«Δεν μπορεί η χώρα να αντέξει τις φοροαπαλλαγές των πλουσιότερων Αμερικανών»! Αυτό ξεκαθάρισε ο Μπαράκ Ομπάμα στη χθεσινή του ομιλία στο Οχάιο, υπερασπιζόμενος την πολιτική του σε σχέση με το «πακέτο» φοροαπαλλαγών της κυβέρνησης Μπους, η ισχύς του οποίου λήγει στα τέλη της χρονιάς. Αν δεν ανανεωθούν από τη νομοθετική εξουσία οι φοροαπαλλαγές οι οποίες είχαν υιοθετηθεί το 2001 και το 2003, τότε αυτομάτως θα καταργηθούν. Η διοίκηση Ομπάμα προτείνει όμως να διατηρηθούν οι ελαφρύνσεις για τα μικρά και τα μεσαία εισοδήματα, δηλαδή για τα ατομικά ετήσια εισοδήματα που δεν ξεπερνούν τα 200.000 δολάρια (157.000 ευρώ). Αν πρόκειται για ζευγάρια, το όριο ανεβαίνει στα 250.000 δολάρια (196.000 ευρώ). Από το όριο αυτό και πάνω όμως ο πρόεδρος θεωρεί ότι οι φοροαπαλλαγές πρέπει να καταργηθούν.

Σύμφωνα με τον Ομπάμα, αν δεν καταργηθούν οι φοροαπαλλαγές των πολύ πλουσίων, «θα υποχρεωθούμε μέσα στην επόμενη δεκαετία να δανειστούμε 700 δισ. δολάρια για να πάρουν επιστροφές ύψους 100.000 δολαρίων φορολογούμενοι που είναι ήδη εκατομμυριούχοι» ! Με την άρση των φοροαπαλλαγών των πολύ πλουσίων, σύμφωνα με μια μελέτη της Κοινοβουλευτικής Επιτροπής για τη φορολογία, τα 3,8 εκατομμύρια φορολογουμένων που έχουν εισοδήματα από 200.000 ως 500.000 δολάρια ετησίως θα πληρώσουν κατά μέσον όρο 532 δολάρια επιπλέον έκαστος το 2011. Στα επόμενα πιο πλούσια κλιμάκια, η επιβάρυνση θα είναι μεγαλύτερη. Περίπου 10.000 δολάρια κατά μέσον όρο θα καταβάλουν οι 608.000 φορολογούμενοι που κερδίζουν από 500.000 ως 1 εκατ. δολάρια ετησίως. Και σχεδόν 100.000 δολάρια κατά μέσον όρο θα καταβάλει καθείς εκ των 315.000 φορολογουμένων οι οποίοι κερδίζουν άνω του 1 εκατ. δολ. ετησίως.

Ο συμβιβασμός τον οποίο σχεδιάζει ο πρόεδρος ως προς την ακύρωση των γενικευμένων φοροαπαλλαγών της περιόδου Μπους, δηλαδή την ακύρωση των φοροαπαλλαγών μόνο για τους πολύ πλούσιους και τη διατήρηση ενός προγράμματος φοροαπαλλαγών για τα χαμηλότερα εισοδήματα, δικαιολογείται εν μέρει από την οικονομική κατάσταση.

Οπως είχε δηλώσει προχθές ο ίδιος ο Ομπάμα στο Οχάιο, «η ανάκαμψη είναι επώδυνα αργή». Ιδιαίτερα στο μέτωπο της απασχόλησης, οι τελευταίοι μήνες δείχνουν περαιτέρω επιδείνωση, με τις απολύσεις να ξεπερνούν και πάλι τις προσλήψεις, χωρίς να έχουν μειωθεί ουσιαστικά τα επίπεδα της ανεργίας. «Ο κόσμος είναι στερημένος,είναι θυμωμένος, είναι επίσης αγχωμένος για το μέλλον» είπε ο Ομπάμα σε ομιλία του στο Κλίβελαντ.

Την επέκταση των φοροαπαλλαγών υποστηρίζουν τόσο η ρεπουμπλικανική αντιπολίτευση όσο και στελέχη της διοίκησης Ομπάμα, όπως ο τέως επικεφαλής σύμβουλός του για τα δημοσιονομικά Πίτερ Ορζαγκ. Ο Ορζαγκ ζήτησε δημοσίως τη διετή επέκταση των φοροαπαλλαγών για όλους τους φορολογουμένους. «Αν ο πρόεδρος είναι σοβαρός όταν λέει ότι θέλει να επικεντρωθεί στις θέσεις εργασίας, μια καλή αρχή θα ήταν να πάρει τις συμβουλές τού πρόσφατα απολυμένου διευθυντή του γραφείου του για τα δημοσιονομικά και να παγώσει όλους τους φορολογικούς συντελεστές» είπε ο Ρεπουμπλικανός βουλευτής Τζον Μπένερ, ο οποίος ευελπιστεί να γίνει κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κόμματός του αν κερδίσει τις εκλογές του Νοεμβρίου.

Ω στόσο υπάρχει και η αντίστροφη κριτική, ότι δηλαδή θα έπρεπε καλύτερα να καταργηθούν όλες οι φοροαπαλλαγές του Μπους. Ετσι, για παράδειγμα, ο Ρόμπερτον Γουίλιαμς του Urban-Βrookings Τax Ρolicy Center εξηγεί, πρώτον, ότι τα 700 δισ. δολάρια που «εξοικονομεί» σε 10 χρόνια η εξαίρεση των υπερπλουσίων είναι πολύ μικρό ποσόν σε σχέση με τα 3,7 τρισ. δολ. τα οποία θα «απέδιδε» η συνολική κατάργηση του πακέτου Μπους. Και δεύτερον, η άρνηση γενικευμένης κατάργησης των φοροαπαλλαγών του Μπους λειτουργεί πάλι υπέρ των πολύ πλουσίων και όχι των χαμηλών εισοδημάτων, καθώς οι χαμηλότεροι συντελεστές φορολόγησης του κεφαλαίου (των μερισμάτων, ας πούμε) αυτούς ευνοούν. Υπολογίζει μάλιστα ότι το ένα χιλιοστό των πλουσιότερων Αμερικανών, με ετήσιο εισόδημα άνω των 2,7 εκατ. δολαρίων (και μέσο εισόδημα 8,4 εκατ. δολ.), θα γλιτώσουν κατά μέσον όρο 60.000 δολάρια φόρου ετησίως από την άρνηση του Ομπάμα να γενικεύσει την άρση των φοροαπαλλαγών.