Τον κώδωνα του κινδύνου για τις καταστροφικές συνέπειες της αμερικανικής ενεργειακής και περιβαλλοντικής πολιτικής τόσο για τον Πλανήτη Γη, όσο και την ίδια την επιβίωση του ανθρώπου, κρούει σε ένα από τα γνωστά καταγγελτικά άρθρα του, το οποίο αναδημοσιεύεται στην ηλεκτρονική έκδοση του βρετανικού Guardian, σε μία περίοδο έντονων γεωστρατηγικών και πολιτικοοικονομικών ανακατατάξεων, ο Νόαμ Τσόμσκι.

Ο πολιτικός στοχαστής, εμβληματική φυσιογνωμία στον χώρο της αριστερής διανόησης, επιχειρεί, όπως άλλωστε το συνηθίζει, μία άλλη «ανάγνωση» των γεγονότων φωτίζοντας, μεταξύ άλλων, άγνωστες πτυχές της εξωτερικής πολιτικής των ΗΠΑ- κυρίως σε σχέση με τον, κατά Τζορτζ Μπους «άξονα του κακού» (Ιράν, Βόρεια Κορέα)- οι οποίες έχουν παρουσιαστεί και αναλυθεί ελάχιστα, αν όχι καθόλου, από τον «συμβατικό», δυτικό Τύπο.

«Τι θα φέρει άραγε το μέλλον;», διερωτάται ο Τσόμσκι. «Μία λογική προσέγγιση θα ήταν να προσπαθήσει να δει κανείς το ανθρώπινο είδος «απ’ έξω». Φανταστείτε λοιπόν ότι είστε ένας εξωγήινος παρατηρητής», υποθέτει ο αμερικανός διανοητής και Καθηγητής Γλωσσολογίας στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), «ο οποίος προσπαθεί να κατανοήσει τί συμβαίνει εδώ ή μπορείτε το ίδιο να φανταστείτε ότι είστε ένας ιστορικός σε εκατό χρόνια από σήμερα- αν και η υπόθεση ότι θα υπάρχουν ιστορικοί σε εκατό χρόνια από σήμερα δεν είναι προφανής- και κοιτάτε εκ των υστέρων αυτά που διαδραματίζονται σήμερα». «Θα δείτε κάτι εξαιρετικά αξιοσημείωτο» λέει ο Τσόμσκι. Τι είναι αυτό; Οτι, «για πρώτη φορά το ανθρώπινο είδος έχει την καθαρή δυνατότητα να αυτοκαταστραφεί».

«(Η συγκεκριμένη δυνατότητα) ήταν πραγματικότητα ήδη από το 1945», υποστηρίζει ο Τσόμσκι, «σήμερα όμως», όπως επισημαίνει, «είναι πλέον αποδεκτό ότι βρίσκονται σε εξέλιξη πολλές μακροπρόθεσμες διαδικασίες, όπως η καταστροφή του περιβάλλοντος, οι οποίες οδηγούν προς την ίδια κατεύθυνση: αν όχι την ολική, τουλάχιστον την καταστροφή της δυνατότητας μιας αξιοπρεπούς διαβίωσης».

Οι διαδικασίες της παγκοσμιοποίησης (globalization) και της αλληλεπίδρασης (interaction) έχουν φέρει στο προσκήνιο τον κίνδυνο εκδήλωσης πανδημιών, ενώ «είναι σε εξέλιξη διαδικασίες και έχουν οικοδομηθεί θεσμοί, όπως τα πυρηνικά οπλικά συστήματα που θα μπορούσαν να επιφέρουν ισχυρό πλήγμα, αν όχι να τερματίσουν, μία οργανωμένη ζωή».

«Μόνο οι αναπτυσσόμενες κοινωνίες προσπαθούν να κάνουν κάτι»

«Το ερώτημα είναι: τι κάνουν οι άνθρωποι», διερωτάται ο Τσόμσκι. «Οι αντιδράσεις» για τα εν λόγω προβλήματα, τόσο ορατά που, «πρέπει να κάνει κανείς προσπάθεια για να μην τα δει», όπως υποστηρίζει ο στοχαστής, «ποικίλουν». «Υπάρχουν αυτοί που προσπαθούν σκληρά να κάνουν κάτι γι’ αυτές τις απειλές και άλλοι που προβαίνουν σε ενέργειες για την κλιμάκωσή τους». Το περίεργο είναι, όπως θα διαπίστωνε, κατά τον Τσόμσκι, και αυτός ο εξωγήινος παρατηρητής ή ο ιστορικός του μέλλοντος των τεκτενομένων σήμερα, ότι «αυτές που προσπαθούν να περιορίσουν τις απειλές ή να τις ξεπεράσουν είναι οι λιγότερο αναπτυγμένες κοινωνίες».

«Για την ακρίβεια, σήμερα διαδραματίζονται σε όλον τον κόσμο, την Αυστραλία, την Ινδία, τη Λατινική Αμερική, μάχες, σε ορισμένες περιπτώσεις και πόλεμοι», γράφει ο Τσόμσκι, αναφερόμενος στους αγώνες που δίνονται σε καθημερινή βάση κατά της περιβαλλοντικής καταστροφής. «Στην Ινδία διεξάγεται τεράστιος πόλεμος κατά της άμεσης καταστροφής τους περιβάλλοντος, με τις τοπικές κοινωνίες να προσπαθούν να εμποδίσουν την επιζήμια τόσο εκεί όσο και σε γενικότερο επίπεδο, εξόρυξη πρώτων υλών…». Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, όπως επισημαίνει ο Τσόμσκι, ότι οι μεγαλύτερες αντιδράσεις κατά της περιβαλλοντικής καταστροφής εκδηλώνονται σε χώρες με σημαντικό ποσοστό αυτοχθόνων, όπως η Βολιβία, όπου οι «φωνές» κατά του φαινομένου του θερμοκηπίου είναι πιο έντονες απ’ οπουδήποτε αλλού και το Σύνταγμα προστατεύει «τα δικαιώματα της φύσης (sic)».

«Ο Ισημερινός εξάλλου, ο οποίος διαθέτει και αυτός μεγάλο αριθμό αυτοχθόνων, είναι η μόνη πετρελαιοπαραγωγός χώρα που γνωρίζω», επισημαίνει ο Τσόμσκι, «όπου η κυβέρνηση ζητάει οικονομική ενίσχυση προκειμένου να κρατήσει αυτό το πετρέλαιο στο έδαφος, όπου είναι η θέση του, αντί να το επεξεργάζεται και να το εξάγει».

Ο διεθνής Τύπος και ο… γραφικός Τσάβες

Αλλά και ο εκλιπών πρόεδρος της Βενεζουέλας Ούγκο Τσάβες, συχνά περίγελως αλλά και αντικείμενο μίσος για πολλούς στη «Δύση», είχε διατυπώσει αντίστοιχες προτάσεις. Ο Τσάβες είχε συγκεντρώσει ειρωνικότατα σχόλια, λίγα χρόνια πριν όταν στο πλαίσιο Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ είχε αποκαλέσει τον Τζορτζ Μπους «διάβολο». Τότε επίσης, ο πρόεδρος «μιας από τις μεγαλύτερες πετρελαιαγωγούς χώρες του κόσμου…για την οποία το πετρέλαιο αποτελεί σχεδόν ολόκληρο το ΑΕΠ της», είχε εκφωνήσει μία εξαιρετικά ενδιαφέρουσα ομιλία, στην οποία ζητούσε από τις άλλες μεγάλες χώρες του πετρελαϊκού τομέα, να καθίσουν και να σχεδιάσουν από κοινού λύσεις με στόχο να περιοριστεί η κατανάλωση υδρογονανθράκων. Ο Τσάβες άλλωστε, όπως θυμίζει ο Τσόμσκι, «είχε και ινδιάνικη καταγωγή». «Αντίθετα ωστόσο με τα αστεία πράγματα που έκανε, αυτή η πλευρά των ενεργειών του στη συγκεκριμένη Γ.Σ. του ΟΗΕ δεν καλύφθηκε ποτέ από τα ΜΜΕ», επισημαίνει ο Τσόμσκι.

«Στο ένα άκρο λοιπόν βρίσκονται οι αυτόχθονες και οι κοινωνίες διάφορων φυλών, που προσπαθούν να εμποδίσουν την κούρσα προς την καταστροφή…και στο άλλο οι πλουσιότερες και ισχυρότερες κοινωνίες όπως οι ΗΠΑ και ο Καναδάς, που διαγκωνίζονται τρέχοντας στο φουλ για την καταστροφή του περιβάλλοντος».

ΗΠΑ: Καμία πολιτική για τον περιορισμό των υδρογονανθράκων

Στις ΗΠΑ, τα πολιτικά κόμματα, ο πρόεδρος Ομπάμα, ο εγχώριος και διεθνής Τύπος, χαιρετίζουν τις εξαγγελίες για «έναν αιώνα ενεργειακής ανεξαρτησίας», κάτι που ουσιαστικά σημαίνει ότι δεν θα γίνει τίποτα για τον περιορισμό της χρήσης υδρογονανθράκων, ξεχνώντας, ότι «η πιο πλούσια και ισχυρή χώρα στην παγκόσμια ιστορία, είναι η μοναδική από άλλες 100 περίπου χώρες που δεν διαθέτει εθνική πολιτική για τον περιορισμό των υδρογονανθράκων, ούτε καν στόχους για τη χρήση ανανεώσιμων πηγών ενέργειας». Παρά τις ανησυχίες του μέσου αμερικανού για περιβαλλοντικά θέματα, «τα επιχειρηματικά συμφέροντα είναι πολύ ισχυρά όσον αφορά τη χάραξη της πολιτικής, με αποτέλεσμα να υπάρχει χάσμα μεταξύ κοινής γνώμης και πολιτικής σε πολλά ζητήματα», επισημαίνει ο Τσόμσκι.

Η πυρηνική απειλή

«Το άλλο ζήτημα», υπογραμμίζει ο διανοητής, «είναι (ο κίνδυνος) ενός πυρηνικού πολέμου». «Είναι γνωστός εδώ και καιρό, και, σε περίπτωση που υπάρξει χτύπημα από μεγάλη δύναμη, ακόμα και χωρίς ανταπόδοση, οι κλιματολογικές συνθήκες που θα επικρατούσαν θα ήταν αρκετές για να καταστρέψουν τον πολιτισμό».

«Παράλογη» η κρίση των πυραύλων της Κούβας

«Πριν από λίγο καιρό ήταν η επέτειος των 50 ετών από την κρίση των πυραύλων της Κούβας, την οποία ο ιστορικός και σύμβουλος του προέδρου των ΗΠΑ Τζον Φ. Κένεντι, Αρθουρ Σλέσινγκερ χαρακτήρισε ως την “πιο επικίνδυνη στιγμή της ανθρωπότητα”». Φαίνεται, ωστόσο, ότι οι χειρότερες πλευρές αυτής της κρίσης «δεν μας δίδαξαν το μάθημά μας», υποστηρίζει ο Τσόμσκι. «Τα γεγονότα της πυραυλικής κρίσης του Οκτωβρίου του 1962 ωραιοποιήθηκαν για να παρουσιαστούν ως πράξεις θάρρους και περίσκεψης. Η αλήθεια είναι ότι το όλο επεισόδιο είναι σχεδόν παράλογο», γράφει ο Τσόμσκι.

«Υπήρξε μία στιγμή κατά την οποία η κρίση έφθανε στο απόγειό της, όταν ο πρωθυπουργός της ΕΣΣΔ Νικίκτα Χρουστσόφ έγραψε στον Κένεντι προτείνοντας την επίλυσή της μέσω μιας δημόσιας ανακοίνωσης για την απόσυρση των ρωσικών πυραύλων από την Κούβα και των αμερικανικών πυραύλων από την Τουρκία». «Για την ακρίβεια ο Κένεντι δεν γνώριζε καν εκείνον τον καιρό ότι οι ΗΠΑ είχαν πυραύλους στην Τουρκία», επισημαίνει ο Τσόμσκι. «Οπως και να ‘χει, βρίσκονταν ήδη σε διαδικασία απόσυρσης, γιατί είχαν αντικατασταθεί από τα ακόμα φονικότερα πυρηνικά υποβρύχια Polaris, τα οποία ήταν άτρωτα». «Αυτή ήταν λοιπόν η πρόταση. Ο Κένεντι και οι σύμβουλοί του την εξέτασαν. Και την απέρριψαν. Εκείνη την περίοδο, ο ίδιος ο Κένεντι εκτιμούσε ότι οι πιθανότητες ενός πυρηνικού πολέμου ανέρχονταν στο τρία προς μισό. Ο Κένεντι λοιπόν ήταν πρόθυμος να αποδεχθεί ένα εξαιρετικά υψηλό ρίσκο μαζικής καταστροφής προκειμένου να περιχαρακώσει την αρχή ότι εμείς- και μόνον εμείς- έχουμε το δικαίωμα (της εγκατάστασης) αμυντικών πυραύλων εκτός των συνόρων μας, για την ακρίβεια, οπουδήποτε επιθυμούμε, ανεξαρτήτως κινδύνου για τους άλλους, αλλά και για εμάς τους ίδιους, αν τα πράγματα πήγαιναν στραβά. Εμείς έχουμε αυτό το δικαίωμα. Κανένας άλλος δεν το έχει».

«Ο Κένεντι ωστόσο», συνεχίζει ο Τσόμσκι, «αποδέχθηκε μία μυστική συμφωνία για την απόσυρση των πυραύλων ( που οι ΗΠΑ ήδη απέσυραν) με την προϋπόθεση ότι δεν θα ανακοινωνόταν ποτέ δημοσίως. Ο Χρουστσόφ, εν ολίγοις, θα έπρεπε να αποσύρει ανοιχτά τους ρωσικούς πυραύλους, την ώρα που οι ΗΠΑ θα απέσυραν μυστικά τους δικούς τους, παρωχημένης τεχνολογίας. Με άλλα λόγια, ο Χρουστσόφ έπρεπε να ταπεινωθεί και ο Κένεντι να διατηρήσει το «ίματζ» του σκληρού. Γι’ αυτές τις αποφάσεις του συγκεντρώνει επαίνους περί (επίδειξης) κουράγιου, ψυχραιμίας κλπ. Καμία αναφορά ωστόσο δεν γίνεται στον τρόμο (που προκαλούν) οι αποφάσεις του», γράφει ο Τσόμσκι.

«Εμείς μπορούμε να κάνουμε ό,τι θέλουμε»

«Και για να προσθέσουμε και κάτι άλλο», συνεχίζει, «λίγους μήνες πριν το ξέσπασμα της κρίσης, οι ΗΠΑ είχαν στείλει πυραύλους με πυρηνικές κεφαλές στην Οκινάουα. Οι τελευταίοι είχαν στόχο την Κίνα, σε μία περίοδο μεγάλης περιφερειακής έντασης».

«Και, λοιπόν, ποιος νοιάζεται; Εμεις έχουμε το δικαίωμα να κάνουμε ό,τι θέλουμε στον κόσμο. Αυτό ήταν ένα από τα, σκοτεινά μάθημα από εκείνη την εποχή. Υπήρχαν ωστόσο και άλλα που θα ακολουθούσαν».

Ο Κίσινγκερ, ο Ρέιγκαν, η Βόρεια Κορέα και το Ιράν

«Δέκα χρόνια μετά, το 1973», συνεχίζει ο Τσόμσκι, «ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ, Χένρι Κίσινγκερ, σήμανε πυρηνικό συναγερμό σε υψηλότατο επίπεδο. Ηταν ο δικός του τρόπος να προεδιοποιήσει τους Ρώσους να μην ανακατεύονται στον διεξαγώμενο ισραηλο-παλαιστινιακό πόλεμο και, ιδιαιτέρως, να μην ανακατευτούν, αφότου αυτός είχε πληροφορήσει τους ισραηλινούς ότι μπορούσαν να παραβιάσουν την εκκεχειρία που ΗΠΑ και Ρωσία είχαν μόλις συμφωνήσει. Ευτυχώς, τίποτε δεν συνέβη».

Οι ΗΠΑ ωσόσο συνέχισαν την ίδια πολιτική. «Δέκα χρόνια αργότερα», γράφει ο Τσόμσκι, «ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν βρισκόταν στην εξουσία. Λίγο καιρό μετά την είσοδό του στον Λευκό Οίκο, αυτός και οι σύμβουλοί του, έβαλαν την αμερικανική πολεμική αεροπορία να εισέλθει στον ρωσικό εναέριο χώρο σε μία προσπάθεια να εκμαιεύσει πληροφορίες για τα ρωσικά συστήματα προειδοποίησης (Επιχείρηση Able Archer). Επρόκειτο ουσιαστικώς για ψεύτικες επιθέσεις. Οι Ρώσοι δεν ήταν σίγουροι, κάποιοι υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι φοβούνταν ότι ήταν ένα βήμα προς ένα πραγματικό χτύπημα. Ευτυχώς, δεν αντέδρασαν- παρά τρίχα».

Ιράν και Βόρεια Κορέα

«Και η ιστορία συνεχίζεται», γράφει ο Τσόμσκι. «Σήμερα, το πυρηνικό ζήτημα φιλοξενείται σταθερά στα πρωτοσέλιδα, στην περίπτωση της Βόρειας Κορέας και του Ιράν». «Υπάρχουν τρόποι χειρισμού αυτών των κρίσεων», επισημαίνει ο Τσόμσκι. «Μπορεί να μην έχουν αποτέλεσμα, αλλά θα μπορούσε τουλάχιστον να προσπαθήσει κάποιος. Ωστόσο, ούτε καν τους σκέφτεται κανείς, ούτε καν αναφέρονται», όπως λέει.

«Πάρτε την περίπτωση του Ιράν, το οποίο θεωρείται στη Δύση- όχι στον αραβικό κόσμο, ούτε στην Ασία», όπως επισημαίνει ο Τσόμσκι, «η μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια ειρήνηκαι αποτελεί, για λόγους που δεν θα αναλυθούν εδώ, εμμονή».

Ο Ομπάμα ακυρώνει διεθνή διάσκεψη για το Ιράν

«Υπάρχουν τρόποι να αντιμετωπίσει κανείς την- υποτιθέμενη- μεγαλύτερη απειλή για την παγκόσμια ειρήνη;», διερωτάται ο Τσόμσκι. Μία λογική πρόταση διατυπώθηκε, όπως επισημαίνει, πριν λίγους μήνες, κατά τη διάρκεια σύσκεψης των αδεσμεύτων χωρών στην Τεχεράνη. Επρόκειτο ουσιαστικά για μία πρόταση που υπάρχει εδώ και δεκαετίες, η οποία υποστηρίζεται κυρίως από την Αίγυπτο, ενώ έχει λάβει την έγκριση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, και αφορά στην δημιουργία μίας ζώνης ελεύθερης από πυρηνικά στην πειροχή.

«Τον περασμένο Δεκέμβριο, επρόκειτο να πραγματοποιηθει, υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, διεθνής διάσκεψη στη Φινλανδία, με αντικείμενο σχέδια προς αυτήν την κατεύθυνση. Τι συνέβη; Δεν θα το διαβάσετε στις εφημερίδες, γιατί δεν αναφέρθηκε ποτέ, μόνο σε εξειδικευμένα περιοδικά για ειδικούς», γράφει ο Τσόμσκι. «Στις αρχές Νοεμβρίου, το Ιράν συμφώνησε να παραστεί στη διάσκεψη. Λίγες μέρες αργότερα, ο Ομπάμα ακύρωσε τη σύνοδο, υποστηρίζοντας ότι δεν ήταν η κατάλληλη ώρα να γίνει. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο εξέδωσε ανακοίνωση για την πραγματοποίησή της, όπως και τα αραβικά κράτη. Κανένα αποτέλεσμα. Θα προχωρήσουμε λοιπόν σε ακόμα πιο αυστηρές κυρώσεις κατά του ιρανικού λαού- οι οποίες δεν πλήττουν το καθεστώς», επισημαίνει ο Τσόμσκι, διερωτώμενος, «ποιος ξέρει άραγε τι θα γίνει;»

Η «λογική» της «παράλογης» Βόρειας Κορέας


Το ίδιο συμβαίνει και με τη Βόρεια Κορέα, η οποία, «μπορεί να είναι η πιο παράλογη χώρα στον κόσμο», κατά τον Τσόμσκι, αλλά έχει τους λόγους της, αν προσπαθήσει κανείς να μπει στη λογική της. «Φανταστείτε τι σήμαινε στα χρόνια του κορεατικού πολέμου στις αρχές του 1950 για κάποιον να καταστραφεί εντελώς η χώρα του από μία τεράστια υπερδύναμη, η οποία επιπλέον καυχιόταν γι’ αυτά που έκανε. Φανταστείτε τί αποτύπωμα θα άφηνε μία αντίστοιχη κατάσταση (σε μας)», επισημαίνει ο Τσόμσκι, «θυμίζοντας» ότι όταν είχαν ήδη καταστραφεί όλα στη Βόρεια Κορέα, εστάλησαν οι δυνάμεις της αεροπορίας να καταστρέψουν επιπλέον τα φράγματα της υδατοδότησής της με συνέπεια την καταστροφή των ορυζώνων και τη λιμοκτονία του πληθυσμού, κίνηση που, «ειρήσθω εν παρόδω», όπως τονίζει, «αποτελεί έγκλημα πολέμου, για το οποίο κάποιοι κρεμάστηκαν στην Νυρεμβέργη».

Η πρόσφατη ιστορία- Κλίντον και Μπους

«Ας επιστρέψουμε στο παρόν, και σε μία» λέει ο Τσόμσκι, «ενδιαφέρουσα πρόσφατη ιστορία». «Το 1993, το Ισραήλ και η Βόρεια Κορέα προσανατολίζονταν προς συμφωνία κατά την οποία η Βόρεια Κορέα θα σταματούσε να στέλνει πυραύλους ή στρατιωτική τεχνολογία στη Μέση Ανατολή με αντάλλαγμα να αναγνωρίσει το Ισραήλ τη χώρα. Ο πρόεδρος Κλίντον παρενέβη και εμπόδισε αυτή τη συμφωνία. Σύντομα μετά από αυτό και σε αντίποινα, η Βόρεια Κορέα προχώρησε στη διεξαγωγή πυραυλικής δοκιμής μικρού βεληνεκούς. ΗΠΑ και Βόρεια Κορέα κατέληξαν σε συμφωνία-πλαίσιο το 1994…η οποία τηρήθηκε λίγο πολύ και από τις δύο πλευρές. Οταν ο Τζορτζ Γ. Μπους ήρθε στην εξουσία, η Βόρεια Κορέα διέθετε ίσως μόνο ένα πυρηνικό όπλο και εξακριβωμένα δεν παρήγαγε άλλο».

Τότε, «ο Μπους υιοθέτησε τον επιθετικό μιλιταρισμό του, απειλώντας τη Βόρεια Κορέα- ο «άξονας του κακού» κλπ- με αποτέλεσμα η τελευταία να επιστρέψει στο πυρηνικό της πρόγραμμα. Εως την αποχώρηση του Μπους από την εξουσία, (η χώρα) διέθετε οκτώ και δέκα πυρηνικά όπλα, καθώς και πυραυλικό σύστημα- άλλο ένα μεγάλο επίτευγμα των νεοσυντηρητικών», γράφει ο Τσόμσκι.

«Στο μεταξύ, έγιναν και άλλα. Το 2005, ΗΠΑ και Βόρεια Κορέα, κατέληξαν σε συμφωνία κατά την οποία η Βόρεια Κορέα θα τερμάτιζε όλες τις δραστηριότητες ανάπτυξης πυρηνικών όπλων και πυραύλων. Σε αντάλλαγμα, η Δύση, αλλά κυρίως οι ΗΠΑ, θα της παρείχαν αντιδραστήρα ελαφρού ύδατος για τις ιατρικές της ανάγκες, ενώ θα σταματούσαν τις επιθετικές δηλώσεις».

Ο Μπους ωστόσο υπονόμευσε σχεδόν αμέσως τη συμφωνία, «αποσύροντας την πρόταση για τον αντιδραστήρα, και αναγκάζοντας τις τράπεζες να σταματήσουν τις συναλλαγές, ακόμα και τις απολύτως νόμιμες, με τη Βόρεια Κορέα,. Η τελευταία αντέδρασε αναζωπυρώνοντας το πυρηνικό της πρόγραμμα. Και έτσι εξακολουθούν τα πράγματα».

Η συγκεκριμένη χώρα άλλωστε, όπως είναι γνωστό και αναφέρεται και στα «συμβατικά» ακαδημαϊκά συγγράμματα διεθνών σχέσεων, λειτουργεί, όπως επισημαίνει ο Τσόμσκι, στη βάση μιας «ανταποδοτικής λογικής μικρών κινήσεων»: «κάνεις μια εχθρική κίνηση και απαντούμε με μία τρελή δική μας κίνηση».

«Η μισή αλήθεια…»

«Πρόσφατα, για παράδειγμα, διεξάγονται στρατιωτικές ασκήσεις της Νότιας Κορέας και των ΗΠΑ στην κορεατική χερσόνησο, οι οποίες, από την οπτική πλευρά της Βόρειας Κορέας, πρέπει να μοιάζουν απειλητικές». «Και εμείς (σσ οι ΗΠΑ) θα θεωρούσαμε ότι απειλούμαστε», γράφει ο Τσόμσκι, «αν (αυτές οι ασκήσεις) ελάμβαναν χώρα στον Καναδά και στόχευαν εμάς. Κατά τη διάρκειά τους, τα πιο εξεληγμένα βομβαρδιστικά της ιστορίας, τα Stealth B-2s και Stealth-52s διεξάγουν εικονικές βομβιστικές επιθέσεις στα σύνορα της Βόρειας Κορέας».

«(Αυτά τα γυμνάσια) σίγουρα πυροδοτούν μνήμες από το παρελθόν. (Οι Βορειοκορεάτες) ενθυμούνται το παρελθόν και γι’ αυτό αντιδρούν με τέτοιον επιθετικό, ακραίο τρόπο», γράφει ο Τσόμσκι. «Στη Δύση φθάνει μόνο το πόσο τρελοί και αποκρουστικοί είναι οι ηγέτες της Βόρειας Κορέας». «Ναι, είναι. Αλλά αυτή είναι η μία μόνο όψη της ιστορίας (η μισή αλήθεια, σε ελεύθερη απόδοση) και αυτός είναι ο τρόπος που πορεύεται ο κόσμος», όπως γράφει χαρακτηριστικά.

Υπάρχουν εναλλακτικές, αλλά…

«Δεν είναι ότι δεν υπάρχουν εναλλακτικές», καταλήγει ο σημαντικός πολιτικός διανοητής. «Απλώς δεν επιλέγονται εναλλακτικές. Και αυτό είναι πολύ επικίνδυνο», επισημαίνει. «Αν ρωτάτε πώς θα είναι ο κόσμος (στο μέλλον), η εικόνα δεν είναι πολύ ωραία», προειδοποιεί. «Εκτός αν οι άνθρωποι κάνουν κάτι». «Πάντα μπορούμε (να κάνουμε κάτι)- «We always can», όπως επισημαίνει ο Τσόμσκι, σε μία περίοδο, θα τολμούσε να προσθέσει κανείς, εκτενών γεωστρατηγικών αλλαγών και ανακατατάξεων.