Ενα «φάρμακο» στο πιάτο μας
Οι Ελληνες αγαπάμε τα ψάρια. Με έναν αλιευτικό στόλο 19.747 σκαφών (τον μεγαλύτερο στην EE) και κατανάλωση που φθάνει τα περίπου 25 κιλά προϊόντων αλιείας κατά κεφαλήν, ανά έτος, η χώρα μας συγκαταλέγεται μεταξύ των πρώτων «ψαροφίλων» της EE. Με δεδομένη βεβαίως τη γεωγραφική θέση της χώρας μας, η σχέση των Ελλήνων με τη θάλασσα και τα προϊόντα της είναι εύκολο να εξηγηθεί. Αυτό που ίσως είναι δύσκολο να αντιληφθούμε είναι η σχέση μας με την ποιότητα των ψαριών που καταναλώνουμε: συχνά-πυκνά μας προκαλούν ανησυχία δημοσιεύματα που θέλουν τα ψάρια να περιέχουν μεγάλες ποσότητες τοξικών ουσιών. Ζητούμε τότε εναγωνίως από τον ψαρά της γειτονιάς μας να μας πει αν το ψάρι μας είναι προϊόν ιχθυοκαλλιέργειας ή αλιεύθηκε στην ανοιχτή θάλασσα και διερωτιόμαστε (αγανακτισμένοι συνήθως) αν υπάρχει πλέον κάτι ασφαλές για κατανάλωση. Πόσοι από εμάς όμως αρνήθηκαν την ευκαιρία να χτίσουν «πάνω στη θάλασσα» χωρίς να συνειδητοποιούν ότι τα αστικά λύματα είναι μια από τις αιτίες για τις οποίες τα ψάρια πεθαίνουν ή γίνονται ακατάλληλα πρός βρώσιν; Μπορεί ο άνθρωπος να μη χρειάζεται σήμερα να κυνηγήσει την τροφή του, αλλά στην τροφική αλυσίδα (η οποία αν το σκεφθεί κανείς βαθύτερα μας δένει και μας ενώνει όλους) παραμένει ο μεγάλος θηρευτής. «Το Βήμα» εν όψει καλοκαιριού, διακοπών και διαιτούς (που είναι βέβαιον ότι αρχίζουν) μας ξανασυστήνει σήμερα έναν παλιό γνώριμο. Για να τον δούμε με άλλα μάτια…
Ολοι έχουμε ακούσει ότι τα ψάρια αποτελούν την καλύτερη δυνατή επιλογή τροφής και ειδικά τα πλούσια σε λιπαρά οξέα ωμέγα-3. Σύμφωνα με πολλαπλές μελέτες, τα λιπαρά αυτά οξέα είναι απαραίτητα για τη δημιουργία των μεμβρανών των νευρικών κυττάρων αλλά και των κυττάρων του αμφιβληστροειδούς, πράγμα το οποίο σημαίνει ότι ενισχύουν τις πνευματικές και οπτικές ικανότητες των μωρών, των οποίων οι μητέρες κατανάλωναν ψάρια κατά την περίοδο της εγκυμοσύνης και του θηλασμού. Αλλά και στους ενήλικες τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα αποτελούν ασπίδα προστασίας: λαμβάνουν μέρος στη ρύθμιση της πηκτικότητας του αίματος, προστατεύουν από τα καρδιαγγειακά νοσήματα, αυξάνουν την έκκριση σεροτονίνης (η οποία έχει αντικαταθλιπτικές δράσεις) και αναστέλλουν τις φλεγμονές, ακόμη και τις χρόνιες, όπως το άσθμα και οι ρευματισμοί.
Σύμφωνα με τους ειδικούς, για να απολαμβάνει κανείς τα οφέλη που παρέχουν τα ωμέγα-3 λιπαρά οξέα δεν έχει παρά να καταναλώνει ψάρι τουλάχιστον πέντε φορές την εβδομάδα. Κατά προτίμηση λιπαρό ψάρι όπως οι σαρδέλες, οι κολιοί, ο σολομός. Ακόμη όμως και τα μη λιπαρά ψάρια αποτελούν καλή τροφική επιλογή: περιέχουν πρωτεΐνες υψηλής βιολογικής αξίας που ανταποκρίνονται στις απαιτήσεις του ανθρώπινου οργανισμού.
Οι καλά τεκμηριωμένες συστάσεις των διατροφολόγων να κάνουμε το ψάρι κυρίαρχη πηγή πρωτεϊνών στην καθημερινή διατροφή μας αποτελούν τη μία μόνο όψη του νομίσματος. H άλλη έχει να κάνει με την ποιότητα των ψαριών που αλιεύονται ή καλλιεργούνται στις ελληνικές και μη θάλασσες. Και εδώ επεισέρχονται παράγοντες τους οποίους δεν μπορεί να σταθμίσει εύκολα ο μέσος καταναλωτής: πώς μπορώ να ξέρω από πού προήλθε το ψάρι που αγοράζω; Είναι προϊόν αλιείας σε ανοιχτή θάλασσα ή προϊόν υδατοκαλλιέργειας; Υπάρχουν κανόνες που να ρυθμίζουν την υδατοκαλλιέργεια στη χώρα μας; Τηρούνται; Είναι πολύ πιθανόν ότι κάποιο ή όλα από τα παραπάνω ερωτήματα έχουν απασχολήσει τον καθέναν από εμάς. Υπάρχουν δε και μερικά ακόμη τα οποία, αν δεν μας έχουν απασχολήσει, θα έπρεπε να είχαν: είναι αυτό που τρώμε προϊόν παράνομης αλιείας; Μήπως, αντί να σταματήσουμε απλώς να τρώμε το ψάρι που μαθαίνουμε ότι περιέχει τοξικές ουσίες, να αναρωτηθούμε πώς έγινε και τις περιέχει και αν εμείς έχουμε συμβάλει σε αυτό; Με άλλα λόγια, αντί να σκεφτόμαστε μόνο σαν καταναλωτές (ψαριών ή οτιδήποτε άλλο), να αρχίσουμε να σκεφτόμαστε ως ο σημαντικότερος (και επομένως ο φέρων τη μεγαλύτερη ευθύνη) κρίκος στην τροφική αλυσίδα;
Οι συνέπειες των διαταραχών του οικοσυστήματος για κάποιον οργανισμό δεν είναι πάντοτε εύκολο να προβλεφθούν. Για παράδειγμα, θα περίμενε κανείς ότι ο πληθυσμός ενός μικρού ψαριού θα αυξανόταν αν εξαφανιζόταν το πολύ μεγάλο ψάρι που το κυνηγά. Εχει ωστόσο παρατηρηθεί ότι η απώλεια του μεγάλου θηρευτή σημαίνει τη μεγάλη αύξηση των πληθυσμών κάποιων μέσων αλλά πολύ επιθετικών θηρευτών με αποτέλεσμα την εξολόθρευση των μικρών ψαριών. Μπορεί λοιπόν να μην μπορούμε να κατανοήσουμε πλήρως την πολύπλοκη δυναμική των θαλασσίων οικοσυστημάτων, μπορούμε όμως να είμαστε σίγουροι για τους κινδύνους που τα απειλούν. Σύμφωνα με τα στοιχεία της WWF για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι ελληνικές θάλασσες και οι θαλάσσιοι οργανισμοί, μια από τις σοβαρότερες απειλές για τις ελληνικές θάλασσες αλλά και τις ακτές είναι η ρύπανση από βιομηχανικά απόβλητα και διαρροές πετρελαίου.
Καθώς η Μεσόγειος είναι μια κλειστή θάλασσα (με στενούς διαύλους επικοινωνίας με τον Ατλαντικό Ωκεανό, τη Μαύρη Θάλασσα και την Ερυθρά Θάλασσα), είναι ιδιαιτέρως «ευάλωτη» στη μόλυνση. Από τη WWF έχουν επισημανθεί 115 περιοχές της Μεσογείου όπου παρατηρούνται υψηλά επίπεδα ρύπανσης. Στην Ελλάδα τέτοιες περιοχές βρίσκονται στον Θερμαϊκό Κόλπο, στον Πατραϊκό Κόλπο και στον Σαρωνικό Κόλπο – ιδιαιτέρως στην Ελευσίνα.
H ανεξέλεγκτη οικιστική και βιομηχανική ανάπτυξη κατά μήκος των ακτών χωρίς την παρουσία οργανωμένων μονάδων επεξεργασίας των λυμάτων, οι αμμοληψίες, οι εκχερσώσεις και η αυθαίρετη εκμετάλλευση των παραλιών για τουριστικούς σκοπούς έχουν καταστροφικές συνέπειες για τις ελληνικές θάλασσες.
Μεγάλος επίσης είναι ο κίνδυνος από την υπερβολική χρήση λιπασμάτων στις χερσαίες καλλιέργειες, αφού μέσω των υπόγειων υδροφορέων μεταφέρεται στη θάλασσα νερό με υψηλή περιεκτικότητα σε θρεπτικές ουσίες. Αυτό με τη σειρά του έχει ως αποτέλεσμα την υπερβολική ανάπτυξη φυτικών οργανισμών στη θάλασσα. Το φαινόμενο ονομάζεται ευτροφισμός και οδηγεί στην εξάντληση του οξυγόνου, το οποίο υπάρχει στο νερό από τα φυτά, και στη διαταραχή της οικολογικής ισορροπίας.
Ενα δεύτερο «ελληνικό» πρόβλημα, σύμφωνα με τα στοιχεία της WWF, είναι η υπεραλίευση. Δυστυχώς στη χώρα μας παρατηρείται χρήση αλιευτικών μέσων που αντιβαίνουν στην ελληνική νομοθεσία (δυναμίτες, συρόμενα δίχτυα), αλλά και παράνομη αλιεία σε περιόδους απαγόρευσης. Ολα αυτά έχουν επιφέρει εξάντληση ή σημαντική μείωση των ιχθυαποθεμάτων. Μεταξύ των ειδών τα οποία απειλούνται άμεσα από την υπεραλίευση και τα μη επιλεκτικά εργαλεία στη χώρα μας είναι ο τόνος, ο ξιφίας, το φαγκρί, το λυθρίνι, η συναγρίδα, το μπαρμπούνι, η σφυρίδα και ο ροφός.
Επιπροσθέτως τα συρόμενα εργαλεία (μηχανότρατες), όταν χρησιμοποιούνται στην παράκτια ζώνη, καταστρέφουν ολοκληρωτικά ό,τι καλύπτει τον βυθό της θάλασσας και εξαφανίζουν κάθε μορφή ζωής που εξαρτάται από αυτόν. H χρήση παράνομων αλιευτικών εργαλείων ευθύνεται επίσης για τον θάνατο πολλών θαλάσσιων θηλαστικών, όπως τα δελφίνια, και οι φώκιες, και χελωνών. Τα παραπάνω προβλήματα έχουν εξάλλου διαπιστωθεί και από ειδικούς επιστήμονες, όπως ο κ. Κωνσταντίνος Κουτσικόπουλος, αναπληρωτής καθηγητής Βιολογίας στο Πανεπιστήμιο Πατρών, ειδικός σε θέματα θαλάσσιας αλιείας, ο οποίος επισημαίνει ότι οι συνέπειες της ανθρώπινης παρέμβασης σε παράκτιες περιοχές, οι οποίες συνεχώς μελετώνται, είναι μεγάλης έκτασης.
Οι όποιες συνέπειες από την κακή διαχείριση του θαλάσσιου περιβάλλοντος πέφτουν συνήθως «επί δικαίων και αδίκων». Ετσι πρόσφατα βρεθήκαμε όλοι μπροστά στο δίλημμα να φάμε ή όχι τον σολομό, ο οποίος στο μεγαλύτερο ποσοστό του προέρχεται από ιχθυοτροφεία των βορείων θαλασσών, καθώς σε δείγματά του είχαν εντοπιστεί διοξίνες. Παρά το γεγονός ότι τα επίπεδα των διοξινών στον σολομό ήταν πολύ χαμηλότερα από τα μέγιστα όρια ασφαλείας που προβλέπει η κοινοτική νομοθεσία, η υπόθεση επανέφερε ένα ερώτημα που βασανίζει πολλούς από εμάς όταν βρισκόμαστε μπροστά στον πάγκο του ιχθυοπώλη: να προτιμήσουμε ψάρια ιχθυοκαλλιέργειας ή τα ακριβότερα συνήθως των ανοιχτών θαλασσών;
Πρόκειται για ερώτημα με δύσκολη απάντηση. Θεωρητικά, όταν τηρούνται οι κανόνες ασφαλείας, δεν θα πρέπει να ανησυχούμε. Στην Ελλάδα η εγκατάσταση και η λειτουργία των μονάδων υδατοκαλλιέργειας (χωροταξική τοποθέτηση, διαδικασία παραγωγής, προβλεπόμενος εξοπλισμός, τρόπος και είδος εκτροφής ψαριών) πραγματοποιείται σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία και όπως προβλέπεται από την Απόφαση Εγκρισης Περιβαλλοντικών Ορων (Κοινή Υπουργική Απόφαση ΥΠΕΧΩΔΕ και υπουργείου Γεωργίας). Οι έλεγχοι για τυχόν παραβάσεις πραγματοποιούνται από κλιμάκια των κατά τόπους υπηρεσιών του ΥΠΕΧΩΔΕ και των νομαρχιών, τα οποία είναι και αρμόδια για την επιβολή των ανάλογων διοικητικών προστίμων.
Ο τόπος προέλευσης
Σύμφωνα με την κοινοτική νομοθεσία η οποία τέθηκε σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου του 2002, το λιγότερο που μπορεί να περιμένει ο καθένας από εμάς είναι η αναγραφή της περιοχής από όπου αλιεύθηκε το ψάρι ή της χώρας στην οποία καλλιεργήθηκε. Βεβαίως αυτή η πληροφορία δεν είναι ικανή να μας κάνει να νιώσουμε ασφάλεια. Ωστόσο, όταν από καιρού εις καιρόν πληροφορούμαστε ότι κάποιο είδος ψαριού σε κάποια περιοχή του πλανήτη είναι μολυσμένο, αυτό σημαίνει, συν τοις άλλοις, ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί λειτουργούν. Με δεδομένο δε ότι σήμερα τα προϊόντα της ιχθυοκαλλιέργειας καλύπτουν το ένα τρίτο των παγκόσμιων αναγκών (ενώ σύντομα προβλέπεται ότι θα καλύπτουν το 50%), ίσως είναι ρεαλιστικότερο, ως καταναλωτές και ως υπεύθυνοι πολίτες, να εκφράζουμε συνεχώς την απαίτησή μας για τήρηση των κανόνων τόσο στην αλίευση όσο και στην ιχθυοκαλλιέργεια. Και βεβαίως να θυμόμαστε και τις δικές μας ευθύνες…