Καταγράφει ότι οι βουλευτές του κόμματος υπό την κάλυψη της βουλευτικής τους ασυλίας έθεταν εαυτούς επικεφαλής των Ταγμάτων Εφόδου σε βίαιες δράσεις και παράνομες ενέργειες.
Σε κάποιες περιπτώσεις μάλιστα, αναφέρει, εμφανίζονταν στα δικαστήρια για να βοηθήσουν τους συλληφθέντες δράστες αξιοποίνων πράξεων.
Ο κ. Ντογιάκος αναφέρεται στη δράση της οργάνωσης μετά το 2008 ενώ καταγράφει εγκληματικές ενέργειες δέκα καυτών δικογραφιών.
Στην πρότασή του ο κ. Ντογιάκος χαρακτηρίζει και τις πράξεις των βουλευτών. Η απαξίωση, όπως λέει, των θεσμών και του Κοινοβουλίου «προκύπτει σαφώς από σχετικές δηλώσεις των ιδίων, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες αυτολεξεί με επαναλαμβανόμενες ανοίκιες με την κοινοβουλευτική λειτουργία συμπεριφορές και ποικίλους άλλους τρόπους, ήτοι συνεχείς και επαναλαμβανόμενες αντιδεοντολογικές πράξεις, ακραίες φραστικές διατυπώσεις και επιθέσεις, καθώς και προσβλητικές συμπεριφορές σε βάρος συναδέλφων τους στην αίθουσα του Κοινοβουλίου, αλλά και εκτός αυτού, με δηλώσεις τους και με την αρθρογραφία τους στον τύπο της παράταξης».
Ο εισαγγελέας, όμως επιχειρεί να απορρίψει και τις αιτιάσεις των κατηγορουμένων ότι δεν γνώριζαν τη δράση της Χρυσής Αυγής: «Ουδείς εκ των βουλευτών του ως άνω πολιτικού κόμματος», αναφέρει, «είναι σε θέση να ισχυριστεί ευπροσώπως και με πειστικότητα ότι ήταν ανυποψίαστος για τις εγκληματικές πράξεις, οι οποίες εξακολουθητικά και επί μακρό χρονικό διάστημα διαπράττονταν εξ ονόματος και για λογαριασμό του κόμματος στο οποίο ανήκει, σε βάρος των πολιτικών του αντιπάλων και σε βάρος αλλοδαπών. Ουδείς εξ αυτών αντέδρασε, έστω στοιχειωδώς στην τέλεση έστω και ενός από τα τόσα σοβαρά εγκλήματα που τελέσθηκαν κατά παντός αντιφρονούντα ή στοχοποιημένου ατόμου. Ουδείς εξέφρασε έστω και τυπικά ένα λόγο συμπαθείας στα θύματα και τους παθόντες. Αντίθετα όλοι ανεξαιρέτως επιδεικτικά και επανειλημμένα, ο καθένας με τον τρόπο του, άμεσα ή έμμεσα, σιωπηρώς ή δια βοής, αποδέχτηκαν τα διάφορα εγκλήματα και τα αποτελέσματά του, ενίοτε μάλισατα εγκωμιάζοντας αυτά δημοσίως ή εκθειάζοντας τους δράστες ή ακόμη και στρεφόμενοι φραστικά κατά των παθόντων».
Και συνεχίζει η πρόταση – καταπέλτης του Ισίδωρου Ντογιάκου: «Η απόλυτη ομοφωνία τους προκύπτει, χωρίς καμιά αμφισβήτηση, από το γεγονός ότι όχι μόνο δεν έχει καταγραφεί έστω και μια παραίτηση κάποιου διαφωνούντα, αλλά δεν έχει αρθρωθεί έστω και ένας λόγος αντίθετος στην πολιτική της βίας, πλην ενός βουλευτή, ο οποίος παραιτήθηκε από το κόμμα και όχι από τη βουλευτική έδρα λίγο πριν κληθεί σε απολογία».
Αναφερόμενος επίσης στη λειτουργία των ηγετικών στελεχών επισημαίνει: «Κυρίως με την εμπρηστική φρασεολογία τα ηγετικά στελέχη του κόμματος είχαν διαμορφώσει στα κατώτερα στελέχη των Τοπικών Οργανώσεων, την αταλάντευτη απόφαση να ανταποκρίνονται σε οποιαδήποτε εντολή, οποτεδήποτε χωρίς αντίρρηση, αμφισβήτηση ή τον παραμικρό ενδοιασμό. Πειθήνια τα όργανα των Οργανώσεων έσπευδαν στην εκτέλεση των πάσης φύσεως εντολών, χωρίς περίσκεψη… έτοιμα και πρόθυμα να αφαιρέσουν ακόμη και ανθρώπινες ζωές, υποδυόμενοι τους στρατιώτες σε μια φανταστική μάχη, έχοντας γαλουχηθεί και πεισθεί ότι ενεργούσαν σαν τους Σπαρτιάτες του Λεωνίδα ή το στρατό του Μ. Αλεξάνδρου… Από τα αποδεικτικά στοιχεία προκύπτει ότι η επιχειρησιακή δράση του κόμματος, από την ίδρυσή του, συνίστατο σε αλλεπάλληλες μεθοδευμένες και σε βάθος χρόνου βίαιες επιθέσεις εναντίον πολιτικών του αντιπάλων κ.λ π.».
Και συνεχίζει: «Είναι βέβαιο ότι καμία απολύτως εγκληματική δράση δεν θα είχε εκδηλωθεί αν δεν εκπορευόταν από και δεν καλυπτόταν από την ηγεσία της εγκληματικής οργάνωσης – κόμματος και δη τα ανώτατα κλιμάκια αυτής, η οποία ουδέποτε αποδοκίμασε δημόσια έστω και μια από τις κορυφαίες εγκληματικές πράξεις βίας. Εξαίρεση αποτέλεσε η δολοφονία του Παύλου Φύσσα κατά την οποία στην αρχή έγινε προσπάθεια να εμφανιστεί ότι ο Γιώργος Ρουπακιάς ήταν άτομο το οποίο ουδεμμία σχέση είχε με το κόμμα. Όταν όμως αποκαλύφθηκε ότι είχε σχέση και μάλιστα στενή, αποδοκιμάστηκε μεν από το επίσημο κόμμα, αλλά κατά τη γνώμη μας εντελώς προσχηματικά, υπό το βάρος των επερχομένων καταιγιστικών δικαστικών εξελίξεων… »
Στην πρόταση αναφέρεται επίσης ο ρόλος του αρχηγού Ν. Μιχαλολιάκου, ενώ γίνεται λόγος και για την κλειστή οργάνωση της εγκληματικής οργάνωσης.