Σε πολιτικό και δικαστικό μπρα ντε φερ εξελίσσεται η υπόθεση των «ιερών» ανταλλαγών ακινήτων μεταξύ Δημοσίου και Μονής Βατοπαιδίου, και ενώ το σκάνδαλο βρίσκεται στην τελική ευθεία για να φθάσει στο ακροατήριο. Μόλις ένα μήνα μετά την έκδοση του οικείου βουλεύματος από το Συμβούλιο Εφετών Αθηνών, με βάση το οποίο παραπέμπονται συνολικά 14 άτομα στο εδώλιο, η μία δικαστική ενέργεια διαδέχεται την άλλη, προκαλώντας όχι μόνον έκπληξη αλλά και ανατροπή στην υπόθεση, η οποία ακόμη και στην τελική της έκβαση είναι μάλλον δύσκολο να απαλλαγεί από τα πολιτικά της βαρίδια.
Καθοριστική υπήρξε η άσκηση αναίρεσης του βουλεύματος από τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Γεώργιο Μποροδήμο ύστερα από προσφυγή του αρχιμανδρίτη Εφραίμ, του μοναχού Αρσενίου και του δικηγορικού γραφείου Πελέκη –της Αικατερίνης Πελέκη, συζύγου του πρώην υπουργού Γιώργου Βουλγαράκη, του Διονυσίου και του Δημητρίου Πελέκη, πατέρα και αδελφού της αντιστοίχως.
Δεν είναι υπερβολή να πει κανείς ότι ο ανώτερος δικαστικός κατακεραυνώνει το βούλευμα για το Βατοπαίδι, εντοπίζοντας «αντιφάσεις», «ελλείψεις» και «λογικά σφάλματα». Παράγραφο προς παράγραφο, ο αντεισαγγελέας αποδομεί τις βασικές παραδοχές του κειμένου, εκτιμώντας ότι υπάρχει «έλλειμμα νομικής βάσης», αιτιολογία που ούτε ειδική ούτε εμπεριστατωμένη είναι, «εσφαλμένη εφαρμογή ουσιαστικής ποινικής διάταξης», ως και «υπέρβαση εξουσίας». Ειδικά σε ό,τι αφορά τους Εφραίμ και Αρσένιο, ο κ. Μποροδήμος επιτίθεται στο σκεπτικό βάσει του οποίου στοιχειοθετείται η κατηγορία της ηθικής αυτουργίας, ενώ υπογραμμίζει ότι «δεν αιτιολογείται ειδικά το ποινικά επιλήψιμο των πράξεών τους, καθ’ ον χρόνο η υπόθεση είχε δρομολογηθεί να τακτοποιηθεί σε κυβερνητικό επίπεδο, διότι αποτελούσε κυβερνητική επιλογή».
Εκπρόσωποι του νομικού και δικαστικού κόσμου που γνωρίζουν προσωπικά τον κ. Μποροδήμο δεν δηλώνουν αιφνιδιασμένοι: ο αντεισαγγελέας –ο οποίος έχει περάσει κατά το παρελθόν από τους θώκους του εισαγγελέα Εφετών στην Πάτρα και τον Πειραιά, και εισαγγελέα Πρωτοδικών στα Γιάννενα -, είναι γνωστός όχι μόνον για τη νομική του κατάρτιση, αλλά και την έντονη θρησκευτική του ταυτότητα, καθώς και τις σχέσεις του με τον κόσμο της Εκκλησίας και τη μοναστική κοινότητα στον Αθω. Είναι εξάλλου απόφοιτος του Ιεροδιδασκαλείου Βελλάς, εκκλησιαστικού σχολείου με ιδιαίτερη φυσιογνωμία, που ιδρύθηκε σε καιρούς χαλεπούς (ενώ η Ηπειρος ήταν υπό τον τουρκικό ζυγό ακόμη), με στόχο «την εκκλησιαστική κατάρτιση και την εθνική αφύπνιση των Ηπειρωτών».
Οσοι είναι, δε, σε θέση να έχουν εικόνα χαρακτηρίζουν ως «αρκετά σπάνια» την αναίρεση βουλευμάτων σε αυτό το επίπεδο. «Οι αντεισαγγελείς του Αρείου Πάγου είναι ιδιαίτερα φειδωλοί σε τέτοιες κινήσεις», αναφέρουν. «Από τις αναιρέσεις που ασκούνται, ένα 9% – 10% ευδοκιμεί».

Η ανώνυμη επιστολή και ο κ. Παπακωνσταντίνου
Ο εισαγγελέας διατηρεί τη δυνατότητα να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή

Η άσκηση αναίρεσης του βουλεύματος από τον αντεισαγγελέα κ. Μποροδήμο –με την οποία η υπόθεση Βατοπαιδίου παραπέμπεται στο Ποινικό Τμήμα του Αρείου Πάγου –ενισχύεται, και σε επίπεδο εντυπώσεων, από μια ανώνυμη αναφορά (ο αποστολέας της οποίας διατείνεται ότι είναι μέλος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους) προς τον αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου κ. Νικόλαο Παντελή.
Η αναφορά, γραμμένη σε νομική γλώσσα και έμπλεα πικρίας, βάλλει κατά του χειρισμού του κ. Γιώργου Παπακωνσταντίνου, αρμοδίου υπουργού Οικονομικών την επίδικη περίοδο, ως αφετηρίας για «την οικονομική ζημιά» που έχει υποστεί το Δημόσιο επειδή επέλεξε να διεκδικήσει δικαστικώς τα ακίνητα και άφησε αναξιοποίητη γνωμοδότηση της Ολομέλειας του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους περί συμβιβασμού του Δημοσίου με τη Μονή και επιστροφής των ακινήτων-φιλέτων που της είχαν παραχωρηθεί.
Ο κ. Παντελής ως εποπτεύων των εισαγγελέων Οικονομικού Εγκλήματος έδωσε εντολή έρευνας στον αρμόδιο εισαγγελέα κ. Παναγιώτη Αθανασίου, οι προθέσεις του οποίου έχουν μάλλον και το μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Ο κ. Αθανασίου διατηρεί την εναλλακτική δυνατότητα να στείλει τη δικογραφία στη Βουλή, κατά τρόπον ώστε ενδεχόμενες ποινικές ευθύνες ως προς το αδίκημα της απιστίας να διερευνηθούν στο πλαίσιο του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Ακόμη και αν το κάνει όμως, δεν είναι βέβαιο ότι θα δοθεί απάντηση, καθώς εγείρεται το ίδιο ζήτημα με αυτό της λίστας Λαγκάρντ, σχετικό με την εξάλειψη του αξιοποίνου μετά την πάροδο δύο κοινοβουλευτικών συνόδων, και τη Βουλή της μιας ημέρας που συγκροτήθηκε μετά τις εκλογές της 6ης Μαΐου.
Για την Ιστορία, αξίζει να υπενθυμιστεί ότι ο κ. Παπακωνσταντίνου είχε ανακαλέσει την απόφαση του προκατόχου του κ. Ιωάννη Παπαθανασίου, με την οποία είχε δοθεί εντολή στις υπηρεσίες να κάνουν πράξη τον συμβιβασμό. Συνεργάτες του πρώην υπουργού εξηγούν ότι δεν θα μπορούσε να γίνει δεκτή η γνωμοδότηση (και ακολούθως η πρόταση της ίδιας της Μονής, στο ίδιο μήκος κύματος), καθώς «θα ήταν αποδοχή εν τοις πράγμασι της κυριότητας της Μονής επί της λίμνης Βιστωνίδας».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ