«Φανταστείτε ότι τα μεγάλα κόμματα είναι οι Rolling Stones και εμείς είμαστε ένα μικρό, σχεδόν άγνωστο ραπ. Πρέπει να φωνάξουμε δυνατότερα, πρέπει να είμαστε λίγο «κακά παιδιά». Αλλιώς, πώς θα ακουστούμε;». Ο άνθρωπος που μας μιλάει γνωρίζει από πρώτο χέρι τις εσωτερικές διεργασίες και τη διαμόρφωση της προεκλογικής εκστρατείας του AfD. Η «Εναλλακτική για τη Γερμανία», το πρώτο ακροδεξιό κόμμα που είναι έτοιμο να εισέλθει στο Μπούντεσταγκ μετά το 1949 και την αποκατάσταση της δημοκρατίας στη Γερμανία, ενδέχεται να αναδειχθεί τρίτη κοινοβουλευτική δύναμη στη μεγαλύτερη οικονομία της ευρωζώνης. Ακόμη και αν όλα τα υπόλοιπα κόμματα έχουν δεσμευθεί ότι δεν υπάρχει περίπτωση να συνεργαστούν μαζί του, η άνοδος του AfD απειλεί να επηρεάσει βαθιά το συλλογικό πολιτικό υποσυνείδητο μιας χώρας που μέχρι σήμερα υπερηφανευόταν ότι είχε αποφύγει τέτοιου είδους φαινόμενα.
Το «κρυφό» ποσοστό
Το ερώτημα στο οποίο ουδείς έχει σαφή και κατηγορηματική απάντηση είναι πόσο ψηλά μπορεί να φθάσει το ποσοστό του AfD. Στην τελευταία δημοσκόπηση του ινστιτούτου Forza, στις 20 Σεπτεμβρίου, το κόμμα λαμβάνει 9%, ποσοστό που κινείται εντός της κλίμακας 8%-11% βάσει των τελευταίων ερευνών κοινής γνώμης. Η μεγάλη ανησυχία όμως, όπως την εκφράζει και η Αντρέα Ντέσποτ, διευθύντρια της Ευρωπαϊκής Ακαδημίας του Βερολίνου, είναι «ότι το ποσοστό αυτό μπορεί να ανεβεί παραπάνω, ως και το 13%, κατά ορισμένους ως και το 15%. Αυτός ο προβληματισμός», προσθέτει, «προκύπτει από το γεγονός ότι αρκετοί ερωτώμενοι σε τηλεφωνικές δημοσκοπήσεις ίσως αποφεύγουν να αποκαλύψουν τις αληθινές εκλογικές προτιμήσεις τους».
Σύμφωνα με τον Αντρέας Ρίνκε, τον ανταποκριτή του πρακτορείου Reuters στο Βερολίνο, «το ποσοστό που θα λάβει το AfD δεν θα μεταβάλει την πορεία και τον προορισμό της γερμανικής πολιτικής». Τούτο μοιάζει σαφές από άποψη συσχετισμών ισχύος, αλλά υπάρχουν και ορισμένες παράμετροι που δεν θα έπρεπε να υποτιμηθούν. Είναι σαφές ότι αν προκύψει μετεκλογικά ένας μεγάλος συνασπισμός Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών, η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» θα μπορούσε να βρεθεί αιφνιδίως στον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Αυτό σημαίνει, όπως εξηγεί η κυρία Ντέσποτ, ότι θα έχει αυξημένο χρόνο παρεμβάσεων στις κοινοβουλευτικές συνεδριάσεις και θα προωθούν τις ακραίες θέσεις τους και φυσικά θα αποκτήσουν και θέση αντιπροέδρου στο Μπούντεσταγκ. Σε ορισμένους κύκλους στη Γερμανία έχει αρχίσει να αναφύεται το δίλημμα κατά πόσο πρέπει να αναζητηθούν πιθανά νομικά εμπόδια σε κάτι τέτοιο.
Η πορεία προς τα δεξιά
Μπορεί η «Εναλλακτική για τη Γερμανία» να ξεκίνησε τον πολιτικό βίο της στην έξαρση της κρίσης του ευρώ, ζητώντας από την Ανγκελα Μέρκελ να αντιταχθεί στη διάσωση της Ελλάδος, ωστόσο το κόμμα έχει διανύσει πολύ δρόμο από τότε. Αρχικά, η ηγετική ομάδα του αποτελείτο από καθηγητές Πανεπιστημίου, υπό τον Μπερντ Λούκε, που θεωρούσαν ότι οι διασώσεις απαγορεύονταν από τη Συνθήκη του Μάαστριχτ. Σήμερα, παρά το γεγονός ότι το κόμμα αυτό ταλανίστηκε και ακόμη αντιμετωπίζει εσωτερικές έριδες, ενδέχεται να υπερβεί το 10% των ψήφων και να εκλέξει ακόμη και πάνω από 70-80 βουλευτές. Αν αυτό συμβεί, θα πρόκειται για διπλασιασμό του ποσοστού του 4,7% που έλαβε στην παρθενική του εμφάνιση στις ομοσπονδιακές εκλογές του 2013 όταν έχασε για πολύ λίγο την είσοδο στη Βουλή.
Από τότε όμως η πορεία του υπήρξε σταθερά ανοδική. Είναι άλλωστε παρόντα στα κοινοβούλια 13 από τα συνολικά 16 γερμανικά κρατίδια. Οι εσωτερικές έριδες είχαν περισσότερο να κάνουν με το πόσο δεξιά θα… στρίψει το νεοσύστατο κόμμα. Η προσφυγική κρίση και η απόφαση της καγκελαρίου Μέρκελ να ακολουθήσει το 2015 μια πολιτική «ανοικτών θυρών» βοήθησε να λυθεί αυτό το δίλημμα. Φαίνεται μάλιστα ότι το AfD έχει καταφέρει να προσελκύσει μεγάλο κομμάτι των οπαδών του κινήματος Pegida (τα αρχικά του σημαίνουν «Ευρωπαίοι Πατριώτες εναντίον της Ισλαμοποίησης της Δύσης»), ενώ έχει ήδη διεισδύσει σε ένα μέρος των ψηφοφόρων των Χριστιανοδημοκρατών. Εχει επίσης μεγάλη απήχηση σε συντηρητικές γυναίκες ψηφοφόρους. Τούτο δε παρά το γεγονός ότι μόλις το 15% των μελών του είναι γυναίκες.
Η επίδραση του Προσφυγικού
Σύμφωνα με πηγές που μίλησαν στο «Βήμα» «αυτό που είναι εντυπωσιακό είναι ότι το AfD είναι ίσως το μοναδικό κόμμα που έχει εισροές από όλα τα υπόλοιπα κόμματα». Οι ίδιες πηγές επισημαίνουν ότι παρά το δεξιό πρόσημο, ο ευκολότερος στόχος είναι το SPD που υπό την ηγεσία του Μάρτιν Σουλτς δεν έχει καταφέρει να αρθρώσει πειστικό πολιτικό λόγο. Ισως αυτό να εξηγεί το γεγονός ότι όταν πρωτοεμφανίστηκε ως υποψήφιος για την καγκελαρία ο κ. Σουλτς, ένας σημαντικός αριθμός συμπαθούντων το AfD είχε επιστρέψει στο SPD. Από τη στιγμή όμως που οι Σοσιαλδημοκράτες δεν παρουσίασαν συνεκτικές προτάσεις στο Προσφυγικό, κινήθηκαν πίσω προς την «Εναλλακτική για τη Γερμανία».
Επίσης, δεν θα πρέπει να θεωρείται δεδομένο ότι όσοι σκέπτονται να ψηφίσουν την «Εναλλακτική για τη Γερμανία» είναι άνθρωποι χαμηλού μορφωτικού ή κοινωνικού επιπέδου. Το κόμμα έχει απήχηση και πέραν της εργατικής τάξης σε σημαντικό μέρος της μεσαίας τάξης, ακόμη και της ανώτερης μεσαίας τάξης. Πρόκειται για πολίτες που μπορεί να έχουν καθαρό μηνιαίο εισόδημα ως και 4.000 ευρώ και σίγουρα δεν θα ανέμενε κανείς να ψηφίζουν ένα ακροδεξιό λαϊκιστικό κόμμα. Αυτό το στοιχείο εντοπίζεται και σε πρόσφατη μελέτη του Ιδρύματος Hans Bockler, μέρος της οποίας παρουσίασε το περιοδικό «Spiegel». Σύμφωνα με αυτή λοιπόν, η έκφραση προσωπικής αξιοπρέπειας θεωρείται σημαντικότερος παράγοντας επιλογής κόμματος για ψηφοφόρους του AfD από ό,τι η οικονομική κατάσταση. Δεν χρειάζεται κάποιος να πάει μακριά, αλλά να κοιτάξει την περίπτωση της Αλις Βάιντελ, που αυτή τη στιγμή είναι, μαζί με τον Αλεξάντερ Γκάουρλαντ, το δημοφιλέστερο πρόσωπο του κόμματος. Η 38χρονη Βάιντελ, λεσβία και με σύντροφο μια γυναίκα από τη Σρι Λάνκα με την οποία μεγαλώνει δύο αγόρια, η οποία είναι οικονομολόγος με καριέρα που την έχει φέρει ως την Goldman Sachs, αποτελεί ακριβώς το μοντέλο υποψηφίου που ελάχιστοι θα περίμεναν να δουν στο, ούτως ή άλλως ανδροκρατούμενο, AfD.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ