Λίγες ώρες πριν από την έναρξη του περυσινού γκραν πρι της Formula 1 στη Σιγκαπούρη, ο οδηγός της Renault Νέλσον Πικέ εκλήθη εσπευσμένα στο γραφείο του αφεντικού του. Εκεί τον περίμενε ο «πολύς» Φλάβιο Μπριατόρε, επικεφαλής της ομάδας, γνωστός για το εκρηκτικό του ταμπεραμέντο και την αγάπη του για την «καλή ζωή». Ο ιταλός «δικτάτορας» της ομάδας της Renault κρατούσε στο χέρι τον Πικέ. Οι εμφανίσεις του νεαρού οδηγού ήταν απογοητευτικές και είχε λόγους να φοβάται ότι ο καλοζωισμένος και μονίμως μαυρισμένος μεσήλικος δεν σκόπευε να ανανεώσει το συμβόλαιό του. Δίπλα στο αφεντικό καθόταν ο τεχνικός διευθυντής της ομάδας Πατ Σάιμοντς. «Παρουσία του Μπριατότε, ο Σάιμοντς μου ζήτησε να τρακάρω το μονοθέσιό μου για να εισέλθει στην πίστα το αυτοκίνητο ασφαλείας και να βοηθήσω την ομάδα» αναφέρει ο Πικέ σε έγγραφη μαρτυρική κατάθεση. Η πίεση έκαμψε τις αντιστάσεις του. «Ο Σάιμοντς με τράβηξε στην άκρη και μου έδειξε στον χάρτη ακριβώς τη γωνία όπου έπρεπε να τρακάρω» υποστηρίζει στην κατάθεση του και συμπληρώνει: «Μου είπε επίσης σε ποιον ακριβώς γύρο έπρεπε να προκαλέσω το επεισόδιο» . Ο τεχνικός της ομάδας δεν εξέφρασε καμία ανησυχία για τις πιθανές επιπτώσεις του ατυχήματος στην ασφάλεια του Πικέ ή των άλλων οδηγών της κούρσας που θα κινούνταν εκείνη την ώρα με 280 χιλιόμετρα την ώρα. «Προσεκτικά» ήταν το μόνο που του είπε…

Το «ατύχημα»
Στον 13ο γύρο της νυχτερινής κούρσας ο Πικέ «έριξε» το μονοθέσιο του στο τοιχίο της πίστας, δίχως ευτυχώς να τραυματιστεί. Το σχέδιο δούλεψε. Το αυτοκίνητο ασφαλείας εισήλθε στην πίστα ώσπου να καθαριστεί από τα θραύσματα που είχαν εκσφενδονιστεί. Ο «ομόσταβλος» τού Πικέ οδηγός Φερνάντο Αλόνσο, ο οποίος είχε μόλις ανεφοδιαστείπάντα σύμφωνα με το σχέδιο- εκμεταλλεύθηκε τη συγκυρία. Το «τυχαίο» γεγονός του έδωσε την ευκαιρία να πλησιάσει τους προπορευόμενους οδηγούς και να πάρει τελικά τη νίκη. Η Renault θριάμβευσε. Ελάχιστοι εξέφρασαν υποψίες για το ατύχημα του Πικέ και ο Μπριατόρε δεν υπήρξε αγνώμων απέναντί του. Το «δώρο» για τον γιο τού άλλοτε παγκόσμιου πρωταθλητή (1981, 1983, 1987) ήταν η ανανέωση του συμβολαίου του με την ομάδα.

Πριν από δύο εβδομάδες οι πρώτες λεπτομέρειες του σκανδάλου άρχισαν να διαρρέουν στα μέσα ενημέρωσης. Η κατακραυγή οδήγησε τον Μπριατόρε σε παραίτηση. Η Διεθνής Ομοσπονδία Αυτοκινήτου (FΙΑ) τιμώρησε την περασμένη Δευτέρα με διετή αποκλεισμό (με διετή όμως αναστολή) τη Renault για το «κόλπο» που έστησε στη Σιγκαπούρη. Η δικαιολογία για την ποινή-χάδι ήταν η αποδοχή από την ομάδα όλων των κατηγοριών που στηρίχθηκαν στην κατάθεση του Πικέ Τζούνιορ. Στον οδηγό που έφερε εις πέρας την επικίνδυνη αποστολή δόθηκε πλήρης ασυλία αφού συνεργάστηκε με την ομοσπονδία και συνέβαλε καθοριστικά στο να αποκαλυφθούν όλες οι λεπτομέρειες της απάτης. Ο τεχνικός διευθυντής Πατ Σάιμονς τιμωρήθηκε με πενταετή αποκλεισμό. Στον Μπριατόρε επιβλήθηκε η μέγιστη ποινή, ο διά βίου αποκλεισμός του από τη Formula 1. Ο λόγος; Παρέμεινε αμετανόητος μέχρι τέλους, αρνούμενος οποιαδήποτε συμμετοχή σε ένα επεισόδιο που έπληξε ανεπανόρθωτα την αξιοπιστία ολόκληρης της «βιομηχανίας» της Formula 1. Το παιδικό όνειρο
Γιος δασκάλων σε μια μικρή πόλη των ιταλικών Αλπεων, ο Μπριατόρε μεγάλωσε με το όνειρο να γίνει πλούσιος. «Ο μισθός του δασκάλου ήταν πενιχρός και τα οικονομικά της οικογένειας ήταν σφιχτά. Κάθε φορά που ο πατέρας μου μού αγόραζε ένα ζευγάρι παπούτσια ήταν πάντοτε δύο νούμερα μεγαλύτερα» αφηγείται ο ίδιος. «Το μισούσα αυτό το πράγμα. Ηθελα να βγάλω λεφτά, να γίνω σταρ». Η ιταλίδα βουλευτής Ντανιέλα Σαντάντσε σκιαγράφησε το προφίλ του νεαρού Μπριατόρε στους «Τimes» του Λονδίνου: «Ζούσαμε και οι δύο στην ίδια περιοχή. Τον γνωρίζω από τότε που ήμουν 12 χρόνων. Ο Φλάβιο ήταν πολύ αποφασισμένος, προσπαθούσε πάρα πολύ και ήθελε όσοι βρίσκονταν κοντά του να κάνουν το ίδιο».

Ξεκίνησε την καριέρα του ως δάσκαλος του σκι, αργότερα έγινε εστιάτορας και συνέχισε ως ασφαλιστής. Το 1979 ο Ατίλιο Ντούτο, συνεταίρος του Μπριατόρε σε επιχείρηση παρασκευής χρωμάτων, σκοτώθηκε όταν ανατινάχθηκε το αυτοκίνητό του. Η δολοφονία δεν εξιχνιάστηκε ποτέ. Κάποιοι συνέδεσαν τον προηγούμενο ιδιοκτήτη της επιχείρησης με την ιταλική Μαφία και την οικογένεια Γκαμπίνο υποστηρίζοντας ότι το μαγαζί λειτουργούσε ως πλυντήριο χρημάτων που προέρχονταν από εμπόριο ναρκωτικών. Η εταιρεία χρεοκόπησε και ο Μπριατόρε καταδικάστηκε σε τεσσεράμισι χρόνια φυλάκιση με την κατηγορία της εικονικής χρεοκοπίας. Κατέφυγε στις Παρθένους Νήσους και επέστρεψε όταν του χορηγήθηκε αμνηστία. Επανεμφανίστηκε στο Μιλάνο και εργάστηκε στο χρηματιστήριο. Η ζωή του ουσιαστικά ξανάρχισε όταν ο καλός του φίλος Λουτσιάνο Μπενετόν, ιδρυτής της ομώνυμης αλυσίδας ρούχων, του ανέθεσε να αναπτύξει τις δραστηριότητες της εταιρείας του στις Ηνωμένες Πολιτείες. «Είναι χούλιγκαν, αλλά τόσο συμπαθητικός» ανέφερε κάποτε ο Μπενετόν για τον αγαπημένο συνεργάτη του.

Ως το 1988 ο Μπριατόρε δεν είχε παρακολουθήσει ποτέ ζωντανά γκραν πρι της Formula 1. Τότε ήταν που βρέθηκε για πρώτη φορά δίπλα στην πίστα, στην Αδελαΐδα της Αυστραλίας, όπου διαγωνιζόταν η ομάδα της Βenetton. Γοητεύθηκε από την ένταση και την αδρεναλίνη και… «κόλλησε». Αμέσως ανέλαβε τη διοίκηση της ομάδας. Προσέλαβε έναν νέο οδηγό με το όνομα Μάικλ Σουμάχερ και η ομάδα άρχισε να κερδίζει. Τα γιοτ, οι όμορφες γυναίκες, η σαμπάνια και οι συναναστροφές με πλούσιους και διάσημους έγιναν καθημερινότητα για αυτόν. Ο φακός των παπαράτσι απαθανάτιζε δίπλα του τα διασημότερα μοντέλα της εποχής: από τη Ναόμι Κάμπελ ως την Χάιντι Κλουμ και την Εύα Χερτζίκοβα . Επιτέλους ζούσε τη ζωή που ονειρευόταν από παιδί.

Περίεργες σκιές
Οι πρώτες σκιές για τις μεθόδους του Μπριατόρε ως αρχηγού της Βenetton εμφανίστηκαν το 1994, μετά την αποκάλυψη ότι τα αυτοκίνητα της ομάδας ήταν εξοπλισμένα με παράνομο λογισμικό, ένα ηλεκτρονικό σύστημα ευστάθειας που απαγορευόταν από τους κανονισμούς. Την ίδια χρονιά ένα μονοθέσιο της ομάδας άρπαξε φωτιά. Η έρευνα που ακολούθησε κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ένα φίλτρο βενζίνης είχε αφαιρεθεί σκοπίμως για την επιτάχυνση της ροής του καυσίμου και την ενίσχυση των επιδόσεων του οχήματος. Οταν ο Μπριατόρε ρωτήθηκε από τα μέσα ενημέρωσης για το περιστατικό, το έριξε στην πλάκα: «Εγώ δεν ξέρω ούτε καν τη διαφορά ανάμεσα στο φίλτρο του καφέ και στο φίλτρο βενζίνης. Πρέπει να μιλήσουμε με τα παιδιά στο τεχνικό τμήμα».

Προτού ξεσπάσει το σκάνδαλο της στημένης κούρσας στη Σιγκαπούρη, η ζωή του Φλάβιο Μπριατόρε έμοιαζε με παραμύθι. Η αποκάλυψη προκάλεσε αίσθηση στους φίλους της Formula 1 παγκοσμίως και χαρακτηρίστηκε «το μεγαλύτερο μεμονωμένο σκάνδαλο κλεψιάς στην ιστορία των σπορ». Οι φίλαθλοι και οι παράγοντες της Queens Ρark Rangers παρακολουθούν μουδιασμένοι τις εξελίξεις. Το μέλλον του Μπριατόρε στην ποδοσφαιρική ομάδα είναι αβέβαιο καθώς θεωρείται αυτή τη στιγμή το υπ΄ αριθμόν ένα πρόβλημα για το αγγλικό ποδόσφαιρο. Οι εξελίξεις αναμένονται με ενδιαφέρον το αμέσως επόμενο διάστημα.

Οι άλλες χρυσές ασχολίες
Παράλληλα με την ενασχόλησή του με την ομάδα της Βenetton, ο Μπριατόρε έκανε χρυσές δουλειές. Απέκτησε εστιατόριο στο Λονδίνο, πολυτελές ξενοδοχείο στην Τοσκάνη, Spa στην Κένυα και αγόρασε ένα γιοτ με 12 καμπίνες, με το όνομα «Force Βlue». Δισεκατομμυριούχοι μπαινόβγαιναν στο ξενοδοχείο του- μόνο για ζάπλουτους- στις ακτές της Σαρδηνίας. Εκτός από ρώσους ολιγάρχες το κλαμπ προσείλκυε προσωπικότητες όπως ο νυν πρωθυπουργός της Ιταλίας Σίλβιο Μπερλουσκόνι, ο πρώην πρωθυπουργός της Ισπανίας Χοσέ Μαρία Αθνάρ αλλά και σούπερ μόντελ όπως η Κέιτ Μος. Τελευταία ο Μπριατόρε έγινε πρόεδρος της βρετανικής ποδοσφαιρικής ομάδας Queens Ρark Rangers του Δυτικού Λονδίνου, την οποία αγόρασε συνεταιρικά με τον «συνάδελφό» του κροίσο της Formula 1 Μπέρνι Εκλεστοουν. Στο ιδιοκτησιακό «σχήμα» μπήκε ένας σταθερός επισκέπτης του κλαμπ της Σαρδηνίας, ο ινδός μεγιστάνας του χάλυβα Λακσμί Μιτάλ.