Ο Μοχάμεντ Μοσαντέκ
στη διάρκεια της θητείας του ως πρωθυπουργού του Ιράν έγινε παγκοσμίως γνωστός για τον ρόλο του στην πετρελαϊκή κρίση της περιόδου 1951-1953, καθώς και για την ανατροπή του το 1953 από πραξικόπημα το οποίο οργανώθηκε από τις μυστικές υπηρεσίες των ΗΠΑ και της Μεγάλης Βρετανίας για λογαριασμό του Σάχη (ονομασία των βασιλέων του Ιράν). Και τα δύο αυτά γεγονότα είναι εξαιρετικά σημαντικά για την κατανόηση της ιστορίας του Ιράν τον 20ό αιώνα, αλλά και γενικότερα για τις σχέσεις μεταξύ Πρώτου και Τρίτου Κόσμου μετά το τέλος της αποικιοκρατίας. Για να γίνουν αντιληπτές οι αιτίες και οι συνέπειες των παραπάνω γεγονότων πρέπει να τα εντάξουμε σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.


Η πετρελαϊκή κρίση στις αρχές της δεκαετίας του ’50 αποτελεί μέρος αυτού που θα μπορούσαμε να ονομάσουμε «δεύτερη φάση του ιμπεριαλισμού», δηλαδή μια ιστορική φάση στην οποία παρ’ όλο που η αποικιοκρατία είχε σε μεγάλο βαθμό καταργηθεί, οι τέως ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ήλεγχαν ακόμη το μεγαλύτερο κομμάτι της οικονομικής ζωής των χωρών του Τρίτου Κόσμου μέσω της κατοχής των πλουτοπαραγωγικών πόρων. Στο Ιράν από τις αρχές του 19ου αιώνα η δυναστεία των Χαζάρων (1779-1925) επιδιώκοντας την εξοικονόμηση εσόδων βασίστηκε στην παραχώρηση προνομίων σε ξένες επιχειρήσεις. Η μεγαλύτερη τέτοιου είδους συμφωνία έγινε το 1901 όταν το Ιράν παραχώρησε το δικαίωμα εκμετάλλευσης των κοιτασμάτων πετρελαίου στο νότιο τμήμα της χώρας στη βρετανικής ιδιοκτησίας Αγγλοϊρανική Πετρελαϊκή Εταιρεία. Το 1933 υπεγράφη μια καινούργια συμφωνία μεταξύ του Ιράν και της βρετανικής εταιρείας, η οποία θα είχε ισχύ για 60 χρόνια και το Ιράν θα έπαιρνε μόλις μεταξύ 10% και 20% των κερδών από το πετρέλαιο.


Το 1951 ο Μοσαντέκ, αφού είχε αναλάβει καθήκοντα πρωθυπουργού με τεράστια λαϊκή υποστήριξη, κρατικοποίησε τις πετρελαϊκές εγκαταστάσεις και η βρετανική εταιρεία αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το Ιράν. Ο Μοσαντέκ ήταν ένας από τους πρώτους εθνικιστές ηγέτες αναπτυσσόμενων χωρών που αντιτάχθηκαν στον οικονομικό ιμπεριαλισμό και υποστήριξαν την οικονομική ανεξαρτησία της χώρας τους. Η επιρροή και η απήχηση των πράξεών του υπήρξαν πολύ μεγάλες σε όλον τον Τρίτο Κόσμο, γεγονός που καταδεικνύεται από το ότι πέντε χρόνια αργότερα, το 1956, ο πρόεδρος της Αιγύπτου Νάσερ ακολουθώντας το παράδειγμα του Μοσαντέκ κρατικοποίησε τη διώρυγα του Σουέζ.


Το πραξικόπημα του 1953 που ανέτρεψε τον Μοσαντέκ εντάσσεται στο γενικότερο πολιτικό πλαίσιο της εποχής του Ψυχρού Πολέμου. Εκτός του ότι τόσο η Μεγάλη Βρετανία όσο και οι ΗΠΑ έβλεπαν ως κοινό τους συμφέρον τη διατήρηση του ιρανικού πετρελαίου κάτω από Δυτικό έλεγχο, το αποφασιστικό ίσως στοιχείο για να πεισθούν οι ΗΠΑ να οργανώσουν το πραξικόπημα ήταν ο φόβος του κομμουνισμού. Ο Μοσαντέκ χρησιμοποίησε την υποστήριξη του κομμουνιστικού κόμματος Τούντεχ (Tudeh) για να εφαρμόσει την πολιτική του, το οποίο ήταν εξαιρετικά ενεργό ανάμεσα στους εργάτες των πετρελαιοπηγών, και οι ΗΠΑ άρχισαν να ανησυχούν ότι το Ιράν κινδύνευε να περάσει κάτω από τη σοβιετική επιρροή, ακόμη και με κομμουνιστική κατάληψη της εξουσίας. Η αμερικανοβρετανική επιχείρηση με το κωδικό όνομα «ΤΡ-Ajax» υπήρξε η πρώτη πετυχημένη ανατροπή μιας ξένης κυβέρνησης από μυστικές υπηρεσίες και αποτέλεσε το μοντέλο για μια σειρά άλλες επιχειρήσεις της CIA, όπως το πραξικόπημα στη Γουατεμάλα το 1954 και η καταστρεπτική για την ίδια επέμβαση στην Κούβα το 1961, γνωστή ως «Ο Κόλπος των Χοίρων».


Το πραξικόπημα υπήρξε ορόσημο στην ιστορία του Ιράν. Σταθεροποίησε την εξουσία του Σάχη, ο οποίος κυβέρνησε με σιδηρά πυγμή για άλλα 26 χρόνια ώσπου να ανατραπεί τελικώς από την Ισλαμική Επανάσταση του 1979. Το πώς φθάσαμε στην Ισλαμική Δημοκρατία του Χομεϊνί και στα έντονα αντιαμερικανικά αισθήματα που τρέφει μεγάλο μέρος της ιρανικής κοινωνίας δεν μπορεί να γίνει κατανοητό χωρίς τη γνώση του πραξικοπήματος. Σύμφωνα με πολλούς μελετητές μάλιστα το Ιράν την περίοδο της πρωθυπουργίας του Μοσαντέκ είχε τη μεγάλη ευκαιρία να αλλάξει το πολίτευμά του από συνταγματική μοναρχία σε κάποιου είδους δημοκρατία, κάτι που έγινε το 1979 με έναν τρόπο που συντάραξε τη Δύση. Η ίδια η κυβέρνηση των ΗΠΑ μέσω της τότε υπουργού Εξωτερικών Μαντλίν Ολμπραϊτ αναγνώρισε τον Μάρτιο του 2000 το στρατηγικό λάθος που διέπραξε η κυβέρνηση Αϊζενχάουερ ανατρέποντας τον Μοσαντέκ. Οπως ανέφερε η κυρία Ολμπραϊτ, «το πραξικόπημα ήταν σαφώς ένα πλήγμα για την πολιτική ανάπτυξη του Ιράν. Και είναι εύκολο να δει κανείς τώρα γιατί τόσοι Ιρανοί συνεχίζουν να δυσανασχετούν για αυτή την παρέμβαση της Αμερικής στις εσωτερικές τους υποθέσεις».


Γεννημένος στις 19 Μαΐου 1882 στην Τεχεράνη ο Μοχάμεντ Μοσαντέκ ήταν γόνος αριστοκρατικής οικογένειας. Ο πατέρας του είχε διατελέσει υπουργός Οικονομικών επί 21 χρόνια, ενώ η μητέρα του ήταν μέλος της βασιλικής οικογένειας των Χαζάρων. Ο Μοσαντέκ σπούδασε στην Ecole des Sciences Politiques στο Παρίσι καθώς και στο πανεπιστήμιο Neuchatel της Ελβετίας, απ’ όπου έλαβε το διδακτορικό του στη Νομική το 1913. Με την επιστροφή του στο Ιράν το 1913 και ως το 1928 υπηρέτησε σε πολυάριθμες κυβερνητικές θέσεις: ως μέλος των Ματζλίς (Συμβουλευτική Εθνοσυνέλευση με εκλεγμένα μέλη και εξουσία να ψηφίζει νόμους και να εκλέγει τον πρωθυπουργό της χώρας), διοικητής της επαρχίας του Φαρς και του Αζερμπαϊτζάν, υπουργός Οικονομικών, υπουργός Εξωτερικών κ.ά.


Με την εκθρόνιση του τελευταίου Χαζάρου Σάχη, την άνοδο στην εξουσία του Ριζά Χαν ως Σάχη το 1925 και την εγκαθίδρυση της δυναστείας των Παχλαβί (1925-1979), ο Μοσαντέκ, λόγω της έντονης αντίθεσής του στην εξουσία του καινούργιου Σάχη, φυλακίστηκε για σύντομο χρονικό διάστημα και κατόπιν παρέμεινε σε κατ’ οίκον περιορισμό στο εξοχικό του στο χωριό Αχμανταμπάντ δυτικά της Τεχεράνης.


Οι φιλικές σχέσεις του Σάχη με τη ναζιστική Γερμανία προκάλεσαν αγγλοσοβιετική εισβολή στη χώρα το 1941 για την προστασία των κοιτασμάτων πετρελαίου από πιθανή γερμανική κατάσχεση. Ο Σάχης αναγκάστηκε να παραιτηθεί του θρόνου του εγκαταλείποντας τη χώρα και αφήνοντας την εξουσία στον γιο του, Μοχάμεντ Ριζά Σαχ Παχλαβί. Με τον νέο Σάχη ο Μοσαντέκ επανήλθε στον πολιτικό βίο και εξελέγη μέλος των Ματζλίς το 1944.


Αυτή την περίοδο ο Μοσαντέκ ανέλαβε ηγετικό ρόλο στα Ματζλίς. Ιδρυσε το κόμμα του Εθνικού Μετώπου, έναν συνασπισμό από εθνικιστικές και θρησκευτικές ομάδες, και έγινε γνωστός για τους πύρινους λόγους του εναντίον της συνεχιζόμενης ξένης επιρροής στο Ιράν, ειδικά όσον αφορούσε τη βιομηχανία πετρελαίου. Τον Μάρτιο του 1951 τα Ματζλίς ενέκριναν τον νόμο του Μοσαντέκ για την κρατικοποίηση των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων της Αγγλοϊρανικής Πετρελαϊκής Εταιρείας και τον Μάιο του ίδιου χρόνου εξελέγη πρωθυπουργός.


Η αποφασιστικότητα του Μοσαντέκ να μην υποχωρήσει στις πιέσεις της Μεγάλης Βρετανίας, η οποία κατάφερε να επιβάλει παγκόσμιο αποκλεισμό του ιρανικού πετρελαίου δημιουργώντας τεράστια προβλήματα στην ιρανική οικονομία, τον έκανε παγκοσμίως γνωστό. Το φθινόπωρο του 1951 ο Μοσαντέκ ταξίδεψε στις ΗΠΑ για να υπερασπισθεί την ιρανική θέση στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ, όπου είχε καταφύγει η Μεγάλη Βρετανία, ενώ το ίδιο έκανε και τον Ιούνιο του 1952 στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, το οποίο απεφάνθη υπέρ του Ιράν.


Η πετρελαϊκή κρίση τερματίστηκε με το πραξικόπημα εναντίον του Μοσαντέκ, το οποίο κατέληξε στην ανατροπή του ύστερα από τέσσερις ημέρες ταραχών κατά τις οποίες ο Σάχης είχε καταφύγει στο εξωτερικό. Ο Μοσαντέκ δικάστηκε σε στρατοδικείο με την κατηγορία της προδοσίας εναντίον του Σάχη, καταδικάστηκε σε τρία χρόνια φυλάκιση και κατόπιν παρέμεινε σε κατ’ οίκον περιορισμό στο εξοχικό του ως τον θάνατό του στις 5 Μαρτίου 1967.


Ο Μοσαντέκ παραμένει μια εξαιρετικά σημαντική προσωπικότητα στην ιστορία του σύγχρονου Ιράν. Η μεγαλύτερη κληρονομιά που άφησε ήταν η κρατικοποίηση των πετρελαϊκών εγκαταστάσεων, αφού παραμένοντας στον έλεγχο της ιρανικής κυβέρνησης έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην οικονομική «άνοιξη» του Ιράν τη δεκαετία του ’60. Η φήμη που απέκτησε ως ένας τίμιος και ακέραιος πολιτικός ο οποίος πάλεψε για το καλό του Ιράν τού έχει δώσει διαστάσεις εθνικού ήρωα στα μάτια πολλών Ιρανών. Μάλιστα στην πρώτη επέτειο του θανάτου του μετά την Ισλαμική Επανάσταση του 1979 γύρω στο ένα εκατομμύριο άτομα μαζεύτηκαν στο Αχμανταμπάντ για να του αποτίσουν φόρο τιμής. Οπως γράφει και η βιογράφος του, Φάρχαντ Ντίμπα, «κανένας άλλος ιρανός πολιτικός, αρχηγός κράτους ή κυβερνήτης δεν έχει τιμηθεί έτσι όπως ο Μοσαντέκ εκείνη την ημέρα».