Η καριέρα του Βάσλαβ Νιζίνσκι
ήταν ένα διαρκές παιχνίδι στα όρια της εκκεντρικότητας. Ως χορευτής άνοιξε τον δρόμο για τους διαδόχους του αναβαθμίζοντας τους ανδρικούς ρόλους. Ως χορογράφος μετακινήθηκε από την κυριαρχούσα ως τότε παράδοση του μπαλέτου προκειμένου να δημιουργήσει την πρώτη μοντέρνα χορογραφία. Στο τέλος, η σχιζοφρένεια «ταρακούνησε» το κέντρο της ύπαρξής του. Ο περισσότερος κόσμος ωστόσο διατήρησε στον νου του μια ρομαντική άποψη για τον Νιζίνσκι: αυτήν του θεϊκού χορευτή, η καριέρα του οποίου ωστόσο διακόπηκε στην ακμή της λόγω τρέλας.


Ο Βάσλαβ Νιζίνσκι γεννήθηκε τον Μάρτιο του 1888 στο Κίεβο της Ουκρανίας, στη διάρκεια μιας περιοδείας των επίσης χορευτών γονιών του. Δέκα χρόνια αργότερα έγινε δεκτός στην Αυτοκρατορική Σχολή Χορού της Αγίας Πετρούπολης και αμέσως μετά την αποφοίτησή του, το 1907, προσελήφθη στο θέατρο Μαριίνσκι. Ηταν μικροκαμωμένος, ντροπαλός και εσωστρεφής, εν τούτοις το κοινό λάτρευε την απαράμιλλη τεχνική και τα «ουράνια» άλματά του. Καθώς κινούνταν στην υψηλή κοινωνία της πόλης, κάποια στιγμή στη διάρκεια μιας κοινωνικής εκδήλωσης γνώρισε τον Σέργιο Ντιαγκίλεφ και έγινε προστατευόμενός του. Από εκείνη τη στιγμή, ο Ντιαγκίλεφ παρακολουθούσε κάθε του κίνηση είτε επάνω είτε κάτω από τη σκηνή. Βεβαιωνόταν ότι ο Νιζίνσκι διάβαζε τα σωστά βιβλία, επισκεπτόταν μουσεία και αίθουσες τέχνης, παρακολουθούσε συναυλίες προκειμένου να βελτιώσει την κουλτούρα του. Στη διάρκεια των διακοπών του ο Νιζίνσκι ταξίδεψε με τον μέντορά του στο Παρίσι όπου χόρεψε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στη «Συλφίδα» δίπλα στην Αννα Πάβλοβα το 1909. Συνέχισε να συμμετέχει στα Ρωσικά Μπαλέτα του Ντιαγκίλεφ και μετά, παρά το ότι η μυθική χορεύτρια είχε εγκαταλείψει το σχήμα επειδή θεωρούσε ότι ευνοούνταν περισσότερο οι άνδρες χορευτές. Παρά το ότι έκτοτε ο Νιζίνσκι χόρεψε με πολλές παρτενέρ συνδέθηκε ιδιαίτερα με την Ταμάρα Καρσάβινα.


Σύμφωνα με κάποιες ιστορίες χορού, ο Νιζίνσκι χόρεψε με την περίφημη Ιζαντόρα Ντάνκαν στο Παρίσι και επηρεάστηκε από αυτήν τόσο ως χορευτής όσο και ως χορογράφος. Οι δημιουργίες του συχνά ήρθαν σε διάσταση με την κλασική παιδεία του. Το 1913, τα Ρωσικά Μπαλέτα περιόδευσαν στη Νότια Αμερική. Επρόκειτο για μια περιοδεία την οποία δεν ακολούθησε ο Ντιαγκίλεφ εξαιτίας του φόβου του για τα υπερατλαντικά ταξίδια. Μακριά από την επιτήρηση του μέντορά του, ο Νιζίνσκι ερωτεύτηκε και παντρεύτηκε μια ουγγαρέζα χορεύτρια, τη Ρομόλα ντε Πούλτσκι. Ο γάμος τους έγινε στο Μπουένος Αϊρες. Μόλις το σχήμα επέστρεψε στην Ευρώπη, ο Ντιαγκίλεφ, σε μια έκρηξη ζήλιας, τους απέλυσε και τους δύο.


Στη διάρκεια του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου ο Νιζίνσκι, ρώσος πολίτης, εγκαταστάθηκε στην Ουγγαρία. Ο Ντιαγκίλεφ κατάφερε να τον πείσει να λάβει μέρος σε μια νέα περιοδεία του σχήματός του στη Βόρεια Αμερική αυτή τη φορά, όπου ο Νιζίνσκι χορογράφησε και ερμήνευσε τον πρωταγωνιστικό ρόλο στον Till Eulenspiegel. Τα σημάδια της παράνοιάς του ωστόσο άρχισαν να γίνονται αντιληπτά. Φοβόταν τους άλλους χορευτές και παρουσίαζε διάφορες εμμονές. Ο Νιζίνσκι έζησε πολλά χρόνια σε διάφορα ψυχιατρεία. Το 1947 μετακόμισε στο Λονδίνο όπου η αγαπημένη του σύζυγος τον φρόντισε ως τον θάνατό του το 1950. Ο συνδυασμός της δεξιοτεχνίας του με την υποκριτική του δεινότητα και το εν γένει ύφος του τον «κατέγραψαν» ως τον διασημότερο άνδρα χορευτή του 20ού αιώνα.