Ο Μουσταφά Κεμάλ γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη. Ο πατέρας του Αλή Ριζά, κατώτερος δημόσιος υπάλληλος, πέθανε όταν ο Κεμάλ ήταν επτά ετών. Ορφανός από πατέρα και με πενιχρά οικονομικά ο Κεμάλ μεγάλωσε με τη φροντίδα της μητέρας του Ζουμπεϊντέ Χανούμ.



Στα δώδεκά του χρόνια ο Κεμάλ μπήκε στην κατώτερη στρατιωτική σχολή της Θεσσαλονίκης και δύο χρόνια αργότερα γράφτηκε στη Σχολή Αξιωματικών του Μοναστηρίου. Στη συνέχεια, το 1899, ο Κεμάλ συνέχισε τις στρατιωτικές σπουδές του στη Στρατιωτική Ακαδημία της Κωνσταντινούπολης και, μετά την αποφοίτησή του το 1902, έγινε δεκτός στη Σχολή Γενικών Επιτελών.


Αντιστασιακή δράση


Στην Κωνσταντινούπολη ο Κεμάλ ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με το μεταρρυθμιστικό κίνημα των Νεοτούρκων και άρχισε να αναπτύσσει πολιτική δραστηριότητα, εξαιτίας της οποίας συνελήφθη και φυλακίστηκε για αρκετούς μήνες. Μετά την αποφυλάκισή του μετατέθηκε στη Δαμασκό όπου, το 1906, οργάνωσε αντιστασιακή ομάδα την οποία ονόμασε «Πατρίδα και Ελευθερία». Αλλά μετά την «Επανάσταση για το Σύνταγμα» των Νεοτούρκων το 1908 ο Κεμάλ διαφώνησε με τους αρχηγούς τους και αποφάσισε να αποσυρθεί από την πολιτική και να αφοσιωθεί αποκλειστικά στη στρατιωτική του καριέρα.


Παίρνοντας μέρος στον Ιταλοτουρκικό Πόλεμο το 1911 και μετά στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913) ο Κεμάλ διακρίθηκε και το 1913 διορίστηκε στρατιωτικός ακόλουθος στη Σόφια. Με την καινούργια του αυτή ιδιότητα ο Κεμάλ είχε την ευκαιρία να ταξιδέψει στη Δύση και να έλθει σε επαφή με τον δυτικό τρόπο ζωής και σκέψης.


Ρήξη με την Υψηλή Πύλη


Εφαλτήριο για την εκτόξευση του Κεμάλ στην εξουσία ήταν η αποφασιστική συμβολή του στην απόκρουση των Αγγλογάλλων στη χερσόνησο της Καλλίπολης το 1915, κατά τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε ανακηρύχθηκε «υπερασπιστής του Ισλάμ» και «σωτήρας της Κωνσταντινούπολης». Μετά όμως την ανακωχή του Μούδρου (30 Οκτωβρίου 1918) ανάμεσα στην Τουρκία και στις δυνάμεις της Αντάντ (Αγγλία, Γαλλία, Ρωσία) ο Κεμάλ ενοχλήθηκε από τους ταπεινωτικούς όρους της συμφωνίας για τη χώρα του. Εξάλλου ήταν εντελώς αντίθετος με τις λύσεις που προτάθηκαν για τη διατήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, δηλαδή να τεθεί υπό την προστασία της Αγγλίας ή των Ηνωμένων Πολιτειών. Ετσι, όταν τον Απρίλιο του 1919 διορίστηκε στρατιωτικός επιθεωρητής των Ανατολικών Επαρχιών, ο Κεμάλ, αντί να εξαρθρώσει τις εθνικιστικές οργανώσεις, όπως του είχε αναθέσει η τουρκική κυβέρνηση, άρχισε να τις συσπειρώνει γύρω του. Τον Ιούνιο του 1919 υπέγραψε στην Αμάσεια, μαζί με άλλους ανώτατους αξιωματικούς, ένα μυστικό πρωτόκολλο με το οποίο ουσιαστικά οι στρατιωτικοί αυτοί αποφάσιζαν να αρχίσουν ανταρτοπόλεμο εναντίον της φιλικής προς την Αντάντ τουρκικής κυβέρνησης. Μαθαίνοντας τα γεγονότα ο σουλτάνος Μωάμεθ ΣΤ’ απέταξε τον Κεμάλ από τον τουρκικό στρατό και τον κήρυξε εκτός νόμου. H σύγκρουση του Κεμάλ με την Πύλη είχε πλέον αρχίσει.


Τον Ιούλιο του 1919 ο Κεμάλ συγκάλεσε στο Ερζερούμ Εθνικό Συνέδριο όπου διατυπώθηκαν οι αρχές του «Εθνικού Συμφώνου» με βασικό σύνθημα «H Τουρκία για τους Τούρκους», και δύο μήνες αργότερα, σε δεύτερο Εθνικό Συνέδριο, στη Σεβάστεια, ο Κεμάλ εκλέχθηκε πρόεδρος της «Εταιρείας για την προάσπιση των εθνικών δικαιωμάτων των Ανατολικών Επαρχιών». Τότε ο Σουλτάνος καταδίκασε ερήμην τον Κεμάλ εις θάνατον αλλά αυτός στο μεταξύ είχε συγκροτήσει τακτικό στρατό και μετέφερε το στρατηγείο του στην Αγκυρα όπου, στις 23 Μαΐου 1920, συγκάλεσε συντακτική συνέλευση, τη «Μεγάλη Εθνοσυνεύλεση», από την οποία αναδύθηκε η «Επιτροπή των Επιτρόπων», δηλαδή η προσωρινή κυβέρνηση, με Πρόεδρο, φυσικά, τον Κεμάλ.


Εκκαθαρίσεις πληθυσμών


Ετσι η Οθωμανική Αυτοκρατορία είχε δύο κυβερνήσεις, τη μία στην Κωνσταντινούπολη με τον Σουλτάνο υποχείριο των Αγγλων και την άλλη στην Αγκυρα με τον Κεμάλ και τους Εθνικιστές του. Οταν η κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης υπέγραψε τη Συνθήκη των Σεβρών (10 Αυγούστου 1920), η κυβέρνηση της Αγκυρας διακήρυξε ότι δεν την αναγνωρίζει και εκμεταλλευόμενη τις διαφορές μεταξύ των συμμάχων της Αντάντ έκλεισε μεμονωμένες συμφωνίες. Με τη βοήθεια της Σοβιετικής Ενωσης λόγου χάρη κατανίκησε (δηλαδή σφαγίασε) Αρμενίους και Γεωργιανούς, αποδίδοντας στην Τουρκία εδάφη που είχαν χαθεί γι’ αυτήν με τον Ρωσοτουρκικό Πόλεμο του 1878.


Στο μεταξύ, ενθαρρυμένος από τη Συνθήκη των Σεβρών, ο ελληνικός στρατός στη Μικρά Ασία επεξέτεινε τη ζώνη κατοχής. Οι στρατιώτες του Κεμάλ ανέκοψαν την προέλαση του ελληνικού στρατού προς την Αγκυρα και τον ανάγκασαν σε άτακτη υποχώρηση με τις γνωστές τραγικές συνέπειες. Τον Αύγουστο του 1922 ο κεμαλικός στρατός έφθασε στη Σμύρνη την οποία πυρπόλησε απ’ άκρη σ’ άκρη. Ακολούθησαν εκτεταμένες σφαγές και διώξεις των Ελλήνων της Μικράς Ασίας. Με τη σύμβαση που υπογράφτηκε τον Ιανουάριο του 1923 συμφωνήθηκε ανταλλαγή πληθυσμών και εκατοντάδες χιλιάδες Ελληνες ξεριζώθηκαν μετά από τρεις χιλιάδες χρόνια από τα παράλια της Μικράς Ασίας και την Ανατολική Θράκη, εκτός από τους Ελληνες της Κωνσταντινούπολης.


Στο μεταξύ η κυβέρνηση της Κωνσταντινούπολης παραιτήθηκε και ο τελευταίος σουλτάνος, ο Μωάμεθ ΣΤ’, έφυγε στο εξωτερικό. Μετά τη Συνθήκη της Λωζάννης (24 Ιουλίου 1923) η Τουρκία ανακηρύχθηκε δημοκρατία με πρωτεύουσα την Αγκυρα και πρόεδρο τον Μουσταφά Κεμάλ.


Εκσυγχρονισμός εκ δυσμών


Από τις πρώτες ενέργειες του Κεμάλ ήταν να καταργήσει το Χαλιφάτο (Μάρτιος 1924) και να ιδρύσει, τον ίδιο χρόνο, το Λαϊκό Ρεπουμπλικανικό Κόμμα. Οραματιζόμενος τη μετατροπή της Τουρκίας σε ένα σύγχρονο δυτικού τύπου κράτος ο Κεμάλ κατάργησε, το 1925, τα θρησκευτικά σχολεία και ιδρύματα, τα μοναστήρια και τα τάγματα των Δερβίσηδων. Διαχωρίζοντας το κράτος από τη θρησκεία ο Κεμάλ κατάργησε το Ισλαμικό Δίκαιο και καθιέρωσε Αστικό, Ποινικό και Εμπορικό Κώδικα με πρότυπο διάφορες ευρωπαϊκές νομοθεσίες. Στην προσπάθειά του να «δυτικοποιήσει» τον τουρκικό λαό ο Κεμάλ απαγόρευσε με νόμο να φορούν οι άνδρες φέσι και οι γυναίκες φερετζέ, ίδρυσε μεικτά σχολεία και ενθάρρυνε τη διοργάνωση χορών και δεξιώσεων, όπως είχε δει να γίνονται στην Ευρώπη. Για τη διευκόλυνση της μείωσης του αναλφαβητισμού στη χώρα του αλλά και για την ευκολότερη προσέγγιση της τουρκικής γλώσσας από τους ξένους, ο Κεμάλ αντικατέστησε το αραβικό αλφάβητο με το λατινικό.


Το 1933 ο Κεμάλ επέβαλε διά νόμου στους Τούρκους να χρησιμοποιούν οικογενειακά επώνυμα. Στον ίδιο η Εθνοσυνέλευση έδωσε το επώνυμο «Ατατούρκ», δηλαδή «Πατέρας των Τούρκων», το οποίο επεσκίασε όλους τους άλλους τίτλους του. Εναν χρόνο αργότερα ο Κεμάλ παραχώρησε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες.


Στην οικονομική πολιτική ο Ατατούρκ, καταφεύγοντας στον κρατικό παρεμβατισμό για την εκβιομηχάνιση της χώρας, δεν κατόρθωσε να επιτύχει τους στόχους του παρά τις κρατικοποιήσεις των ξένων επιχειρήσεων. Ετσι αναγκάστηκε να ενθαρρύνει την ιδιωτική πρωτοβουλία αποφεύγοντας συγχρόνως να θίξει τους μεγάλους γαιοκτήμονες.


H εξωτερική πολιτική του Ατατούρκ συνοψιζόταν στο σύνθημα «Ειρήνη στο εσωτερικό και ειρήνη στον κόσμο». H Τουρκία διατήρησε ειρηνικές σχέσεις με τους γείτονές της (Σοβιετική Ενωση, Βουλγαρία, Ελλάδα) και διεθνώς έπαψε να θεωρείται ο «Μεγάλος Ασθενής». Το 1936, με τη Συνθήκη του Μοντρέ, ο Ατατούρκ κατόρθωσε να απαλλάξει τα Στενά των Δαρδανελίων από τις δεσμεύσεις που είχε επιβάλει η Συνθήκη της Λωζάννης.


Τελικά η «Κεμαλική Επανάσταση» έθεσε πράγματι τα θεμέλια της νέας Τουρκίας αλλά οι αλλαγές επηρέασαν μόνο τα ανώτερα και μεσαία αστικά στρώματα. Οι φτωχότερες τάξεις των πόλεων και ο αγροτικός πληθυσμός δεν είχαν το παραμικρό κέρδος.


Καταπονημένος τα δύο τελευταία χρόνια της ζωής του από κίρρωση του ύπατος, ο Κεμάλ Ατατούρκ πέθανε στην Κωνσταντινούπολη στις 10 Νοεμβρίου 1938.


KEIMENA: ΙΩΑΝΝΑ ΖΟΥΛΑ