160 χρόνια made in Greece

Κάποτε, η ελληνική βιομηχανία είχε τον «χοντρό» της.

Κάποτε, η ελληνική βιομηχανία είχε τον «χοντρό» της. Το μυαλό πάει αμέσως σε κάποιον ιδιοκτήτη εργοστασίου έτσι όπως έχουμε συνηθίσει να τους βλέπουμε να εικονογραφούνται σε γελοιογραφίες. Ωστόσο ο εν λόγω υπέρβαρος αγνώστων λοιπών στοιχείων ήταν τελικά το όνομα που δόθηκε στον πρώτο ελληνικό οδοστρωτήρα. Ηταν προϊόν κατασκευής του μηχανουργείου Κούππα στον Πειραιά, ενεργού ήδη στα τέλη του 19ου αιώνα, που παρουσίασε το μηχάνημα στη Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης το 1972. Λίγο πιο παλιά, τα έπιπλα του οίκου Σαρίδη κατακτούσαν τον κόσμο. Η εταιρεία λειτουργούσε ήδη από το 1927, όμως τη δεκαετία του ’60 η στροφή του ντιζάιν σε σχέδια εμπνευσμένα από αρχαιοελληνικές παραστάσεις οδήγησε τα έπιπλα του Ελευθερίου Σαρίδη στα πιο πλούσια και αριστοκρατικά σαλόνια. Ο Ωνάσης, ο Νιάρχος, ο Καραμανλής και πιο μετά, τη δεκαετία του ’90, η Μαντόνα ή ο Βερσάτσε είχαν στα σπίτια τους αντικείμενα με αυτή την πολύτιμη ελληνική υπογραφή.
Ενδεχομένως και μία καρέκλα Louis IV σαν αυτή που παρουσιάζεται στην έκθεση «160 χρόνια made in Greece. Βιομηχανία, Πρωτοπορία, Καινοτομία» από την Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων και το Βιομηχανικό Μουσείο Φωταερίου με αφορμή τα 160 χρόνια από την ίδρυση του εργοστασίου γκαζιού της Αθήνας.

Εκατό εταιρείες

Στο νέο νοσταλγικό εκθεσιακό πόνημα μετά την άκρως επιτυχημένη περυσινή «GR80s. Η Ελλάδα του Ογδόντα», η οποία προσέλκυσε 80.000 επισκέπτες, το κοινό έρχεται σε επαφή με περισσότερες από εκατό καινοτόμες ή πρωτοπόρες εταιρείες που έφεραν τη βιομηχανική ανάπτυξη στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1860-1970. Η περιήγησή του στον κάποτε θαυμαστό κόσμο της ελληνικής βιομηχανίας γίνεται σε δύο κτίρια μέσα από οκτώ κλάδους (μετάλλου, χημικών, οικοδομικών υλικών και υλών, ενέργειας, τροφίμων και ποτών, κλωστοϋφαντουργίας και ένδυσης, καπνού, επίπλου) και 800 αντικείμενα. Μηχανήματα όπως μια σακευτική μηχανή τσιμέντου της ΑΓΕΤ-Ηρακλής από τη δεκαετία του ’50. Vintage οικιακές συσκευές «Προτιμώ ΕΣΚΙΜΟ» και «Πίτσος εμπιστοσύνη». Eνα ηλεκτροκίνητο αυτοκίνητο Enfield που κατασκευάστηκε στο Νεώριο Σύρου τη δεκαετία του ’70. Πρώτες ύλες, φωτογραφίες, διαφημίσεις, σπάνια έγγραφα και οπτικοακουστικό υλικό για κάθε σχεδόν εταιρεία που προέρχονται είτε από τις ίδιες τις εταιρείες που τα διατηρούσαν είτε από συλλέκτες που τα απέκτησαν όταν οι βιομηχανίες έκλεισαν.
Οι βιομηχανίες που παρουσιάζονται επιλέχθηκαν από τη Χριστίνα Αγριαντώνη, στην οποία ανήκει η επιστημονική επιμέλεια, και από τον Γιάννη Στογιαννίδη, ο οποίος ανέλαβε την ιστορική έρευνα. Κριτήριά τους ήταν η πρωτοπορία (κοινώς «βιομηχανίες που εισήγαγαν για πρώτη φορά κάποια προϊόντα»), η καινοτομία («εταιρείες που επινόησαν καινούργιες μεθόδους, έφεραν το μάνατζμεντ, χρησιμοποίησαν τη διαφήμιση συστηματικά») και η μακροβιότητα. Ο Γιάννης Στογιαννίδης έχει συντάξει και τα πολύτιμα χρονολόγια των εταιρειών με στοιχεία από τα ιστορικά της Εθνικής Τράπεζας και της Τράπεζας Πειραιώς.

Είδαμε… φωταέριο

Αφετηρία της έκθεσης για την καταγραφή και ανάδειξη της βιομηχανικής δραστηριότητας στην Ελλάδα αποτελεί το έτος 1860, χρονιά που αρχίζει να λειτουργεί το εργοστάσιο φωταερίου. «Οχι μόνο επειδή είναι ο χώρος όπου φιλοξενείται η έκθεση αλλά και γιατί τότε αρχίζει να λειτουργεί στην Ελλάδα η πρώτη βιομηχανία παραγωγής ενέργειας. Προφανώς η ενέργεια μπορεί να δώσει κίνηση σε όλες τις βιομηχανίες» εξηγεί ο κ. Στογιαννίδης. «Είχαν γίνει προσπάθειες και πιο παλιά να ανεγερθούν βιομηχανίες, όμως λίγο-πολύ έκλεισαν, όπως ένα μεγάλο εργοστάσιο ζάχαρης κοντά στην Αταλάντη το 1840. Η μεταξουργία σαν κλάδος είναι η πρώτη βιομηχανία της χώρας, όπως και τα ατμοκίνητα βυρσοδεψεία της Σύρου από το 1855» διευκρινίζει η κυρία Αγριαντώνη.
Η έκθεση καλύπτει ένα χρονολογικό φάσμα που περιλαμβάνει βιομηχανίες που ιδρύθηκαν ως το 1970. Σε αυτό περιλαμβάνονται βεβαίως οι δύο χρυσές εποχές της ελληνικής βιομηχανίας. Η πρώτη εκτείνεται από τα τέλη του 19ου με αρχές 20ού αιώνα, ως τους Βαλκανικούς Πολέμους. «Είναι μια χρυσή εποχή, γιατί τότε έχουμε την εισαγωγή και ανάπτυξη πολλών νέων κλάδων παραγωγής προϊόντων στη χώρα, όπως τα χημικά και την τσιμεντοβιομηχανία» λέει η κυρία Αγριαντώνη. Γίνεται βέβαια αναφορά στον «κύκλο της Ζυρίχης», στους έλληνες αστούς οι οποίοι αφότου είχαν σπουδάσει χημεία ή μηχανική στο Πολυτεχνείο της ελβετικής πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα είχαν επιστρέψει στην Ελλάδα με στόχο να θέσουν σε εφαρμογή το όραμά τους για εκβιομηχάνιση της χώρας. Δικό τους έργο είναι τα τσιμέντα Τιτάν, η (σημερινή) ΑΓΕΤ, τα Λιπάσματα Δραπετσώνας, η χρωματουργία Πειραιώς ΧΡΩΠΕΙ.

Η δεύτερη άνθηση

Η δεύτερη εποχή άνθησης ξεκινάει την περίοδο του Σχεδίου Μάρσαλ, τη δεκαετία του ’50. «Ο στόχος των Αμερικανών ήταν να σταματήσει ο «κομμουνιστικός κίνδυνος», παρ’ όλα αυτά δόθηκε μια ευκαιρία στην ελληνική βιομηχανία να ανανεώσει τον εξοπλισμό της και να ιδρύσει νέες μονάδες παραγωγής» εξηγεί ο κ. Στογιαννίδης. Ηδη από τα τέλη της δεκαετίας του ’40 έχουν αρχίσει να λειτουργούν μεγάλες χρωματουργίες, όπως η ΒΙΒΕΧΡΩΜ ή η ΧΡΩΤΕΞ, ενώ το ’58 και το ’60 εμφανίζονται τα Ελληνικά Πετρέλαια και η Αλουμίνιον της Ελλάδος. Η χρυσή εποχή φτάνει στην ακμή της στα τέλη της δεκαετίας του ’60, «όταν η βιομηχανική δραστηριότητα αποτελούσε το 25% του ΑΕΠ (σήμερα είναι γύρω στο 11%», όπως περιγράφει η κυρία Αγριαντώνη. «Η βιομηχανία παρατηρεί την ανοικοδόμηση της Αθήνας και την τεράστια αστικοποίηση που παρατηρείται».
Για να φτάσουμε στο 1970, όπου λειτουργεί ήδη τρία χρόνια η φαρμακοβιομηχανία ELPEN του Δημήτρη Πενταφράγκα. Οπως λέει ο κ. Στογιαννίδης, ο οποίος τη χρησιμοποιεί ως ένα παράδειγμα επιτυχημένης βιομηχανικής δραστηριότητας της εποχής: «Ακόμα και σήμερα παραμένει από τις πολύ δυνατές βιομηχανίες. Παράγει στην Ελλάδα, διαθέτει δικό της εργοστάσιο στη Γερμανία, με το οποίο προωθεί τα προϊόντα της στη γερμανική αγορά, και φυσικά καινοτομεί στον τομέα της έρευνας και απασχολεί έλληνες επιστήμονες. Ενας από τους στόχους της έκθεσης δεν ήταν μόνο να πούμε «τι ωραία βιομηχανία που είχαμε» αλλά να θυμίσουμε στο ελληνικό κοινό ότι υπάρχουν ενεργές ιστορικές βιομηχανίες και απασχολούν ελληνικό προσωπικό. Δεν είναι πολλές, αλλά δεν είναι και λίγες. Λιγότερες από τις μισές βιομηχανίες που παρουσιάζονται στην έκθεση λειτουργούν και σήμερα. Δεν μπορώ να μην αναφέρω τον Παπουτσάνη, ο οποίος από το 1890 μέχρι σήμερα συνεχίζει όχι μόνο να παράγει αλλά και να εξάγει τα προϊόντα του. Οσον αφορά τον κλάδο των τροφίμων, στην έκθεση θα δυσκολευθείτε να βρείτε κάποιες εταιρείες που είναι σήμερα ανενεργές. Παράδειγμα, η ΙΟΝ ή τα μπισκότα Παπαδοπούλου, η σοκολατοποιία Παυλίδη, που λειτουργεί απρόσκοπτα από το 1841 κι ας περνάει σε πολυεθνικές αυτή τη στιγμή, όπως έχει συμβεί με το brandy Metaxa, την Ελαΐς ή την ΕΒΓΑ (το κομμάτι των πωλήσεών της το χειρίζεται η Unilever). Παρ’ όλα αυτά, αυτό που έχει πολλή σημασία και δεν το θυμόμαστε συχνά είναι ότι αυτές οι βιομηχανίες λειτουργούν στην Ελλάδα, φορολογούνται στην Ελλάδα και κυρίως απασχολούν έλληνες εργαζομένους».

Η δυσπιστία, ο μαρασμός

Θα μπορούσαν ενδεχομένως να λειτουργούν ακόμα περισσότερες βιομηχανικές μονάδες σήμερα αν δεν είχε ξεκινήσει η αποβιομηχάνιση τη δεκαετία του ’70, η οποία συνέβη για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. «Εγώ θα την αποκαλούσα περίοδο αναδιάρθρωσης, όπου συμβαίνουν τεράστιες ανατροπές που συνδέονται με την ψηφιακή επανάσταση και την παγκοσμιοποίηση» θα πει η κυρία Αγριαντώνη. Μαζί με την κατάρρευση του νομισματικού συστήματος του Bretton Woods, τη μεγάλη ενεργειακή κρίση με το πετρέλαιο, την πλήρη ένταξη της χώρας στην Ευρωπαϊκή Ενωση και στην ΟΝΕ, αλλά και την εμφάνιση του οικολογικού κινήματος που ξεκινάει από τη Γερμανία και διεκδικεί την απομάκρυνση των εργοστασίων μέσα από την πόλη, όλες οι παράμετροι δημιουργούν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ για την ελληνική βιομηχανία. «Οι οικολογικές ανησυχίες εμφανίστηκαν πολύ έντονα στην Ελλάδα τη δεκαετία του ’80. Θυμάστε πόσο μας απασχολούσε το αθηναϊκό νέφος εκείνη την εποχή; Σήμερα σχεδόν το έχουμε ξεχάσει. Δεν είναι αμελητέα η παράμετρος ότι πολλές ελληνικές βιομηχανίες δεν μπόρεσαν να αντεπεξέλθουν στον διεθνή ανταγωνισμό, ίσως επειδή δεν έκαναν τις κινήσεις εκσυγχρονισμού που έπρεπε» λέει ο κ. Στογιαννίδης. Από την άλλη, δεν υπήρξε ποτέ πολιτική βούληση με σαφές σχέδιο ανάπτυξης, ενώ παράλληλα «υπήρχε έντονο το αίτημα να σταματήσει η εργατιά, να δημιουργηθεί ένα πιο υπαλληλικό προφίλ για τους εργαζομένους. Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 εμφανίζονται τα εργασιακά συμβούλια, οι εργάτες θέλουν να πάρουν στα χέρια τους τις βιομηχανίες. Η αντίδραση του εργατικού κινήματος ενάντια στη βιομηχανία δεν ήταν βέβαια πάντα άδικη. Το πρόβλημα όμως κατά την άποψή μου ήταν ο ριζοσπαστισμός. Οι βιομήχανοι δεν είναι μόνο άνθρωποι που έχουν κεφάλαιο και εκμεταλλεύονται τον εργαζόμενο αλλά και άνθρωποι που επενδύουν, παίρνουν ρίσκα, ενώ κάποιοι από αυτούς εκπαιδεύουν το προσωπικό τους και το ενθαρρύνουν να βελτιώνεται» σύμφωνα με τον κ. Στογιαννίδη. Υπήρξε και εκείνος ο περίφημος Οργανισμός Ανασυγκρότησης Επιχειρήσεων επί ΠαΣοΚ στον οποίο περιήλθαν πολλές εταιρείες για να κρατικοποιηθούν, συχνά με ολέθρια αποτελέσματα, όπως αποδείχθηκε στην περίπτωση της Πειραϊκής-Πατραϊκής (1919-1992). «Η δεκαετία του ’80 ήταν μια δύσκολη δεκαετία σε όλον τον κόσμο. Στην Ελλάδα η ιστορία για το τι έγινε με τη βιομηχανία και την παραγωγή δεν έχει γραφτεί ακόμη. Απαιτεί πολλή δουλειά και, κυρίως, ειλικρίνεια» καταλήγει η κυρία Αγριαντώνη.

Πού και πότε

«160 χρόνια made in Greece. Βιομηχανία, Πρωτοπορία, Καινοτομία», στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων, ως τις 25.3.2018. Εισιτήριο: 4 ευρώ, μειωμένο 2,50 ευρώ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.