Μελέτης Ηλίας στο ΒΗΜΑ: «Δεν μπορείς να είσαι πιο έξυπνος από τον Σοφοκλή»

Ο Μελέτης Ηλίας περιγράφει πώς προσέγγισε τον ρόλο του Κρέοντα λίγο πριν από την παρουσίαση της «Αντιγόνης» στο Ηρώδειο και μιλά για το δράμα και την κωμωδία σε θέατρο και τηλεόραση

Ο Μελέτης Ηλίας, Κρέων στην «Αντιγόνη» του Σοφοκλή, ξεχωρίζει με την ερμηνεία του στην παράσταση του Θέμη Μουμουλίδη (σε μετάφραση Παναγιώτας Πανταζή). Ο 45χρονος ηθοποιός ξαναπιάνει το νήμα της τραγωδίας και ξεδιπλώνει σκέψεις του παραμονές Ηρωδείου και γυρισμάτων για «Το Σόι σου».

Πώς ακούσατε την πρόταση για τον Κρέοντα;

«Πρόταση που έχει να κάνει με τέτοιου είδους μεγέθη, μόνο τιμητική είναι. Χρόνια είχα να καταπιαστώ με το αρχαίο δράμα. Ηταν μεγάλη πρόκληση. Ο Θέμης γνωρίζει το αντικείμενο, δίνει χώρο στον ηθοποιό να συνδημιουργήσει, οπότε δεν δυσκολεύτηκα να πω “ναι”».

Φοβηθήκατε;

«Εγώ, από φύση, πάντα φοβάμαι. Δεν θεωρώ τίποτα σίγουρο ή δεδομένο. Ξεκινάω από το μηδέν και προσπαθώ. Πόσο μάλλον όταν πρόκειται για ένα τέτοιο μέγεθος. Ακόμα και στην περίπτωση αποτυχίας, πάλι κερδισμένος βγαίνεις. Είμαι γενικά συγκρατημένος και με τις καλές κριτικές και με τις κακές, και με το καλό αποτέλεσμα και με το κακό, γνωρίζοντας ότι είναι μια δουλειά στην οποία δεν διακινδυνεύουμε και τίποτα επί της ουσίας – δεν είμαστε καρδιοχειρουργοί! Οπότε αξίζει να ρισκάρεις, ακόμα και να φας τα μούτρα σου».

Είστε του ρίσκου;

«Εχω ρισκάρει αρκετές φορές στη ζωή μου και επαγγελματικά και προσωπικά. Τώρα, στα 45 μου, έχω κάπως ηρεμήσει. Τα ρίσκα που παίρνω είναι πλέον μικρού κινδύνου. Και δεν αναφέρομαι στο αποτέλεσμα, αλλά στο ότι υπάρχουν πολύ σημαντικότερα πράγματα στη ζωή για να πεις ότι διακυβεύεται η ύπαρξή μου από έναν ρόλο, ένα έργο. Η δουλειά, η επαγγελματική μου καριέρα δεν κατέχουν την πρώτη θέση από τότε που έγινα πατέρας, που μεγάλωσα και αντιλαμβάνομαι πιο σφαιρικά τα πράγματα. Γιατί μέχρι τα 30-35 είναι η δουλειά σου και τίποτα άλλο».

Ξεκινήσατε με τον Θεόδωρο Τερζόπουλο. Δύσκολη αρχή;

«Αυτό δεν ήταν δυσκολία. Ηταν τύχη».

Μετά, κινηθήκατε σε πιο ασφαλή μονοπάτια;

«Από την πρώτη μέρα που τελείωσα τη δραματική δεν είχα κανένα πλάνο στο μυαλό μου. Δεν έτρεχα στα casting όπως άλλοι συμμαθητές μου. Ημουν λίγο πιο χαλαρός, με την έννοια ότι άφηνα τον εαυτό μου ελεύθερο στο τυχαίο. Τυχαία ήρθε η πρώτη μου δουλειά, βλέποντας ο Λευτέρης Βογιατζής τις πτυχιακές μας, τυχαία είδα μια καθηγήτριά μου στον δρόμο και μου είπε ότι ο Τερζόπουλος ψάχνει νέα πρόσωπα. Και τυχαία, αργότερα, μετά την πενταετία στον μεγάλο δάσκαλο αλλά και στην πολύτιμη εμπειρία με τον Στάθη Λιβαθινό, ήρθε ένα τηλεφώνημα από το πουθενά που αναζητούσαν μια νέα φάτσα γύρω στα 35 για να πρωταγωνιστήσει στο “Σόι”. Ενας ρόλος που με έβαλε στα σπίτια των ανθρώπων.

Από εκεί και πέρα, ό,τι πράγματα και να έκανα ήθελα να επιστρέφω στις ρίζες μου. Δηλαδή μέσα σε αυτή την τελευταία δεκαετία έχουμε κάνει με τον Τερζόπουλο περίπου 10 διαφορετικές παραστάσεις σε 20 διαφορετικά μέρη του κόσμου. Είναι ευλογία να με παίρνει τηλέφωνο και να μου ζητάει να επαναλάβουμε παλιές παραστάσεις – μια ανάσα δημιουργίας και αγάπης προς αυτόν τον άνθρωπο που του χρωστάω τα πάντα».

Σας χαρακτηρίζουν κωμικό. Συμφωνείτε;

«Οχι. Αλλά με δύο σειρές (“Το σόι σου”, “Τα καλύτερά μας χρόνια”), υπήρξα μια δεκαετία στην τηλεόραση ως κωμικός σε κωμική οικογενειακή σειρά, χωρίς ο κόσμος να οφείλει να γνωρίζει το background μου. Ούτε έχω κάποιο άγχος να αποδείξω ότι είμαι και κάτι άλλο.

Οταν πέρασε αυτός ο κύκλος διάλεξα κάτι δραματικό στην τηλεόραση, όπως “Το προξενιό της Ιουλίας” ή τη “Μάγισσα”. Μου αρέσει να εκπλήσσω τα μάτια του κόσμου και να δοκιμάζομαι σε διαφορετικά πράγματα ακόμα και με τον κίνδυνο να φάω τα μούτρα μου. Το θεωρώ πολύ πιο πολύτιμο σαν διαδικασία παρά σαν αποτέλεσμα.

Δεν έχω το προνόμιο του κωμικού, δεν είμαι άμα τη εμφανίσει κωμικός. Αυτό είναι ένα ταλέντο που σου δίνει η φύση. Εγώ πρέπει να το δουλέψω, να το προσπαθήσω – το πετύχω ή όχι. Είναι πιο ρευστό».

Μιλήστε μου για τον Κρέοντα…

«Θεωρώ ότι είναι ο βασικός πρωταγωνιστής, γιατί ουσιαστικά τη δική του πορεία βλέπουμε από την αρχή ως το τέλος. Κι αυτό που συζητούσαμε με τον Θέμη είναι πως όσο πιο ψηλά χτιστεί αυτή η διαδρομή, τόσο πιο εκκωφαντική θα είναι και η πτώση του στο τέλος – και είναι. Πάνω σε αυτόν τον γνώμονα στηρίξαμε και την ερμηνεία και, νομίζω, όλη την παράσταση».

Με την Αντιγόνη ή με τον Κρέοντα;

«Για μένα σήμερα, έτσι όπως βλέπουμε τα πράγματα και με όλα όσα μας έχουν συμβεί από την εκάστοτε εξουσία, από τον Τραμπ ως τα εγχώρια, δεν υπάρχει πια δίλημμα. Φτάνει με τις Ιφιγένειες, επιτέλους ας αποκτήσουμε Αντιγόνες. Ας προσπαθήσουμε, οι νέες γενιές τουλάχιστον, να έχουν την επαναστατικότητα που χρειάζεται η εποχή μας για να αντέξει όλα αυτά τα δεινά».

Χωρίς νόμους;

«Σαφώς ο νόμος είναι νόμος και πρέπει να τηρείται, αλλά πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψιν και ο ανθρώπινος παράγοντας. Εκεί ήταν το μελανό σημείο στην “Αντιγόνη”, η ανθρωπιά. Πρέπει να μπορέσουμε να συνομιλούμε με την εξουσία επί ίσοις όροις».

Πώς δουλέψατε;

«Για μένα το κλειδί – αν υπάρχει – είναι ότι μέσα στη διαδικασία των προβών, σε συνεργασία με όλη την ομάδα, που είναι ένας κι ένας, να μη φοβηθείς να εκτεθείς μπροστά τους. Αυτό που προσπαθούσα μανιωδώς στις πρόβες ήταν να μην υπάρχουν υποκριτικά τερτίπια, να μην κάνω τον έξυπνο. Δεν μπορείς να είσαι πιο έξυπνος ή πιο ικανός από τον Σοφοκλή, ούτε να υπερβείς ένα κείμενο δυόμισι χιλιάδων χρόνων. Προσπαθούσα να επιστρέψω στην απλότητα, στις ρίζες της υποκριτικής μου διαδρομής και σε αυτό που μου έλεγε ο Τερζόπουλος: Οτι ο καλός ηθοποιός πρέπει ταυτόχρονα να είναι εδώ αλλά και στο επέκεινα. Να είναι κάτι μεταφυσικό, χωρίς όμως να ορίζεται από το μυαλό, αλλά να είναι περισσότερο σωματικό. Και ο Θέμης ήξερε να μας καθοδηγήσει και να οδηγήσει το κλίμα, μέσα από μια “αυστηρότητα”, εκεί που έπρεπε».

Θα επιστρέψετε στα αρχαία κείμενα;

«Η αλήθεια είναι ότι μου έλειψαν. Μου έλειψε αυτή η αναμέτρηση, ο μόχθος, η ευχάριστη κόπωση που σου δίνουν αυτά τα μεγέθη. Οχι ότι δεν θεωρώ σημαντικό αυτό που κάνω σε άλλα είδη θεάτρου. Οπως μου έλειψε και η επαφή με τον κόσμο στην περιοδεία».

Εκτός από το «Σόι», τι έπεται τον χειμώνα;

«Θα επαναλάβουμε τη “Λαπωνία” (θέατρο Ζίνα). Οσο για το “Σόι”, επιστρέφουμε έξι χρόνια μετά, σε πραγματικό χρόνο. Και δεν λείπει κανείς – αυτή ήταν η μόνη προϋπόθεση. Εχουμε μεγαλώσει, όπως και τα κορίτσια μας, οπότε και τα προβλήματα διαφοροποιούνται. Ολοι νιώθουμε σαν να επιστρέφουμε στην οικογένειά μας. Γιατί είμαστε πια οικογένεια».

Είναι κοντά η ελληνική οικογένεια στο «Σόι»;

«Νομίζω ότι αυτή ήταν και η επιτυχία της σειράς. Το ότι έβλεπες μέρος της οικογένειάς σου μέσα σε αυτή τη συνθήκη. Ηταν τόσο γνώριμες οι σχέσεις, οι αντιπαλότητες, νύφης – πεθεράς, πατέρα – γιου, λαϊκού – αστού, κι όλο αυτό με κωμική ματιά».

INFO

«Αντιγόνη»

Παίζουν: Λένα Παπαληγούρα, Μελέτης Ηλίας, Μιχάλης Οικονόμου, Θανάσης Δόβρης, Ιφιγένεια Καραμήτρου, Λίλα Μπακλέση, Λένα Μποζάκη, Γιώργος Νούσης, Βαγγέλης Σαλευρής, Ιώβη Φραγκάτου.

Παραστάσεις: Θέατρο Δάσους Θεσσαλονίκη (1/9), Ωδείο Ηρώδου Αττικού (3/9) και περιοδεία.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version