Σκαραβαίοι με πολεμική ψυχή





Ο Γιαν Φαμπρ είναι ένας άνθρωπος με πολλές ιδιότητες, ένας ανατρεπτικός καλλιτέχνης που αναζητεί το όλον. Τον συναντήσαμε για πρώτη φορά με την πολύμορφη δημιουργία του το περασμένο καλοκαίρι, με αφορμή το αφιέρωμα του Φεστιβάλ Χορού του Μονπελιέ. Αδύνατον να ξεχωρίσεις τον εικαστικό Φαμπρ από τον σκηνοθέτη. Από το 1984 που παρουσίασε το έργο του στην Μπιενάλε της Βενετίας ως σήμερα το ένα μοιάζει να τροφοδοτεί το άλλο καταργώντας εμπράκτως τα σύνορα ανάμεσα σε διαφορετικές μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης. Την Παρασκευή 24 Νοεμβρίου εγκαινιάστηκε η πρώτη του έκθεση σε γκαλερί της Αθήνας με γλυπτά φτιαγμένα από τους προσφιλείς του σκαραβαίους, ιερά έντομα για τους αρχαίους Αιγυπτίους και σύμβολα της αιωνιότητας εξαιτίας της τεράστιας αντοχής τους στις δοκιμασίες. Δουλειά αυτοβιογραφικού χαρακτήρα επίσης, αφού ο παππούς του Ζαν-Ανρί Φαμπρ ήταν εντομολόγος και με το βιβλίο του «Θαύματα του ενστίκτου στα έντομα» του κληρονόμησε μια πολύτιμη παρακαταθήκη για την κατανόηση της ζωής. Ο κόσμος των εντόμων στο μικροσκόπιο θα είναι το κλειδί για να αντιληφθεί μεταφορικά τη λειτουργία του Σύμπαντος. Και πάνω ακριβώς σε αυτό το πέρασμα από τον μικρόκοσμο στον μακρόκοσμο θα θεμελιώσει το δικό του διάβημα. Την προηγούμενη εβδομάδα στο παρισινό Théâtre de la Ville έκανε πρεμιέρα η τελευταία σκηνική του δημιουργία «Οσο ο κόσμος έχει ανάγκη μια πολεμική ψυχή». Ιδού η συνέντευξη που μας παραχώρησε αυτός ο «πολεμιστής του ωραίου», όπως του αρέσει να τον αποκαλούν.





­ Είστε εικαστικός καλλιτέχνης,
θεατρικός συγγραφέας, χορογράφος και σκηνοθέτης ταυτόχρονα. Τι σημαίνει μια τέτοια πολύμορφη απασχόληση;


«Τα μέσα αλλάζουν, το διάβημα μένει το ίδιο. Για ορισμένα πράγματα ο λόγος δεν είναι το καλύτερο όχημα, άλλες φορές πάλι έχει ανάγκη το σώμα του ηθοποιού στη σκηνή για να αποκτήσει υπόσταση. Μόνο τα γλυπτά μου αφετέρου μπορούν να έχουν τη δύναμη και την πυκνότητα που απαιτείται για ένα σύμβολο. Συχνά πάντως το ένα υπερκαλύπτει το άλλο, όπως λόγου χάρη οι σκαραβαίοι που χρησιμεύουν άμεσα στη γλυπτική μου, ενώ ταυτόχρονα παρατηρώντας τις κινήσεις των εντόμων ­ ο παππούς μου ήταν εντομολόγος ­ εμπνέομαι στις χορογραφίες μου».


­ Η τελευταία δουλειά σας ωστόσο μας αιφνιδίασε. Θύμιζε πολιτικό μανιφέστο επί σκηνής. Πόσο όμως αντέχει ένα χορευτικό θέαμα αλλά και η τέχνη εν γένει το βάρος της πολιτικοποίησης;


«Είναι ένα καλό ερώτημα το οποίο θέτω κι εγώ συχνά στον εαυτό μου. Είναι όμως γεγονός ότι πλανιόταν πολύς εστετισμός στη χορευτική σκηνή, κίνηση για την κίνηση κτλ. Κανένας καλλιτέχνης του χορού δεν βγαίνει να εκφραστεί ξεκάθαρα επί σκηνής για την πολιτικοκοινωνική κατάσταση. Το τελευταίο μου θέαμα είναι μια πολιτική ακτινογραφία του σώματος στη σημερινή κοινωνία του κινητού τηλεφώνου, της μόδας και της διαφήμισης, χωρίς όμως να είναι μόνο αυτό».


­ Φυσικά το κλίμα είναι ζοφερό ­ διατροφικά σκάνδαλα, οικολογικά προβλήματα, φόβοι για χειραγώγηση των γενετικών ανακαλύψεων. Η ωμότητα ωστόσο στην ίδια την τέχνη γίνεται και αυτή με τη σειρά της αναλώσιμη ως θέαμα. Τελικά η αισθητική σήμερα δεν μπορεί να εμπεριέχει την ηθική;


«Είναι μια εμπλοκή που αφορά όλους μας. Αναρωτιέμαι συχνά μαζί με τους ηθοποιούς και τους χορευτές που δουλεύω γιατί κάνουμε τέχνη, τι θέλουμε να κάνουμε με τον χορό. Συνηθίζουμε να εξωθούμε τα πράγματα στα άκρα και τότε ευνοείται ο στοχασμός».


­ Το τελευταίο έργο σας «Οσο ο κόσμος έχει ανάγκη μια πολεμική ψυχή», θυμίζει μάθημα ανατομίας με το πειραματόζωο ζωντανό επί σκηνής. Ο θεατής υπόκειται σε ένα ανελέητο σφυροκόπημα.


«Η δημιουργία είναι μια εσωτερική ανάγκη αλλά την ίδια στιγμή απευθύνεται σε ένα κοινό. Οταν λοιπόν επιδράς στις αισθήσεις του, στην όραση και στην ακοή, συχνά το αιφνιδιάζεις. Δεν είναι όμως αυτοσκοπός. Υπάρχουν θεάματά μου χωρίς υπερβολική ενέργεια. Αλλάζω διαρκώς, ποτέ δεν επαναλαμβάνομαι».


­ Μιλήστε μας για τις καταβολές σας. Είστε γεννημένος στη Φλάνδρα, μια περιοχή με πολύ σημαντικές παρουσίες στη σύγχρονη χορευτική σκηνή. Εσείς, η Αννα Τερέζα ντε Κίρσμεϊκερ, ο Βιμ Βαντεκίμπους, ο Αλέν Πλατέλ.



«Γεννήθηκα το 1958 στην Αμβέρσα, μια μικρή πόλη 500.000 κατοίκων, με μεγάλη όμως καλλιτεχνική παράδοση και πολλά πρόσωπα. Εζησα στη Νέα Υόρκη, έπειτα στο Βερολίνο, πάντα όμως επέστρεφα σε αυτήν. Με έχει σφραγίσει αυτός ο συνδυασμός της γαλλόφωνης παιδείας με τη φλαμανδική παράδοση στη ζωγραφική. Και η μητέρα μου ήταν άλλωστε αστή γαλλικής καταγωγής, ενώ ο πατέρας μου ήταν φλαμανδός αναρχοκομμουνιστής. Από τον έναν πήρα την αγάπη για τη γλώσσα και τη γαλλική λογοτεχνία και από τον άλλον την ικανότητα να παρατηρώ και να σχεδιάζω, την αγάπη μου για την εικόνα».


­ Ποιοι υπήρξαν μέντορές σας;


«Η μάνα μου και ο πατέρας μου, οι οποίοι κάθε βράδυ, όταν ήμουν μικρός, μετά το δείπνο μού αφηγούνταν μια ιστορία. Από τον κόσμο της τέχνης ο Μπουνιουέλ, ο Μισό, οι κλασικοί φλαμανδοί ζωγράφοι σαν τον Ιερώνυμο Μπος ή τον Γιαν Βαν Αϊκ, ο Μισέλ Φουκό και ο Μπορίς Βιάν».


­ Η εμπλοκή του σωματικού στοιχείου πώς συνέβη στη δουλειά σας;


«Το πιο σημαντικό στη δουλειά μου παραμένει το ανθρώπινο σώμα. Αντιμετώπιζα ανέκαθεν με περιέργεια και θαυμασμό όλα αυτά τα παράξενα όργανα με τα οποία κοιμάμαι και ξυπνώ κάθε μέρα. Θα το έλεγε κανείς και επιστημονικό ενδιαφέρον. Ολόκληρη η εικαστική δουλειά μου έχει ως σημείο εκκίνησης τη σωματική μας υπόσταση ­ σπονδυλική στήλη, κόκκυγας, κρανίο ­ και το φθαρτό της ανθρώπινης ύπαρξης. Κατά τα άλλα έκανα θέατρο γιατί ακριβώς αγαπώ τους ανθρώπους και μου έλειπε η επικοινωνία».


­ Στα 42 σας χρόνια επιμένετε στις ανατροπές, όπως στα 20 όταν ξεκινούσατε.


«Μου θυμίζω την ιστορία με το άγριο ζώο που το βρήκαν άρρωστο, το μάζεψαν, το περιέθαλψαν και θέλησαν να το κάνουν κατοικίδιο. Αυτό όμως μόλις συνήλθε έφυγε. Ετσι συμβαίνει και με τον δικό μου γονότυπο. Μόλις αισθάνομαι ότι είμαι αποδεκτός ετοιμάζομαι για αλλαγή κατεύθυνσης».


­ Στη ζωή ωστόσο υπάρχουν κερδισμένοι και χαμένοι κι εσείς ανήκετε στους πρώτους.


«Εχω γράψει ένα θεατρικό με τίτλο «Ο αυτοκράτορας της απώλειας». Πιστεύω στην αποτυχία, στην ανεπάρκεια και στη φθορά γιατί μας οδηγούν σε ένα τέλος που φέρνει με τη σειρά του μια καινούργια αρχή. Ολα είναι κύκλοι και η τάξη συνήθως έρχεται μετά το χάος. Οσο για μένα, νομίζω ότι είμαι ένας πολύ καλός παίκτης που ενδιαφέρεται να μάθει τους κανόνες του παιχνιδιού φλερτάροντας με τη θεά Τύχη, ποτέ για κερδισμένους και χαμένους».


­ Πού στοχεύετε ως δημιουργός;


«Θέλω να καταφέρω να γίνω ένα καλός καλλιτέχνης. Μόλις που ξεκίνησα, είμαι ένα έμβρυο ακόμη. Ελπίζω ως τα 85 μου ­ ηλικία στην οποία έφθασε ο παππούς μου ­ να μπορέσω να κάνω τα καλύτερα σχέδιά μου, τα καλύτερα έργα μου».


Η ΤΑΥΤΟΤΗΤΑ


Η έκθεση του Γιαν Φαμπρ στην γκαλερί «ΑΔ» ( Παλλάδος 3, Ψυρρή, τηλ. 3228.785) θα διαρκέσει ως τις 20 Ιανουαρίου 2001.