Η φρενολογία κάποτε και τώρα
Στο πόνημα του καθηγητή Ψυχιατρικής Θανάση Καράβατου η επίδραση της φρενολογίας στη νευρολογία τού χθες γίνεται αφορμή για επίκαιρους παραλληλισμούς, οι οποίοι αφορούν τόσο την ίδια την επιστήμη όσο και την εκλαΐκευσή της
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ: Σύνδεση μέλους
Τέτοια είναι η φύση του ανθρώπου, διδάσκει ο Θουκυδίδης, ώστε να επαναλαμβάνει το παρελθόν του με τον ίδιο, περίπου, τρόπο. Του λόγου τούτου το αληθές έρχεται να επιβεβαιώσει η φρενολογία με την εμφάνισή της στις αρχές του 19ου αιώνα και την αναβίωσή της στα τέλη του 20ού με τη μορφή της λειτουργικής νευροαπεικονίσεως. Παρά την αποπομπή της από την ακαδημαϊκή νευρολογία, την ψυχολογία και την ψυχιατρική στο μεσοδιάστημα, για λόγους που θα φανούν στη συνέχεια, η φρενολογία διετάραξε εκ θεμελίων τις επιστήμες εκείνες με την πρώτη της εμφάνιση προάγοντας αλματωδώς τις αντιλήψεις μας για τη σχέση μεταξύ ψυχισμού και εγκεφάλου.
Ενας, επομένως, λόγος που ο εξέχων ιστορικός των επιστημών του ψυχισμού και του εγκεφάλου στη χώρα μας, ο Θανάσης Καράβατος, ομότιμος καθηγητής της Ψυχιατρικής στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, ασχολήθηκε με την περιγραφή διαμορφώσεώς της στην Ευρώπη του ρομαντισμού και της μεταλαμπαδεύσεώς της στο τότε νεοσύστατο ελληνικό κρατίδιο, είναι να αναδείξει την καινοτόμο αξία της στην εξέλιξη της σύγχρονης νευροεπιστήμης. Ενας δεύτερος λόγος, ο οποίος επίσης διαφαίνεται στις σελίδες του βιβλίου του, είναι να υπενθυμίσει ότι ακραίες εκλαϊκευτικές τάσεις στην επιστήμη είναι ομοίως οχληρές, αντιπαραγωγικές και επιβλαβείς με εκείνες που συχνά επικρατούν στην πολιτική. Επιτυγχάνει δε και τους δύο στόχους με υποδειγματική αμεροληψία και διαύγεια αλλά και με το είδος της αμεσότητας που χαρακτηρίζει τις αφηγήσεις εκείνων που διαθέτουν άμεση γνώση των πραγμάτων.
Ιστορική αναδρομή
Τι ήταν λοιπόν η φρενολογία κατά την πρώτη της εμφάνιση; Η βασική της δομή συνίσταται σε ένα τρίπτυχο ιδεών. Πρώτον, στην ιδέα ότι ο εγκέφαλος, και ιδιαίτερα ο φλοιός των ημισφαιρίων του, είναι διαμορφωμένος σε κέντρα, σε ανατομικές δηλαδή ενότητες, όπου κάθε κέντρο εξυπηρετεί, ή παράγει, μια ψυχονοητική λειτουργία. Ηταν δε ακριβώς αυτή η ιδέα, η οποία αποδείχθηκε καινοτόμος και η οποία «μετατόπισε», όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο συγγραφέας, «τις ψυχονοητικές λειτουργίες από τις κοιλίες του εγκεφάλου στον φλοιό για τον οποίο έως τότε επικρατούσε αδιαφορία αιώνων». Εν αντιθέσει προς την ιδέα αυτή, η οποία είναι κατά βάσιν ορθή αν και εσφαλμένη ως προς τον ορισμό της έννοιας του κέντρου, η δεύτερη και η τρίτη είναι τελείως εσφαλμένες παρ’ όλον ότι ήταν αυτές που κατέστησαν τη φρενολογία δημοφιλή.
Η δεύτερη ήταν ότι η ανάπτυξη μιας λειτουργίας συνεπάγεται μεγέθυνση, ή αύξηση του όγκου του αντιστοίχου κέντρου η οποία δημιουργεί τοπικά επάρματα. Η τρίτη ιδέα ήταν ότι η πίεση που ασκούν τα εγκεφαλικά επάρματα προκαλεί με τη σειρά της τοπικά εξογκώματα στα οστά του κρανίου τα οποία ο εκπαιδευμένος φρενολόγος μπορεί να αξιολογήσει με την αφή και να γνωμοδοτήσει σχετικά με τον φυσιολογικό ή τον παράτυπο ψυχισμό του εξεταζομένου.
Αυτή τη φρενολογία παρέλαβε εξ εσπερίας ο Γεώργιος Σερούιος, γυμνασιάρχης πρώτα του Ελληνικού σχολείου της Χαλκίδας και αργότερα της Ερμουπόλεως Σύρου, και την μετέφερε τη δεκαετία του 1840 στην Ελλάδα. Δεν την μετέφερε, βεβαίως, αυτούσια αλλά αφού πρώτα την προσάρμοσε στις προκαταλήψεις του, εν προκειμένω στον πλατωνισμό του, αντιστοιχίζοντας τις λειτουργίες με τα πλατωνικά Είδη και μετερχόμενος, κατ’ ανάγκην, την προκρούστεια μέθοδο.
Η εξέλιξη των ιδεών
Εκ παραλλήλου όμως με τη φρενολογική άποψη του εντοπισμού ανιχνεύσιμων λειτουργικών κέντρων στον φλοιό των εγκεφαλικών ημισφαιρίων μια αντίπαλη ιδέα διακινήθηκε στους επιστημονικούς κύκλους της Ευρώπης από τον έγκριτο νευρολόγο Pierre Flourens η οποία, έναν αιώνα αργότερα, ονομάστηκε από τον αμερικανό ψυχολόγο Karl Lashley mass action, δηλαδή γενικευμένη συμμετοχή όλου του εγκεφάλου σε κάθε ψυχονοητική λειτουργία. Από τον συγκερασμό δε των δύο αυτών αντιθέτων ιδεών προέκυψε η σύγχρονη σύνθεση στις νευροεπιστήμες: σε κάθε λειτουργία αντιστοιχεί όχι ένα κέντρο αλλά ένα δίκτυο. Ενα σύνολο, δηλαδή, ανατομικών δομών διεσπαρμένων στον εγκέφαλο, όπου κάθε δομή μπορεί να συμμετέχει σε περισσότερα του ενός δικτύου. Επιπλέον, τα μεν δίκτυα νοούνται ως κάτι ανάλογο των ηλεκτρονικών κυκλωμάτων των κοινών υπολογιστών, οι δε λειτουργίες ως κάτι ανάλογο των αλγορίθμων ή των προγραμμάτων που απαρτίζουν το λογισμικό τους.
Η σύνθεση αυτή προέκυψε στο πλαίσιο της τεχνολογικής επαναστάσεως, η οποία επέτρεψε την απεικόνιση της λειτουργίας των εν λόγω δικτύων με τις μη επεμβατικές μεθόδους οι οποίες καταγράφουν τις διαφορετικές όψεις της δραστηριότητάς τους: τη μαγνητοεγκεφαλογραφία, τη λειτουργική μαγνητική τομογραφία, λΜΤ (ή fMRI), και την τομογραφία μέσω εκπομπής ποζιτρονίων ΤΕΠ (ή PΕΤ). Η τεχνολογική αυτή επανάσταση έχει θεωρητικές και πρακτικές συνέπειες ανυπολόγιστης αξίας στην κατανόηση των δικτύων των βασικών κινητικών και αισθητικών λειτουργιών αλλά και των ψυχονοητικών, όπως του λόγου και της μνήμης, και των νευροδιαβιβαστών οι οποίοι απαντούν στις διάφορες λειτουργίες και δυσλειτουργίες, όπως π.χ. στην κατάθλιψη ή τον εθισμό.
Η «ιστορία» επαναλαμβάνεται
Αλλά τέτοια είναι η φύση του ανθρώπου, όπως διεπίστωσε αιώνες πριν ο Θουκυδίδης, ώστε να επαναφέρουν στο προσκήνιο όχι μόνον εύλογες απόψεις αλλά και εκείνες που έχουν ήδη αποδειχθεί εσφαλμένες, εν προκειμένω, εκείνες που κατέστησαν τη φρενολογία καταγέλαστη στο παρελθόν (βλ. Ο Ροΐδης και η άφιξη των νευροεπιστημών στην Ελλάδα, «Βήμα» 2/12/2018). Τι ακριβώς συνέβη;
Πολλοί νευροεπιστήμονες και πολύ περισσότεροι διακινητές των σχετικών πληροφοριών στα μέσα μαζικής ενημερώσεως, στην προσπάθειά τους να μεταφέρουν στο ευρύ κοινό τα καινά ευαγγέλια, υπεραπλουστεύοντας τη φύση και τις δυνατότητες των νευροαπεικονιστικών μεθόδων, υποπίπτουν με αδικαιολόγητη αξιοπιστία και συχνότητα σε μοιραία λάθη:
Πρώτον, συγχέουν τις λειτουργίες με τα παράγωγά τους, τις εμπειρίες. Δεύτερον, εκλαμβάνουν την ενεργοποίηση των δικτύων η οποία καταγράφεται με τις νευροαπεικονιστικές μεθόδους, ως αίτιο, παραβλέποντας ότι οι αλγόριθμοι που δεν καταγράφονται αποτελούν επίσης βασικό μέρος του αιτίου.
Επομένως, εξαγγελίες όπως η απεικόνιση της «συνείδησης» ή της «θρησκευτικότητας» ή της «ευλάβειας» ή όποιας άλλης σύνθετης δεξιότητας ή επί μέρους εμπειρίας ηχούν και είναι τόσο αφελείς όσο ο ισχυρισμός ότι η απεικόνιση των διακυμάνσεων της θερμοκρασίας των διαφόρων εξαρτημάτων μιας μηχανής αυτοκινήτου εξηγεί πώς η μηχανή κινεί το αυτοκίνητο.
Τερπνές και ωφέλιμες εμπειρίες θα αποκομίσει ο αναγνώστης του ιστορικού αφηγήματος του Θανάση Καράβατου «Φρενολογία στα Ελληνικά» όπου παρατίθενται με υποδειγματική αντικειμενικότητα οι βασικότερες ιδέες στις περί τον ψυχισμό και τον εγκέφαλο επιστήμες από τότε που αναγνωρίστηκε το ηγεμονικόν τω εγκεφάλω έως τις ημέρες μας, και όπου παρελαύνουν, πέραν των πρωταγωνιστών Gall, Spurzheim και Γεωργίου Σερούιου, όλοι όσοι συνέβαλαν στην εξέλιξη των νευροψυχολογικών μας αντιλήψεων αλλά και άλλοι οι οποίοι εμπλούτισαν το πολιτισμικό σκηνικό αυτών των εξελίξεων: Αλκμαίων ο Κροτωνιάτης, Andreas Versalius, Thomas Willis, ο Εμέσης Νεμέσιος, Ευγένιος Βούλγαρις, Αθανάσιος Ψαλλίδας, Θεόφιλος Βορέας, Ανδρέας Συγγρός, Εμμανουήλ Ροΐδης, Αγγελος Βλάχος και πλείστοι άλλοι, καθιστώντας το «Φρενολογία στα Ελληνικά» την αρτιότερα τεκμηριωμένη, αυστηρά αμερόληπτη αλλά ταυτοχρόνως τερπνή και ευανάγνωστη ιστορία της Φρενολογίας και του ρόλου της στις νευροεπιστήμες στη γλώσσα μας.
Ο κ. Ανδρέας Κ. Παπανικολάου είναι ομότιμος καθηγητής Νευροεπιστημών, Πανεπιστήμιο του Tennessee, ΗΠΑ
Θανάσης ΚαράβατοςΦρενολογία στα Ελληνικά Εκδόσεις Τόπος (ΜΟΤΙΒΟ ΕΚΔΟΤΙΚΗ), σελ. 336, τιμή 15,40 ευρώ

