Εχουν σπουδαίο ρόλο οι σύζυγοι των διπλωµατών που τοποθετούνται στο εξωτερικό. Καλύπτουν τις κοσµικές υποχρεώσεις των συζύγων τους και, όχι σπάνια, τις ίδιες υποχρεώσεις των πρεσβευτών τους αν εκείνοι είναι ανύπαντροι. Θυµάµαι τη σύζυγο αµερικανού συµβούλου που υπηρετούσε σε ασιατική χώρα. «Είναι η 62η συνάντηση συζύγων των διπλωµατών που πηγαίνω» µου είπε ένα απόγευµα καθώς έµπαινε στο αυτοκίνητο της πρεσβείας για να τη µεταφέρει σε ένα «πάρτι για τα παιδιά του ορφανοτροφείου».

Δηµιουργείται όµως ένα, ας πούµε, πρόβληµα όταν η χώρα στην οποία είναι διαπιστευµένος ο σύζυγος δεν προσφέρει πολλές τέτοιες υποχρεώσεις. Οπότε, οι σύζυγοι µηχανεύονται πάρτι, πρόχειρα γεύµατα, ανεπίσηµες δεξιώσεις µε κόσµο από το Διπλωµατικό Σώµα και άλλα «ανώδυνα». Μου έτυχε µια τέτοια εκδήλωση σε χώρα της µουσουλµανικής Αφρικής.

Οπως συµβαίνει στους κύκλους µας

Δεν είχα καλά καλά εγκατασταθεί ακόµη στη θέση µου, θυµάµαι ότι αγωνιζόµουν να εξασφαλίσω έναν ανεµιστήρα, όταν µια γραµµατέας της πρεσβείας µού αποκάλυψε το µυστικό: «Ετοιµάζεται ένα πρωτότυπο µίτινγκ 20-25 ξένων και ελλήνων διπλωµατών στον κήπο της πρεσβευτικής κατοικίας για την αλληλογνωριµία µας». Καµιά άλλη λεπτοµέρεια. Αυτή µού την ανακοίνωσε η ίδια η σύζυγος του πρέσβη λίγες ηµέρες αργότερα. Το µίτινγκ θα ήταν για µένα, αλλά «όπως συνηθίζεται µεταξύ µας», εγώ έπρεπε να προσφέρω τις υπηρεσίες µου. «Θα µας µαγειρέψετε ένα πλήρες γεύµα, µε την απαραίτητη ζαχαροπλαστική κατάληξη και, φυσικά, θα διαλέξετε τα κρασιά, τα απεριτίφ και τα ντιζεστίφ». Θα µε βοηθούσαν µια κοπέλα και ο ντόπιος µάγειρας!

Απ’ τα χέρια µου και µόνο

Δεν µπορώ να πω ότι πανικοβλήθηκα. Φαίνεται, µάλιστα, ότι έδειχνα αρκετά ψύχραιµος γιατί – θυµάµαι πολύ καλά – ο πρέσβης µισοαστεία-µισοσοβαρά µού υπενθύµισε τις «υποχρεώσεις» που ανέλαβα. Ο ντόπιος µάγειρας ήταν η ελπίδα και το σωσίβιό µου. Και αποδείχτηκε σπουδαίος (αργότερα έµαθα ότι ήταν βοηθός µάγειρα σε ελληνικό τάνκερ).

Μου έδωσε ένα πολυσέλιδο βιβλίο (αγγλικής) µαγειρικής και µου είπε: «Διάλεξε». Εχω στις σηµειώσεις µου από εκείνο το «µίτινγκ αλληλογνωριµίας» τι ετοιµάσαµε. Δηλαδή τι µαγείρευε εκείνος και επιστατούσα εγώ, στύβοντας καµιά φορά ένα λεµόνι, χτυπώντας τα αβγά για την µπεσαµέλ ή δοκιµάζοντας την κρύα σούπα µε σπαράγγια που προοριζόταν για ορεκτικό και τις καραβίδες που σιγοψήνονταν πάνω από τα ξύλα βελανιδιάς του φούρνου, «για να χάσουν τη θαλασσινή µυρωδιά τους», όπως έλεγε ο µάγειρας.

Στο κυνήγι του ποτού

Το γεύµα ήταν για τις 8.00 το βράδυ, ύστερα από το απαραίτητο κοκτέιλ στον κήπο. Φυσικά, τα ποτά ήταν επιλογή µου, αν και ο πρέσβης µού έφερε «στα κρυφά» δύο µπουκάλια (αλσατικού) Riesling. Δεν θυµάµαι τι άλλα είχα διαλέξει – δεν υπήρχε και µεγάλη ποικιλία, γιατί µόνο δυο-τρία καταστήµατα πουλούσαν ποτά, καθ’ ότι µουσουλµανική χώρα. Θυµάµαι µόνο ότι δεν υπήρχε ελληνικό κρασί ούτε στη λιλιπούτεια κάβα της πρεσβείας, αλλά µε υπόδειξη του (κρυπτο)µαυραγορίτη µάγειρα παρήγγειλα σε έναν ντόπιο ιταλικά και γαλλικά κρασιά που τα είχε φέρει την παραµονή.

Δείπνο συγχαρητηρίων

Οι καραβίδες και κάτι χορταρικά του κοκτέιλ που περιέφεραν στον κήπο τα δύο γκαρσόνια είχαν προετοιµάσει τη διάθεση. Η απαραίτητη πηχτή κρύα σπαραγγόσουπα ήταν το ορντέβρ, κάπως παράδοξο, αλλά σχεδόν συνηθισµένο ξεκίνηµα στα γεύµατα εκείνης της χώρας. Ακολούθησε ένα πιάτο µε µικρά σοταρισµένα καλαµαράκια, κριθαράκι φούρνου µε µπεσαµέλ και σάλτσα ντοµάτας µε κάρι και χυµό πορτοκαλιού (αυτή την έφτιαξα εγώ υπό την επίβλεψη του µάγειρα, που δεν µου έδειχνε µεγάλη εµπιστοσύνη). Ακολούθησε το κύριο πιάτο, µοσχάρι φούρνου γαρνιρισµένο µε δενδρολίβανο, σοταρισµένες πατάτες βουτύρου και λάχανο φρεσκοκοµµένο. Το παγωτό, που µας προµήθευσε το ιταλικό ζαχαροπλαστείο, έκλεισε το γεύµα στη µεγάλη ισόγεια αίθουσα της πρεσβευτικής κατοικίας. Φυσικά, στο τέλος, µε τη σαµπάνια, δέχτηκα θορυβώδη συγχαρητήρια και ουκ ολίγες προτάσεις «να µαγειρέψω στα πάρτι και στα γεύµατα» που θα έδιναν άλλες πρεσβείες.

Μυστηριώδη πακέτα

Αφησα για το τέλος το… κερασάκι. Μου είχε κάνει εντύπωση ότι όλοι όσοι έρχονταν κρατούσαν και ένα µικρό πακετάκι. Σκέφτηκα πως ίσως είναι κάποιο δωράκι, κάποιο «ενθύµιο για την περίσταση» που θα µου πρόσφεραν, αφού προς τιµήν µου γινόταν το γεύµα, αλλά η ώρα περνούσε και δεν είχα γίνει αποδέκτης των πακέτων. Λίγο προτού αρχίσει το γεύµα, περνώντας από την τραπεζαρία, είδα επάνω στο στρωµένο τραπέζι και δίπλα στα πιάτα τα πακετάκια. Τα αποκαλυπτήρια έγιναν όταν καθήσαµε και ήπιαµε το πρώτο ποτήρι σαµπάνια, πριν από τη σπαραγγόσουπα.

Καλού-κακού

Στο πρώτο «εβίβα» (πρόζιτ, τσίαρς κτλ.), η σύζυγος του ολλανδού πρέσβη ζητάει «ησυχία», παίρνει το µικρό πακετάκι της, το σηκώνει ψηλά και καθώς µαζί της κάνουν το ίδιο όλοι οι άλλοι, την ακούω να λέει, στρεφόµενη προς εµένα, χαµογελώντας: «Δεν ήµασταν βέβαιοι ότι θα τα καταφέρεις στο µαγείρεµα και για να µη µείνουµε νηστικοί φέραµε όλοι µας ένα σάντουιτς»! Ανοιξε το πακετάκι και έβγαλε από µέσα ένα απλό τοστ. Το ίδιο έκαναν και όλοι οι άλλοι µέσα σε γέλια, επιφωνήµατα και κραυγές. Μόνο ο έλληνας πρέσβης δεν είχε φέρει. Η σύζυγός του έδωσε την εξήγηση αµέσως: «Εµείς ήµασταν απολύτως βέβαιοι ότι θα είχατε επιτυχία». Χειροκροτήµατα.