Απανωτές είναι οι επιβαρύνσεις σε νοικοκυριά και επαγγελματίες από τις αυξήσεις σε βενζίνη, πετρέλαιο, φυσικό αέριο, ρεύμα και αγαθά πρώτης ανάγκης. Το κύμα ακρίβειας που έχει ενσκήψει το τελευταίο εξάμηνο και στη χώρα μας δεν λέει να κοπάσει, με την τιμή της αμόλυβδης βενζίνης να ξεπερνάει τα 1,84 ευρώ ανά λίτρο, ενώ το πετρέλαιο θέρμανσης κάθε εβδομάδα ακριβαίνει με την τιμή ανά λίτρο να είναι πάνω από 1,22 ευρώ.

Αυτό, όμως, που έχει οδηγήσει νοικοκυριά, επαγγελματίες και επιχειρήσεις κυριολεκτικά σε απόγνωση είναι οι ανατιμήσεις στους λογαριασμούς της ηλεκτρικής ενέργειας που είναι υπερδιπλάσιοι σε σχέση με την αντίστοιχη περυσινή περίοδο.

Οπως είπε ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας, τον Δεκέμβριο του 2021 η χονδρεμπορική τιμή ηλεκτρικής ενέργειας διαμορφώθηκε στα 235 ευρώ/ΜWh, τον Ιανουάριο μειώθηκε στα 227 ευρώ, ενώ τις πρώτες ημέρες του Φεβρουαρίου η τιμή συνεχίζει την ελαφρά αποκλιμάκωση στα 221,5 ευρώ/MWh, ωστόσο παραμένει σχεδόν 4 φορές ακριβότερη από τη μέση τιμή του 2020.

Η τιμή του φυσικού αερίου τον Δεκέμβριο ανήλθε σε 116 ευρώ/MWh, ενώ τον Ιανουάριο έπεσε σε 84,5 ευρώ/MWh. Παρά την αποκλιμάκωση, η τιμή παραμένει αισθητά υψηλότερη, σχεδόν 5 φορές παραπάνω σε σχέση με ένα έτος πριν, ενώ το τελευταίο διάστημα καταγράφονται εξαιρετικά υψηλές τιμές και στο πετρέλαιο. Η τιμή του Brent κινείται στα 92,2 δολάρια το βαρέλι, επίπεδα τιμών που είχαν σημειωθεί τον Οκτώβριο του 2014.

Σε δύσκολη θέση

Αυτά τα δεδομένα και οι οξύτατες αντιδράσεις της αντιπολίτευσης, αλλά κυρίως η δυσφορία των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, έχουν οδηγήσει σε δύσκολη θέση το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης και τους υπουργούς σε αντιφατικές δηλώσεις για τα πιθανά μέτρα στήριξης.

Οπως λένε έγκυρες πηγές, «η κυβέρνηση κρατάει στάση αναμονής περιμένοντας ενδεχομένως «πράσινο φως» από τις Βρυξέλλες για μείωση του ΦΠΑ στο 6% από 13% σήμερα σε συγκεκριμένα ήδη διατροφής. Κάτι τέτοιο όμως δεν πρόκειται να συμβεί εντός Φεβρουαρίου».

Οι όποιες αποφάσεις ληφθούν θα αφορούν τον επόμενο μήνα, πράγμα που σημαίνει ότι για τον τρέχοντα μήνα θα παραμείνει ο ΦΠΑ σε υψηλά επίπεδα. Ωστόσο δεν είναι λίγοι που επισημαίνουν ότι μπορεί ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, όπως έκανε και με τον ΕΝΦΙΑ, να προχωρήσει άμεσα σε ανακοινώσεις μείωσης του ΦΠΑ τη στιγμή που αρμόδιοι υπουργοί δεν ξεκαθαρίζουν τι τελικά θα συμβεί.

Ολα εξετάζονται

Ο υπουργός Οικονομικών Χρήστος Σταϊκούρας, ερωτηθείς για το θέμα της μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα και τη μείωση του ειδικού φόρου κατανάλωσης (ΕΦΚ), είπε ότι όλα εξετάζονται, αλλά υπάρχουν προτεραιότητες, ενώ κράτησε επιφυλάξεις λέγοντας ότι «η μείωση του φόρου μπορεί να μην πάει στον τελικό καταναλωτή αλλά να χαθεί στην πορεία της εφοδιαστικής αλυσίδας».

Στο ίδιο μήκος κύματος και η τελευταία δήλωση του οικονομικού συμβούλου του Πρωθυπουργού Αλέξη Πατέλη, ο οποίος στη συζήτηση περί προσωρινής μείωσης του ΦΠΑ στα τρόφιμα και του φόρου στα καύσιμα ανέφερε χαρακτηριστικά ότι «μια προσωρινή μείωση ΦΠΑ δεν θα είχε πολύ μεγάλο αντίκτυπο. Είναι πολύ πιθανό να την απορροφούσαν οι επιχειρήσεις. Είμαστε σίγουροι δηλαδή ότι θα δοθεί πίσω στον καταναλωτή; Και μετά, όταν θα έρθει η ώρα να το πάρει κανείς πίσω, τι θα γίνει;» διερωτήθηκε.

Επίσης, ανέφερε ότι μια μόνιμη μείωση του ΦΠΑ σε μια ευρεία γκάμα προϊόντων θα είχε μεγάλο δημοσιονομικό κόστος. Για τα καύσιμα τόνισε ότι το κόστος θα ήταν πολύ μεγαλύτερο και επισήμανε πως κανείς δεν πρέπει να ξεχνά ότι η Ελλάδα εισάγει το πετρέλαιο και το εμπορικό ισοζύγιο δεν πρέπει να αυξηθεί απότομα.

Αξίζει ωστόσο να τονιστεί ότι οι ίδιοι υπουργοί πριν από περίπου δύο εβδομάδες έλεγαν για τον ΕΝΦΙΑ ότι θα μειωθεί μόλις κατά 2%-3% και τελικά ο Πρωθυπουργός ανακοίνωσε μείωση κατά 13%. Μένει να φανεί αν τις επόμενες ημέρες θα δούμε κάτι αντίστοιχο και για τον ΦΠΑ στα τρόφιμα.

Η ανάπτυξη

Μάλιστα, αν επιβεβαιωθούν οι χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, η οποία προχώρησε σε ισχυρή ανοδική αναθεώρηση των εκτιμήσεών της για τον ρυθμό ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας το 2021 στο 8,5% (μπορεί να είναι και πάνω από 9%), τότε θα προκύψει έξτρα δημοσιονομικός χώρος περίπου 800 εκατ. ευρώ, χρήματα που μπορούν να καλύψουν πρόσθετα μέτρα στήριξης νοικοκυριών.

Η μείωση του ΦΠΑ στο 6% δεν θα αφορά το σύνολο των τροφίμων αλλά συγκεκριμένα προϊόντα, όπως το κρέας, το γάλα, το ψωμί, τα φρούτα, τα λαχανικά.

Ωστόσο, ακόμη και αν η μείωση αφορά μόνο τα συγκεκριμένα προϊόντα, τότε το δημοσιονομικό κόστος είναι τεράστιο.

Για παράδειγμα, οι ετήσιες εισπράξεις ΦΠΑ στο κρέας είναι περίπου 500 εκατ. ευρώ και αν ο συντελεστής πέσει στο 6%, οι μηνιαίες απώλειες θα είναι 20 εκατ. ευρώ. Στο ψωμί η απώλεια θα είναι 10 εκατ. ευρώ, στα φρούτα περίπου 15 εκατ. ευρώ για κάθε μήνα που θα παραμένει ο ΦΠΑ στο 6% και στα λαχανικά 8 εκατ. ευρώ. Αν η μείωση γενικευόταν σε όλα τα τρόφιμα, τότε το δημοσιονομικό κόστος θα ανέβαινε. Στα καύσιμα η κυβέρνηση δεν φαίνεται προς το παρόν να συζητεί μείωση του Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης. Η Ελλάδα βρίσκεται στην 4η θέση με τον πιο υψηλό ΕΦΚ στην αμόλυβδη βενζίνη, και αν το επιθυμεί και συμφωνήσουν και οι θεσμοί, θα μπορούσε να μειώσει τον φόρο πολύ χαμηλότερα από τα σημερινά επίπεδα.

Οι επιδοτήσεις

Για την ηλεκτρική ενέργεια, και τον Φεβρουάριο η επιδότηση θα αφορά όλες τις παροχές κύριας κατοικίας. Η μέση μηνιαία ενίσχυση για ένα μέσο νοικοκυριό που καταναλώνει μέχρι 300 kWh/μήνα ορίστηκε στα 39 ευρώ τον Φεβρουάριο και σε 51 ευρώ σε όσους είναι ενταγμένοι στο Κοινωνικό Οικιακό Τιμολόγιο.

Για τους επαγγελματικούς καταναλωτές, οι οποίοι είναι συμβεβλημένοι σε κυμαινόμενα τιμολόγια προμήθειας ηλεκτρικής ενέργειας, η μοναδιαία τιμή της επιδότησης παραμένει στα 65 ευρώ/ΜWh. Το σύνολο του μέτρου επιδότησης των επιχειρήσεων για τον Φεβρουάριο εκτιμάται σε 133 εκατ. ευρώ.

Για το φυσικό αέριο η επιδότηση των νοικοκυριών θα ανέλθει σε 20 ευρώ ανά θερμική MWh για το σύνολο της μηνιαίας κατανάλωσης. Παράλληλα, η ΔΕΠΑ Εμπορίας θα συνεχίσει να προσφέρει έκπτωση ύψους 20 ευρώ ανά θερμική MWh για όλη τη μηνιαία κατανάλωση στους πελάτες της και το ίδιο αναμένεται να πράξουν και οι υπόλοιποι πάροχοι.

SOS από τη βιομηχανία για το κόστος ενέργειας

Τον κώδωνα του κινδύνου για τις επιπτώσεις στις μεταποιητικές επιχειρήσεις και στην ελληνική οικονομία από τις μεγάλες αυξήσεις των τιμών της ενέργειας κρούουν οι βιομήχανοι. Ο Σύνδεσμος Βιομηχανιών Ελλάδας έδωσε στη δημοσιότητα τα ευρήματα έρευνας, σύμφωνα με την οποία το 88% των βιομηχανιών ήλθε αντιμέτωπο με αυξήσεις πάνω από 40% στα τιμολόγια ρεύματος. Το αποτέλεσμα είναι να έχει διογκωθεί από 20% έως 40% το κόστος παραγωγής για περισσότερες από μία στις πέντε επιχειρήσεις. Την ανηφόρα έχουν πάρει οι τιμές των πρώτων υλών όπως σημειώνει μία στις τρεις επιχειρήσεις, ενώ υψηλότερες έχουν γίνει οι τιμές των ενδιάμεσων προϊόντων για μία στις τέσσερις επιχειρήσεις. Ακριβότερες είναι και οι δαπάνες μεταφοράς των προϊόντων για μία στις πέντε επιχειρήσεις. Σύμφωνα με την ίδια έρευνα πάνω από τις μισές επιχειρήσεις (57%) έχουν μετακυλίσει τα επιπλέον κόστη στις τιμές των προϊόντων που παράγουν.