Ο Ιούνιος είναι συνήθως ένας μήνας πολυάσχολος για τους ευρωπαϊκούς θεσμούς στις Βρυξέλλες. Με ορόσημο τη θερινή Σύνοδο Κορυφής, λαμβάνονται αποφάσεις για σειρά θεμάτων. Και εφέτος υπήρχαν δύσκολα θέματα, όπως π.χ. ο κοινοτικός προϋπολογισμός του 2017. Ο Ιούνιος του 2016 όμως είναι διαφορετικός από τους άλλους και όλοι κρατούν την ανάσα τους. Μια ημερομηνία είναι κυκλωμένη στα ημερολόγια: η 23η Ιουνίου.
Το φάντασμα του Brexit πλανάται πάνω από την Ευρώπη. Η απόφαση των βρετανών ψηφοφόρων που την προσεχή Πέμπτη θα προσέλθουν στις κάλπες για να ψηφίσουν υπέρ ή κατά της παραμονής της χώρας τους στην Ευρωπαϊκή Ενωση θα μπορούσε –κατά ορισμένους –να σημαδέψει βαθιά την πορεία του κοινοτικού εγχειρήματος. Αυτό μπορεί να συμβεί ακόμη κι αν επικρατήσει το στρατόπεδο της παραμονής (Remain), με αποτέλεσμα την ενεργοποίηση της Συμφωνίας του περασμένου Φεβρουαρίου. Ωστόσο, οι επιπτώσεις θα είναι καταλυτικές σε περίπτωση νίκης όσων θέλουν την αποχώρηση (Leave). Η ΕΕ θα εισέλθει τότε σε αχαρτογράφητα ύδατα, σε μια στιγμή που πολιορκείται από σειρά κρίσεων στην οικονομία, στην εσωτερική και εξωτερική της ασφάλεια, στο Προσφυγικό.
Πρόκειται για μια εξέλιξη που θα έπρεπε να έχει απασχολήσει περισσότερο και την Αθήνα, αλλά για ακόμη μία φορά μια ελληνική κυβέρνηση δεν έδωσε το βάρος που θα έπρεπε σε αυτές τις διαβουλεύσεις. Εγκλωβισμένη στην αξιολόγηση, η κυβέρνηση όχι μόνο δεν πρόλαβε αλλά ούτε και θέλησε να εξετάσει τις πιθανές επιπτώσεις ενός διαζυγίου ΕΕ – Βρετανίας. Το γεγονός ότι το 2018, που ολοκληρώνεται το τρίτο Μνημόνιο, δεν είναι τόσο μακριά, καθώς και ότι το πιθανό Brexit θα συνιστά προηγούμενο εξόδου, ουδένα απασχόλησε…
Το Αρθρο 50 και τα σενάρια νέας σχέσης


Παράλληλα με μια πιθανή συζήτηση για τα επόμενα βήματα της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, θα πρέπει να επιλυθεί ο γρίφος του… διαζυγίου. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει προηγούμενο κάνει τα πράγματα ακόμη δυσκολότερα.
Το πλαίσιο της αποχώρησης ενός κράτους-μέλους από την ΕΕ καθορίζεται από το Αρθρο 50 της Συνθήκης της Λισαβόνας. Υπενθυμίζεται ότι ως και τις συζητήσεις για το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, που ναυάγησε στο γαλλικό και ολλανδικό δημοψήφισμα του 2005, σχετική ρήτρα αποχώρησης δεν υπήρχε. Το άρθρο αυτό δεν αναφέρει ουσιαστικές παρά μόνο διαδικαστικές συνθήκες περί αποχώρησης.
Καταρχήν, το κράτος-μέλος που θέλει να αποχωρήσει ενημερώνει το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο για την πρόθεση αυτή. Η ενημέρωση δεν είναι απαραίτητο να γίνει αμέσως. Στο σημείο αυτό δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το γεγονός ότι ο πρωθυπουργός Ντέιβιντ Κάμερον θα βρεθεί λογικά υπό ασφυκτική πίεση να παραιτηθεί εφόσον χάσει το δημοψήφισμα. Ποιος μπορεί λοιπόν να αποκλείσει ότι ο Κάμερον θα είναι ήδη «κουτσό παπί» («lame duck», κατά την κλασική αγγλική έκφραση) όταν φθάσει στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στις 28-29 Ιουνίου; Αν το Συντηρητικό Κόμμα κληθεί να αποφασίσει επί του διαδόχου του, μπορεί οι διαπραγματεύσεις με την ΕΕ να μην αρχίσουν πριν από τον Ιανουάριο του 2017, με την αβεβαιότητα να έχει κορυφωθεί.
Το Συμβούλιο καθορίζει τους όρους και τις προϋποθέσεις των διαπραγματεύσεων χωρίς τη συμμετοχή του κράτους που έχει ζητήσει να αποχωρήσει. Προβλέπεται χρονικό διάστημα δύο ετών για τις διαπραγματεύσεις αυτές. Μετά οι Συνθήκες παύουν οριστικά να ισχύουν για το κράτος, εκτός κι αν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίσει διαφορετικά (και ομοφώνως) να επεκτείνει χρονικά τη διαδικασία με στόχο μια νέα σχέση. Αυτή η χρονική επέκταση, σύμφωνα με ευρωπαίο αξιωματούχο, θα είναι κατ’ ελάχιστον πέντε ετών.
Επίσης, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο αποφασίζει, αφού έχει λάβει τη συγκατάθεση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, με «σούπερ ενισχυμένη πλειοψηφία» και φυσικά χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το κράτος που θέλει να αποχωρήσει. Η έγκριση της συμφωνίας αποχώρησης απαιτεί διπλή πλειοψηφία τουλάχιστον 72% των μελών του Συμβουλίου που να αντιπροσωπεύουν παράλληλα το 65% του πληθυσμού των κρατών-μελών (πλην, στην εν λόγω περίπτωση, της Βρετανίας). Δεν απαιτείται κύρωση της συμφωνίας από τα κράτη-μέλη, ενώ από τη διατύπωση του άρθρου δεν φαίνεται να υπάρχει και δυνατότητα άρσης του αιτήματος αποχώρησης. Εφόσον το κράτος εγκαταλείψει την ΕΕ, θα υπάρξουν οι απαραίτητες προσαρμογές στο προσωπικό της Κομισιόν και της Ευρωβουλής.
Αυτό είναι το εύκολο μέρος της αποχώρησης. Τα δύσκολα ξεκινούν με την ανάγκη επαναδιαπραγμάτευσης κομματιών της σχέσης ΕΕ – Βρετανίας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το εμπόριο αλλά και την κυκλοφορία προσώπων. Μια νέα εμπορική συμφωνία απαιτεί ομοφωνία και επικύρωση από τα κράτη-μέλη. Κάπου εδώ αρχίζει η συζήτηση για τα εναλλακτικά μοντέλα σχέσης της Βρετανίας με την ΕΕ. Προς το παρόν έχουν καταγραφεί πέντε τέτοια μοντέλα.
Το νορβηγικό μοντέλο προϋποθέτει ότι η Βρετανία θα παραμείνει στην Ενιαία Αγορά, θα καταβάλλει εισφορές στον κοινοτικό προϋπολογισμό και θα σέβεται τις τέσσερις ελευθερίες: ανθρώπων, κεφαλαίου, αγαθών και υπηρεσιών. Μοιάζει δύσκολο να γίνει δεκτό όμως από τους οπαδούς της αποχώρησης. Σύμφωνα με το ελβετικό μοντέλο, η πρόσβαση στην Ενιαία Αγορά μπορεί να γίνεται ανά τομέα, αλλά πλέον το μοντέλο αυτό είναι προβληματικό διότι η Βέρνη αρνείται την πρωτοκαθεδρία του Δικαστηρίου της ΕΕ και υπάρχουν διαφωνίες σε ζητήματα ελεύθερης κυκλοφορίας. Το μοντέλο της Τουρκίας, με την Αγκυρα να αποδέχεται ότι οι εξωτερικοί της δασμοί αποφασίζονται από την ΕΕ, θα αφαιρούσε την κυριαρχία που θέλουν οι Brexiteers. Το δε καναδικό μοντέλο, βασιζόμενο στη Συμφωνία Ελευθέρου Εμπορίου ΕΕ – Καναδά, είναι πολύ φιλόδοξο, αλλά ενώ μειώνει πολύ τους περιορισμούς, δεν περιλαμβάνει τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Και αν μια νέα συμφωνία ΕΕ – Βρετανίας είναι ευρεία, λογικά οι Βρυξέλλες θα επιδιώξουν μεγαλύτερο έλεγχο.
Υπάρχει, τέλος, η επιλογή του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου (ΠΟΕ). Αυτή θα σήμαινε ότι μια διμερής συμφωνία ΕΕ – Βρετανίας θα ήταν αδύνατη και το Λονδίνο θα έπρεπε να καταφύγει στους κανονισμούς του ΠΟΕ για να έχει εμπορικές συμφωνίες με 52 χώρες του πλανήτη με τις οποίες σήμερα, ως μέλος της ΕΕ, έχει εμπορικές συμφωνίες και όχι μόνο… Δεδομένης της πολυπλοκότητας, ορισμένοι κάνουν λόγο για διαπραγμάτευση 10 ετών σε αυτό το σενάριο.
Μυστικά σχέδια διά παν ενδεχόμενο


Αν και επισήμως όλοι στις Βρυξέλλες τηρούν σιγήν ιχθύος, απορρίπτοντας σενάρια για «Σχέδια Β» και αποφεύγοντας οτιδήποτε θα επηρέαζε αρνητικά τους βρετανούς εκλογείς, στα γραφεία και στους διαδρόμους του Justus Lipsius (έδρα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου), του Berlaymont (όπου στεγάζεται η Επιτροπή) αλλά και στον νεότευκτο ουρανοξύστη της ΕΚΤ στη Φρανκφούρτη οι προετοιμασίες είναι πυρετώδεις και, φυσικά, απόρρητες. Οπως σημειώνει άλλωστε στο «Βήμα» ευρωπαίος αξιωματούχος, «πριν από το διαζύγιο, έρχεται ο χωρισμός. Και αυτός είναι πάντοτε δυσκολότερος».
Εφόσον οι Βρετανοί επιλέξουν την αποχώρηση, οι ημέρες ως τις 28 και 29 Ιουνίου, όταν θα συνεδριάσει στις Βρυξέλλες το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο, θα είναι απλώς κόλαση. Ηδη έχουν αρχίσει και ακούγονται διάφορες κινήσεις, όπως π.χ. η παρέμβαση της ΕΚΤ σε συντονισμό με την Τράπεζα της Αγγλίας στις αγορές ή μια έκτακτη συνάντηση του Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ, του Ντόναλντ Τουσκ και του Μάρτιν Σουλτς ακόμη και την επομένη του δημοψηφίσματος.
Φαίνεται επίσης πολύ πιθανό ο γαλλογερμανικός άξονας να αναλάβει κάποια πρωτοβουλία. Κατά την επίσκεψή του στην Αθήνα και σε συνάντηση που είχε με έλληνες δημοσιογράφους, ο γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς υπήρξε σαφής ότι το Παρίσι και το Βερολίνο θα καταθέσουν συγκεκριμένες προτάσεις ανεξαρτήτως του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος. Κορυφαίος κοινοτικός αξιωματούχος έλεγε πριν από λίγες ημέρες στο «Βήμα» ότι αναμένει να «εκφραστούν δύο σχολές σκέψης. Η μία θα ζητάει φεντεραλισμό τώρα και η άλλη θα θέλει να μην υπάρξει βιασύνη και να αναλυθεί τι χρειάζεται να γίνει ώστε οι «27» να μείνουν ενωμένοι χωρίς άλλες διαρροές». Προσφάτως πραγματοποιήθηκαν και ορισμένες μυστικές συναντήσεις σε Βρυξέλλες, Ρώμη και Ανόβερο. Εκεί φέρονται να συζητήθηκαν διάφορες ιδέες και σενάρια για την επομένη ενός Brexit με σκοπό να δείξει η ΕΕ ότι προχωρεί με κοινό βηματισμό.

Συντονισμός
Την ημέρα που οι Βρετανοί θα αποφασίζουν αν θα μείνουν ή αν θα φύγουν από την ΕΕ, τραπεζίτες από όλον τον κόσμο θα συμμετέχουν σε συνέδριο που διοργανώνει η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS), δηλαδή η κεντρική τράπεζα των κεντρικών τραπεζών.

Αυτά την προσεχή Πέμπτη, διότι το Σαββατοκύριακο που ακολουθεί, οι κεντρικοί τραπεζίτες από όλον τον πλανήτη θα συναντηθούν στη Βασιλεία της Ελβετίας όπου θα πραγματοποιηθεί η ετήσια σύνοδος της BIS, η οποία κάθε χρόνο γίνεται στα τέλη Ιουνίου.

Εφέτος συνέπεσε με το βρετανικό δημοψήφισμα, το οποίο αν βγάλει Brexit θα ταρακουνήσει τις αγορές, τα νομίσματα, την ΕΕ και τον πλανήτη ολόκληρο και θα χρειαστεί τη συντονισμένη αντίδραση των κεντρικών τραπεζιτών. Βεβαίως έχουν κάνει τα σχέδιά τους, αλλά με τη σύνοδο θα έχουν καλύτερο συντονισμό.

Ανάμεσα στην ουτοπία και στον ρεαλισμό
Μάχες παρασκηνίου στις Βρυξέλλες, διλήμματα στο Βερολίνο

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι εταίροι προσέφεραν πριν από μερικούς μήνες στον Ντέιβιντ Κάμερον όσα μπορούσαν προκειμένου να διευκολύνουν το έργο του να πείσει τη βρετανική κοινή γνώμη περί της παραμονής στην ΕΕ. Ο βρετανός πρωθυπουργός πέτυχε λιγότερα από όσα επεδίωκε, ενώ οι υπόλοιποι «27» είχαν θέσει τρεις κόκκινες γραμμές: την αποφυγή αναθεώρησης των Συνθηκών, την αποφυγή τού να δοθεί στο Λονδίνο οποιοδήποτε δικαίωμα βέτο σε θέματα ευρωζώνης και τη διασφάλιση των θεμελιωδών αρχών της ΕΕ. Το βασικό διακύβευμα υπήρξε σαφές και η Ανγκελα Μέρκελ έπαιξε καταλυτικό ρόλο στη διασφάλισή του. Από τη μία πλευρά αποφεύχθηκε η ανάμειξη του Λονδίνου στην οικονομική διακυβέρνηση της ευρωζώνης. Από την άλλη πλευρά, όμως, ο κ. Κάμερον κέρδισε την επίσημη εξαίρεση από τη ρήτρα της «ολοένα στενότερης Ενωσης». Ουσιαστικά, θεσμοποιείται όχι μόνο η «Ευρώπη των πολλών ταχυτήτων» αλλά και η «Ευρώπη των διαφορετικών προορισμών». Σε μια ΕΕ όμως ξεκάθαρα διακυβερνητική, αυτό μάλλον δεν απασχολεί ούτε τον γαλλογερμανικό άξονα…

Ευρωπαίοι αξιωματούχοι στις Βρυξέλλες και σε κράτη-μέλη, με τους οποίος συνομίλησε «Το Βήμα» τις τελευταίες εβδομάδες, τονίζουν ότι η ατμόσφαιρα έχει δηλητηριαστεί. Υπάρχει εκνευρισμός και ενίοτε θυμός, διότι πολλοί πιστεύουν ότι ο Κάμερον έβαλε όλη την ΕΕ σε αυτή τη διαδικασία για εσωτερικούς πολιτικούς λόγους. «Εχουν εξαίρεση από την ΟΝΕ, από τη Σένγκεν, από τον Χάρτη Θεμελιωδών Δικαιωμάτων. Τι άλλο θέλουν;» σχολιάζει ένας εξ αυτών. Σε ορισμένους επικρατεί μια διάθεση τιμωρίας σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος. Το αίσθημα αυτό είναι πολύ έντονο στη Γαλλία, λόγω του ευρωσκεπτικιστικού κύματος που οδηγεί η Μαρίν Λεπέν. «Δεν μπορούμε, ούτε πρέπει να υποτιμήσουμε τις συνέπειες ενός Brexit» λέει γάλλος αξιωματούχος. Εκφράζονται επίσης ανησυχίες για την επόμενη ημέρα στην ίδια τη Βρετανία, για το ενδεχόμενο η Σκωτία να διεκδικήσει ακόμη πιο δυναμικά την ανεξαρτησία της και την ένταξη στην ΕΕ, για την πυροδότηση ανάλογων αποσχιστικών τάσεων, π.χ. στην Καταλωνία, για τις επιπτώσεις στην ευρωπαϊκή ασφάλεια.
Οι εκλογές σε Γαλλία και Γερμανία καθοδηγούν τις επιλογές των χωρών αυτών αν και, λόγω ιδιοσυγκρασίας, οι Γερμανοί είναι κάπως πιο συγκρατημένοι, παρά το πρόσφατο αυστηρό μήνυμα του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. Στο Βερολίνο όμως υπάρχει και μια άλλη, ενδόμυχη ανησυχία. Αν η Βρετανία αποχωρήσει και διαμορφωθεί κλίμα στενότερης ολοκλήρωσης, η Γερμανία θα πρέπει εκ των πραγμάτων να αναλάβει ηγετικό ρόλο. Η αμφιθυμία για το αν το επιθυμεί όμως είναι διάχυτη…
Αμφιθυμία υπάρχει ωστόσο και στους κόλπους των ευρωπαϊκών θεσμών. Στους έμπειρους παρατηρητές είναι εμφανής η διάσταση απόψεων μεταξύ, από τη μία πλευρά, των Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ και Μάριο Ντράγκι και, από την άλλη πλευρά, των Ντόναλντ Τουσκ και Γερούν Ντάισελμπλουμ (ο Μάρτιν Σουλτς έχει μικρή επιρροή σε αυτό το επίπεδο). Οι πρόεδροι της Επιτροπής και της ΕΚΤ θεωρούν το Brexit ευκαιρία για στενότερη ολοκλήρωση. Ωστόσο, αυτό που έχει καταστεί εμφανές σε κύκλους των Βρυξελλών τους τελευταίους μήνες είναι ότι τα νήματα κινεί ολοένα και περισσότερο ο κ. Τουσκ. Ο πρώην πρωθυπουργός της Πολωνίας εμφανίζεται να εκφράζει πολύ καλύτερα τα κράτη-μέλη, αλλά και να διατυπώνει έναν ρεαλισμό που μπορεί να ακούγεται κυνικός, αλλά δεν είναι, υπό τις παρούσες συνθήκες ευρωσκεπτικισμού και λαϊκισμού.
Οσα είπε ο Ντόναλντ Τουσκ στην ομιλία κατά την 40ή επέτειο του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος είναι ενδεικτικά. «Η ουτοπία μιας Ευρώπης χωρίς έθνη-κράτη, άνευ συγκρουόμενων συμφερόντων και φιλοδοξιών, η ουτοπία μιας Ευρώπης που επιβάλλει τις αξίες της στον εξωτερικό κόσμο, η ουτοπία μιας ευρασιατικής ενότητας: εμμονικοί με την ιδέα μιας άμεσης και πλήρους ολοκλήρωσης, αποτύχαμε να παρατηρήσουμε ότι οι απλοί άνθρωποι δεν συμμερίζονται τον ευρωενθουσιασμό μας». Και πρόσθεσε: «Σήμερα ο ευρωσκεπτικισμός ή και η ευρωαπαισιοδοξία έχουν καταστεί εναλλακτικές αυτών των αυταπατών. Το φάντασμα μιας διάσπασης στοιχειώνει την Ευρώπη και το όραμα μιας ομοσπονδίας δεν μου φαίνεται η καλύτερη απάντηση».
Οι απόψεις Τουσκ δείχνουν ότι οι «οραματικές» επιδιώξεις μιας φεντεραλιστικής Ευρώπης δεν μπορούν να πάνε μακριά. Η επόμενη ημέρα του βρετανικού δημοψηφίσματος θα είναι μια εποχή περιορισμένων προσδοκιών…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ