κ. Λευτέρης Κουσούλης είναι πολιτικός επιστήμονας.