Ο διδασκόμενος κλέβει, ο διδάσκων παίρνει το λάφυρό του: Μια πρωτότυπη αυτοσχέδια έκθεση στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο παρουσιάζει σκονάκια… συλλεκτικής πλέον αξίας. Μήπως κάπου εκεί ανάμεσα βρίσκεται και το δικό σας;

«Η βαθμολογία σου στο μάθημα είναι πέντε (5). Καθώς το γραπτό σου ήταν παρόμοιο με αυτό συναδέλφου σου και δεδομένου μάλιστα ότι άνοιξες το βιβλίο κατά την εξέταση, προβληματίστηκα αρκετά για το αν θα έπρεπε να μηδενίσω το γραπτό σου ή όχι. Τελικά επέλεξα να σταθώ περισσότερο στη συνολική παρουσία σου στο μάθημα και στο γεγονός ότι εκπόνησες μια καλή εργασία, και σου έδωσα την ευκαιρία να περάσεις το μάθημα, εκτιμώντας ότι επρόκειτο για μια άτυχη επιλογή από πλευράς σου». Το ταπεινωτικό αυτό μήνυμα έφτασε στην ηλεκτρονική μου θυρίδα – όπου το κρατώ ακόμη – ένα απόγευμα, λίγες ημέρες προτού τα αποτελέσματα των εξετάσεων ανακοινωθούν και επίσημα από τη γραμματεία.

Επρόκειτο για τη μία από τις συνολικά δύο φορές που είχα κλέψει στις εξετάσεις και ταυτόχρονα για μία από τις δύο φορές που είχα βαθμολογηθεί με τη βάση κατά τη διάρκεια της φοιτητικής ζωής μου. Αριστη φοιτήτρια μεν, είχα (προ)αποφασίσει δε ότι οποιοδήποτε μάθημα συνεπάγεται εξετάσεις στις οποίες «κατεβαίνεις» βασισμένος στην αξεπέραστη – αλλά εντελώς ανώφελη για τη γνώση – μέθοδο της παπαγαλίας δεν θα μπορούσε να συγκεντρώνει το ιδιαίτερο ενδιαφέρον μου. Ευτυχώς στο πρόγραμμα σπουδών του ακαδημαϊκού τμήματος που παρακολουθούσα τέτοια μαθήματα ήταν σπάνια. Οπως σπάνια ήταν η – ακόμη πιο ταπεινωτική από το ίδιο το μήνυμα – γενναιοδωρία της τότε νεαρής διδάσκουσας η οποία υπέγραφε τις παραπάνω αράδες.

Το σκονάκι είναι μια παραδοσιακή μέθοδος (για κάποιους λύση ανάγκης και για άλλους συστηματική συμπεριφορά) αντιμετώπισης των εξετάσεων – συχνά με πολύ πιο ευφάνταστους τρόπους από τον δικό μου φυσικά. Σήμερα τα βλέμματα είναι στραμμένα σε μια πρωτότυπη έκθεση που έχει στηθεί σε αίθουσα του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου στη Θεσσαλονίκη (ΑΠΘ) η οποία μας αποδεικνύει ότι καμιά φορά τα πειστήρια του εγκλήματος δεν καταλήγουν απλώς στον κάδο απορριμμάτων του καθηγητή που μας τσάκωσε. Πρόκειται για μια πρωτοβουλία του Δημήτρη Μάρδα, αναπληρωτή καθηγητή στο Τμήμα Οικονομικών Επιστημών του ΑΠΘ, ο οποίος από το 1984 ως σήμερα συνέλεγε σκονάκια φοιτητών του και τώρα εκθέτει τα πιο αντιπροσωπευτικά εξ αυτών σε αίθουσα του ιδρύματος – «μία αίθουσα πολύ καλά ασφαλισμένη, διότι φοβόμαστε πολύ το ενδεχόμενο κλοπής. Ακόμη και συλλέκτες έδειξαν ενδιαφέρον για την έκθεση», όπως λέει.

«Οταν αποχωρούσε από το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο ο τότε επίκουρος καθηγητής και νυν γενικός γραμματέας Μακεδονίας – Θράκης Γιώργος Χατζηκωνσταντίνου με προορισμό το Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο, μου παρέδωσε ένα ντοσιέ με όλη τη δική του “λεία” σε σκονάκια. Αυτή προστέθηκε σε ένα μικρό σύνολο ήδη υπαρχόντων, τα οποία συγκέντρωνα από το 1984 ως νεοφώτιστο τότε διδακτικό μέλος του τμήματος, ως επιστημονικός συνεργάτης. Στη συλλογή αυτή άρχισαν να προστίθενται επίσης ό,τι αξιοπερίεργα σκονάκια συγκέντρωνα μέσω άλλων συναδέλφων» αναφέρει ο Δημήτρης Μάρδας. Προσθέτοντας κατά καιρούς δικά του «λάφυρα», ο φάκελος φούσκωνε. Το περασμένο καλοκαίρι ανέσυρε λοιπόν περίπου 200 σκονάκια πολυποίκιλων τύπων, με πιο εντυπωσιακό «έναν “πάπυρο” με μήκος περίπου ενός μέτρου και πλάτος 3,7 εκατοστών, γραμμένο με ραπιδογράφο».

Παρά το χιούμορ που δηλώνει η αυτοσχέδια και ιδιότυπη έκθεσή του, ο ίδιος ο Δημήτρης Μάρδας θεωρείται από τους πιο σκληρούς διδάσκοντες στον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζει την απάτη. «Είναι μια παραβατική διαδικασία που τιμωρείται χωρίς διαπραγμάτευση. Υπάρχουν αποφάσεις των γενικών συνελεύσεών μας για διάφορες ποινές οι οποίες επιβάλλονται – κατ’ αρχάς ο φοιτητής αποκλείεται από το μάθημα για εκείνο το εξάμηνο – και φυσικά, όπως καταλαβαίνετε, είναι και ένα θέμα προσωπικό μεταξύ διδάσκοντος και του διδασκόμενου. Και εκεί συχνά υπάρχουν άγραφοι κανόνες» επισημαίνει και συμπληρώνει: «Λαμβάνω το σκονάκι σοβαρά υπόψη, δηλαδή την επόμενη φορά που θα εξεταστεί ο φοιτητής, θα είμαι πολύ πιο αυστηρός μαζί του. Η κλοπή κατά τη διάρκεια των εξετάσεων αποτελεί πάντως διεθνή πρακτική, δεν ανακαλύψαμε εμείς τον τροχό».

Τα πρωτότυπα εκθέματα αναφέρονται λοιπόν στην περίοδο από το 1984 ως το 2010, αλλά αφορούν κατά κύριο λόγο το διάστημα ως το 1995, όταν η κινητή τηλεφωνία και η πληθώρα ηλεκτρονικών εργαλείων δεν αποτελούσαν συμμάχους των εξεταζόμενων φοιτητών. Οπως λέει ο Δημήτρης Μάρδας, «κατά την εξέταση τα κινητά τηλέφωνα είναι κλειστά και οι φοιτητές δεν τα βλέπουν, ωστόσο δεν μπορείτε να φανταστείτε με πόση ταχύτητα μπορεί κανείς να ανοίξει το κινητό, να δει μια φωτογραφία και να το βάλει ξανά μέσα».

Για του λόγου το αληθές, στις 3 Φεβρουαρίου 2010, η εφημερίδα «The Guardian» δημοσίευε σχετικό ρεπορτάζ μιλώντας για άλμα στον αριθμό των βρετανών μαθητών που έκλεψαν στις εξετάσεις για τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με τους εξεταζόμενους να χρησιμοποιούν κινητά τηλέφωνα και συσκευές Mp3. «Καταγράφεται αύξηση των κυρώσεων για ατασθαλίες στις εξετάσεις κατά 6%, σύμφωνα με επίσημα στατιστικά στοιχεία που δημοσιεύονται σήμερα. Περισσότερες από 4.400 κυρώσεις αποδόθηκαν μέσα στο 2009 σε μαθητές, ενώ υπήρξε άλμα της τάξης του 29% σε αυτές που αφορούν τους επιτηρητές στα εξεταστικά κέντρα» αναφέρεται μεταξύ άλλων στο δημοσίευμα. «Ο πιο συνηθισμένος τρόπος αντιγραφής κατά τις εξετάσεις από τους μαθητές ήταν η λαθραία χρήση εξοπλισμού – κυρίως τηλέφωνα και άλλες ηλεκτρονικές συσκευές οι οποίες τους επιτρέπουν να συνδέονται στο Διαδίκτυο, να έχουν πρόσβαση σε αποθηκευμένες πληροφορίες ή να ακούν υλικό που έχουν ηχογραφήσει» γράφει η συντάκτρια Ρέιτσελ Γουίλιαμς και συνεχίζει: «Στο Διαδίκτυο πωλούνται κρυφά, ασύρματα ακουστικά, ενώ πολλά από αυτά λανσάρονται στην αγορά ως “εξοπλισμός εξαπάτησης στις εξετάσεις”».

Πράγματι το Διαδίκτυο βρίθει από σελίδες οι οποίες προτείνουν τα αποτελεσματικότερα σχετικά gadgets καθώς και από blogs ή δικτυακές ομάδες που παρέχουν συμβουλές για το «πώς να κλέψετε επιτυχώς στις εξετάσεις». Πίσω στα ελληνικά δεδομένα όμως, όταν το εκπαιδευτικό και εξεταστικό σύστημα δεν έχει βρει ακόμη (τόσες μεταρρυθμίσεις μετά) τη φόρμουλά του, όταν πολλά πανεπιστήμια κρύβουν από ένα οικονομικό ή άλλο σκάνδαλο στο ιστορικό τους, όταν η διαφάνεια και οι υποδομές μοιάζουν υποτυπώδεις, το σκονάκι αποτελεί μάλλον μια γραφική συνήθεια και όχι την ίδια τη γάγγραινα της εκπαίδευσης.

Δημοσιεύθηκε στο BHMagazino, τεύχος 517, σελ. 66-68, 12/09/2010.