Ρεμπέτικο: Από τη Δραπετσώνα στην UNESCO

Ηταν καλοκαίρι του 1934, χρόνια ταραγμένα τόσο πολιτικά όσο και κοινωνικά - με την Ελλάδα σε πτώχευση από το 1932, όταν η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» κουρδίζει μπουζούκια, μπαγλαμάδες και φωνές και ερμηνεύει μερικά από τα ομορφότερα τραγούδια του ρεμπέτικου.

Ηταν καλοκαίρι του 1934, χρόνια ταραγμένα τόσο πολιτικά όσο και κοινωνικά –με την Ελλάδα σε πτώχευση από το 1932, όταν η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» κουρδίζει μπουζούκια, μπαγλαμάδες και φωνές και ερμηνεύει μερικά από τα ομορφότερα τραγούδια του ρεμπέτικου. Στη Μάντρα του Σαραντόπουλου, κοντά στην Ανάσταση στη Δραπετσώνα, ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Γιώργος Μπάτης, ο Στράτος Παγιουμτζής και ο Ανέστης Δελιάς φτιάχνουν την πρώτη ρεμπέτικη κομπανία που σύντομα θα άλλαζε τη φυσιογνωμία του ελληνικού τραγουδιού.
Ο Μάρκος Βαμβακάρης ήταν ο εμπνευστής της και ο Γιώργος Mπάτης εκείνος που τη βάφτισε με τον λαμπερό καθαρευουσιάνικο τίτλο «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς».Ενα πρωτοποριακό για την εποχή του μουσικό σχήμα γεννιέται, και μαζί του όμορφα τραγούδια που μιλούσαν για τον έρωτα, τη φτώχεια, τον καημό, την απελπισία. Ο Μάρκος Βαμβακάρης είναι τότε 29 χρόνων, ο Γιώργος Μπάτης κόντευε τα 50, ο Στράτος Παγιουμτζής τα 30 και ο Ανέστης Δελιάς, ο μικρότερος της παρέας, τα 22 του χρόνια. Η «Τετράς η ξακουστή του Πειραιώς» συναντιέται σε καφενεία και ταβερνεία της ευρύτερης περιοχής του Πειραιά, κατεβαίνει στα βράχια της Πειραϊκής και ερμηνεύει τραγούδια αληθινά που καθιερώθηκαν ως πειραιώτικα ρεμπέτικα τραγούδια.
Ποιος άραγε από αυτή την τετράδα αλλά και από τους προγενέστερους όσο και τους μεταγενέστερους μουσικούς και ερμηνευτές του ρεμπέτικου αλλά και τους θαμώνες των τεκέδων θα μπορούσε να φανταστεί ότι 80 και πλέον χρόνια μετά το είδος που υπηρέτησαν θα εγγράφονταν στον Αντιπροσωπευτικό Κατάλογο της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας που ενέκρινε η Διακυβερνητική Επιτροπή της Σύμβασης για τη Διαφύλαξη της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς (UNESCO, 2003) στη 12η ετήσια συνεδρίασή της, που πραγματοποιήθηκε στην Κορέα από τις 4 έως τις 9 Δεκεμβρίου 2017, μετά τον πλήρη φάκελο υποψηφιότητας που υπέβαλε το υπουργείο Πολιτισμού.
Σύμφωνα με το σκεπτικό του φακέλου, αν και η πρωτογενής δημιουργία των ρεμπέτικων δείχνει να ολοκληρώνεται στα μέσα της δεκαετίας του 1950, τα τραγούδια αυτά εξακολουθούν να παραμένουν εξαιρετικά δημοφιλή έως τις μέρες μας, μέσα από την αναβίωσή τους από τις νεότερες γενιές με πλήθος έρευνες, συνέδρια, βιβλιογραφικές και δισκογραφικές εκδόσεις, μαθήματα και σεμινάρια, ραδιοφωνικές και τηλεοπτικές εκπομπές, αφιερώματα και συναυλίες, καθώς και καθημερινές επανεκτελέσεις και διασκευές σε κέντρα διασκέδασης, μουσικές σκηνές αλλά και φιλικές γιορτές και διασκεδάσεις. Παράλληλα, αποτέλεσαν σημαντική πηγή έμπνευσης για πολλούς από τους νεότερους συνθέτες, στιχουργούς και μουσικούς, όπως τους Χατζιδάκι, Θεοδωράκη, Ξαρχάκο, ενώ ήδη το 1944-45 ο Νίκος Σκαλκώτας ενέταξε στο δεύτερο μέρος ενός συμφωνικού έργου του («Κονσέρτο για δύο βιολιά») το θέμα από το τραγούδι του Βασίλη Τσιτσάνη «Θα πάω εκεί στην Αραπιά».
Στο Δελτίο Στοιχείου για την έγκριση εγγραφής του ρεμπέτικου στο Εθνικό Ευρετήριο Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς του ΥΠΠΟΑ αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι η παράδοση των ρεμπέτικων τραγουδιών αποτελεί ένα ξεχωριστό κεφάλαιο του ελληνικού αστικού λαϊκού πολιτισμού, ως μια συλλογική μορφή έκφρασης και επικοινωνίας που κατόρθωσε νο συνταιριάξει σε μια θαυμαστή ενότητα τον λόγο, τη μουσική και τον χορό. Η περίοδος δημιουργίας τους καλύπτει το πρώτο μισό του 20ού αι., εποχή διαμόρφωσης στην Ελλάδα των μεγάλων αστικών κέντρων και της αργής αλλά σταθερής επέκτασης του βιομηχανικού πολιτισμού. Συνδέονται με συγκεκριμένες κοινωνικές τάξεις και ομάδες: αρχικά με το υποπρολεταριάτο των πόλεων-λιμανιών και, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, με τους προσφυγικούς πληθυσμούς. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η κοινωνική τους βάση διευρύνεται στα μεσαία αστικά στρώματα.
Το «κλασικό» ρεπερτόριο του είδους ανέδειξε πολλούς δημοφιλείς συνθέτες, τραγουδιστές και μουσικούς, και συνδέεται με την εμφάνιση και διάδοση στην Ελλάδα και τον ελληνισμό των ΗΠΑ της δισκογραφίας και των μέσων μαζικής επικοινωνίας. Οι συνθήκες δημιουργίας και επιτέλεσης, οι κοινωνικοί φορείς, καθώς και πολλά υφολογικά και μορφολογικά στοιχεία του ρεμπέτικου παρουσιάζουν ενδιαφέρουσες αντιστοιχίες με ανάλογα είδη αστικής λαϊκής μουσικής που αναπτύχθηκαν την ίδια περίπου εποχή σε άλλες χώρες, όπως τα αργεντίνικα τάνγκο, τα αμερικανικά μπλουζ, τα πορτογαλέζικα φάδος κ.ά.
Οπως σημείωσε στο «Βήμα της Κυριακής» η Σταυρούλα-Βίλλυ Κ. Φωτοπούλου, διευθύντρια Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς Γ. Δ/νση Αρχαιοτήτων και Πολιτιστικής Κληρονομιάς του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού, η οποία ήταν παρούσα στην παρουσίαση του φακέλου στην UNESCO τον περασμένο Δεκέμβριο, ο φάκελος είχε μεγάλη αποδοχή από όλους. «Ηταν ουσιαστικά κάτι που το περίμεναν σαν να μας είπαν «έχετε αργήσει»». Από εδώ και πέρα στόχος του ΥΠΠΟΑ είναι να ληφθούν μέτρα διαφύλαξης του ρεμπέτικου με έμφαση στην εκπαίδευση. Από τη δική της πλευρά η Μάρα Καλοζούμη, αρχαιολόγος – υπάλληλος της Διεύθυνσης Νεότερης Πολιτιστικής Κληρονομιάς, ερμηνεύτρια ρεμπέτικου, η οποία έλαβε και εκείνη μέρος στην κατάρτιση του φακέλου, υπογράμμισε ότι στόχος της ένταξης του ρεμπέτικου στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά είναι η αναγνώρισή του και καταγραφή του να το κάνει γνωστό στον κόσμο και ως φορέας να κάνει τα απαραίτητα βήματα και ενέργειες που θα βοηθήσουν στη μελλοντική διδασκαλία και διάσωσή του μέσα από εκπαιδευτικά προγράμματα. «Το υπουργείο Πολιτισμού δεν είναι φρουρός εν προκειμένω του ρεμπέτικου. Θα το υποστηρίξει και θα το διαφυλάξει».
Το γεγονός ότι το ρεμπέτικο αποτελεί στοιχείο της Αϋλης Πολιτιστικής Κληρονομιάς της Ανθρωπότητας φυσικά και είναι σημαντικό. Το σημαντικότερο είναι ότι το ρεμπέτικο συνεχίζει ακόμη και σήμερα να είναι παρόν, μέσα από τις αναβιώσεις, τις κομπανίες και τους συνεχιστές του, αποδεικνύοντας ότι παραμένει ακόμη ζωντανό. Και αυτό δεν φαίνεται μόνο από τις επιστολές που έχουν σταλεί για το ρεμπέτικο στον φάκελο που κατατέθηκε –αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την υποβολή του ακόμη και από παιδιά –αλλά και από το γεγονός ότι η UNESCO το θεωρεί ζωντανό. Ακόμη μία προϋπόθεση για να μπει στον κατάλογο.

Πού και πότε

Ούζο, κρασί και μουσική σε μια αυθεντική ρεμπέτικη βραδιά. Mια αλλιώτικη συναυλία με ρεμπέτες της νέας γενιάς και με το κοινό να κινείται ελεύθερα, απολαμβάνοντας μεζέδες και ποτά στα μπαρ της Αίθουσας Βanquet!

Οι Rebetien, το Τρίο Κατάρα και η Ρεμπέτικη Μπάντα από την Ελλάδα δίνουν ραντεβού με τους Kosmokratores από το Βέλγιο την Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου στις 10 το βράδυ στο Μέγαρο Mουσικής Αθηνών.

«Από τον Μάρκο στον Στέλιο – 85 χρόνια ζωντανής ρεμπέτικης ιστορίας» στις 25 Φεβρουαρίου στο «Κρεμλίνο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.