Στην τηλεοπτική σειρά του BBC «A Very English Scandal» («Ενα πολύ αγγλικό σκάνδαλο»), η οποία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο του δημοσιογράφου Τζον Πρέστον και προβλήθηκε το 2018, ο Χιου Γκραντ υποδύεται τον πρώην αρχηγό του κόμματος των Φιλελευθέρων Τζέρεμι Θορπ, ο οποίος δικάστηκε (και αθωώθηκε) το 1979 για απόπειρα δολοφονίας του φερόμενου ως εραστή του, Νόρμαν Σκοτ. Ιστορία ομοφυλοφιλίας, χρηματισμού, συνωμοσίας και επιζήτησης της εξουσίας, πρόβαλλε στοιχεία που προσιδιάζουν στην αγγλική κοινωνία: τη δημόσια σεμνοτυφία της, την ιδιωτική υποκρισία της, τη ροπή των πολιτικών της να παρακάμπτουν τους κανόνες επιδιώκοντας να αποφύγουν τις συνέπειες. Πρόσφατα απέκτησε και η Φινλανδία «ένα πολύ φινλανδικό σκάνδαλο» – ή έτσι τουλάχιστον το χαρακτήριζε η δημοσιογράφος Μίνα Αλάντερ στις 19 Αυγούστου 2022 στην «Deutsche Welle», σχολιάζοντας τον σάλο που ξέσπασε εσχάτως στη σκανδιναβική χώρα των 5,5 εκατομμυρίων κατοίκων όταν ένα βίντεο που δείχνει την 36χρονη πρωθυπουργό Σάνα Μάριν να χορεύει σε ιδιωτικό χώρο με φίλους της διέρρευσε στο Διαδίκτυο. Η αντιπολίτευση έσπευσε να στηλιτεύσει το γεγονός, φήμες για ναρκωτικά διαδόθηκαν, η Μάριν έδωσε εξηγήσεις για το «θορυβώδες πάρτι» και υποβλήθηκε εθελοντικά σε τεστ ανίχνευσης ουσιών το οποίο βγήκε αρνητικό, τα ευρωπαϊκά μέσα ενημέρωσης αντιμετώπισαν το ζήτημα με σκωπτική διάθεση, εφόσον αφορά μια νέα και ελκυστική πολιτικό, και ο κόσμος βρήκε ένα ελαφρύ αυγουστιάτικο θέμα απασχόλησης από το βάθος του οποίου προβάλλει το πλέγμα ψηφιακών μέσων και ιδιωτικής ζωής.

Κατευθείαν στα βαθιά

Millennial με γονείς του ίδιου φύλου, πρώτο μέλος της οικογένειάς της που έκανε πανεπιστημιακές σπουδές, οπαδός των Rage Against the Machine, η 36χρονη σήμερα Σάνα Μάριν ανήλθε στο τωρινό της αξίωμα τον Δεκέμβριο του 2019 έπειτα από την παραίτηση του προκατόχου και μέντορά της, Αντι Ρίνε, στον απόηχο μιας μεγάλης απεργίας των ταχυδρομικών υπαλλήλων. Παιδί της εργατικής τάξης που εργαζόταν σε φούρνο από τα 15 της και διένειμε περιοδικά για να αυξήσει το εισόδημά της, η πρόεδρος του Σοσιαλδημοκρατικού Κόμματος (SDP) δηλώνει χαρακτηριστικά ότι στη Φινλανδία «ακόμα και μια ταμίας μπορεί να γίνει πρωθυπουργός» -, έχει όμως επισημάνει και το στίγμα που τη σημάδευε στην εφηβεία λόγω των δύο μητέρων της. Ως νεότερη πρωθυπουργός της χώρας, είχε προλάβει ήδη να σκανδαλίσει το συντηρητικότερο τμήμα της κοινωνίας τον Οκτώβριο του 2020 φωτογραφιζόμενη για το περιοδικό «Trendi» φορώντας μόνο ένα μπλέιζερ και τίποτα από κάτω, επιλογή που προξένησε σάλο ως υποτιθέμενος υποβιβασμός του αξιώματος. Μήπως άλλωστε ταιριάζει στην επικεφαλής της κυβέρνησης να καθαρίζει η ίδια το σπίτι της, όπως μαθεύτηκε αργότερα, ακόμα κι αν αυτό είναι πια η επίσημη πρωθυπουργική κατοικία; Τουλάχιστον οι όποιες υποψίες τσιφουτιάς εξαφανίστηκαν τον Μάιο του 2021, όταν έγινε γνωστό ότι μεταξύ Ιανουαρίου 2020 και Μαρτίου 2021, διάστημα που περιλαμβάνει τον πανδημικό εγκλεισμό, εκείνη και η οικογένειά της χρέωναν το Δημόσιο με έξοδα 850 ευρώ τον μήνα σε προμήθειες σουπερμάρκετ, πρωινών και βραδινού φαγητού. Στο ενδιάμεσο, και παρά την περιορισμένη εμπειρία της, η οποία είχε προκαλέσει αρχικά επιφυλάξεις, διαχειρίστηκε ουκ ολίγες πολιτικές προκλήσεις αποδεικνύοντας ότι δεν πρόκειται για μετέωρο αλλά για σοβαρή πολιτικό.

Δίκην αστεϊσμού η Μάριν έλεγε το 2020 ότι οι ενδοκυβερνητικές διαπραγματεύσεις με τις Ανίκα Σααρίκο (Κόμμα του Κέντρου), Μαρία Οχισάλο (Πράσινη Λίγκα), Λι Αντερσον (Αριστερή Συμμαχία) και Αννα-Μάγια Χένρικσον (Κόμμα των Σουηδών της Φινλανδίας) μπορούν να γίνονται σε σάουνα. Στην πράξη η συνεννόηση δεν είναι τόσο απλή. Στα τέλη του 2021, για παράδειγμα, προέκυψε σοβαρή διαφωνία μεταξύ Σοσιαλδημοκρατών, Πρασίνων και Αριστεράς με τα δύο κεντρώα κόμματα ως προς τη μελλοντική κλιματική πολιτική της χώρας. Χρειάστηκαν ελιγμοί πέντε μηνών και αξιοσημείωτη ικανότητα επίτευξης συμβιβασμών προτού η Μάριν πετύχει τον περασμένο Μάιο την υπερψήφιση νομοθεσίας που προβλέπει μηδενικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα ως το 2035 και αρνητικές ως το 2040. Η διαχείριση της πανδημίας υπήρξε ομαλή εκτοξεύοντας τη δημοτικότητά της. Η αναπάντεχη κρίση ωστόσο προήλθε από την εθνική ασφάλεια, καθώς η Φινλανδία είδε να ανατρέπεται αιφνιδιαστικά ολόκληρο το οικοδόμημα της μεταπολεμικής ουδετερότητάς της με τη ρωσική εισβολή της 24ης Φεβρουαρίου στην Ουκρανία. Αντιμέτωπη με τη σοβαρότερη διεθνή κρίση της τελευταίας τριακονταετίας, παρά τις φωνές που ζήτησαν άμεσα την ένταξη στο ΝΑΤΟ, η ίδια επεδίωξε εξαρχής την εθνική συναίνεση. Φρόντισε ωστόσο να υπερβεί τις θέσεις του κόμματός της, το οποίο παραδοσιακά τασσόταν κατά της συμμετοχής σε στρατιωτικές συμμαχίες. Δηλώνοντας ότι «οι παλιοί διακανονισμοί καταστράφηκαν και δεν υπάρχει επιστροφή στην πρότερη σχέση», η Μάριν αψήφησε τις απειλές του Βλαντίμιρ Πούτιν περί «πιθανού εξαναγκασμού σε βήματα αντιποίνων». Η πρόσκληση του ΝΑΤΟ προς τη Φινλανδία στα τέλη Ιουνίου να γίνει πλήρες μέλος του Βορειοατλαντικού Συμφώνου επιβεβαίωσε την αρτιότητα των χειρισμών της και της πιστώθηκε ως διπλωματική επιτυχία.

To party or not to party?

Ωστόσο, όταν εξωτερικές κρίσεις και διεθνή φόρα φεύγουν από το προσκήνιο, έρχεται η ώρα των τετριμμένων. Για τη Μίνα Αλάντερ «η φινλανδική πολιτική σκηνή είναι συγκρατημένη και ελαφρώς βαρετή σε βαθμό ώστε να χρειάζεται δημιουργικότητα για να ανάψουν λίγο τα αίματα». Πράγματι, σύμφωνα με τον δικτυακό τόπο Euronews και τον Ντέιβιντ Μακ Ντούγκαλ, άλλα φινλανδικά «σκάνδαλα» των τελευταίων ετών περιλαμβάνουν το σούσουρο γύρω από τον πρώην ηγέτη των Πρασίνων που εθεάθη το 2018 να χορεύει σε γκέι μπαρ στη διάρκεια της Pride Week, τους ψιθύρους για μια φωτογραφία πρώην πρωθυπουργού με κοντό παντελόνι και τα καυτά ερωτήματα ως προς ένα δεμάτι ξύλα που παραδόθηκε στην οικία ενός άλλου πρώην πρωθυπουργού. Η ταμπλόιντ εφημερίδα «Iltalehti», η οποία πρωταγωνίστησε στην κάλυψη του «partygate», συνδέεται με στελέχη της κεντροδεξιάς Εθνικής Συμμαχίας και του ακροδεξιού Κόμματος των Φινλανδών, ενώ και ένα δεύτερο βίντεο που κυκλοφόρησε με τη Μάριν να χορεύει με έναν συμπατριώτη της τραγουδιστή (ακολούθησε ένα τρίτο αγκαλιά με ένα μοντέλο/influencer) σε μεταμεσονύκτια έξοδο σε club μετά το διαβόητο πάρτι ελήφθη από κάθε άλλο παρά αμερόληπτη πηγή που δήλωσε στο Euronews πως κίνητρό της ήταν ότι «κανένας δεν τολμά να γράψει κάτι αρνητικό» κατά της πρωθυπουργού, την οποία θεωρεί «ναρκισσίστρια». (Πολύ περισσότερα βέβαια είναι τα βίντεο που έχουν αναρτηθεί στο Διαδίκτυο τις τελευταίες ημέρες από γυναίκες οι οποίες σε ένδειξη συμπαράστασης επιδίδονται σε δικές τους χορευτικές επιδόσεις.)

Εχει άραγε δικαίωμα στη διασκέδαση η κατά τη γερμανική «Bild» «πιο cool πρωθυπουργός του κόσμου»; Στην ουσία της η υπόθεση της Σάνα Μάριν έχει να κάνει με τη διττή φύση, ιδιωτική και δημόσια, της ζωής των ηγετών και την πρόσληψή της στην εποχή της μειωμένης ιδιωτικότητας. Μεταξύ πολιτικών και κοινού ανοίγεται ένα χάσμα που δεν αφορά μόνο τις προσδοκίες της κοινωνίας από την ηγεσία ή την απόσταση των ελίτ από το πλήθος. Ιδιωτικές στιγμές των εκάστοτε αρχηγών κρατών πολύ σπάνια έρχονταν στο παρελθόν στη δημοσιότητα, ενώ ακόμα και σήμερα η συχνότητά τους είναι περιορισμένη. Εξακολουθούμε, επομένως, σε μεγάλο βαθμό να τους ταυτίζουμε με τη δημόσια εικόνα τους, η οποία εξαντλείται στα καθήκοντά τους και ελέγχεται προσεκτικά από τα αρμόδια γραφεία Τύπου. Κατά συνέπεια, υποσυνείδητα θεωρούμε τους κυβερνήτες μας πολιτικούς επί εικοσιτετραώρου βάσεως. Ωστόσο, η προσωπική ζωή, ιδιαίτερα αυτή των νεότερων εκπροσώπων τους, δεν διαφέρει απαραίτητα από εκείνη πολλών συνομηλίκων τους. Προφανώς υπάρχουν φιλικοί κύκλοι εκτός πολιτικής, προφανώς η διασκέδαση δεν περιλαμβάνει μόνο σκηνικά προετοιμασμένες εξόδους, προφανώς υπάρχουν πλέον γύρω μας πρόεδροι και πρωθυπουργοί οι οποίοι στον ελεύθερο χρόνο τους διαβάζουν κόμικς, παίζουν βιντεοπαιχνίδια, χαζεύουν στο κινητό – μια ιδέα έχουμε πάρει από τους αγώνες μπάσκετ του Μπαράκ Ομπάμα με τους παλιούς του συμμαθητές. Η διαφορά έχει να κάνει περισσότερο με το νόημα της ιδιωτικότητας και την ψηφιακή της διαχείριση στον 21ο αιώνα. Στην εποχή των smartphones και των άπειρων selfies, της γκρίζας ζώνης μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου χώρου που συνιστούν τα κοινωνικά μέσα, της ευκολίας με την οποία το ιδιωτικό μπορεί να αποβεί δημόσιο χωρίς την έγκρισή μας, το ψηφιακό αποτύπωμα όλων μας είναι εύθραυστο – και απαιτείται η ισχυροποίησή του. Οσο για τα υπόλοιπα, ορθά η Σάνα Μάριν διευκρίνισε ότι «έχω την οικογενειακή μου ζωή, έχω την επαγγελματική μου ζωή και έχω ελεύθερο χρόνο να περνάω με τους φίλους μου. Είμαι σίγουρη πως το ίδιο συμβαίνει με πολλούς ανθρώπους της ηλικίας μου». Οπως έλεγαν και οιBeastie Boys το1986, «(You Gotta) Fight For Your Right (To Party)».