Οι «προστατευόμενοι μάρτυρες» εκτίθενται. Τα ονόματα και τα καταλύματά τους αποκαλύπτονται στους κατηγορουμένους, έρχονται σε σύγκρουση με τους υπευθύνους φύλαξής τους και αλλάζουν άρδην τις καταθέσεις τους. Αυτή είναι η εικόνα με το τεράστιο πρόβλημα που υπάρχει στο περιώνυμο «πρόγραμμα προστασίας μαρτύρων» από αστυνομικές και δικαστικές αρχές και αποκαλύφθηκε και από την υπόθεση της Χρυσής Αυγής. Τα στελέχη του ακροδεξιού μορφώματος που κατηγορούνται για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση πληροφορήθηκαν με χαρακτηριστική ευκολία το όνομα ενός εξ αυτών των «προστατευομένων» κατά τ’ άλλα μαρτύρων από ένα χειρόγραφο σημείωμα που εντάχθηκε στη δικογραφία.
Η «διαρροή» αυτή όμως δεν αποτελεί μία μόνο εξαίρεση που επιβεβαιώνει τον κανόνα. Ισως το πιο ενδεικτικό είναι αυτό που συνέβη τον Μάρτιο του 2003 στις γυναικείες φυλακές στον Κορυδαλλό, όταν διεξαγόταν η πρώτη δίκη της «17 Νοέμβρη». Οι δύο μάρτυρες με κωδικούς «Α1» και «Β1» είχε προβλεφθεί να καταθέσουν σε ειδικά διαμορφωμένη αίθουσα. Εκτέθηκαν ωστόσο ανεπανόρθωτα όταν την πρώτη ημέρα της διαδικασίας βρίσκονταν στην κεντρική αίθουσα και σηκώθηκαν ενώπιον όλων και φώναξαν «παρών» όταν το δικαστήριο προχωρούσε στη διαδικασία ανάγνωσης της λίστας των μαρτύρων.
Η ΕΛ.ΑΣ. προστατεύει αυτή την περίοδο 18 μάρτυρες σε σοβαρές υποθέσεις οργανωμένου εγκλήματος και οικονομικών σκανδάλων, ορισμένοι από τους οποίους μάλιστα έχουν μετεγκατασταθεί ακόμη και στο εξωτερικό. Ωστόσο το σύστημα μη δημοσιοποίησης των στοιχείων τους παραμένει διάτρητο, ενώ και η φύλαξή τους παραμένει προβληματική.
Από τη δεκαετία του 1990


Η δημιουργία συστήματος προστασίας μαρτύρων άρχισε να συζητείται τη δεκαετία του 1990 προκειμένου να μιλήσουν «όσοι ξέρουν τα μυστικά της εγχώριας τρομοκρατίας». Ενώ όμως και τότε υπήρξαν μεγαλοστομίες για καταφύγια, πλαστικές εγχειρήσεις, χρηματοδοτήσεις μαρτύρων, ψεύτικες ταυτότητες κτλ. –δηλαδή διαδικασίες που εμφανίζονται σε χώρες του εξωτερικού -, δεν υπήρξε καμία περαιτέρω κίνηση. Το μόνο υποτυπώδες σύστημα φύλαξης μαρτύρων εφαρμοζόταν από το Τμήμα Δίωξης Εκβιαστών της Ασφάλειας Αττικής και αφορούσε καταστηματάρχες που είχαν πέσει θύματα εκβιασμού.
Το αρμόδιο Τμήμα Προστασίας Μαρτύρων συγκροτήθηκε τυπικά στις 24 Ιουλίου 2006, μετά την κατάθεση σχετικού προεδρικού διατάγματος, και αριθμούσε σε πρώτη φάση 32 αστυνομικούς. Ενισχύθηκε περαιτέρω με βάση νεότερα νομοθετήματα της περιόδου 2010-2012, οπότε ανάμεσα στ’ άλλα προβλεπόταν η αλλαγή ταυτότητας και κατοικίας, όπως και η χρηματοδότηση των υπό προστασία μαρτύρων. Ωστόσο όλα αυτά εφαρμόζονται όσο διαρκεί η ποινική διαδικασία στην οποία συνεισφέρει ο προστατευόμενος μάρτυρας.
Η αρμόδια υπηρεσία προστασίας μαρτύρων ύστερα και από συνεννοήσεις με τις υπηρεσίες που χειρίζονται τις υποθέσεις των μαρτύρων συντάσσουν ειδικές μελέτες επικινδυνότητας για τον κάθε μάρτυρα. Ωστόσο σε αυτή τη διαδικασία έχουν παρατηρηθεί τα τελευταία χρόνια πολλά προβλήματα. Αλλοι από τους μάρτυρες που μπαίνουν σε αυτό το καθεστώς παραπονούνται για υπερπροστασία και άλλοι ότι είναι ακάλυπτοι. Πριν από μερικά χρόνια ένας προστατευόμενος μάρτυρας είχε καταγγείλει ότι λόγω της μετεγκατάστασής του έχασε τη δουλειά του, όπως και ότι αντιμετώπιζε σειρά άλλων προβλημάτων στην καθημερινότητά του. Εντυπωσιακός ήταν ωστόσο ο ισχυρισμός του πως όταν δολοφονήθηκε μέλος της συμμορίας που είχε αποκαλύψει τη δράση της, ένας από τους αστυνομικούς-φρουρούς του τον ειδοποίησε ότι «έρχεται η σειρά σου». Τότε οι αστυνομικοί φρουροί άρχισαν να αντιδικούν μαζί του λέγοντας ότι «δεν αντέχουμε την ιδιορρυθμία του».
Τα παράδοξα όμως δεν σταματούν εδώ. Πολλοί από τους υπό προστασία μάρτυρες (κυρίως υπό προστασία καταστηματάρχες), αφού έχουν για πολύ καιρό αστυνομικούς-φρουρούς, τελικά όταν έρχεται η ώρα του δικαστηρίου δεν εμφανίζονται για μάρτυρες.
«Τρύπες» και ανασκευή καταθέσεων


Δεν είναι αυτές οι μοναδικές «τρύπες» στο ζήτημα των ανθρώπων που αποκαλύπτουν κυκλώματα. Ο φόβος αντεκδίκησης καλύπτει τα πάντα και μετά τις αρχικές αναφορές η «ομερτά» οδηγεί σε ανασκευές καταθέσεων. Λίγους µόλις µήνες µετά τον σχηµατισµό δικογραφίας το 2011 για 217 «νονούς της νύχτας» και τις µαζικές συλλήψεις κακοποιών, από τους 150 καταστηματάρχες που κατέθεσαν σχετικά στον εισαγγελέα Πειραιά για τις συµµορίες µόνο δύο θέλησαν να µιλήσουν για εκβιάσεις από κακοποιούς. Ορισμένοι μάλιστα υποστήριξαν ότι οι εκβιαστές δεν τους ζητούσαν λεφτά αλλά… ψάρια.
Στην υπόθεση του τοκογλυφικού κυκλώματος στη Θεσσαλονίκη που αποκαλύφθηκε προ διετίας αρχικά είχαν συγκεντρωθεί μαρτυρίες τουλάχιστον 30 ατόμων-θυμάτων οι οποίοι μιλούσαν αναλυτικά για την περιπέτειά τους. νΩστόσο στη διάρκεια της δικαστικής έρευνας τα δεδομένα άλλαξαν και υποστήριξαν ότι «τα άτομα για τα οποία μιλούσαν στις αρχικές τους καταθέσεις δεν τους ασκούσαν καμία πίεση» ή ότι «οι κατηγορούμενοι επιχειρηματίες απλώς τους είχαν διευκολύνει σε κάποιες οικονομικές συναλλαγές με δάνεια σχεδόν χωρίς τόκο».

Δημοσιεύτηκε στο HeliosPlus στις 2 Οκτωβρίου 2013

HeliosPlus