Πλήρη και άμεση επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της ισχύος των συλλογικών συμβάσεων αλλά και σταδιακή επάνοδο μέσω διαπραγματεύσεων του ύψους του κατώτατου μισθού στα 751,39 ευρώ: προς αυτή την κατεύθυνση φαίνεται να «κινείται» η κυβέρνηση σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση των ανατροπών που επήλθαν με τους μνημονιακούς νόμους στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα, στο καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων αλλά και στις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις.
Η δέσμευση του νέου υπουργού Εργασίας κ. Πάνου Σκουρλέτη ήταν άμεση σε ό,τι αφορά την αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας και των αρμοδιοτήτων του Οργανισμού Διαιτησίας και Διαμεσολάβησης (ΟΜΕΔ).
Αντιθέτως, το ζήτημα της επαναφοράς του κατώτατου μισθού στα προ των μειώσεων επίπεδα –δηλαδή, στα 751, 38 ευρώ –αναφέρθηκε ως «στόχος» του υπουργείου καθώς οι εκπρόσωποι των εργοδοτικών φορέων διατυπώνουν την άποψη ότι η άμεση –και εφάπαξ –επαναφορά του θα προκαλέσει επιπλέον προβλήματα στις επιχειρήσεις.
Ενδεικτική αυτού ήταν η θέση της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου η οποία έχει ταχθεί υπέρ της επαναφοράς του κατώτατου μισθού, αλλά επισημαίνει ότι «θα πρέπει να γίνει σταδιακά» και υπό την προϋπόθεση αντισταθμιστικών οφελών (π.χ., μείωση εισφορών) αντίστοιχων με το επιπλέον εργατικό κόστος.
Συζητήσεις
Το θέμα αυτό απασχολεί την ηγεσία του υπουργείου, η οποία πιθανότατα θα συζητήσει με τους κοινωνικούς εταίρους προτού λάβει τις τελικές αποφάσεις της. Πάντως δύο ενδεχόμενα φαίνεται να υπάρχουν στο τραπέζι για το υπουργείο Εργασίας.
Πρώτον, η νομοθετική λύση και η επάνοδος του κατώτατου μισθού στα προ της μείωσης επίπεδα, «με παράλληλη εφαρμογή μιας σειράς άλλων πολιτικών που θα διευκολύνουν τη λειτουργία των επιχειρήσεων και θα δίνουν ανάσες», όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Σκουρλέτης κατά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Δεύτερον, να προηγηθεί η αποκατάσταση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της ισχύος των συμβάσεων και ακολούθως να «αφεθούν» ο τρόπος και ο χρόνος –σταδιακά ή όχι –αποκατάστασης των κατώτατων αμοιβών στην «ευχέρεια» των κοινωνικών εταίρων.
Το στίγμα της πολιτικής που θα ακολουθήσει η νέα ηγεσία του υπουργείου έδωσε ο κ. Σκουρλέτης υπογραμμίζοντας ότι θα κινηθεί «στον αντίποδα του Μνημονίου, έξω από τον “στενό κορσέ” των μνημονιακών συμβάσεων. Το κράτος έχει συνέχεια αλλά όχι και οι εφαρμοζόμενες πολιτικές».
Σύμφωνα με τον νέο υπουργό, το καθεστώς των συλλογικών συμβάσεων εργασίαςθα επανέλθει στην προ του Μνημονίου εποχή (δηλαδή, επανέρχεται η υποχρεωτικότητα της ισχύος της Εθνικής Γενικής Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας, όπως η επεκτασιμότητα της σύμβασης αλλά και η μετενέργεια των συμβάσεων). Επιπλέον επανέρχονται οι αρμοδιότητες του θεσμού της μεσολάβησης και διαιτησίας.
Επίσης επανέρχονται οι προστατευτικές νομοθετικές διατάξεις για τις απολύσεις, καταργείται ο νόμος για την επιστράτευση των απεργών, ενώ θα αναζητηθεί λύση για την επανασύσταση του θεσμού της Εργατικής Κατοικίας.
Η ΓΣΕΕ
Προ των εκλογών η ΓΣΕΕ είχε τοποθετηθεί γύρω από το θέμα της επαναφοράς των κατώτατων αμοιβών ζητώντας λύση μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων και απευθύνοντας σχετική πρόσκληση στους κοινωνικούς συνομιλητές. Η Συνομοσπονδία εκτιμά ότι η επαναφορά των κατώτατων αμοιβών στα επίπεδα προ του Φεβρουαρίου 2012 καλό είναι να γίνει μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων με τους εργοδοτικούς φορείς ώστε να αποφευχθεί η δημιουργία νέων προβλημάτων στην αγορά.
Οι εκπρόσωποι των εμπόρων και των μικρομεσαίων επιχειρήσεων είναι «θετικοί υπό προϋποθέσεις» στο αίτημα αυτό, ενώ ο ΣΕΒ δεν έχει «ανοίξει τα χαρτιά του» διατηρώντας πιθανότατα «επιφυλάξεις».
Σύμφωνα με το κείμενο της πρόσκλησης της ΓΣΕΕ, η οργάνωση διεκδικεί: την επαναφορά του κατώτατου μισθού στα 751,39 ευρώ και του κατώτατου ημερομισθίου στα 33,57 ευρώγια όλους τους εργαζομένους χωρίς εξαιρέσεις (των εργαζομένων κάτω των 25 ετώ), με προσαύξηση τριετιών. Πλήρη ισχύτου συνόλου των όρων, οικονομικών και θεσμικών, της προηγούμενης ΕΓΣΣΕ. Αμεση ισχύ της επεκτασιμότητας των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Επαναφορά της μετενέργειας όλων των όρων των συλλογικών συμβάσεων.
Ασφαλιστικό
Ακροβασίες μεταξύ «παροχών» και αναζήτησης πόρων για τα Ταμεία
Σε λεπτό σχοινί ακροβατεί η κυβέρνηση, από τις πρώτες ημέρες του βίου της, γύρω από το ασφαλιστικό σύστημα, αναζητώντας αφενός νέες πηγές χρηματοδότησης του ασφαλιστικού συστήματος και εξαγγέλλοντας αφετέρου την «ικανοποίηση των προεκλογικών της δεσμεύσεων» γύρω από τις συντάξεις.
Η επαναφορά ρυθμίσεων που καταργήθηκαν με το Mνημόνιο δεν έχει επισήμως κοστολογηθεί, ωστόσο ειδικοί περί την κοινωνική ασφάλιση εκτιμούν ότι θα ξεπεράσουν το 1 δισ. ευρώ, ενώ την ίδια στιγμή δεν έχει αποσαφηνισθεί πώς θα καλυφθεί το προϋπολογισμένο έλλειμμα του 2015, που προσεγγίζει τα 2 δισ. ευρώ.
Το οξυμένο πρόβλημα χρηματοδότησης του ασφαλιστικού συστήματος έγινε φανερό από την πρώτη στιγμή από την πρώτη ενδοκυβερνητική «ασυνεννοησία» ανάμεσα στον αναπληρωτή υπουργό Κοινωνικής Ασφάλισης κ. Δ. Στρατούλη και τον γενικό γραμματέα κ. Γ. Ρωμανιά για το κατά πόσο τα Ταμεία έχουν ή όχι την οικονομική δυνατότητα να καταβάλουν τις συντάξεις του Μαρτίου στους συνταξιούχους.
Το θέμα αυτό –παρότι τελικώς ξεπεράστηκε με διαβεβαιώσεις ότι οι συντάξεις θα καταβληθούν –ανέδειξε την οριακή οικονομική κατάσταση του συστήματος.
Πάντως, από την πρώτη ημέρα ο κ. Στρατούλης ξεκαθάρισε ότι δεν ισχύουν τα σημεία της γνωστής «επιστολής Χαρδούβελη» που αφορούν το Ασφαλιστικό. Αντιθέτως εξήγγειλε τα εξής μέτρα για το επόμενο διάστημα. Αποκατάσταση του δημόσιου, κοινωνικού και αναδιανεμητικού χαρακτήρα του ασφαλιστικού συστήματος. Κατάργηση των ρυθμίσεων που μειώνουν συντάξεις και αυξάνουν το όριο ηλικίας. Κατάργηση της ρήτρας θανάτου και της ρήτρας μηδενικού ελλείμματος στις επικουρικές συντάξεις. Σταδιακή αποκατάσταση των απωλειών των συντάξεων, με αρχή τη χορήγηση της 13ης σύνταξης για συντάξεις κάτω των 700 ευρώ. Επαναφορά της σύνταξης των 360 ευρώ στους υπερηλίκους ανασφάλιστους και στους ομογενείς.
Σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις, ένα από τα μέτρα που μπορεί οικονομικά να κοστολογηθεί είναι η επαναφορά της 13ης σύνταξης για όσους παίρνουν λιγότερα από 700 ευρώ, όπως και η χορήγηση της σύνταξης σε υπερηλίκους ανασφάλιστους. Οι παρεμβάσεις αυτές υπολογίζεται ότι κοστίζουν περί τα 550 εκατομμύρια ευρώ.
Σε εκκρεμότητα παραμένει το θέμα της εφαρμογής ή όχι του νέου τρόπου υπολογισμού των συντάξεων, που ετέθη σε εφαρμογή από την 1.1.2015, αλλά ακόμη δεν έχει εκδοθεί η σχετική εφαρμοστική εγκύκλιος. Η νέα ηγεσία του υπουργείου δεν έχει αποσαφηνίσει κατά πόσο θα εφαρμοστούν οι διατάξεις του νόμου Λοβέρδου – Κουτρουμάνη ή θα υπάρξει νέα τρόπος υπολογισμού των συντάξεων κύριας ασφάλισης.
Τέλος, σε ό,τι αφορά την αναζήτηση νέων πόρων χρηματοδότησης του ασφαλιστικού συστήματος, ιδιαίτερη σημασία έχει η πρόταση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ για τη δημιουργία «ασφαλιστικού κουμπαρά» που είχε παρουσιαστεί από τον νυν γενικό γραμματέα Κοινωνικών Ασφαλίσεων, ο οποίος διετέλεσε επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτου. Οι ιδέες του ΙΝΕ περιελάμβαναν, μεταξύ των άλλων, ειδική εισφορά στις χρηματιστηριακές συναλλαγές, ειδικό φόρο σε τυχερά παιχνίδια, λαχεία, ΛΟΤΤΟ, ΠΡΟ-ΠΟ, καζίνο κ.λπ., εισφορά των τραπεζών επί του συνόλου των συναλλαγών τους, στα κέρδη επιχειρήσεων, στις συμβάσεις δημοσίων έργων, στα πρόστιμα και στις ρυθμίσεις αυθαιρέτων κ.α.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ
