Κυριακή, 3 Αυγούστου 2025, μια μέρα μετά την ολοκλήρωση των δύο παραστάσεων «Ο όρκος της Ευρώπης» του Ουαζντί Μουαουάντ στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Απέναντί μου, κάθεται χαμογελαστή και ανεπιτήδευτη η Ζιλιέτ Μπινός. Μόλις έχει πάρει το πρωινό της. Φοράει ένα απλό, λευκό, κοντομάνικο μπλουζάκι, μαύρο, άνετο παντελόνι και ασπρόμαυρα, φλατ σανδάλια. Το εκφραστικό πρόσωπό της δεν έχει ίχνος μακιγιάζ.
Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας Κινηματογράφου, Πρόεδρος του πρόσφατου 78ου Φεστιβάλ Καννών και κάτοχος των πιο σημαντικών κινηματογραφικών βραβείων (Όσκαρ, BAFTA, Σεζάρ, Γκόγια) με τιμητικές διακρίσεις στα πιο σημαντικά ευρωπαϊκά φεστιβάλ (Καννών, Βερολίνου, Βενετίας) θα αναχωρήσει σε λίγες ώρες από την Ελλάδα έχοντας προσθέσει στην αξιοζήλευτη επαγγελματική πορεία της μία αξιομνημόνευτη ερμηνεία στο αρχαίο θέατρο του Πολυκλείτου.
Ενδεικτικό, δε, είναι ότι δεν διεκδίκησε πρωταγωνιστικό ρόλο στην παράσταση, αλλά συμμετείχε σε αυτή στη λογική του θεάτρου συνόλου (theatre ensemble). Όπως δεν απαίτησε να διαμείνει σε κάποιο πολυτελές, exclusive ξενοδοχείο, όπως συνηθίζουν οι συνάδελφοι της κλάσης της, αλλά σε ένα απλό, οικογενειακό, πλην πανέμορφο ξενοδοχείο, χτισμένο σε μια κατάφυτη πλαγιά στο Γιαλάσι της Αρχαίας Επιδαύρου, στο Angelica Villas.
«Θέλουμε η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ να σταματήσει τη σφαγή»
Η συζήτησή μας εκκινεί από το κατ’ ουσίαν πολιτικό έργο του Ουαζντί Μουαουάντ, το οποίο εστιάζει στην «κατάρα των σφαγών», των πολέμων, των θηριωδιών, στο διαγενεακό βεβαρημένο κληροδότημα των ισχυρών του δυτικού κόσμου, στο αποικιοκρατικό παρελθόν της Ευρώπης που επέβαλε την εξουσία της δια της βίας, στην κυρίαρχη πατριαρχική αντίληψη που ευθύνεται για τις γυναικοκτονίες στο παρελθόν και στο παρόν, αλλά και στην ατομική και συλλογική ευθύνη των πολιτών.
Με τόσους πολέμους και θηριωδίες σήμερα, δίπλα μας, στη Γάζα, στην Ουκρανία, στο Ιράν, υπάρχει ελπίδα για την Ευρώπη, για τον κόσμο; Αρχικά, διστάζει να απαντήσει: «Μου θέτετε ένα πολιτικό ερώτημα και δεν ξέρω αν θέλω να απαντήσω.
Το έργο του Ουαζντί είναι πολύ δυνατό και μιλάει για αυτά που νιώθω και εγώ». Η αλήθεια είναι ότι «Ο όρκος της Ευρώπης» μπορεί να περιγράφει πολύ σκοτεινές πρακτικές των Δυτικών, αλλά αφήνει σαφή ανοίγματα ελπίδας.
«Ναι, παρά τα όσα συμβαίνουν στον κόσμο, θέλεις να πιστεύεις ότι υπάρχει η δυνατότητα στην ανθρωπότητα να προχωρήσει αλλιώς, να βρει έναν νέο τρόπο ζωής. Αλλά πρέπει να περάσει μέσα από τις σκοτεινές πλευρές των λαών της, των προηγούμενων γενεών και να αναλάβει δράση προς όφελος όλων αυτών που υπέφεραν. Το πιστεύω αυτό πολύ έντονα».
Η συνομιλήτριά μου μιλά πλέον χωρίς υπεκφυγές: «Όταν γινόμαστε μάρτυρες όλων αυτών των πολέμων στην Ουκρανία, στη Γάζα, στο Σουδάν και σε πολλά άλλα μέρη, δεν μπορούμε να είμαστε αμέτοχοι. Νιώθουμε θυμό, λύπη, κατάθλιψη.
Στην αρχή πίστευα ότι έπρεπε να είμαστε προσεκτικοί ώστε να μην παίρνουμε θέση, επειδή υπάρχουν σκοτεινές πλευρές και στις δύο πλευρές. Αλλά σε κάποιο σημείο είπα, ‘’Όχι, πρέπει να πάρεις θέση’’. Δεν είναι σίγουρα άσπρο-μαύρο, αλλά όπως στη Γάζα, η όλη κατάσταση έχει πραγματικά παρατραβήξει. Είναι απλώς φρικτό να βλέπεις πώς αντιμετωπίζονται οι Παλαιστίνιοι. Και δεν μπορείς να έχεις ένα ήπιο συναίσθημα. Πραγματικά, δεν μπορούμε παρά να θέλουμε η σημερινή κυβέρνηση του Ισραήλ να σταματήσει τη σφαγή».
Μιλάμε για τις συγκλονιστικές εικόνες των παιδιών που πεθαίνουν από την πείνα στη Λωρίδα της Γάζας, οι οποίες οδήγησαν τον Γάλλο Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν να ανακοινώσει ότι τον Σεπτέμβριο θα αναγνωρίσει το Παλαιστινιακό κράτος -μία βδομάδα μετά την ανακοίνωσή του ακολούθησαν το Ηνωμένο Βασίλειο και ο Καναδάς. «Ω, μα το θεωρώ απολύτως απαραίτητο. Δεν υπάρχει άλλος τρόπος. Και μακάρι να ακολουθήσουν και άλλες χώρες την πρωτοβουλία της Γαλλικής Προεδρίας. Ελπίζω η παρούσα κυβέρνηση του Ισραήλ να μην είναι στην εξουσία για πολύ ακόμα, γιατί είναι επικίνδυνη. Οι Παλαιστίνιοι σίγουρα χρειάζονται την αναγνώριση της χώρας τους».
«Στην πρεμιέρα, πάλεψα σκληρά με τους φόβους και τις ανασφάλειές μου»
Ποιος είναι άραγε ο ρόλος της τέχνης όταν γύρω μας συντελούνται τραγωδίες μικρότερης ή μεγαλύτερης κλίμακας; Μπορεί το θέατρο να θεραπεύσει τα τραύματα του δυτικού πολιτισμού; «Όχι, η θεραπεία προέρχεται από τους ανθρώπους.
Εννοώ, μπορούμε να εμπνευστούμε από ένα θεατρικό έργο ή από την τέχνη γενικότερα, αλλά, ως ανθρώπινα όντα πρέπει να καλλιεργήσουμε την ατομική μας θέληση και τη ‘’νοημοσύνη της καρδιάς’’ μας για να αναπτυχθούμε.
Το θέατρο είναι ένα υπέροχο εργαλείο για να αφυπνίζει τους ανθρώπους και να τους κάνει να σκέφτονται πραγματικά βαθιά. Στο θέατρο στοχαζόμαστε, συναισθανόμαστε, ακούμε, αλλά και μοιραζόμαστε με άλλους μια κοινή εμπειρία.
Η κάθαρση που προσφέρει το θέατρο είναι πολύ δυνατή. Είναι πιο δυνατή και από τον κινηματογράφο. Επειδή το θέατρο είναι ζωντανό. Επειδή συμβαίνει σε παροντικό χρόνο. Και επειδή δεν υπάρχει κάποιο ενδιάμεσο ανάμεσα στον καλλιτέχνη, την τέχνη του και τον θεατή».
Ρωτάω τη Ζυλιέτ Μπινός για την εμπειρία της στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Πώς ένιωσε όταν το επισκέφτηκε για πρώτη φορά. «Βρέθηκα στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου για πρώτη φορά φέτος, όταν άρχισαν οι πρόβες μας για τον ‘’Όρκο της Ευρώπης’’.
Το πρώτο συναίσθημα που ένιωσα ήταν συγκίνηση. Ένα ζεστό καλωσόρισμα. Το θέατρο αυτό σου δίνει χρόνο να εναρμονιστείς στον χώρο του. Δεν το αισθάνθηκα να έρχεται καταπάνω μου. Είναι σαν μια ζεστή αγκαλιά.
Καθίσαμε με τη Λεόρα (Ριβλίν), που παίζει τη μητέρα μου στην παράσταση, στο κοίλον και πραγματικά συγκινηθήκαμε. Γιατί φανταζόμασταν πώς μπορεί να ήταν αυτή η εμπειρία, όταν κάναμε τις πρόβες μας στο Θέατρο Κολίν, στη Γαλλία, σε έναν κλειστό χώρο και εδώ ήμασταν κάτω από τον ουρανό και τα αστέρια, μέσα στη φύση».
Πώς ένιωσε, τι σκεφτόταν πριν την πρεμιέρα του «Όρκου της Ευρώπης»; «Οι πρεμιέρες είναι πάντα δύσκολες. Πάντα υπάρχει η υπερένταση, η αγωνία της πρώτης φοράς της παράστασης μπροστά σε κοινό. Σκεφτόμουν, ‘’Θα τα καταφέρω; Δεν θα τα καταφέρω;’’». Δεν κρύβω την έκπληξή μου.
Ειλικρινά, ακόμα κάνει αυτές τις σκέψεις; Μετά από την πορεία που έχει διανύσει; (χαμογελάει) «Μα, ναι, φυσικά! Ειδικά στο θέατρο, γιατί δεν κάνω θέατρο πολύ συχνά. Οπότε, το να παίζω σε ένα θέατρο σαν αυτό είναι πραγματική πρόκληση για μένα.
Και, φυσικά, έχω να αντιμετωπίσω τους φόβους μου, τα ερωτήματά μου, τις ανασφάλειές μου, τις αγωνίες μου, όλα αυτά με τα οποία κάθε ηθοποιός έχει να αναμετρηθεί παίζοντας σε αυτό το θέατρο.
Στην πρεμιέρα, ήθελα να πιαστώ από κάπου, πάλεψα σκληρά με φόβους που με διαπερνούσαν και έπρεπε να τους ξεπεράσω. (χαμογελάει) Αλλά τη δεύτερη μέρα που παίξαμε, πρέπει να σας πω, δεν ένιωσα κανέναν φόβο. Είπα, ”ναι, εδώ είμαστε, είμαστε όλοι μαζί και θα περάσουμε πολύ όμορφα”. Και αισθάνθηκα ότι μοιραστήκαμε με το κοινό αμοιβαία συναισθήματα. Εξεπλάγην που δεν φοβήθηκα στη δεύτερη παράσταση το Σάββατο και υπερίσχυσε η χαρά του μοιράσματος, της συλλογικότητας που προσφέρει το θέατρο. Ήταν μια εντελώς διαφορετική εμπειρία».
«Το ρήμα ‘‘αγαπώ’’ είναι το πιο βίαιο ρήμα»
Ο κόσμος τη γνωρίζει κυρίως από τους κινηματογραφικούς της ρόλους, αλλά έχει ξεκινήσει την καριέρα της από το θέατρο. Μάλιστα, έχει παίξει και την «Αντιγόνη» του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Ίβο βαν Χόβε. Τι της δίδαξαν οι αρχαίοι τραγικοί;
«Α, λατρεύω τον Σοφοκλή. Είναι μέγας ποιητής. Θίγει την ουσία, τον πυρήνα των ερωτημάτων της ανθρώπινης φύσης και η ‘’Αντιγόνη’’ με άγγιξε ιδιαίτερα. Ο Ίβο βαν Χόβε ήθελε να κάνει την ‘’Ηλέκτρα’’ ή τη ‘’Μήδεια’’, δεν του άρεσε και τόσο η ιδέα να ανεβάσει την ‘’Αντιγόνη’’. Τελικά, κάναμε την ‘’Αντιγόνη’’. Νομίζω ότι είναι ένα σημαντικό έργο, ειδικά τώρα. Εστιάζει σε όλες εκείνες τις αξίες για τις οποίες αξίζει να αγωνιστεί κανείς. Είναι μαχήτρια, είναι θαρραλέα. Πορεύεται και αγωνίζεται για ό,τι πιστεύει ότι είναι σωστό. Αν απλώς ακολουθείς κανόνες, χωρίς κανένα αξιακό σύστημα, γίνεσαι στρατιώτης. Υποτάσσεσαι σε μια καθεστωτική νοοτροπία.
Είχαμε κάποιες αντιπαραθέσεις με τον Ίβο, επειδή ήταν, κατά κάποιο τρόπο, αντίθετος με ό,τι πρεσβεύει η Αντιγόνη. Ήταν με το μέρος του Κρέοντα: ‘’Πρέπει να ακολουθούμε τους κανόνες. Πρέπει να ακολουθούμε την κοινωνία. Το κράτος είναι πάνω από όλα’’. Πραγματικά, εξεπλάγην και σοκαρίστηκα που το πίστευε αυτό. Επειδή πάντα θεωρούσα ότι πρέπει να είσαι υπεύθυνος για αυτά που νιώθεις, για αυτά που πράττεις, για αυτά που ξέρεις».
Στον «Όρκο της Ευρώπης», ο ρόλος που υποδύθηκε, η Ουεντίχα, είναι η προσωποποίηση της αγάπης. Της λέω ότι μοιάζει να συνδέεται, μέσα από τις δεκαετίες που έχουν μεσολαβήσει, με την ταινία «Μπλε» του Κριστόφ Κισλόφσκι (1993) όπου ακούγεται το απόσπασμα από τον Ύμνο για την αγάπη από την Επιστολή του Αποστόλου Παύλου προς Κορινθίους: «Η αγάπη ανέχεται τα πάντα, πιστεύει τα πάντα, ελπίζει τα πάντα, υπομένει τα πάντα. Η αγάπη ποτέ δεν χάνεται».
Η απάντησή της έρχεται αυθόρμητα: «Μα, γι’ αυτό είμαστε εδώ, αυτός είναι ο ουσιαστικός λόγος της ανθρώπινης ύπαρξης. Να προσπαθήσουμε να συνδεθούμε με τους συνανθρώπους μας με αγάπη όσο περισσότερο μπορούμε».
Συμφωνεί με την ατάκα που υπάρχει στο έργο του Ουαζντί Μουαουάντ ότι «Το ρήμα ‘αγαπώ’ είναι το πιο βίαιο ρήμα»; «Ναι, επειδή απαιτεί τόσα πολλά. Πρέπει να αφήσεις πίσω σου τόσες πολλές προβολές, επιθυμίες, ιδέες, προθέσεις. Είναι μια λέξη με πολλές απαιτήσεις. Και με τον Ουαζντί έχουμε αυτόν τον σύνδεσμο πίστης. Και νομίζω ότι αυτός είναι πιθανώς ο λόγος που με διάλεξε για αυτόν τον συγκεκριμένο ρόλο. Βέβαια, κάποια στιγμή, η Ουεντίχα λέει στον γιο της τον Ζάκαρι: ‘’Νόμιζα ότι η αγάπη θα με βοηθούσε και θα άνοιγε όλες τις πόρτες. Αλλά δεν το κάνει. Δεν ξέρω πώς να σε φτάσω’’».
«Μητέρα γίνεσαι. Δεν γεννιέσαι. Τα παιδιά σε κάνουν μητέρα»
Ως Χριστιανή Ορθόδοξη, θεωρεί ότι η αγάπη τη βοήθησε να ανοίξει στη ζωή τις πόρτες που επιθυμούσε; «Ξέρετε, είμαι πολύπλοκη, όπως πολλοί άνθρωποι, και ανακαλύπτω τον εαυτό μου μέσα από διαφορετικές καταστάσεις. Δεν νιώθω καθόλου ότι είμαι καλύτερος άνθρωπος από τους υπόλοιπους. (χαμογελάει) Ακόμα μαθητεύω στις ‘’τάξεις’’ της αγάπης, ακόμα νιώθω μερικές φορές ότι δεν βρίσκω ένα μέρος για να νιώσω αγάπη και πρέπει να προσπαθήσω να καταλάβω γιατί, ακόμα προσπαθώ να δω πώς μπορώ να το μεταμορφώσω.
Αυτή η μαθητεία δεν τελειώνει ποτέ. Μαθαίνουμε μέχρι το τέλος. Και σκοντάφτουμε συνεχώς. Τουλάχιστον ας προσπαθήσουμε να αφήσουμε πίσω μας φόβους, σκέψεις, στερεότυπα που βάζουν εμπόδια στο δρόμο μας. Γιατί πρώτα πρέπει να επιτρέψουμε στον εαυτό μας να αγαπηθεί. Γιατί όταν αισθάνεσαι ότι σε αγαπούν, βρίσκεσαι ήδη σε ένα άλλο είδος μέρους μέσα σου, βρίσκεσαι ήδη στη χώρα της εμπιστοσύνης.
Και η εμπιστοσύνη είναι η πιο σημαντική, γιατί τότε μπορείς να αρχίσεις να νιώθεις λίγη αγάπη. Εδώ ακριβώς αρχίζει η αληθινή σύνδεση με τους ανθρώπους. Και ως ηθοποιός, αυτή είναι η εμπειρία που αξίζει να βιώνεις. Αν υπάρχει εμπιστοσύνη, θα έχεις όλα τα επίπεδα που χρειάζεσαι για να πεις την ιστορία σου και να τη μοιραστείς με το κοινό και τους ηθοποιούς με τους οποίους συνεργάζεσαι και τότε γίνεται μια εντελώς διαφορετική εμπειρία».
Της εκμυστηρεύομαι ότι με συγκίνησε πολύ ένα απόσπασμα από το έργο του Μουαουάντ: «-Τι νομίζεις ότι είναι μια μητέρα; -Μια μητέρα είναι πρωτίστως μια απόφαση».
Χαμογελάει και μου απαντά ότι ως μητέρα η ίδια, ενστερνίζεται απολύτως αυτή την άποψη: «Μητέρα γίνεσαι. Δεν γεννιέσαι. Τα παιδιά σε κάνουν μητέρα. Σε μεταμορφώνουν κι εσένα. Υπάρχουν πολλοί τρόποι να είσαι μητέρα. Ίσως, υπάρχουν συγκεκριμένες αντιλήψεις για το τι πρέπει ή δεν πρέπει να κάνει μια μητέρα. Το σίγουρο είναι ότι η μητρότητα είναι συνάμα κάτι υπέροχο αλλά και απαιτητικό. Έτσι όπως το βλέπω εγώ, φροντίζεις τα παιδιά σου να αναπτύσσονται με τον δικό τους τρόπο και με την προσωπικότητά τους και δεν προσπαθείς να τους αλλάξεις ή να νομίζεις ότι υπάρχει ένας μόνο τρόπος να κάνουν τα πράγματα. Είναι, λοιπόν, μια διαδικασία μάθησης και για τις δύο πλευρές».
Για επίλογο, επιλέγω άλλο ένα απόσπασμα από το έργο –«Έχουμε να μάθουμε να μπαίνουμε στη θέση του άλλου»– που συνοψίζει την πολιτική και ηθική στάση του συγγραφέα αλλά και της υπέροχης μαντάμ Μπινός:. «Ναι, σίγουρα. Αλλά για να γίνει αυτό, θα πρέπει πρώτα να μάθουμε να ακούμε. Να είμαστε ανοιχτοί στους ανθρώπους και να τους ακούμε. Χωρίς κανενός είδους κρίση, ελπίδα, προσδοκία. Είναι δύσκολο να ακούς χωρίς να κρίνεις. Συχνά ακούμε όχι αυτό που μας λένε, αλλά αυτό που θέλουμε να ακούσουμε. Γι’ αυτό θεωρώ ότι το να έχει κανείς μια πνευματική ζωή είναι πολύ σημαντικό. Σε διδάσκει τη σχέση με το άφατο και τον τρόπο με τον οποίο αυτό μπορεί να μεταμορφώσει και να διαμορφώσει τον πυρήνα της ύπαρξής σου».
