Ιστορία γραμμένη με… βύνη
Πώς από ένα μουσκεμένο κομμάτι ψωμιού που υπέστη ζύμωση φτάσαμε στη μαζική παραγωγή ενός από τα δημοφιλέστερα ποτά στην ιστορία της ανθρωπότητας.
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
«Ούτε που ξέρω πόσες μπύρες
έχω κατεβάσει
περιμένοντας να γίνει
κάτι της προκοπής.
Ούτε που ξέρω πόσο κρασί, πόσο ουίσκι,
πόση μπύρα
– μπύρα ιδίως –
έχω κατεβάσει.
Χωρίζοντας με γυναίκες,
περιμένοντας το χτύπημα
του τηλεφώνου,
περιμένοντας τον ήχο βημάτων·
και το τηλέφωνο να μη χτυπά
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά
και τα βήματα να μη φτάνουν
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά».
Τσαρλς Μπουκόφσκι
Ο αμερικανός ποιητής και συγγραφέας έρχεται με τους στίχους του ποιήματος «Μπύρα» να αποτίσει… φόρο τιμής (πάντα με τη μελαγχολία που τον χαρακτηρίζει) σε ένα ποτό το οποίο μπορεί να μην ενέπνευσε τους ποιητές όσο το πολυτραγουδισμένο κρασί, αλλά δεν έλειψε ούτε από το δικό τους τραπέζι. Οπως δεν έλειψε σχεδόν από κανένα τραπέζι, οικογενειακό ή μεταξύ φίλων, καθημερινό ή εορταστικό, επίσημο ή πρόχειρο. Εδώ και χιλιάδες χρόνια η ανθρωπότητα πίνει μπίρα, «θάλασσες, ποτάμια μπύρα», για να ανατρέξουμε ξανά στον διάσημο λογοτέχνη που εμπνευσμένος από εικόνες καθημερινές και από έρωτες χαμένους και ανεκπλήρωτους, φτιάχνει ποίηση: «Το ράδιο παίζει ερωτικά / τραγουδάκια / καθώς το τηλέφωνο σωπαίνει ακόμα, / πάνω-κάτω / και παντού / μονάχα μπύρα».
Από τους Σουμερίους στους Ρωμαίους
Μπίρα λοιπόν! Μια ιστορία που μας πηγαίνει πολλές χιλιάδες χρόνια πίσω, με τους ιστορικούς να τοποθετούν τη δημιουργία των πρώτων ποτών και ροφημάτων από τα οποία προήλθε η μπίρα, όπως τη γνωρίζουμε σήμερα, στο βασίλειο των Σουμερίων και στην αρχαία Αίγυπτο. Εκεί λέγεται πως παρασκευάστηκε η πρώτη μπίρα. Πώς και γιατί; Ποιος ήταν εκείνος που πρώτος προχώρησε στη διαδικασία της ζύμωσης από την οποία προκύπτει το ποτό; Αυτό δεν το γνωρίζουμε. Πιστεύεται όμως πως όλα έγιναν τυχαία, όταν μια φέτα ψωμί βράχηκε (πιθανώς από κάποιον χυμό) και ξεχάστηκε, με αποτέλεσμα να αρχίσει η ζύμωση. Η γεύση του πολτού/ζωμού που προέκυψε άρεσε τόσο πολύ που οι αρχαίοι Σουμέριοι απέδωσαν τη δημιουργία του μαγικού εδέσματος στους θεούς. Αρχισαν μάλιστα να λατρεύουν και τη θεά της μπίρας, την οποία ονόμασαν Νινκάσι. Μια προσευχή στο όνομα της Νινκάσι είναι και η παλαιότερη συνταγή μπίρας που έχει βρεθεί, ένα κείμενο που περιγράφει με λεπτομέρειες τη διαδικασία παρασκευής του ποτού. Εκτός από τους Σουμερίους, τους Βαβυλωνίους (οι οποίοι είχαν συντάξει και σχετική νομοθεσία) και τους Αιγυπτίους, μπίρα έφτιαχναν και οι Κινέζοι. Και ακολούθως άρχισαν να την παρασκευάζουν οι Ελληνες και οι Ρωμαίοι – αν και πάντα προηγούνταν στις προτιμήσεις τους το αγαπημένο τους κρασί.
Προς τη μαζική παραγωγή
Κάποια στιγμή η μπίρα άρχισε να γίνεται γερμανική υπόθεση και ακολούθως να κερδίζει τους σκανδιναβικούς λαούς. Στην αρχή την παρασκεύαζαν κυρίως οι γυναίκες. Στα χρόνια που ήρθαν και με την επικράτηση του χριστιανισμού, το ποτό άρχισε να παρασκευάζεται στα μοναστήρια, με τους καλόγερους να εξελίσσουν σημαντικά τη διαδικασία. Η χρήση της βαυαρικής μαγιάς και ακολούθως του λυκίσκου και άλλων βοτάνων ήρθε για να χαρίσει στο ποτό ακόμα πιο ενδιαφέρουσα γεύση. Κατά τον Μεσαίωνα οι παραγωγοί μπίρας κρεμούσαν στα εργαστήριά τους (που συχνά βρίσκονταν) μέσα σε σπηλιές ή στα βαρέλια τους σκόρδα και ξόρκια για τα κακά πνεύματα που, όπως πίστευαν, προκαλούσαν παραισθήσεις στους πότες. Στην πραγματικότητα, οι παραισθησιογόνες μπίρες ήταν αποτέλεσμα της απόσταξης ακατάλληλων και δηλητηριωδών φυτών, η χρήση των οποίων απαγορεύτηκε στη συνέχεια.
Η εφεύρεση της ατμομηχανής από τον Τζέιμς Βατ και στη συνέχεια η λειτουργία των πρώτων βιομηχανιών μπίρας που χρησιμοποίησαν ατμό βοήθησαν στη μαζική παραγωγή της μπίρας. Με τη δημιουργία της τεχνητής ψύξης διευκολύνθηκε η παραγωγή όλες τις εποχές – γιατί μέχρι τότε ήταν σχεδόν αποκλειστικά διαδικασία του χειμώνα, καθώς ο ζεστός καιρός του καλοκαιριού δεν τους επέτρεπε να τη συντηρήσουν. Οι ειδικοί και επιστήμονες που ασχολήθηκαν με το είδος βοήθησαν ώστε η γεύση της, ή μάλλον οι γεύσεις τους, γιατί υπάρχουν πολλά είδη μπίρας, να τελειοποιηθούν.
Ζυθοποιία εν Ελλάδι
Στην Ελλάδα, τα πρώτα χειροκίνητα ζυθοποιεία λειτούργησαν περί το 1840 από βαυαρούς τεχνίτες που είχε φέρει μαζί του ο βασιλιάς Οθωνας. Την επιχείρηση ενός εξ αυτών, του Μέλχερ, αγόρασε το 1864 ο επίσης βαυαρικής καταγωγής Ιωάννης Φιξ, ο οποίος και λειτούργησε το πρώτο εργοστάσιο μαζικής παραγωγής μπίρας στο Κολωνάκι. Λίγο μετά, ο Φιξ άνοιξε και μια μπιραρία, στις πλαγιές του Αρδηττού. Την ονόμασε Μετς (από τη γαλλική πόλη Metz όπου το 1871 είχε δοθεί η τελευταία μάχη του γαλλοπρωσικού πολέμου) και από αυτή πήρε το όνομά της όλη η περιοχή. Το 1893 το εργοστάσιο μεταφέρθηκε στη Λεωφόρο Συγγρού, με τον γιο του Ιωάννη, Κάρολο, να το επεκτείνει. Το 1922 η επιχείρηση πέρασε στα χέρια των γιων του Καρόλου, του Ιωάννη και του Αντώνη.
Στα χρόνια που ακολούθησαν, οικογενειακές διαφορές και διαφωνίες σπρώχνουν τον Αντώνη Φιξ να αποχωρήσει από την επιχείρηση και να ιδρύσει δικό του ζυθοποιείο στο οποίο παρήγαγε την μπίρα «Αλφα». Στο μεταξύ, στην Αθήνα, λειτούργησε το 1965 το πρώτο εργοστάσιο της Αθηναϊκής Ζυθοποιίας, το οποίο παρήγαγε την (ολλανδική) μπίρα «Amstel». Οι αδελφοί Ερρίκος και Μιλτιάδης Κλωναρίδης, ο Λορέντζος και ο Πέτρος Μάμος (στην Πάτρα), οι αδελφοί Γεωργιάδη και οι Γιόζεφ Μισραχή και Σολομών Φερνάντεζ (στη Θεσσαλονίκη) είναι μερικοί μόνο από τους επιχειρηματίες που ασχολήθηκαν με την παραγωγή του ποτού στην Ελλάδα, σε μια χώρα που αν και έπινε παραδοσιακά κρασί, αγάπησε ιδιαίτερα την μπίρα. Την παγωμένη μπίρα που και τώρα, τους μήνες του καλοκαιριού, συνοδεύει ιδανικά ένα πιάτο με μεζέδες παρά θίν’ αλός. Απόλυτα ταυτισμένη με τις διακοπές, τη χαλάρωση, την ευτυχία του παραθερισμού.
Η ετυμολογία της λέξης
Τη συναντούμε ως «ζύθο» σε κείμενα αρχαίων περιηγητών οι οποίοι περιγράφουν ένα ποτό από βρασμένο (ζέω= βράζω, κοχλάζω) σιτάρι. Η λατινογενής λέξη μπίρα προέρχεται από την ιταλική birra που με τη σειρά της έχει τις ρίζες της στο λατινικό «biber – bibere» δηλαδή ποτό – πίνω. Σύμφωνα με μια άλλη εκδοχή, η λέξη μπίρα προέρχεται από την πρωτογερμανική λέξη beuwoz ή beuwo, που σημαίνει κριθάρι.

