Εφθασε στα αφτιά μας ότι το τελευταίο διάστημα στο Κολωνάκι κατοικοεδρεύει ένας… γάιδαρος και έτσι, αριβάραμε ένα βράδυ στο σπίτι του (Σκουφά 47-49). Ενα σπίτι σχετικά μικρό, μακρόστενο, με λίγα τραπεζάκια στο μπροστά μέρος του και μια μπάρα να πιάνει όλο το βάθος – υπήρχαν πάντως και τραπέζια έξω επί του πεζοδρομίου, με τον κόσμο να κάθεται κάτω από σόμπες ελέω του κρύου που δεν λέει να δώσει φέτος τη θέση του (επιτέλους) στην ανοιξιάτικη ζέστη.
Αποφασίσαμε να καθήσουμε μέσα στο μαγαζί για να ακούμε και μουσική, επειδή όμως η μπάρα ήταν γεμάτη βολευτήκαμε στο πρώτο τραπέζι, στον άνετο καναπέ μπροστά στην τζαμαρία που βλέπει στον δρόμο. Ζητήσαμε κατάλογο και αρχίσαμε να μελετάμε τα κοκτέιλ με τα ομολογουμένως εμπνευσμένα ονόματα (από Μπλάντι Μαρίκα έως Ντέι Ντέι) στα οποία φαίνεται ότι θέλουν να δώσουν έμφαση και οι υπεύθυνοι βάζοντάς τα πρώτα πρώτα στη λίστα των ποτών – έμφαση δίνουν και στα premium ποτά που κυμαίνονται σε τιμές €11 – 13.

Μετά από σκέψη η Τόνικ κατέληξε στο signature κοκτέιλ του μαγαζιού Ντέι Ντέι με μαστίχα, σιρόπι μπαχαρικών, φρέσκο χυμό λεμονιού, γιαούρτι, τεντούρα και γάλα – τίνος άλλου; – γαϊδούρας που είναι και το πιο ακριβό (€9). Η Τζιν πάλι προτίμησε ένα Μεταξύ μας, με μπράντι Μεταξά, πουρέ κάστανου, σιροπιαστό κανέλας και χυμό πορτοκαλιού (στα €7 όπως και τα υπόλοιπα κοκτέιλ).

Περιμένοντας τα ποτά μας αρχίσαμε να χαζεύουμε γύρω υπό τους ήχους μουσικής που παρέπεμπε σε παλιές δεκαετίες και εναλλασσόταν με funky κομμάτια. Το μπαρ παρότι Τρίτη, ίσως επειδή ήταν το βράδυ της παραμονής της 25ης Μαρτίου, ήταν γεμάτο, με τις (το πολύ) 30άρικες φατσούλες να κυριαρχούν. Ο χώρος ήταν μια από τα ίδια – μοντέρνος, σε σκούρες γήινες αποχρώσεις αλλά χωρίς κάτι ξεχωριστό, εκτός ίσως από τον μεταλλικό φωτισμένο γάιδαρο στον τοίχο ακριβώς από πάνω μας ο οποίος έκλεβε τις εντυπώσεις.

Τα κοκτέιλ έφθασαν και ήταν πράγματι ιδιαίτερα, νόστιμα και σε χορταστικές μερίδες. Δεν θα λέγαμε το ίδιο για τη μερίδα των ποτών (στα €7) και του κρασιού (κόκκινα στα €6 – 7 και λευκά στα €5 – 6) που παρήγγειλαν οι υπόλοιποι της παρέας μας. Διαστάσεις δείγματος είχαν και τα κεράσματα ξηρών καρπών που συνόδευαν τα ποτά.
Συνεχίσαμε τη βραδιά μας συζητώντας – όσο μας επέτρεπε ο δυνατός ήχος της μουσικής – και όταν έφθασε η σειρά του δεύτερου γύρου ποτών προτιμήσαμε ελληνικά αποστάγματα – τεντούρες συγκεκριμένα, στα €5 – που ήρθαν σε φυσιολογικές μερίδες. Και κάπως έτσι η… ελληνική (τουλάχιστον σε γεύση, όχι όμως και σε ακούσματα) βραδιά έφθασε στο τέλος της.

Συμπέρασμα: ο Γάιδαρος δεν μας συνάρπασε αλλά θα ξαναπηγαίναμε περνώντας από το Κολωνάκι, αν είχαμε όρεξη για πιο «ελληνικά» κοκτέιλ – ίσως και για να δοκιμάσουμε τα σάντουιτς και τα πιάτα με ντόπια προϊόντα αφού το μαγαζί λειτουργεί και ως καφέ-restaurant όλη την ημέρα.

*Δημοσιεύθηκε στο BΗΜΑ GOURMET την Κυριακή 5 Απριλίου 2015.