Σαν πάρκα, κι ας μην έχουν το …όνομα, πρέπει να προστατεύονται, αν έχουν τη …χάρη (βλάστηση), κοινόχρηστοι χώροι εντός σχεδίου πόλης. Μεγάλης σημασίας για τις εναπομείνασες «πράσινες ανάσες» στους δήμους αστικών περιοχών της χώρας αποτελεί γνωμοδότηση του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους για κοινόχρηστους χώρους, εντός σχεδίου πόλης, οι οποίοι αν και έχουν πλούσια βλάστηση, δεν έχουν προσδιορισθεί ως πάρκα ή άλση.
Το Γ΄ Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους, σε συνεδρίασή του στις 20 Μαρτίου 2017, έκρινε (αριθμ. Γνωμοδότησης 69/2017) ότι προστατεύονται από τη δασική νομοθεσία κοινόχρηστοι χώροι οι οποίοι, χωρίς να χαρακτηρίζονται στο σχέδιο πόλης ως «πάρκα» ή «άλση», ως «κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου» ή γενικότερα ως «αστικό πράσινο», έχουν αποκτήσει εν τοις πράγμασι τέτοιο χαρακτήρα.
Η απόφαση του Νομικού Συμβουλίου ελήφθη ύστερα από ερώτημα του Αναπληρωτή Υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας (Τμήμα Επιτρεπτών Επεμβάσεων στα Δασικά εδάφη και προστασίας αστικών χώρων πρασίνου/ Γενική Διεύθυνση Ανάπτυξης και Προστασίας Δασών και Αγροπεριβάλλοντος).
Τα μέλη του Γ΄Τμήματος τα οποία μελέτησαν την υπόθεση επισημαίνουν ότι, όπως έχει παγίως κριθεί από τη Δικαιοσύνη, οι εκτάσεις με δασική βλάστηση υπάγονται, ως φυσικά αγαθά και ανεξάρτητα από την ειδικότερη ονομασία τους ή τη θέση τους σε σχέση με τις οικιστικές περιοχές, σε ιδιαίτερο προστατευτικό καθεστώς για να διατηρηθεί η χρήση κατά τον προορισμό τους να και διαφυλαχθεί η οικολογική ισορροπία. Η επιβαλλόμενη από το Σύνταγμα (άρθρα 24 και 117 παρ.3) προστασία των δασών και δασικών εκτάσεων έχει την έννοια της προστασίας των δασικών οικοσυστημάτων ως έχουν.
Κρίσιμο στοιχείο για την εξαιρετική εφαρμογή της δασικής νομοθεσίας σε εντός σχεδίου εκτάσεις, που δεν χαρακτηρίζονται από το σχέδιο ως πάρκα ή άλση ή κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου, αποτελεί ο χαρακτήρας της εκτάσεως κατά τον χρόνο ένταξής τους στο σχέδιο πόλεως είτε η ένταξη αυτή γίνεται χάριν αναγκών του πολεοδομικού σχεδιασμού είτε όχι.
Μάλιστα σημειώνεται ότι ήδη ο νομοθέτης, θέτοντας τους κανόνες για τη διαδικασία τροποποίησης εγκεκριμένων ρυμοτομικών σχεδίων μετά από άρση ρυμοτομικής απαλλοτρίωσης ή δέσμευσης , ρυθμίζει και το ζήτημα του δασικού ελέγχου. Ειδικότερα, με τις διατάξεις του δεύτερου και τέταρτου εδαφίων της παραγράφου 6 του άρθρου 32 του ν. 4067/2012, εκδηλώνεται η βούληση του νομοθέτη να διατυπώσει ρητά και στη συγκεκριμένη διάταξη τον κανόνα ότι ο έλεγχος του δασικού χαρακτήρα εντός σχεδίου εκτάσεων ανάγεται στο χρόνο έγκρισης του ρυμοτομικού σχεδίου.
Επίσης, δεν θεωρήθηκε άνευ ουσίας ότι σε έγγραφό της, η Διεύθυνση Πολεοδομικού Σχεδιασμού και Τράπεζας Γης του Υπουργείου Περιβάλλοντος και Ενέργειας διατυπώνει την άποψη ότι οι χαρακτηρισμένοι στο σχέδιο πόλης ως κοινόχρηστοι χώροι- πλατείες δεν προστατεύονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας όπως οι κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου, τα πάρκα και τα άλση, λόγω της ειδικής και διακριτής πολεοδομικής λειτουργίας τους, κατ΄αναλογία με άλλους χώρους ειδικών χρήσεων, όπως οι χώροι αθλοπαιδιών κ.λπ.
Έτσι, το Γ΄ Τμήμα του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους κατέληξε ομόφωνα στη γνωμοδότηση για το θέμα των κοινόχρηστων χώρων οι οποίοι στο σχέδιο πόλεως δεν χαρακτηρίζονται ως «πάρκα» ή «άλση», ως «κοινόχρηστοι χώροι πρασίνου» ή γενικότερα ως «αστικό πράσινο» ούτε φέρουν άλλον ειδικότερο πολεοδομικό χαρακτηρισμό, αλλά έχουν «εν τοις πράγμασι» τέτοιο χαρακτήρα, δηλαδή φέρουν βλάστηση που μπορεί να δικαιολογήσει την εισαγωγή ρυμοτομικής ρύθμισης για τον χαρακτηρισμό τους ως «πάρκα» ή «άλση».

Έκρινε ότι αυτοί οι κοινόχρηστοι χώροι αντιμετωπίζονται ως «πάρκα» και «άλση» και προστατεύονται από τις διατάξεις της δασικής νομοθεσίας, εφ’ όσον η σχετική διαπίστωση του ανωτέρω χαρακτήρα από την αρμόδια δασική υπηρεσία ανάγεται στον χρόνο ένταξής τους στο οικείο σχέδιο.