Η επίτευξη του πρωτογενούς πλεονάσματος και η εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων το 2013 θέτουν τις βάσεις για «την αρχή του τέλους της κρίσης» αναφέρει σε ανάλυσή της η Eurobank.
Όπως επισημαίνουν οι οικονομολόγοι της, το 2014 ξεκινά με σαφώς καλύτερες προοπτικές από το 2013 για την ελληνική οικονομία.
«Αν γυρίσουμε ένα χρόνο πίσω θα διαπιστώσουμε ότι τότε –στις αρχές του 2013 –οι φόβοι για μια πιθανή αδυναμία της Ελλάδας να ανταποκριθεί στις αυξημένες απαιτήσεις της εφαρμογής του προγράμματος διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων του 2ου Προγράμματος Σταθεροποίησης της Ελληνικής Οικονομίας (2ΠΣΕΟ) ήταν όχι μόνο ισχυρή αλλά ενίσχυαν ακόμη τα επιχειρήματα περί πιθανής εξόδου της χώρας από την ζώνη του ευρώ (GREXIT)» τονίζουν χαρακτηριστικά.
Άλλωστε, προσθέτουν, «οι διπλές εκλογές του 2012 και ο μεταρρυθμιστικός και πραγματικός χρόνος που χάθηκε δεν απείχαν παρά μερικούς μήνες».
Και σημειώνουν πως «τώρα όλα αυτά είναι πίσω μας. Το 2014 ξεκινά έχοντας ως βάση μια περίοδο κατά την οποία πραγματοποιήθηκαν μια σειρά από κρίσιμες αλλαγές στη δομή της ελληνικής οικονομίας».
Σύμφωνα με τη Eurobank, η βελτίωση αυτή αντικατοπτρίζεται και στη μείωση του κινδύνου της ελληνικής οικονομίας όπως αυτός μετράται από τη διαφορά (spread) μεταξύ των ελληνικών δεκαετών ομολόγων και των αντίστοιχων γερμανικών τίτλων.
Την 7η Ιανουαρίου 2014 το συγκεκριμένο spread ήταν στις 595,3 μ.β. για πρώτη φορά από τα μέσα Ιουνίου 2010 και ενώ είχε φτάσει στις 2679 μ.β. στα μέσα του 2012.
Όπως αναφέρει η Eurobank, σαφώς οι αγορές αποτιμούν θετικά την πρόοδο της ελληνικής οικονομίας ιδιαίτερα μετά τις αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής ικανότητας του τέλους του 2012 .
Και υπογραμμίζει πως με δεδομένη την υπευθυνότητα όλων των εμπλεκόμενων μερών –τόσο της κυβέρνησης, όσο και των εταίρων όσον αφορά τις δεσμεύσεις τους περί μείωσης του χρέους –το 2014 θα μπορούσε να αποτελέσει τον πρώτο χρόνο με θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης.
«Κάτι τέτοιο δεν θα λύσει τα προβλήματα που αντιμετωπίζει σήμερα η ελληνική οικονομία ούτε θα μετριάσει άμεσα τις επιπτώσεις της κρίσης στην ελληνική κοινωνία» υποστηρίζει η Eurobank.
Οι αναλυτές της σημειώνουν ότι σε μια πρόσφατη μελέτη τους οι Reinhart & Rogoff (2013) εκτιμούν ότι οι περιφερειακές οικονομίες της ευρωζώνης (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) θα χρειαστούν τουλάχιστον 8 χρόνια μετά την έναρξη της κρίσης για να επανακτήσουν το κατά κεφαλήν εισόδημα που απώλεσαν εξαιτίας της κρίσης.
«Κανείς άλλωστε δεν περιμένει ότι το ποσοστό ανεργίας του 27,4% (σύμφωνα με τα στοιχεία του Σεπτεμβρίου 2013) θα επαλειφθεί σε μερικούς μήνες. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο πέρα από τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και την προσέλκυση βιώσιμων επενδύσεων απαιτείται χρόνος» καταλήγει η Eurobank.
