Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη στο «ΒΗΜΑ»: «Παιδικό παραμύθι για την κόλαση και το τέλος»

Η σκηνοθέτρια Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη μιλάει για την ταινία της «Harvest», που βγήκε στις αίθουσες την Πέμπτη - Μια «αισθαντική εμπειρία» με μεγάλη πρωταγωνίστρια τη φύση

Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη στο «ΒΗΜΑ»: «Παιδικό παραμύθι για την κόλαση και το τέλος»

Χώμα, βροχή, λάσπη, πέτρες. Ζώα, φαγητό, ποτό, αγροτικές εργασίες. Χοροί, φορεσιές, τραγούδια. Και μετά ο θερισμός. Και πάντα οι άνθρωποι. Αυτά είναι τα υλικά που σε όλη την «πρωτόγονη» μορφή τους, ακατέργαστα, αφτιασίδωτα, λιτά και «καθαρά», φτιάχνουν τον μαγνητικό κόσμο της τελευταίας ταινίας της Αθηνάς Ραχήλ Τσαγγάρη «Harvest», που προβάλλεται από σήμερα στις αίθουσες.

Φανταστείτε όλα τα παραπάνω ενταγμένα σε μια ταινία τόσο πολύ «δεμένη» με τη φύση που τελικά αφήνει την εντύπωση ότι αυτή ακριβώς η φύση είναι εδώ η πρωταγωνίστρια. Ηταν εξάλλου και πρόθεση της Τσαγγάρη που, πέρα από καθετί, θέλησε να κάνει μια ταινία «αισθαντικής εμπειρίας», όπως η ίδια την αποκαλεί. Μια ταινία στην οποία πολλά στοιχεία ανακατεύονται για να καταλήξουν σε ένα ενιαίο σύνολο.

Και όλα αυτά με έναν χαρακτήρα στη μέση της ιστορίας, ανήμπορο να δράσει: ο κεντρικός ήρωας στο «Harvest» είναι ο Γουόλτερ (Κέιλεμπ Λόντρι Τζόουνς), ο οποίος γνωρίζει από παιδί τον άβουλο ιδιοκτήτη της περιοχής και θα γίνει το πρόσωπο-καταλύτης στην ιστορία της ταινίας όταν η πραγματική εξουσία εισβάλλει στην περιοχή ανατρέποντας κάθε δεδομένο. Η αληθινή εξουσία εκπροσωπείται από έναν συγγενή του ιδιοκτήτη της περιοχής, στον οποίο αποτυπώνεται το μένος του αδίστακτου καπιταλισμού.

Το μυθιστόρημα του Γκρέις

«Καθετί που βλέπουμε στην ταινία έχει τη ρίζα του στο βιβλίο του Τζιμ Γκρέις» μας είπε η διακεκριμένη σκηνοθέτρια για τη δημιουργία του «Harvest», που έκανε την παγκόσμια πρεμιέρα του στο 81ο Φεστιβάλ Κινηματογράφου Βενετίας και την πανελλήνιά του στις Ειδικές Προβολές στο περυσινό Φεστιβάλ Κινηματογράφου Θεσσαλονίκης.

Η Τσαγγάρη χαρακτηρίζει το μυθιστόρημα του Γκρέις «αριστουργηματικό όχι μόνο επειδή είναι τόσο όμορφα γραμμένο, αλλά επειδή ψαχουλεύει τα μεγάλα θέματα και το κάνει με κεφαλαία γράμματα. Είναι σαν επιστημονική φαντασία του παρελθόντος που διεισδύει στον κόσμο του μέλλοντος και έδωσε αμέσως την κατεύθυνση που έπρεπε να πάρει η ταινία: ένα παλίμψηστο παρελθόντος, παρόντος και μέλλοντος σε έναν χώρο χωρίς όνομα, σε μια άχρονη εποχή».

Σταθερή πορεία

Εμπειρη σκηνοθέτρια τόσο του κινηματογράφου όσο και της τηλεόρασης, η Τσαγγάρη είδε την καριέρα της να μπαίνει σε μια άλλη διάσταση όταν η κινηματογραφική Μπιενάλε του 2010 επέλεξε την ταινία της «Attenberg» στο διαγωνιστικό τμήμα της. Με πρόεδρο της κριτικής επιτροπής τον Κουέντιν Ταραντίνο, η ταινία έφυγε από τη Βενετία έχοντας κερδίσει το βραβείο ερμηνείας Copa Volpi για την Αριάν Λαμπέντ, που θα ακολουθούσε την Τσαγγάρη και στη δημοφιλή σειρά «Trigonometry» (2020). Ενδιαμέσως μεσολάβησε η τρίτη μεγάλου μήκους κινηματογραφική ταινία μυθοπλασίας της Τσαγγάρη, το «Chevalier», που απέσπασε το πρώτο βραβείο στο Φεστιβάλ του Λονδίνου.

Και να που τώρα βλέπουμε την τέταρτη κινηματογραφική ταινία της, μια συμπαραγωγή Αγγλίας/Γερμανίας/Αμερικής/Γαλλίας και Ελλάδας (Haos Productions), για την οποία η Τσαγγάρη χρειάστηκε να αφιερώσει ολόψυχα και με πάθος πολύ χρόνο από τη ζωή της. Για την ακρίβεια, δυόμισι χρόνια η σκηνοθέτρια έζησε στην τοποθεσία της Σκωτίας όπου έγιναν εξ ολοκλήρου τα γυρίσματα του «Harvest». Αρχικώς πέρασε εκεί μεγάλα χρονικά διαστήματα μαζί με τον παραγωγό της, αργότερα έκανε το ίδιο με τους υπόλοιπους συνεργάτες της, τόσο πριν όσο και κατά τη διάρκεια γυρισμάτων της ταινίας.

Ταινία-ανάθεση

Το «Harvest» είναι μια πρωτιά για την Αθηνά Ραχήλ Τσαγγάρη για έναν ακόμα λόγο: σε αντίθεση με τις προηγούμενες ταινίες της, υπήρξε ένα σχέδιο που της προτάθηκε. Ομως η ενασχόλησή της με το μυθιστόρημα του Τζιμ Γκρέις ήταν πραγματικά μια μεγάλη της προτεραιότητα που χρειάστηκε πολύ χρόνο για έναν ακόμα λόγο: «Η οργάνωσή του, η δομή του σε σενάριο, υπήρξε μια πραγματικά πολύ δύσκολη διαδικασία» είπε η σκηνοθέτρια. «Θέλησα να δώσω την εικόνα ενός σχεδόν παιδικού παραμυθιού για την κόλαση και το τέλος, για την αναχώρηση από την Εδέμ με την άφιξη του διαβόλου. Αλλά αυτό έπρεπε να προκύψει σαν ζουμί μέσα από πολλές σελίδες, από τις οποίες απουσίαζαν οι διάλογοι, και μια γλώσσα υπέροχη αλλά παράξενη, γεμάτη ιδιωματισμούς και περίπλοκες σκηνές… Και αν κάτι δεν ήθελα με τίποτα, αυτό ήταν να κατασκευάσω έναν τεχνητό κόσμο».

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version