Ολα τα ονόματα



Ο πρύτανης των αμερικανών κριτικών Χάρολντ Μπλουμ χαρακτήρισε τον πορτογάλο πεζογράφο, θεατρικό συγγραφέα και δημοσιογράφο Ζοζέ Σαραμάγκου ως «τον πιο προικισμένο εν ζωή συγγραφέα παγκοσμίως». Ο έπαινος δεν είναι ανεξήγητος. Αλλωστε ο Σαραμάγκου είναι ο μόνος σύγχρονος πορτογάλος συγγραφέας που έχει τύχει της διεθνούς αναγνώρισης, απόδειξη και το Βραβείο Νομπέλ με το οποίο τον τίμησε η Σουηδική Ακαδημία το 1998.


Οι περισσότεροι συγγραφείς που αξιώνονται την ύψιστη αυτή διάκριση ή δεν γράφουν ή τα μετά το Νομπέλ έργα τους είναι εμφανώς κατώτερα των προηγουμένων. Ωστόσο ο 85άχρονος σήμερα Σαραμάγκου εξακολουθεί να είναι παραγωγικός και τα βιβλία του συνεχίζουν να προκαλούν το ενδιαφέρον του αναγνωστικού κοινού και της κριτικής. Από το 1998 ως σήμερα πρόσθεσε άλλα τρία μυθιστορήματα στο πλούσιο έργο του.


Γόνος ακτημόνων ο Σαραμάγκου έφυγε μαζί με τους γονείς του σε ηλικία δύο ετών από το χωριό Αζινιάγκα όπου γεννήθηκε. Η οικογένεια μετακόμισε στη Λισαβόνα κι εκεί ο πατέρας του κατάφερε με πολλούς κόπους να βρει δουλειά ως αστυφύλακας. Λίγους μήνες μετά την εγκατάστασή τους στην πόλη, ο κατά δύο χρόνια μεγαλύτερος αδελφός του Φραντζέσκο πέθανε. Οι γονείς τού μελλοντικού συγγραφέα μετά βίας τα έφερναν βόλτα, γι’ αυτό και ο ίδιος, μολονότι καλός μαθητής, αναγκάστηκε λόγω ανέχειας να εγκαταλείψει το σχολείο μετά τις πρώτες τάξεις του Γυμνασίου, να φοιτήσει από τα δώδεκα χρόνια του σε τεχνική σχολή και στη συνέχεια να εργαστεί επί διετία σε συνεργείο επισκευής αυτοκίνητων ως μηχανικός. Στο μεταξύ φρόντισε να μορφωθεί από μόνος του διαβάζοντας ασταμάτητα και μαθαίνοντας ξένες γλώσσες. Αργότερα εργάστηκε ως μεταφραστής και στη συνέχεια ακολούθησε δημοσιογραφική και συγγραφική καριέρα ως πολιτικός σχολιαστής και βιβλιοκριτικός.


* Ρεαλισμός και αλληγορία


Ενας άνθρωπος που έζησε μια τέτοια ζωή θα περίμενε κανείς ως συγγραφέας να ακολουθήσει τους δρόμους του κλασικού ρεαλισμού, όμως ο ρεαλισμός του Σαραμάγκου συνδυάζεται με πολλά στοιχεία μοντερνισμού όσον αφορά το ύφος: ο λόγος του είναι συχνότατα μακροπερίοδος και κάποτε μια παράγραφος μπορεί να είναι ένα ολόκληρο κεφάλαιο. Το ίδιο συμβαίνει με τους ανατρεπτικούς διαλόγους του και την ιδιότυπη στίξη του. Ωστόσο δεν είναι ένας δύσκολος συγγραφέας, όπως λ.χ. ο Προυστ, ο Τζόις και ο Χέρμαν Μπροχ.


Σε μεγάλο μέρος του πεζογραφικού έργου του κυριαρχούν θέματα από την ιστορία, αλλά ο Σαραμάγκου δεν γράφει ιστορικά μυθιστορήματα. Χρησιμοποιεί τα ιστορικά θέματα ως ηθικές και πολιτικές αλληγορίες προκειμένου να μιλήσει για το παρόν. Γι’ αυτό κι εκείνο που κυριαρχεί στα βιβλία του είναι ο ανθρώπινος παράγοντας, που υπερβαίνει την αφήγηση και τα γεγονότα, τα οποία συχνά δεν έχουν γραμμική συνέχεια. Η αλληγορική διάσταση που αποκτούν οφείλεται στην τεχνική του Σαραμάγκου, ο οποίος αλλάζοντας την ερμηνευτική γωνία και προσθέτοντας παράξενα στοιχεία στην πλοκή (: ασυνήθιστα συμβάντα, περίεργες συμπτώσεις και μικροπεριστατικά) αναδεικνύει τις συμβολικές προεκτάσεις της ζωής μέσα σε μια κοινωνία που το νόημά της υπάρχει στις αδυναμίες της και στις ανατροπές που συνεπάγονται οι αδυναμίες αυτές. Ας σημειωθεί ότι ο Σαραμάγκου είναι μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος Πορτογαλίας από το 1969, μια εποχή κατά την οποία οι διανοούμενοι, οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες της Ευρώπης είχαν αρχίσει σιγά σιγά να εγκαταλείπουν τα κομμουνιστικά κόμματα των χωρών τους, άλλοι εξαιτίας ποικίλων απογοητεύσεων και άλλοι βρίσκοντας στα αντικομφορμιστικά κινήματα της νεολαίας στη δεκαετία του ’60 (με κορυφαίο εκείνο της εξέγερσης της νεολαίας τον Μάη του ’68 στο Παρίσι) τις νέες μορφές ριζοσπαστισμού που φιλοδοξούσαν να αλλάξουν τον κόσμο.


Ο Σαραμάγκου έμεινε πιστός στο Κομμουνιστικό Κόμμα Πορτογαλίας, ένα από τα πιο σκληροπυρηνικά της Ευρώπης. Οι πολιτικές παρεμβάσεις του βέβαια, ιδίως μετά την απονομή του Βραβείου Νομπέλ, άρχισαν να αποκτούν μεγάλη δημοσιότητα διεθνώς. Το 2006 υπέγραψε μαζί με άλλους επιφανείς συγγραφείς (ανάμεσά τους ο Χάρολντ Μπλουμ, ο Νόαμ Τσόμσκι και ο Εντουάρντο Γκαλεάνο) δήλωση στην οποία καταδικαζόταν η στρατιωτική επέμβαση των Ισραηλινών στον Λίβανο ως έκφραση μιας «μακροχρόνιας στρατιωτικής, οικονομικής και γεωγραφικής πρακτικής που ο πολιτικός στόχος της δεν είναι παρά η εξαφάνιση του παλαιστινιακού έθνους». Τέσσερα χρόνια νωρίτερα, αναφερόμενος στη συμπεριφορά των Ισραηλινών έναντι των Παλαιστινίων στη Δυτική Οχθη του Ιορδάνη, την παρομοίασε με το Αουσβιτς προκαλώντας έντονες αντιδράσεις. Κάποιοι μάλιστα δεν δίστασαν να τον κατηγορήσουν για αντισημιτισμό.


Από το 1993 ο συγγραφέας ζει αυτεξόριστος στα Κανάρια Νησιά και την απόφασή του αυτή έλαβε εξαιτίας της σύγκρουσής του με την Καθολική Εκκλησία, που προκλήθηκε με αφορμή το έργο του Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον. Στα σημαντικότερα μυθιστορήματά του, εκτός από το Ολα τα ονόματα, περιλαμβάνονται και τα: Η χρονιά που πέθανε ο Ρικάρντο Ρέις, Ιστορία της πολιορκίας της Λισαβόνας, Περί τυφλότητος, Το κατά Ιησούν Ευαγγέλιον, Η πέτρινη σχεδία και Το χρονικό του μοναστηριού.