Απεικονίζονται τα συναισθήματα;
Χαρά, λύπη, μίσος, οίκτος, έρωτας… Ολοι μας καθημερινά βιώνουμε ένα πλήθος θυμικών καταστάσεων, που σύμφωνα με τους επιστήμονες καμία τομογραφία δεν μπορεί να «φωτογραφίσει»
Αν είστε συνδρομητής μπορείτε να συνδεθείτε από εδώ:
Σας παρακαλώ να ρίξετε μια ματιά στην κεντρική εικόνα αυτής της σελίδας. Μπορείτε να πείτε τι απεικονίζεται στο σχέδιο αυτό, η ηλικία του οποίου ξεπερνά τον έναν αιώνα; Βλέπετε έναν λαγό ο οποίος κοιτάζει προς τα δεξιά και τα αφτιά του είναι τεντωμένα προς τα αριστερά; Ή μήπως αυτό που αρχικά σάς φάνηκε ως αφτιά του λαγού δεν είναι παρά το ράμφος μιας πάπιας το βλέμμα της οποίας είναι στραμμένο προς τα αριστερά;
Η όραση υπήρξε η πρώτη από τις αισθήσεις που μελετήθηκε διεξοδικά και οι επιστήμονες γνωρίζουν πολύ καλά πώς λειτουργεί. Συνοπτικά, το εξωτερικό ερέθισμα (φως) προσλαμβάνεται από εξειδικευμένα κύτταρα του αμφιβληστροειδούς (ραβδία και κωνία) και μέσω του οπτικού νεύρου μεταφέρεται σε συγκεκριμένα κέντρα του εγκεφάλου, τα οποία όταν καταστραφούν χάνεται η δυνατότητά μας να βλέπουμε παρά το γεγονός ότι τα μάτια μας μπορούν να παραμένουν υγιή. Ακόμα όμως και για μια αίσθηση τόσο μελετημένη όσο η όραση, ακόμα και σήμερα που εξελιγμένες τεχνικές επιτρέπουν την απεικόνιση του εγκεφάλου σε πραγματικό χρόνο (όταν δηλαδή αυτός επεξεργάζεται ένα ερέθισμα), οι επιστήμονες δεν μπορούν να είναι σίγουροι για το τι θα έβλεπε ο καθένας από εμάς αν κοίταζε τη διπλανή εικόνα. Δεν ξέρουν να πουν εκ των προτέρων αν θα έβλεπε έναν λαγό ή μια πάπια. Ή αν θα έβλεπε πρώτα τον λαγό και αμέσως μετά την πάπια ή αντιστρόφως.
Ερέθισμα και αντίδραση
Φανταστείτε λοιπόν πόσο δύσκολα μπορούν να γίνουν τα πράγματα με τα συναισθήματα: μια σκηνή από ταινία οδηγεί σε λυγμούς ένα μέρος του ακροατηρίου, ενώ αφήνει εντελώς αδιάφορους κάποιους από τους θεατές. Ενας κλόουν στο τσίρκο κάνει τα παιδιά να γελούν, αλλά κάποια παιδιά τρομάζουν με το βαμμένο προσωπείο και βάζουν τα κλάματα. Και όμως, συχνά πυκνά διαβάζουμε (και στη συνέχεια μεταφέρουμε σε εσάς) ειδήσεις που αναφέρονται στη δυνατότητα των επιστημόνων να «διαβάζουν» τον εγκέφαλο και να αποκαλύπτουν τα συναισθήματα των εθελοντών που λαμβάνουν μέρος σε σχετικά πειράματα. Τι ισχύει λοιπόν; Μπορούν άραγε οι σημερινοί επιστήμονες να ξεσκεπάζουν τα πιο μύχια μυστικά μας; Μπορούν οι σύγχρονες νευροαπεικονιστικές τεχνικές να φωτογραφίζουν και να ξεχωρίζουν την αγάπη μας για τη μητέρα μας και τον έρωτά μας για τον/την αγαπημένο/η μας;
Απαντήσεις από επίσημα χείλη σε τέτοιου είδους ερωτήματα αναζητήσαμε ένα Σάββατο του Ιανουαρίου στο Αμφιθέατρο «Κώστας Στεφανής» του Αιγινήτειου Νοσοκομείου. Εκεί δύο εγκεκριμένοι έλληνες επιστήμονες, ο αναπληρωτής καθηγητής Ψυχιατρικής κ. Νικόλαος Σμυρνής και ο αναπληρωτής καθηγητής Νευρολογίας κ. Κωνσταντίνος Πόταγας, αφού μελέτησαν κριτικά την υπάρχουσα βιβλιογραφία, έδωσαν την άποψή τους για το θέμα και ήταν απολύτως κατηγορηματικοί: «Οχι, ακόμα και οι πλέον σύγχρονες νευροαπεικονιστικές τεχνικές δεν μπορούν να φωτογραφίσουν τα συναισθήματά μας!».
Εγκεφαλική ενεργότητα
Τι είναι λοιπόν αυτά που διαβάζουν οι μελετητές όταν πραγματοποιούν εξετάσεις όπως τομογραφίες εκπομπής ποζιτρονίων (Positron Emission Tomography – PET), λειτουργικές μαγνητικές τομογραφίες (functional Magnetic Resonance Imaging – fMRI) ή μαγνητικές εγκεφαλογραφίες (Magnetoencephalography – MEG); Οπως εξήγησε ο κ. Πόταγας, οι παραπάνω τεχνικές, «οι οποίες σε σχέση με παλαιότερες θεωρήθηκαν μοναδικά εργαλεία για τη διερεύνηση των νευροφυσιολογικών αντιστοίχων των θυμικών καταστάσεων του ανθρώπου, αποτυπώνουν τη δραστηριότητα και τις λειτουργικές συνδέσεις του εγκεφάλου και επιτρέπουν τη δημιουργία χαρτών εγκεφαλικής ενεργοποίησης ή νευρωνικών δικτύων».
Με άλλα λόγια, κάθε φορά που ένας εθελοντής στο πλαίσιο πειραματισμού υποβάλλεται σε μία από τις παραπάνω τεχνικές, οι επιστήμονες πληροφορούνται ποια σημεία του εγκεφάλου του δραστηριοποιούνται ως συνέπεια της έκθεσης του εθελοντή σε ένα ερέθισμα. Σύμφωνα με τον κ. Πόταγα όμως, «είκοσι και πλέον χρόνια αξιοποίησης των παραπάνω τεχνικών έχουν δημιουργήσει απογοήτευση και σύγχυση, καθώς από το τεράστιο πλήθος των μελετών δεν παρήχθη καμία ασφαλής γνώση».
Επισφαλής μεθοδολογία
Η δυσκολία του να παραχθούν ασφαλή συμπεράσματα από την εφαρμογή των νευροαπεικονιστικών τεχνικών σε εθελοντές είναι απόρροια ενός πλήθους παραγόντων, της ανθρώπινης ποικιλομορφίας συμπεριλαμβανομένης. Αφήνοντας αυτή κατά μέρος προς το παρόν, ας φανταστούμε ένα υποθετικό πείραμα όπου ο ερευνητής θα ήθελε να διερευνήσει τα τεκταινόμενα στον εγκέφαλο ενός ανθρώπου τη στιγμή που αυτός ψεύδεται και έστω ότι η επιλεγμένη μέθοδος για αυτό θα ήταν η λειτουργική μαγνητική τομογραφία (fMRI). Οποιος έχει ποτέ υποβληθεί σε μαγνητική τομογραφία για ιατρικούς λόγους γνωρίζει πολύ καλά πόσο αγχωτική μπορεί να είναι αυτή η διαδικασία ιδιαίτερα για άτομα κάπως κλειστοφοβικά. Φανταστείτε λοιπόν τώρα τον εθελοντή να πρέπει να πει ένα ψέμα κατά παραγγελία, βάσει των οδηγιών του πειραματιστή ο οποίος θα πάρει όντως στο τέλος του πειράματος εικόνες του εγκεφάλου του εθελοντή όπου κάποιες περιοχές θα εμφανίζουν αυξημένη ενεργότητα. Οπως όμως σημείωσε ο κ. Πόταγας, «η δημιουργία γνήσιας θυμικής κατάστασης σε εργαστηριακές συνθήκες είναι πραγματικός άθλος: γνήσιος φόβος, αποστροφή, πόθος, ευφορία, συνήθως δεν επηρεάζονται από τις οδηγίες του πειραματιστή».
Σκεφθείτε το: στην περίπτωση του fMRI για ανίχνευση ψεύδους, ο πειραματιστής δεν θα είναι ποτέ σίγουρος ότι το νευρωνικό δίκτυο που σχηματίζουν οι ενεργοποιημένες περιοχές του εγκεφάλου είναι το δίκτυο της ενοχής (λόγω του ψεύδους που είπε ο εθελοντής, αλλά το οποίο ψεύδος τόσο ο ίδιος όσο και ο πειραματιστής γνωρίζουν ότι είναι κατά παραγγελία και ως εκ τούτου δεν υπάρχει εξαπάτηση όπως στην περίπτωση της πραγματικής ζωής και άρα δεν υπάρχει λόγος για ενοχή) ή του άγχους ή/και του φόβου που προκαλεί η ίδια η διαδικασία.
Θυμικό, το πολύπλοκο
Στα παραπάνω που κάνουν δύσκολο τον σχεδιασμό πειραμάτων από τα οποία θα μπορούν να εξαχθούν ασφαλή συμπεράσματα πρέπει να προστεθεί και κάτι ακόμα. Οπως σημείωσε στην έναρξη της διάλεξής του ο κ. Σμυρνής, πριν από τη διεξαγωγή οποιουδήποτε πειραματισμού υπάρχει μια ανάγκη αποσαφήνισης των όρων που χρησιμοποιούνται για να περιγραφούν οι στόχοι της πειραματικής διαδικασίας. Αλλά ούτε αυτό είναι απλή υπόθεση! Ετσι, με τον όρο «θυμική κατάσταση» οι επιστήμονες περιγράφουν «την αξιολόγηση και αναγνώριση – συνειδητή ή ασυνείδητη – ενός ερεθίσματος με δυναμικά θυμικό περιεχόμενο μετά την αρχική του παρουσίαση. Την παραγωγή θυμικής κατάστασης ως απόκριση στο ερέθισμα που προκαλεί την κατάσταση και, τέλος, τη ρύθμιση της θυμικής κατάστασης που μπορεί να περιλαμβάνει αναστολή ή τροποποίηση των δύο προαναφερθέντων σταδίων με σκοπό την παραγωγή συμβατών με το πλαίσιο συμπεριφορών» σημείωσε ο κ. Σμυρνής και προσέθεσε χαριτολογώντας ότι «ως ερέθισμα μια τυρόπιτα θα μπορούσε να προκαλέσει θυμική κατάσταση (επιθυμίας για φαγητό), αλλά ενδεχομένως όχι στην περίπτωση που κάποιος έχει προηγουμένως φάει άλλες δέκα!».
Ως σύνολο αντιδράσεων, σύμφωνα πάντοτε με τον κ. Σμυρνή, «η θυμική κατάσταση περιλαμβάνει τη συγκίνηση, η οποία περιγράφεται σαν μια σειρά σωματικών αντιδράσεων που είναι δυνατόν να καταγραφούν αντικειμενικά, όπως οι αυτόνομες, οι ενδοκρινικές, οι ορμονικές και οι συμπεριφορικές (π.χ. χειρονομίες), αλλά και ανώτερες νοητικές λειτουργίες οι οποίες απορρέουν από τις σωματικές αντιδράσεις, αντιλήψεις, ή σκέψεις ή αναμνήσεις και οι οποίες δίνουν τελικά μια μοναδική θυμική απόχρωση». Με άλλα λόγια, ένα ερέθισμα μπορεί να προκαλέσει ή να μην προκαλέσει μια θυμική κατάσταση σε κάποιον άνθρωπο, μπορεί να μην προκαλεί την ίδια θυμική απόκριση στον ίδιο άνθρωπο κάθε φορά που αυτός εκτίθεται σε αυτό, μπορεί να προκαλεί διαφορετικές θυμικές καταστάσεις σε διαφορετικούς ανθρώπους, μπορεί οι θυμικές καταστάσεις που προκαλεί να μην έχουν την ίδια ένταση σε όλους τους ανθρώπους. Και όλα αυτά, προς το παρόν τουλάχιστον, οι νευροεπιστήμονες δεν μπορούν να τα ξεδιαλύνουν όσο και αν οι σύγχρονες νευροαπεικονιστικές τεχνικές δίνουν θαυμάσιες εικόνες του εγκεφάλου.
Για όλα τα παραπάνω (αλλά και άλλες μεθοδολογικές αδυναμίες) οι δύο έλληνες επιστήμονες δεν δίστασαν ακόμα και να χρησιμοποιήσουν σκληρή γλώσσα αναφερόμενοι σε εργασίες συναδέλφων τους οι οποίοι ισχυρίζονται ότι μπορούν να αποκαλύψουν τον συναισθηματικό μας κόσμο με τη βοήθεια μιας τομογραφίας.

