«ΤΙΤΛΟΙ τέλους» έπεσαν με τη συγκρότηση της νέας κυβέρνησης στο υπουργείο Μακεδονίας- Θράκης. Επειτα από σχεδόν 54 χρόνια αδιάλειπτης υπουργικής λειτουργίας και 97 από τη συγκρότηση της Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας, το γνωστό ως ΥΜΑΘ κατέστη Γενική Γραμματεία,
υπαγόμενη στο υπουργείο Εσωτερικών, Αποκέντρωσης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία του πρωθυπουργού κ. Γ. Παπανδρέου ικανοποίησε όσους θεωρούσαν ότι το ΥΜΑΘ ήταν απλώς ένα διακοσμητικό υπουργείο, όμως προκάλεσε και αντιδράσεις, οι οποίες περιορίστηκαν σε συντηρητικές φωνές του Βορρά. Αν τελικώς πρόκειται για «υποβιβασμό»
και «κατάργησή του» ή για ένα βήμα προς τη δημιουργία ενός παραγωγικότερου φορέα, θα φανεί από το έργο το οποίο θα αφήσουν πίσω τους οι νέοι ένοικοι του νεοκλασικού της Αγίου Δημητρίου, δηλαδή οι υφυπουργοί Εσωτερικών κυρία Θεοδώρα Τζάκρη και Οικονομίας κ. Μάρκος Μπόλαρης. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.

Η δημιουργία μιας διοικητικής μονάδας στη Βόρεια Ελλάδα προέκυψε εξ ανάγκης τις πρώτες ακόμη ημέρες του Α΄ Βαλκανικού Πολέμου. Η ταχεία επέλαση του ελληνικού στρατού από την επαρχία της Ελασσόνας προς τη Δυτική και την Κεντρική Μακεδονία προκάλεσε κατάλυση των παραπαιόντων οθωμανικών θεσμών. Ηδη, με την κήρυξη του πολέμου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος διόρισε τον νομάρχη Λάρισας Περικλή Αργυρόπουλο και τον Ιωνα Δραγούμη συμβούλους του αρχηγού του στρατεύματος, διαδόχου Κωνσταντίνου. Μάλιστα, ο Αργυρόπουλος, όπως εκμυστηρεύτηκε αργότερα, άσκησε εξουσίες νομάρχη προτού καν διοριστεί επισήμως, όταν πληροφορήθηκε την παρουσία βουλγαρικού στρατού στο Φίλυρο, και διέταξε υπάλληλο των Οθωμανικών Σιδηροδρόμων να του παράσχει αμαξοστοιχία για το Τόψιν, όπου στρατοπέδευε ο διάδοχος, προκειμένου να του περάσει το μήνυμα!

? Το πείσμα του Βενιζέλου
Δύο ημέρες αφότου εισήλθε ο στρατός στη Θεσσαλονίκη, ο Κωνσταντίνος απαίτησε να αναλάβει ο ίδιος τη διοίκηση της περιοχής, όμως ο Βενιζέλος είχε ήδη καταλήξει στο να αναθέσει τη μοίρα της Μακεδονίας στον υπουργό Δικαιοσύνης Κωνσταντίνο Ρακτιβάν. Στις 30 Οκτωβρίου, ο Ρακτιβάν έφτασε στη Θεσσαλονίκη, φέρνοντας μαζί του ένα «πεπολιτισμένο κράτος», που υποσχόταν «τ΄ αγαθά της ελευθερίας εις πάντας αδιακρίτως τους κατοίκους της χώρας». Ο γεννημένος στο Μάντσεστερ, βλάχος (και πρώτος πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας) πήρε πάνω του εκτελεστικές και νομοθετικές αρμοδιότητες πρωθυπουργού, σε σημείο που προκάλεσε τον φθόνο των υπολοίπων υπουργών της Αθήνας. Αποτελεί ειρωνεία της Ιστορίας όμως ότι το «υπουργείο χωρίς αρμοδιότητες» ξεκίνησε ως ένας πανίσχυρος φορέας εξουσίας, αντίστοιχος του οποίου δεν υπήρξε ξανά στην ελληνική ιστορία. Δεδομένων των πολεμικών συνθηκών, σε σύγκριση με τις «νέες χώρες» των υπολοίπων βαλκανικών κρατών, η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας κατέστη πρότυπο ισονομίας και ισοπολιτείας, στην (πολυεθνική ακόμη) Βόρεια Ελλάδα. Τον Ρακτιβάν διαδέχθηκαν στη συνέχεια ο Μακεδονομάχος Στέφανος Δραγούμης, ο Εμμανουήλ Ρεπούλης, ο Θεμιστοκλής Σοφούλης και άλλοι επιφανείς άνδρες της εποχής.

? Ο άθλος
Αν και οι ισχυρές αρμοδιότητες του γενικού διοικητή Μακεδονίας αφαιρέθηκαν το 1915 από τον Δημήτριο Γούναρη, το έργο του «προγόνου» του ΥΜΑΘ ήταν τεράστιο. Από τα φιλόδοξα ρυμοτομικά σχέδια και την επιστράτευση του μεγάλου Ερνέστου Εμπράρ ως τον σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και τη δημιουργία Εφετείου, Πρωτοδικείων και Ειρηνοδικείων, και από τη θέσπιση αρχαιολογικής υπηρεσίας, δασοφυλακής, υγειονομικού και δημοσίων υπηρεσιών, μέχρι ακόμη και την εκκαθάριση της Οθωμανικής Αγροτικής Τράπεζας (της σημερινής Ζiraat) και την εγκατάσταση των προσφύγων, η Γενική Διοίκηση Μακεδονίας παρήγαγε έργο πρωτοφανές για την εποχή του και ασύλληπτο ακόμη και για τα σημερινά δεδομένα.

Μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης, προτεραιότητα κατέστη η πλήρης ενσωμάτωση της Βόρειας Ελλάδας στο ελληνικό κράτος, γεγονός που επετεύχθη με επιτυχία, παρ΄ όλη την πολιτική αστάθεια του Μεσοπολέμου, αλλά και τις διαδοχικές προσπάθειες της Νοτιοσλαβίας και της Βουλγαρίας να προσεταιριστούν τους σλαβόφωνους Μακεδόνες. Στη διάρκεια της Κατοχής, το Διοικητήριο, που χτίστηκε το 1891 από τον ιταλό αρχιτέκτονα Βιταλιάνο Ποζέλι, κατελήφθη από τους Γερμανούς. Εκεί εγκαταστάθηκε ο διαβόητος Μαξ Μέρτεν μέχρι και την αποχώρηση των κατακτητών. Τότε, όπως αφηγούνται Ελασίτες της εποχής, «καταλάβαμε το κτίριο και μείναμε εκεί μέχρι τα Δεκεμβριανά… Τότε είχαμε λαϊκή εξουσία!» ? Είναι πολλά τα λεφτά!
«Εις ημάς όμως τους άλλους κοινούς θνητούς γεννάται πολλή απορία όταν βλέπωμεν ότι διά “φιλοξενίαν επισήμων προσώπων”ένας Γενικός Διοικητής εξώδευσε 56.195.700 δραχ. Δεν είναι δε εύλογον να ερωτήσωμεν ποίοι είναι οι ευτυχείς αυτοί “επίσημοι” που τα έφαγαν;» διερωτάτο μέσα από τις σελίδες του «Βήματος» το 1950, ο τότε βουλευτής Φλωρίνης και πρώην υπουργός, γενικός διοικητής Μακεδονίας Γεώργιος Μόδης, αναφερόμενος στον προκάτοχό του Κωνσταντίνο Κορόζο.

Τέτοια περιστατικά έκαναν κατά καιρούς την εμφάνισή τους στα πέτρινα χρόνια. Με την κατάλυση του (παρα)κράτους της ΕΡΕ, ουκ ολίγα στοιχεία πήραν τον δρόμο της δημοσιότητας και αφορούσαν στην πλειονότητά τους τις εκλογές της βίας και νοθείας. Το σχέδιο του υπουργείου Βορείου Ελλάδος (όπως μετονομάστηκε επί Αλέξανδρου Παπάγου) για την εκλογική περιφέρεια Θεσσαλονίκης ήταν απλό: «Απεφασίσθη να επισημανθώσιν οι παράγοντες οίτινες επηρεάζουν αριθμόν τινά ψηφοφόρων», δηλαδή να «καταβληθή προσπάθεια όπως εξαγορασθώσι παράγοντες της Ε.Κ. (Ενώσεως Κέντρου)», να « διατεθώσιν εγκαίρως μηχανήματα εις Οσσαν διά διάνοιξιν οδών», να «ενισχυθώσιν αθλητικά σωματεία Οσσης και Νέας Ραιδεστού διά αθλητικών ειδών», να «επισημανθώσι παράγοντες της Ενώσεως Κέντρου και των Προοδευτικών οίτινες δέον να προσηλυτισθώσιν επί ανταλλάγματι, του Υπουργού Βορείου Ελλάδος θέσαντος εις την διάθεσιν των βουλευτών διαφόρων θέσεις διά τούτους ή συγγενικά των πρόσωπα (Λιμήν Θεσσαλονίκης,Ελευθέρα Ζώνη και λοιπά». Η κυβέρνηση της ΕΡΕ, μέσω του ΥΒΕ, μοίρασε εκατομμύρια «απόρρητες» δραχμές για ρουσφέτια, εξαγορά ψήφων και «επαναδραστηριοποίηση» συνδέσμων εθνικοφρόνων.

Μάλιστα, η μαεστρία ήταν τέτοια που διοργανώθηκαν μέχρι και στημένα επεισόδια μεταξύ φοιτητών και παρακρατικών- όλοι τους ανήκαν στην ΕΡΕ! Ο εκνευρισμός κατά του τότε ΥΒΕ Διονυσίου Μανέντη ήταν τέτοιος που όταν πήγε στην (γενέθλια πόλη του) Κοζάνη για σύσκεψη με τους αθλητικούς παράγοντες της πόλης, μόλις τρεις εμφανίστηκαν, καθώς δεν μπορούσαν να τους συγχωρήσουν τις ρουσφετολογικές παροχές στα χωριά της Θεσσαλονίκης. Η φήμη του Μανέντη δημιουργήθηκε και από τις «καλλιτεχνικές» του ανησυχίες. Το 1963, «κατόπιν εισηγήσεως αστυνομικών παραγόντων», απαγόρευσε το ανέβασμα του έργου του Αλέξη Πάρνη «Το Νησί της Αφροδίτης». Επί Μανέντη, το ΥΒΕ κατέστη ο κουμπαράς των παρακρατικών και των ανθρώπων του κόμματος. Ο ίδιος τελειοποίησε τις τεχνικές των προκατόχων του, ενώ άφησε παρακαταθήκη τόσο για την Αποστασία όσο και για τον «γύψο» που ακολούθησε. Και όλα αυτά με ένα υπουργείο που δεν είχε καν δικό του προϋπολογισμό!

Εξαφανισμένα αρχεία, απόρρητα κονδύλια και εθνικές δαπάνες
Κάποιοι φρόντισαν ώστε να μη μάθουμε ποτέ τον σκοτεινό ρόλο της εμφυλιακής Γενικής Διοίκησης Μακεδονίας και του διαδόχου της, υπουργείου Βορείου Ελλάδος. «Το αρχειακό του υλικό δεν έχει σωθεί. Δεν υπάρχει απολύτως τίποταπέρα από κάποια μητρώα καταγραφών. Βρίσκουμε μόνο έγγραφα δεξιά και αριστερά σε αλληλογραφίες και διοικητικές αποφάσεις. Ετσι, μόνον αίολες υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε» σημειώνει με πικρία ο ιστορικός κ. Στράτος Δορδανάς.

Το βασικό κίνητρο για την εξαφάνιση δεκαετιών Ιστορίας κρύβεται πίσω από τις λέξεις: «Απόρρητα κονδύλια», «Δαπάνες εθνικού χαρακτήρα», «Επιχορηγήσεις». Πέρα από τις ελάχιστες πληροφορίες που έχουν κατά καιρούς δημοσιευτεί (όπως το «Βρώμικο ΄58» και η «συνεισφορά» του ΥΒΕ στη δολοφονία του Γρηγορίου Λαμπράκη), είναι άγνωστο τι απέγιναν οι πακτωλοί χρημάτων που διοχετεύονταν στο υπουργείο από την κεντρική διοίκηση μέχρι τις μέρες μας. Το αστείο της υπόθεσης είναι ότι οι συγκεκριμένες πιστώσεις δεσμεύονται σταθερά στον προϋπολογισμό του υπουργείου. Μάλιστα, επί «νέας διακυβέρνησης», οι σχετικές δαπάνες έβαιναν αυξανόμενες.

* Το 2004, με προϋπολογισμό 16,3 εκατ. ευρώ, 6,5 εκατ. ήταν δαπάνες «εθνικού χαρακτήρα», 1,7 εκατ. «επιχορηγήσεις» και 1,1 εκατ. «απόρρητες δαπάνες».

* Το 2005, με προϋπολογισμό 17,11 εκατ. ευρώ, 8,1 εκατ. ήταν «εθνικού χαρακτήρα», 1,8 εκατ. «επιχορηγήσεις» και 1,35 εκατ. «απόρρητες δαπάνες».

* Το 2006, με προϋπολογισμό 18,7 εκατ. ευρώ, 10 εκατ. ήταν «εθνικού χαρακτήρα», 1,9 εκατ. «επιχορηγήσεις» και 1,8 εκατ. «απόρρητες δαπάνες».

* Το 2007, με προϋπολογισμό 19,53 εκατ. ευρώ, 10 εκατ. ήταν «εθνικού χαρακτήρα», 2 εκατ. «επιχορηγήσεις» και 1,8 εκατ. «απόρρητες δαπάνες».

* Το 2008, με προϋπολογισμό 20 εκατ. ευρώ, 10,2 εκατ. ήταν «εθνικού χαρακτήρα», 2,65 εκατ. «επιχορηγήσεις» και 1,8 εκατ. «απόρρητες δαπάνες».

Δεν μπορεί να ειπωθεί με σαφήνεια τι απέγιναν αυτά τα χρήματα. Πληροφορίες τα θέλουν να διοχετεύτηκαν σε πάσης φύσεως διαδρομιστές που δραστηριοποιούνται στη Θράκη και στη Μακεδονία, αλλά και στην υποστήριξη ακριτικών συλλόγων και σωματείων. Πέρα από τους συμβολισμούς, το ζητούμενο είναι να πάρουν κάποτε οι τοπικές κοινωνίες τη λήψη των αποφάσεων στα χέρια τους. Και γι΄ αυτό έχει σημασία η εκλογή αιρετών περιφερειακών συμβουλίων. Διά του λόγου το αληθές: από το 2004 ως τις αρχές του περασμένου Ιουνίου, η Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας είχε εγκρίνει στο πλαίσιο του Αναπτυξιακού Νόμου 576 επενδυτικά σχέδια, συνολικής αξίας 672 εκατ. ευρώ, εκ των οποίων τα 273 εκατ. ήταν κρατικές ενισχύσεις. Οταν ερωτήθη από «Το Βήμα» ποιοι και πόσα πήραν, η απάντηση ήταν: «Δεν είναι ηθικό να δημοσιευθούν!».