Η ανθρωπότητα, και μαζί της και εμείς οι Ελληνες, βρισκόμαστε σε μια κοσμογονική καμπή στην εξέλιξή μας. Η ψηφιακή επανάσταση του Διαδικτύου και της τεχνητής νοημοσύνης έφθασε, δυστυχώς σε συνδυασμό με μια ραγδαία εξελισσόμενη κλιματική αλλαγή που περιπλέκει τα πράγματα περισσότερο.
Οι γενιές του Διαδικτύου (iGen) Ζ (γεννήσεις 1995-2012) και Αλφα (2013-2025) χαρακτηρίζονται αμφότερες από πτώση της γνωστικής και συναισθηματικής νοημοσύνης, η δεύτερη, μάλιστα, με παθολογικές εκδηλώσεις που προσομοιάζουν εκείνες των συνδρόμων της διάσπασης προσοχής και υπερκινητικότητας (ΔΕΠΥ) και του φάσματος του αυτισμού (ΣΦΑ).
Ετσι, σε αντίθεση με τον προηγούμενο αιώνα όπου η γνωστική νοημοσύνη έβαινε αυξανόμενη (φαινόμενο Flynn), στον 21ο αιώνα φαίνεται να πέφτει απότομα, δημιουργώντας το φαινόμενο της «ψηφιακή άνοιας». Επιπλέον, η γενιά Ζ εμφανίζει αυξημένα αγχώδη και καταθλιπτικά συναισθήματα, ενώ στη γενιά Αλφα 20%-25% των παιδιών έχουν αναπτυξιακά προβλήματα. Μάλιστα, στη χώρα μας ένας στους 4 εφήβους πάσχει από κάποια ψυχική διαταραχή.
Τα παραπάνω αποτελούν μια σειρά δραματικών προκλήσεων για την κοινωνία μας και απαιτούν επείγουσα λήψη μέτρων. Η ευτυχία του ανθρώπου και η επιβίωση της ανθρωπότητας κινδυνεύουν. Είναι προφανές ότι οι νέες γενιές, που αφενός μεν είναι το μέλλον μας, αφετέρου δε είναι και οι πλέον ευάλωτες στις αλλαγές, πρέπει να γίνουν το επίκεντρο της προσοχής μας.
Εμείς οι ενήλικοι οφείλουμε να μορφωθούμε, να συμμορφωθούμε και να δράσουμε, με θέσπιση κοινωνικών μέτρων, λογικά και ενημερωμένα όρια στη χρήση των νέων τεχνολογιών και παρεμβάσεις για αντικατάσταση βλαπτικών συμπεριφορών με νέες, ευνοϊκές για την ανθρώπινη ατομική και κοινωνική υγεία και ευτυχία.
Επιπλέον, είναι σημαντικό να επανέλθει το διά ζώσης και όχι μέσω οθονών παιχνίδι των παιδιών από τη γενιά Αλφα και στο εξής, να ενισχυθεί η ανάγνωση βιβλίων και να περιοριστεί η χρήση του Διαδικτύου, με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης να είναι προσβάσιμα μόνο στους άνω των 16 ετών. Αποδεδειγμένα, η τακτική συμμετοχή παιδιών και εφήβων σε αθλητισμό (όχι πρωταθλητισμό) και ιδιαίτερα σε ομαδικά σπορ μπορεί να συνεισφέρει, ελαττώνοντας ή/και εξουδετερώνοντας πλήρως τα αγχώδη και καταθλιπτικά συναισθήματα της iGen.
Η γνωστική και η συναισθηματική ευφυΐα
Τόσο η γνωστική νοημοσύνη (δείκτης ευφυΐας IQ) όσο και η συναισθηματική νοημοσύνη (EQ) υπεισέρχονται στην εξίσωση της επιτυχίας στη ζωή,αντιπροσωπεύοντας δύο διαφορετικές διαστάσεις ανθρώπινων ικανοτήτων, με την καθεμία να συμβάλλει με διαφορετικό τρόπο σε σημαντικούς τομείς της ζωής: Το IQ αφορά την αναλυτική σκέψη, τη λογική, τη μνήμη και τις γνώσεις και το EQ τις συναισθηματικές και κοινωνικές ικανότητες, όπως ενσυναίσθηση, αυτογνωσία, συναισθηματική ρύθμιση και κοινωνικές δεξιότητες.
Σημειωτέον ότι και το IQ και το EQ έχουν ισχυρή γενετική συνιστώσα, ωστόσο μπορούν να επηρεαστούν από την εκπαίδευση και το περιβάλλον, ιδίως στην πρώιμη παιδική ηλικία (0-6 ετών). Είναι γνωστό ότι το IQ από μόνο του δεν εγγυάται μια επιτυχημένη καριέρα. Οι σύγχρονοι χώροι εργασίας, ανεξαρτήτως κλάδου, είναι εγγενώς κοινωνικά περιβάλλοντα που απαιτούν επικοινωνία, συνεργασία και προσαρμοστικότητα – τομείς όπου η συναισθηματική νοημοσύνη έρχεται στο προσκήνιο ως καθοριστικός παράγοντας για την εξέλιξη της σταδιοδρομίας.
Εκ των πραγμάτων φαίνεται πως κάτι σημαντικό λείπει από την εκπαίδευση των παιδιών και των νέων, όπως συντελείται σήμερα, έχοντας ως επίκεντρο την απόκτηση γνώσεων και τη συσσώρευση διπλωμάτων. Δεν είναι τυχαίο ότι τα τελευταία χρόνια, οι επιστήμονες της εκπαίδευσης και της υγείας χαρακτηρίζουν ως «κομμάτι που λείπει» τα προσχολικά και σχολικά προγράμματα που στοχεύουν στην ανάπτυξη συναισθηματικής νοημοσύνης, τα ονομαζόμενα προγράμματα Κοινωνικής και Συναισθηματικής Μάθησης (ΚΣΜ).
Αυτή είναι μια εκπαιδευτική διαδικασία μέσα από την οποία τα άτομα – παιδιά και ενήλικοι – αναπτύσσουν τις απαραίτητες γνώσεις, δεξιότητες και στάσεις για να κατανοούν και να διαχειρίζονται τα συναισθήματά τους, να θέτουν και να επιτυγχάνουν θετικούς στόχους, να δείχνουν ενσυναίσθηση προς τους άλλους, να δημιουργούν και να διατηρούν υγιείς ανθρώπινες σχέσεις και να λαμβάνουν υπεύθυνες και θετικές αποφάσεις.
Η ΚΣΜ περιλαμβάνει πέντε βασικές κατηγορίες δεξιοτήτων: αυτογνωσία, αυτοδιαχείριση, κοινωνική επίγνωση, δεξιότητες σχέσεων και υπεύθυνη λήψη αποφάσεων. Πολυάριθμες έρευνες και μετα-αναλυτικές μελέτες αποδεικνύουν σταθερά ότι η ΚΣΜ βελτιώνει τις σχολικές επιδόσεις, μειώνει τα προβλήματα συμπεριφοράς και ενισχύει την ανθεκτικότητα, την προσαρμοστικότητα και την ψυχική υγεία.
Επιπλέον, βοηθά τους μαθητές να καλλιεργήσουν το αίσθημα του ανήκειν και της συναισθηματικής ασφάλειας, που είναι απαραίτητα για ένα θετικό μαθησιακό περιβάλλον. Σχολεία που δίνουν προτεραιότητα στην ΚΣΜ δημιουργούν υποστηρικτικές κοινότητες, όπου οι μαθητές αισθάνονται ότι τους ακούν, τους εκτιμούν και τους κατανοούν. Αυτό, με τη σειρά του, μειώνει τον εκφοβισμό, ενισχύει τη συνεργασία και ενδυναμώνει τη συμμετοχή στην τάξη.
Τα οφέλη της ΚΣΜ εκτείνονται, όμως, πολύ πέρα από τα προσχολικά και σχολικά χρόνια. Για τον εργασιακό χώρο, όπου οι εργοδότες αναζητούν ολοένα και περισσότερο άτομα που μπορούν να συνεργάζονται αποτελεσματικά, να διαχειρίζονται συγκρούσεις και να επιδεικνύουν ηγετικές ικανότητες, η ΚΣΜ παρέχει την κατάλληλη κατάρτιση. Επιπλέον, διαδραματίζει σημαντικό ρόλο στην ενίσχυση της πολιτικής συμμετοχής και της κοινωνικής υπευθυνότητας. Ατομα με ισχυρές κοινωνικο-συναισθηματικές δεξιότητες είναι πιο πιθανό να συμμετέχουν ενεργά στις κοινότητές τους, να υπερασπίζονται την κοινωνική δικαιοσύνη και να συνεισφέρουν θετικά στην κοινωνία.
Παρά τα αποδεδειγμένα οφέλη της ΚΣΜ, όμως, η εφαρμογή της αντιμετωπίζει προκλήσεις. Ελλιπής σχεδιασμός από πλευράς φορέων, περιορισμένοι πόροι, έλλειψη κατάρτισης των εκπαιδευτικών και αντίσταση σε μη παραδοσιακές μεθόδους μάθησης εμποδίζουν την κατάλληλη ενσωμάτωσή της στα προγράμματα σπουδών, που πρέπει να ξεκινούν από τη γονεϊκότητα και τα προσχολικά χρόνια.
Είναι προφανές ότι για να διασφαλιστεί η επιτυχία της ΚΣΜ είναι απαραίτητη η επένδυση στην εκπαίδευση των παιδαγωγών και εκπαιδευτικών, η πληροφορημένη συμμετοχή των γονέων και η χρήση αξιολογημένων προγραμμάτων. Η ΚΣΜ δεν είναι απλώς ένα συμπληρωματικό εκπαιδευτικό εργαλείο· είναι θεμελιώδες στοιχείο μιας ολοκληρωμένης εκπαίδευσης. Καθώς η κοινωνία αντιμετωπίζει ζητήματα ψυχικής υγείας, κοινωνικού διχασμού και προσαρμοστικότητας στην ανάπτυξη του ατόμου και στην εργασία, η ΚΣΜ προσφέρει έναν δρόμο προς ένα πιο συμπονετικό, ανθεκτικό και συνεκτικό μέλλον.
Ο κύριος Γεώργιος Π. Χρούσος είναι ακαδημαϊκός – ομότιμος καθηγητής Παιδιατρικής και Ενδοκρινολογίας, διευθυντής στο ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Υγείας Μητέρας, Παιδιού και Ιατρικής Ακριβείας, επικεφαλής Εδρας UNESCO Εφηβικής Υγείας και Ιατρικής και πρόεδρος στο Ελληνικό Ινστιτούτο Pasteur.
