Αδελφοί Γιαννίδη: ταξίδι στα χρώματα

Αδελφοί Γιαννίδη: ταξίδι στα χρώματα Το ναυάγιο ενός πλοίου στον Πειραιά που μετέφερε πισσόχαρτα ήταν το τυχαίο γεγονός που έγινε επιχειρηματική επιλογή Δ. ΧΑΡΟΝΤΑΚΗΣ Επάνω, φορτηγό της εταιρείας για τη μεταφορά των πισσόχαρτων τη δεκαετία του ''50. Στην αριστερή φωτογραφία, από αριστερά, οι Γιάννης, Δημήτρης, Κωνσταντίνος και Αρμόδιος Γιαννίδης Αν κάτι διαφοροποιεί την επιχειρηματική ιστορία

Αδελφοί Γιαννίδη: ταξίδι στα χρώματα

Αν κάτι διαφοροποιεί την επιχειρηματική ιστορία του Μεσοπολέμου από τη σύγχρονη, μεταξύ των άλλων, είναι ο ρόλος του «τυχαίου γεγονότος» σε μια ιδιαίτερη στιγμή κάποιων ανθρώπων. Το «τυχαίο γεγονός» γίνεται επιχειρηματική επιλογή δημιουργώντας μια ιδιαίτερη δυναμική στην εξέλιξη της κοινωνίας, με τον δικό του τρόπο. Οι άθλιες προσφυγικές κατοικίες στον Πειραιά και στην Αθήνα του Μεσοπολέμου, όπου στοιβάχτηκαν εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι για πολλά χρόνια, ήταν μια εν δυνάμει αγορά, π.χ., πισσόχαρτου, του πλέον απαραίτητου μονωτικού υλικού για να μην περνάει το νερό από τις στέγες και να γίνεται υποφερτή η διαβίωση των ανθρώπων. Με την παραγωγή και τη διακίνηση πισσόχαρτου δεν θα είχε ασχοληθεί η οικογένεια Γιαννίδη και κυρίως ο μεγαλύτερος αδελφός, εκτελωνιστής το επάγγελμα, ο Νίκος Γιαννίδης, αν δεν ναυαγούσε ένα φορτηγό πλοίο στον Πειραιά και ο Κώστας Βερνίκος, τότε ιδιοκτήτης ρυμουλκών, δεν είχε αναλάβει να αδειάσει το ναυάγιο από τα εμπορεύματά του. Ο νεαρός εκτελωνιστής τα αγόρασε όλα, ορυκτέλαια, μπογιές, πισσόχαρτα και τα τοποθέτησε σε ένα υπόγειο που νοίκιασε στην οδό Νοταρά.


Στο βιβλίο των αναμνήσεών του Τα τρία βήματα: Εργασία – Δημιουργία – Φιλανθρωπία, ο νεαρός τότε πρωταγωνιστής (1904 – 2002) περιγράφει τα ακόλουθα:


«Ενα πρωινό περνάει από την αποθήκη ο Κουνς, σύμβουλος του ΔΣ του Επιμελητηρίου Πειραιά. Βλέπει τα πισσόχαρτα, 150 – 200 ρολά ήταν όλα όλα.


– Τα πουλάς; ρωτά.


– Βέβαια, για πούλημα είναι.


Τα πήρε όλα και σε λίγες μέρες ξανάρθε και ήθελε και άλλα.


– Δεν έχω. Πού να τα βρω;


– Δεν θα ξαναφέρεις άλλα;


Κάτι θα κάνω. Ελα αύριο – μεθαύριο. Ρώτησα τότε τον φίλο μου Στάθη Μαρλά, που ήταν στην πιάτσα και ήξερε πρόσωπα και πράγματα: “Πού θα βρω πισσόχαρτα;”. Με συνέστησε σε κάποιον Ανδρουτσόπουλο ο οποίος με πήγε σε ένα εργοστάσιο. Οταν το είδα, αμέσως μου ήρθε η ιδέα.


– Αυτό είναι το εργοστάσιο; Χαρά στο πράγμα».


«Τις επόμενες ημέρες» συνεχίζει ο ίδιος «νοίκιασα ένα γιαπί, με μεγάλο οικόπεδο στο πίσω μέρος του, στην οδό Ποσειδώνος 13 στο Μοσχάτο και παρήγγειλα τα μηχανήματα για την κατασκευή των πισσόχαρτων. Στην προσπάθειά μου αυτή μαζί ήταν και ο Ανδρουτσόπουλος, ο άνθρωπος που με είχε πάει να αγοράσω τα πισσόχαρτα από το εργοστάσιο του Μαυρομάτη, του οποίου ήταν αντιπρόσωπος».


* Πώς έγινε η εταιρεία


Οταν ο Ανδρουτσόπουλος αποχώρησε, το 1936-1937, κάλεσε τα αδέλφια του, Δημήτρη, Αρμόδιο και Σταύρο, να συμμετάσχουν στην προσπάθειά του. Ετσι δημιουργήθηκε η εταιρεία Αφοί Γιαννίδη Ομόρρυθμος Εταιρεία. Λίγο αργότερα ο Δημήτρης αποχώρησε και πλέον οι τρεις προχώρησαν μαζί ως το τέλος.


Η αρχή έγινε λοιπόν το 1932. Οπως σημειώνει χαρακτηριστικά η Μαργαρίτα Δρίτσα στη μελέτη της «Το χρώμα της επιτυχίας. Η ελληνική βιομηχανία χρωμάτων 1830-1990» (Εκδόσεις Τροχαλία, Αθήνα 1995), «στα πρώτα χρόνια λειτουργίας, οι επιχειρήσεις τους εκμεταλλεύτηκαν τις ανάγκες συντήρησης των προσφυγικών κατοικιών που είχαν εν τω μεταξύ κατασκευαστεί γύρω από την Αθήνα και τον Πειραιά» (σελ. 141). Το εκτελωνιστικό γραφείο λειτουργούσε παράλληλα με την επιχείρηση. Ο Νίκος ήταν ο οικονομικός διαχειριστής, ο Σταύρος κρατούσε το εμπορικό τμήμα και ο Αρμόδιος ήταν υπεύθυνος της παραγωγής («τράβαγε το ασφαλτόπανο με τα χέρια του για να γίνει η επικάλυψη»). Η επιχείρηση αναπτύσσεται και το 1940 στην οδό Πίνδου, στο Μοσχάτο δημιουργείται ένα μικρό συγκρότημα παραγωγής πισσοχάρτων, ασφαλτοπιλημάτων και ασφαλτοπάνων, όπου απασχολούνται 15 εργάτες. Ο μηχανολογικός εξοπλισμός εισήχθη από τη Βρετανία.


Η επιχειρηματική ευδαιμονία όμως τελείωσε γρήγορα. Η Κατοχή ανέστειλε τα σχέδια των τριών αδελφών, αφού η ανάγκη της επιβίωσης ήταν σε «πρώτο πλάνο». Η επιχείρηση υπολειτουργούσε και η μόνη της αναλαμπή ήταν το 1943, όταν επαναλειτούργησε αμέσως μετά τον βομβαρδισμό του Πειραιά από τη συμμαχική αεροπορία. Τα τέσσερα χρόνια πέρασαν όπως όπως και η ζωή άρχισε να ξαναβρίσκει τους κανονικούς της ρυθμούς. «Οι συνθήκες ανασυγκρότησης, με τις νέες ευκαιρίες που δημιούργησαν για δραστηριότητες συμπληρωματικές των κατασκευών, επέτρεψαν στους αδελφούς Γιαννίδη, αμέσως μετά την απελευθέρωση, το 1946, να διευρύνουν τη δραστηριότητά τους με τη βαφή της ασφάλτου και την επίστρωση πάρκων με έγχρωμο ασφαλτικό τάπητα. Λίγο αργότερα οι μεγάλοι σεισμοί της δεκαετίας του 1950 δημιούργησαν νέα ζήτηση» (Δρίτσα ο.π.π.).


Ετσι το 1957 δημιουργείται νέο εργοστάσιο στην οδό Πειραιώς 26 με αντικείμενο την παραγωγή πλαστικών λαμαρινών από Fiber Glass και πολυεστέρα, πλαστικά σκάφη και πλαστικές πόρτες. Κι όπως λέει ο κ. Δ. Γιαννίδης, εκπρόσωπος της τρίτης γενιάς της οικογένειας, «τότε αποκτούν κεφάλαια και γίνονται πλέον βιομήχανοι». Την ίδια χρονιά δημιουργείται μονάδα παραγωγής (αναζωογόνησης) ορυκτελαίων, μια δραστηριότητα από την οποία θα αποσυρθεί η οικογένεια το 1985.


* Η ιδέα υλοποιείται


Το 1960 είναι σημαδιακή χρονιά για την οικογένεια Γιαννίδη. «Το έναυσμα για τα χρώματα ήρθε περίπου αυτόματα στο πλαίσιο της νέας ευνοϊκής συγκυρίας, ενώ παράλληλα λειτούργησε και τεχνική εταιρεία που αναλάμβανε μονώσεις σε μεγάλα έργα, όπως κατασκευές της ΔΕΗ ή της οικοδόμησης της πλατείας Ομονοίας (1958)» (Δρίτσα, όπ.π.). Μια ιδέα που τα τρία αδέλφια τη μελετούσαν για ένα – δύο χρόνια, άρχισε να υλοποιείται: η παραγωγή χρωμάτων. Οπως λέει ο κ. Γιαννίδης, «εκείνη την εποχή στον κλάδο των χρωμάτων υπήρχε επιχειρηματική έκρηξη. Ανοιξαν πολλές επιχειρήσεις, λόγω της έντονης κατασκευαστικής δραστηριότητας».


Υπήρχε μεγάλη ζήτηση σε χρώματα και η εταιρεία διέθετε ήδη δίκτυο διανομής. Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε η Ερμηχρώμ. Εργοστάσιο παραγωγής των οικοδομικών χρωμάτων Vitex, με εγκαταστάσεις στη βιομηχανική ζώνη της οδού Πειραιώς και συγκεκριμένα των οδών Θεσσαλονίκης 45 και Πειραιώς 24. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1965, και αφού η δεύτερη γενιά έχει αρχίσει να δραστηριοποιείται, το εργοστάσιο παραγωγής πισσοχάρτων και ασφαλτοπάνων Ερμής μεταφέρεται από το Μοσχάτο σε νέο κτιριακό συγκρότημα στη βιομηχανική ζώνη της οδού Πειραιώς και επεκτείνονται οι κτιριακές και μηχανολογικές εγκαταστάσεις παραγωγής των βερνικοχρωμάτων Verolac, βερνίκια Lussolac.


To 1970 συγχωνεύονται οι εταιρείες Ερμής και Ερμηχρώμ σε ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία Αφοί Γιαννίδη ΑΕ Ερμής – Ερμηχρώμ και το 1971 δημιουργείται νέο εργοστάσιο στο Μοσχάτο, με αντικείμενο την παραγωγή διογκωμένης πολυστερίνης, τον επόμενο χρόνο κατασκευάζεται νέο εργοστάσιο στον Ασπρόπυργο Αττικής για την παραγωγή ασφαλτικών γαλακτωμάτων και βερνικιών, καθώς επίσης και οξειδωμένης ασφάλτου, και έναν χρόνο αργότερα οι τρεις αδελφοί αποφασίζουν να δραστηριοποιηθούν στον ναυτιλιακό τομέα, ιδρύοντας τις ναυτιλιακές εταιρείες Gold Marine και Yannidis Bros SA, μια δραστηριότητα την οποία σταμάτησαν το 1983. Το 1979 δημιουργούνται δύο νέες εργοστασιακές μονάδες, η Βέπο ΑΕ, για την παραγωγή διασπορών (PVA-VEOVA, Acrylics) που χρησιμοποιoύνται ως πρώτες ύλες στην παραγωγή υδατοδιαλυτών χρωμάτων, και η Vetrozil για την παραγωγή υαλοϋφάσματος, στο Σχηματάρι, και ιδρύεται η εμπορική εταιρεία Yanlack ΑΕ στο Μοσχάτο.


Μέσα από εξαγορές η επέκταση στα Βαλκάνια


Ο όμιλος συνεχίζει να αναπτύσσεται μέσα από εξαγορές άλλων επιχειρήσεων και επεκτεινόμενος σε νέους τομείς δραστηριοτήτων. Το 1986 εξαγοράζει το εργοστάσιο Τζέμα ΟΕ, παραγωγής ορυκτών (καολίνης-στόκου) στον Ασπρόπυργο, τον επόμενο χρόνο την εταιρεία Μάρμαρα Παπαπέτρου ΑΕ, το 1988 τη χρωματοβιομηχανία Συντέξ ΕΠΕ στον Ασπρόπυργο. Παράγει οικοδομικά χρώματα, χρώματα θαλάσσης, αυτοκινήτων, αεροπλάνων και βιομηχανικά, το 1990 την εταιρεία Λευκοσιδηρουργίας ΕΛΒΑ για την παραγωγή μεγάλου μέρους των δοχείων για τα χρώματα και την ίδια χρονιά ιδρύει την εταιρεία Europanel ΑΕ για την παραγωγή Panels ψυκτικών θαλάμων και κτιρίων. Δύο χρόνια αργότερα αποκτάται η εταιρεία Prozin ΑΕΒΕ παραγωγής πρώτης ύλης για πλαστικά χρώματα και κόλλες για χαρτιά και χαρτοκιβώτια και το 1994 η οικογένεια εξαγοράζει το εργοστάσιο Ευρωχημική ΑΕ παραγωγής πρώτων υλών για κόλλες και χρώματα, ενώ παράλληλα ενισχύεται το δίκτυο διανομής του ομίλου στη Βόρειο Ελλάδα, «βλέποντας» προς τα Βαλκάνια.


Αφού έχει ενισχύσει τις βάσεις του στη Βόρειο Ελλάδα, ο όμιλος Γιαννίδη το 2000 αποφασίζει να επεκταθεί και στις χώρες των Βαλκανίων. Δημιουργεί την εταιρεία Vitex – Hermes d.ο.ο. στη Σερβία και το 2004 αγοράζει ακίνητο στο Βελιγράδι. Τον επόμενο χρόνο, το 2005, δημιουργεί την εταιρεία Vitex – Hermes S.r.l. στη Ρουμανία, αποκτώντας παράλληλα και ιδιόκτητο ακίνητο. Ο κ. Δ. Γιαννίδης υποστηρίζει ότι ο όμιλος στο Βελιγράδι είναι εμπορικά πανίσχυρος. Υπολογίζεται ότι οι πωλήσεις στις δύο προαναφερθείσες χώρες ανέρχονται στα 5 εκατ. ευρώ το 2006.


Σύντομα πρόκειται να λειτουργήσει η νέα μονάδα παραγωγής χρωμάτων στη Βιομηχανική Περιοχή Ασπροπύργου, μια επένδυση ύψους 25 εκατ. ευρώ. Ο όμιλος απασχολεί ήδη συνολικά 450 εργαζομένους, με παραγωγικές εγκαταστάσεις στο Μοσχάτο, στον Ασπρόπυργο, στο Σχηματάρι Βοιωτίας, στο Βαθύ Χαλκίδας, στο Ξυλόκαστρο, στη Θεσσαλονίκη, στο Βελιγράδι και στο Βουκουρέστι, ξεπερνώντας τα 75.000 τ.μ. στεγασμένων χώρων και 200.000 τ.μ. γηπέδων. Πέρυσι οι συνολικές πωλήσεις του ομίλου ανήλθαν στα 60 εκατ. ευρώ και από το 2002 έχουν διπλασιαστεί, ενώ τα προ φόρων κέρδη της μητρικής εταιρείας πλησίασαν τα 6 εκατ. ευρώ.

Ακολούθησε το Βήμα στο Google news και μάθε όλες τις τελευταίες ειδήσεις.
Exit mobile version