Ρόμπερτ Νταρστ: «Τους σκότωσα όλους, φυσικά…»

«Τι στο διάολο έκανα; Τους σκότωσα όλους, φυσικά...». Με αυτά τα λόγια ο 71χρονος πολυεκατομμυριούχος Ρόμπερτ Νταρστ

Ρόμπερτ Νταρστ: «Τους σκότωσα όλους, φυσικά…»
«Τι στο διάολο έκανα; Τους σκότωσα όλους, φυσικά…». Με αυτά τα λόγια ο 71χρονος πολυεκατομμυριούχος Ρόμπερτ Νταρστ, κληρονόμος μιας κτηματομεσιτικής αυτοκρατορίας στη Νέα Υόρκη, παραδέχθηκε την ανάμειξή του σε μία εξαφάνιση και έναν μυστηριώδη θάνατο που μπέρδευαν τις αμερικανικές Αρχές εδώ και τρεις δεκαετίες. Πρόκειται για μια ιδιότυπη ομολογία, καθώς φέρεται να έγινε χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει, στο πλαίσιο ενός ντοκιμαντέρ για τη ζωή του από το κανάλι HBO. Η εκπομπή προβλήθηκε την περασμένη Κυριακή, ωστόσο οι Αρχές είχαν προχωρήσει στη σύλληψή του ήδη από την προηγούμενη ημέρα στη Νέα Ορλεάνη. Πάνω του βρέθηκαν 40.000 δολάρια σε μετρητά και μία μάσκα από λάτεξ, γεγονός που κάνει την αστυνομία να πιστεύει ότι σκόπευε να διαφύγει. Ο Νταρστ κατηγορείται για φόνο πρώτου βαθμού και αν κριθεί ένοχος αντιμετωπίζει τη θανατική ποινή. Η αναπάντεχη ομολογία του έγινε μιλώντας στον… εαυτό του ενώ έκανε διάλειμμα από τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ «The Jinx: The Life and Deaths of Robert Durst» («Η γρουσουζιά: Η ζωή και οι θάνατοι του Ρόμπερτ Νταρστ») για να πάει στο μπάνιο. Τα μικρόφωνα ήταν ακόμη ανοικτά χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει. «Ορίστε. Σε έπιασαν…» ακούστηκε να λέει ο Νταρστ. «Τι στο διάολο έκανα; Τους σκότωσα όλους, φυσικά…» προσέθεσε λίγες στιγμές αργότερα. Ο Νταρστ –του οποίου η οικογένεια είναι μία από τις πλουσιότερες στη Νέα Υόρκη, αφού της ανήκουν πολλά κτίρια, μεταξύ των οποίων ο Πύργος της Τράπεζας της Αμερικής στο Μανχάταν –ήταν ύποπτος για την εξαφάνιση της συζύγου του Κάθι το 1982 αλλά και για τη δολοφονία της στενής του φίλης και συγγραφέως Σούζαν Μπέρμαν, που πυροβολήθηκε στο σπίτι της στο Λος Αντζελες το 2000. Ο ίδιος επίσης δικάστηκε και απαλλάχθηκε για τον θάνατο και τον διαμελισμό του γείτονά του Μόρις Μπλακ το 2001, αφού κρίθηκε ότι ενήργησε στο πλαίσιο της αυτοάμυνας.
Οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ βρήκαν ένα γράμμα που είχε στείλει ο Νταρστ στην Μπέρμαν και θύμιζε πολύ το ανώνυμο σημείωμα που είχε λάβει η αστυνομία για τον θάνατό της. Και τα δύο ήταν γραμμένα με κεφαλαία γράμματα και το Μπέβερλι ήταν γραμμένο λάθος (Beverley αντί για Beverly). Οταν οι δημιουργοί του ντοκιμαντέρ τον ρώτησαν γι’ αυτό, εκείνος απάντησε: «Ο γραφικός χαρακτήρας μοιάζει, όπως και η ορθογραφία, και μπορώ να καταλάβω το συμπέρασμα που θα βγάλει η αστυνομία». Λίγο αργότερα εξήγησε: «Τα κεφαλαία γράμματα είναι κεφαλαία γράμματα. Πώς αλλιώς μπορεί να τα γράψει κανείς;» είπε, υποστηρίζοντας ότι η μοναδική ομοιότητα ήταν το ορθογραφικό λάθος.

«Πιστεύεται ότι ο Νταρστ συμφώνησε να κάνει τις συνεντεύξεις για το ντοκιμαντέρ, παρά τις κάθετες αντιρρήσεις των δικηγόρων του. Τίποτε καλό δεν θα μπορούσε να βγει από αυτές τις συνεντεύξεις για τον Νταρστ και ο κίνδυνος αυτές να χρησιμοποιηθούν αργότερα σε ποινικές διώξεις εναντίον του ήταν μεγάλος»
είπε στο «Βήμα» ο Ρόμπερτ Μιντζ, συνεταίρος της αμερικανικής δικηγορικής εταιρείας McCarter & English και ειδικός στην υπεράσπιση «εγκλημάτων λευκού κολάρου».
Και προσέθεσε: «Η παραδοχή του Νταρστ θα βρεθεί στο επίκεντρο της νομικής μάχης που θα διεξαχθεί πριν από τη δίκη. Η απόφαση θα ληφθεί βάσει συγκεκριμένων γεγονότων. Το δικαστήριο θα επικεντρωθεί στο γεγονός ότι ο Νταρστ γνώριζε πως φορούσε μικρόφωνο και ότι βρισκόταν σε δημόσια τουαλέτα, ενώ η υπεράσπιση θα υποστηρίξει ότι εκείνος πίστευε πως το μικρόφωνο ήταν κλειστό και ότι ήταν μόνος του όταν μιλούσε. Η υπεράσπιση είναι πιθανόν να υποστηρίξει επίσης ότι δεν επρόκειτο για ομολογία αλλά για τα λόγια ενός μπερδεμένου ηλικιωμένου άνδρα που μιλούσε στον εαυτό του κάνοντας ρητορικές ερωτήσεις και δίνοντας ρητορικές απαντήσεις».
Αίμα και μυστήριο


1982
Η σύζυγος στο τρένο της μεγάλης εξαφάνισης

Η σύζυγος του Ρόμπερτ Νταρστ Κάθι Μακ Κόρμακ εξαφανίστηκε ενώ βρισκόταν καθ’ οδόν για την Ιατρική Σχολή της Νέας Υόρκης το 1982. Λέγεται ότι την ίδια περίοδο ο Νταρστ διατηρούσε σχέση με άλλη γυναίκα και οι δυο τους έμεναν σε ξεχωριστά διαμερίσματα. «Την έβαλα στο τρένο στο Γουεστσέστερ για να πάει στην πόλη εκείνο το απόγευμα. Αυτή ήταν η τελευταία φορά που την είδα» κατέθεσε ο Νταρστ δέκα χρόνια αργότερα, στο πλαίσιο ερευνών για μια άλλη υπόθεση. Η αδελφή της γυναίκας και ένας οικογενειακός φίλος δήλωσαν σε ένορκες καταθέσεις τους ότι η Μακ Κόρμακ τους είχε πει πως ο Νταρστ την κακοποιούσε σωματικά. Κανείς δεν γνωρίζει τι πραγματικά της συνέβη και νομικά θεωρείται επισήμως νεκρή. Παρά τις υποψίες που βαραίνουν κυρίως τον Νταρστ, ο ίδιος δεν συνελήφθη για την εξαφάνισή της.
2000
Σφαίρες για τη φίλη που ήξερε πολλά

Η συγγραφέας αστυνομικών βιβλίων Σούζαν Μπέρμαν ήταν στενή φίλη του Νταρστ και τον βοήθησε στις δημόσιες σχέσεις του μετά την εξαφάνιση της συζύγου του. Η ίδια φέρεται να είχε οικονομικά προβλήματα αλλά και προβλήματα με τον υπόκοσμο καθώς είχε γράψει βιβλία για τις σχέσεις της οικογένειάς της με τη Μαφία. Στις 24 Δεκεμβρίου 2000 η Μπέρμαν, που πιστεύεται ότι είχε πληροφορίες για την εξαφάνιση της Μακ Κόρμακ, βρέθηκε νεκρή από πυροβολισμούς στο σπίτι της στην Καλιφόρνια. Λίγες ημέρες νωρίτερα η αστυνομία είχε αποφασίσει να επισκεφθεί την Μπέρμαν στο Λος Αντζελες για να της μιλήσει σχετικά με την υπόθεση Μακ Κόρμακ που είχε ξανανοίξει την ίδια χρονιά. Οι Αρχές έλαβαν ένα ανώνυμο γράμμα το οποίο έλεγε ότι στο σπίτι της Μπέρμαν υπήρχε ένα πτώμα. Ως πρόσφατα δεν υπήρχαν αρκετά στοιχεία για να οδηγήσουν στη σύλληψη του Νταρστ.
2001
Ντυμένος γυναίκα διαμέλισε τον γείτονά του

Το 2001, λίγο μετά τη δολοφονία της Μπέρμαν, ο Νταρστ, ο οποίος αρνούνταν να καταθέσει στην αστυνομία για την υπόθεση, πήγε στην πόλη Γκάλβεστον του Τέξας, όπου διέμενε σε ένα οικοτροφείο. Ο Νταρστ κατέθεσε ότι κυκλοφορούσε μεταμφιεσμένος σε κωφάλαλη γυναίκα επειδή φοβόταν τις εξονυχιστικές έρευνες από τις Αρχές για τη Μακ Κόρμακ και την Μπέρμαν. Στο Γκάλβεστον ο Νταρστ ενεπλάκη σε μια διένεξη με τον γείτονά του Μόρις Μπλακ, τον οποίο ομολόγησε ότι σκότωσε πυροβολώντας τον. Οι εισαγγελείς είπαν ότι ο Νταρστ δολοφόνησε τον Μπλακ με σκοπό να του κλέψει την ταυτότητα. Οι συνήγοροι υπεράσπισης του Νταρστ υποστήριξαν ότι ο Μπλακ μπήκε κρυφά στο διαμέρισμα του πελάτη τους και ότι εκείνος τον πυροβόλησε ενώ βρισκόταν σε αυτοάμυνα. Ο Νταρστ ομολόγησε ότι πανικοβλήθηκε και αποφάσισε να διαμελίσει το πτώμα του για να το πετάξει.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version