Μαρκ Άλπερτ
ΑΦΑΝΙΣΜΟΣ
Εκδόσεις Τραυλός, 2013,
σελ. 576, τιμή 18 €

Η επιστημονική φαντασία ως κειμενικό είδος άνθησε ως γνωστόν στα χρόνια της βιομηχανικής επανάστασης. Ενόσω ακόμη στρώνονταν οι σιδηροτροχιές των ατμομηχανών, ο Ιούλιος Βερν μάς ταξίδευε στο φεγγάρι και ενώ ακόμη τα ρομπότ βρίσκονταν στα χαρτιά, ο Φριτς Λανγκ κινηματογραφούσε το «Metropolis» (1927). Επειτα, πριν καλά-καλά προσεδαφιστούμε στη Σελήνη, οι συγγραφείς προδιέγραφαν γαλαξιακούς πολέμους στο «Star Trek», και πριν τα παιδιά μας γίνουν όλα συνδρομητές στο Διαδίκτυο, οι αδελφοί Γουατσόφσκι έγραφαν το «Matrix» (1999). Τώρα, στην απαρχή του 21ου αιώνα, η τεχνολογική εξέλιξη έχει γίνει τόσο γοργή που η επιστημονική φαντασία σχεδόν έπαψε να είναι ξεχωριστό είδος. Αγκάλιασε την κατασκοπευτική πλοκή των έργων του Τζέιμς Μποντ, μπολιάστηκε με τον καταιγιστικό ρυθμό αρχαιοκαπηλευτικών περιπετειών τύπου «Ιντιάνα Τζόουνς» και… μας έδωσε τη μεικτή γραφή που συναντάμε στα βιβλία του Νταν Μπράουν («Κώδικας Ντα Βίντσι»), της Κάθριν Νεβίλ («Οχτώ») και του Μαρκ Αλπερτ («Η κλεμμένη εξίσωση»).

Ο συντάκτης του περιοδικού «Scientific American», Μαρκ Αλπερτ, ξεχώρισε από τους άλλους δύο ως προς τη βαθύτητα της γνώσης περί των επιτευγμάτων της επιστήμης και της τεχνολογίας. Στο τωρινό βιβλίο του, «Αφανισμός», καταγίνεται με το μέγα θέμα της ταχύτατης σύγκλισης των επιστημών προς την αποκρυπτογράφηση της «ευφυέστερης συσκευής του κόσμου», του ανθρώπινου εγκεφάλου, και την επακόλουθη ενδυνάμωση αυτού και του σώματός μας με τεχνολογικά εμφυτεύματα. Σκαρφίζεται μια ιστορία καλών και κακών που κινούνται μεταξύ των δύο πόλων αυξανόμενης αντιπαράθεσης (ΗΠΑ – Κίνα), με κυρίαρχο καταλύτη έναν γέρο και άρρωστο επιστήμονα. Δεν το δηλώνει, αλλά ο αναγνώστης του ΒΗΜΑscience εύκολα διαισθάνεται ότι πηγή έμπνευσης για τον συγκεκριμένο «ρόλο» υπήρξε ο «προφήτης της Singularity», ο εφευρέτης Ray Kurzweil, ο οποίος διέβλεψε ότι ως το 2035 θα έχουμε «ενοποιηθεί με τις μηχανές» και τώρα είναι σύμβουλος τεχνολογίας της Google.
Συγγραφικά, το βιβλίο «Αφανισμός» είναι ένας έξυπνος ποταμός επιστημονολάγνας αδρεναλίνης: Ξεκινά με δύο συμβάντα στις ΗΠΑ, αλλά γρήγορα σκεδάζεται σε παράλληλες ιστορίες που τρέχουν σε διάφορα μέρη του πλανήτη. Καθώς η κορύφωση του δράματος πλησιάζει, οι δράσεις συγκλίνουν (ακόμη και αν απαιτούν… διανοητικά άλματα) σε ένα μέρος της Κίνας. Ο συγγραφέας προτιμά να μας δώσει αρκετές γεύσεις από μια σχεδόν τετελεσμένη νίκη των «κακών» πριν μας δώσει (με ποιητική αδεία ευφάνταστο τρόπο) την κάθαρση. Φτάνει ακόμη και να εκτυλίξει πλήρες σενάριο του πώς θα καταρρεύσει η κυριαρχία των ανθρώπων στον πλανήτη… Τελικά, τελειώνεις το βιβλίο του απνευστί, εντυπωσιασμένος από το πόσο λίγο απέχει το εντός τριών δεκαετιών όνειρό μας από τον αποκαλυπτικό εφιάλτη.
Ο συγγραφέας φροντίζει να μας προμηθεύσει εκ των υστέρων με παράρτημα, όπου επεξηγεί τα επιστημονικά και τεχνολογικά ευρήματα που παρουσιάζει στην πλοκή του: προσθετικά μέλη, τεχνητά μάτια, κυβερνο-έντομα, ενιαιότητα (singularity), συνειδητότητα, διαδικτυακή εποπτεία. Παραλείπει ωστόσο να μας πει τον βαθμό στον οποίο έχουν επιτευχθεί. Για παράδειγμα, παρότι θέτει χρονολογικά την περιπέτεια στο καλοκαίρι του 2013, δεν γράφει ότι τα τεχνητά μάτια του παρόντος σε καμία περίπτωση δεν έχουν τη διακριτότητα χρωμάτων και μορφών που περιγράφει, πόσω μάλλον την «υπερόραση». Για περισσότερη ακρίβεια τέτοιων στοιχείων, καλό είναι ο αναγνώστης του να στραφεί στον ιστότοπο του Kurzweil, www.kurzweilai.net/.
Εν τέλει, μου άρεσε ο «Αφανισμός»; Ως θέμα και ως δράση ναι, θα σας το συνιστούσα ομολογουμένως, μια και κατάφερε να μου κλέψει μια ολόκληρη λευκή νύχτα. Ωστόσο δεν συμφωνώ απόλυτα με τη ρήση του οπισθοφύλλου ότι ο Μαρκ Αλπερτ «γράφει το ένα θρίλερ καλύτερο από το προηγούμενο». Νομίζω ότι στην «Κλεμμένη εξίσωση» ήταν πιο γνήσιος. Το τωρινό γράψιμό του θυμίζει αφόρητα το γράψιμο του Νταν Μπράουν, σε βαθμό που σου αφήνει την ταυτόσημη γεύση των χάμπουργκερ από φαστφουντάδικα της ίδιας εταιρείας. Ισως οφείλεται στο ότι αυτή τη φορά είχε τη συγγραφική συνδρομή «επιτελείου τεσσάρων συνεργατών». Κι αν πεις για στερεότυπα… το κόλλημα του Αλπερτ με τα «παλικάρια, τους πεζοναύτες των ΗΠΑ» είναι τόσο έντονο που σου θυμίζει «στρατευμένη πένα». Αλλά αυτό ενοχλεί μόνο τους αναγνώστες που πρόλαβαν να γευτούν πένες «ευρωπαϊκής κουζίνας». Οι υπόλοιποι θα χωνέψουν μετά χαράς αυτό το εντυπωσιακό «τεχνοθρίλερ» –που σίγουρα προβλέπεται να το δούμε και στη μεγάλη οθόνη.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ