Σε κάθε 1.800 Ελληνες αντιστοιχεί ένα αναγνωρισμένο από το κράτος αθλητικό σωματείο. Επειδή όμως με τον οργανωμένο αθλητισμό ασχολούνται κυρίως οι ηλικίες από 10 ως το πολύ 30-35 ετών, ο αριθμός των αθλουμένων που αντιστοιχεί σε κάθε σωματείο μόλις και μετά βίας ξεπερνά τους 500.


Σύμφωνα με το επίσημο μητρώο το οποίο τηρεί η ΓΓΑ, τα αθλητικά σωματεία που λειτουργούν ανά την επικράτεια ανέρχονται σε 5.564. Τα 935 από αυτά, όπως θα περίμενε κανείς, έχουν την έδρα τους στον Νομό Αττικής, όπου είναι συγκεντρωμένο και το μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού της χώρας. Τα πρωτεία στην υπόλοιπη Ελλάδα κατέχει ο Νομός Θεσσαλονίκης, με 432 σωματεία. Στην τελευταία θέση βρίσκεται ο Νομός Λευκάδας, με 12 σωματεία, τα οποία καλλιεργούν κυρίως το ποδόσφαιρο.


Από πλευράς γεωγραφικών διαμερισμάτων, λάτρεις του αθλητισμού αναδεικνύονται οι Μακεδόνες, καθώς στο σύνολο των 13 νομών της περιοχής λειτουργούν 1.587 σωματεία. Η Στερεά Ελλάδα βρίσκεται στη δεύτερη θέση, με 1.373, και ακολουθούν η Πελοπόννησος με 730, η Θεσσαλία με 549, τα νησιά του Αιγαίου με 297, η Κρήτη με 276, η Θράκη με 242, η Ηπειρος με 158, τα νησιά του Ιονίου με 152 και η Εύβοια με 200 σωματεία.



Για τα επόμενα πέντε χρόνια τα αθλητικά σωματεία θα μπορούν να συνενώνονται με στόχο το καλύτερο αγωνιστικό αποτέλεσμα και κίνητρο την πρόσθετη κρατική επιχορήγηση. Η υπουργική απόφαση με την οποία καθορίζονται οι όροι και οι προϋποθέσεις των συγχωνεύσεων υπεγράφη την περασμένη Τετάρτη από τον υφυπουργό Αθλητισμού κ. Ανδρέα Φούρα και πήρε σειρά για δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως.


Ο υπερβολικά μεγάλος αριθμός αθλητικών σωματείων ανά την επικράτεια σε συνδυασμό με τον κίνδυνο να ιδρυθούν ακόμη περισσότερα στην πορεία προς τους Ολυμπιακούς Αγώνες του 2004 και υπό την πίεση των ιδιωτικών γυμναστηρίων, τα οποία συγκεντρώνοντας 20 υπογραφές διεκδικούν επιχορήγηση από τη ΓΓΑ, οδήγησαν την αθλητική ηγεσία στην πρόταση μείωσης, αν μη τι άλλο, των ονομαζόμενων «σωματείων-σφραγίδων».


Η συγχώνευση μπορεί να περιλαμβάνει απεριόριστο αριθμό σωματείων ή τμημάτων τους, με την προϋπόθεση ότι θα βρίσκονται σε όμορους δήμους και δεν θα τα χωρίζει… χάσμα κατηγοριών ­ δεν μπορεί δηλαδή να συγχωνευθεί μια ομάδα της Α’ Εθνικής κατηγορίας με έναν σύλλογο ο οποίος αγωνίζεται στα τοπικά πρωταθλήματα, γιατί είναι ηλίου φαεινότερον ότι αυτού του είδους η συνένωση θα στοχεύει αποκλειστικά στην είσπραξη των οικονομικών ανταλλαγμάτων. Για τη συγχώνευση αρκούν η απόφαση των γενικών συνελεύσεων για τη διάλυση των υπό συνένωση σωματείων και η αίτηση ίδρυσης του νέου φορέα στο αντίστοιχο πρωτοδικείο. Το νεοϊδρυόμενο αθλητικό σωματείο δικαιούται για τα επόμενα τρία χρόνια πρόσθετη επιχορήγηση, το ύψος της οποίας θα καθορίζεται από το άθλημα το οποίο καλλιεργεί, τον αριθμό των εν ενεργεία αθλητών και προπονητών και τις τυχόν αγωνιστικές διακρίσεις. Η πρόσθετη επιχορήγηση δεν μπορεί να υπερβεί το άθροισμα των τακτικών επιχορηγήσεων που πήραν το προηγούμενο έτος τα σωματεία ή τμήματα τα οποία συγχωνεύθηκαν.


Αίτηση συγχώνευσης δεν μπορούν να υποβάλουν οι ανώνυμες αθλητικές εταιρείες, αλλά οι ερασιτεχνικοί σύλλογοι από τους οποίους προήλθαν. Προκειμένου να μην υπάρξουν πονηρές σκέψεις και συγχωνεύσεις τυπικού χαρακτήρα, η υπουργική απόφαση προβλέπει ότι, σε περίπτωση επανασύστασης του διαλυθέντος αθλητικού σωματείου ή τμήματος, αθλητές ή ομάδες του δεν θα μπορούν να συμμετέχουν για πέντε χρόνια σε οποιαδήποτε αθλητική συνάντηση της υπερκείμενης αθλητικής ομοσπονδίας.


Το μέτρο των συγχωνεύσεων εφαρμόστηκε και κατά το παρελθόν, ιδιαίτερα τη δεκαετία του ’60, με τη μαζική ανάπτυξη των αθλητικών και των πολιτιστικών συλλόγων. Μετά το 1974 η αθλητική ανάπτυξη ακολούθησε τον δρόμο της και ήταν ανάλογη με την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας.


Στο ποδόσφαιρο «γεννήθηκαν» δυνάμεις



Οι συνενώσεις σωματείων δεν είναι κάτι το καινούργιο στην αθλητική ιστορία της Ελλάδας. Πολλοί από τους σημερινούς συλλόγους προέκυψαν από συγχωνεύσεις οι οποίες έλαβαν χώρα τη δεκαετία του ’60. Οι κυριότερες από αυτές αφορούν 5 μεγάλα σωματεία τα οποία πρωταγωνίστησαν και συνεχίζουν να πρωταγωνιστούν κυρίως στον χώρο του ποδοσφαίρου.


ΑΟ Ξάνθης: Ιδρύθηκε το 1967 μετά από συγχώνευση της Ασπίδας και του Ορφέα Ξάνθης, οι οποίες αγωνίζονταν στη Β’ εθνική κατηγορία. Μετά από περιπλάνηση ετών στη Β’ εθνική κατηγορία, το 1988 ανέβηκε για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική.


Ιωνικός Νίκαιας: Ιδρύθηκε το 1965 ως αποτέλεσμα της συγχώνευσης του Αρη Νίκαιας και της ΑΕ Νίκαιας, η οποία αγωνιζόταν τότε στην Α’ εθνική κατηγορία. Ο Ιωνικός επέστρεψε στην Α’ Εθνική το 1989, ενώ εφέτος, για πρώτη φορά στην ιστορία του, αγωνίστηκε σε ευρωπαϊκή διοργάνωση.


ΑΟ Καβάλας: Ιδρύθηκε το 1965 από τη συνένωση του Ηρακλή, των Φιλίππων και της ΑΕΚ. Πρώτος πρόεδρός της διετέλεσε ο σημερινός πρόεδρος της ΕΠΟ και του ΟΠΑΠ κ. Σωτήρης Αλημίσης. Η «ελαφρά ταξιαρχία του Βορρά», όπως ονομάζουν οι φίλαθλοι την Καβάλα, μετά από τέσσερα χρόνια (1969), ανέβηκε για πρώτη φορά στην Α’ Εθνική κατηγορία.


Πανηλειακός: Ιδρύθηκε το 1957 από τη συνένωση των ομάδων του Πύργου Εθνικός, Ηρακλής, ΑΕΚ και Απόλλων. Ως το 1971 αγωνιζόταν στο πρωτάθλημα Αχαΐας, ενώ το 1995 ανέβηκε για πρώτη φορά στην Α’ εθνική κατηγορία.


ΑΕ Λάρισας: Ιδρύθηκε το 1964 όταν συνενώθηκαν ο Ηρακλής, ο Αρης, ο Λαρισαϊκός και ο Τοξότης. Τα αποτελέσματα της συγχώνευσης φάνηκαν το 1973 όταν για πρώτη φορά στην ιστορία της η Λάρισα ανέβηκε στην Α’ Εθνική. Τη δεκαετία του ’80 διέγραψε μια εντυπωσιακή πορεία, κατακτώντας το 1985 το Κύπελλο Ελλάδας, το 1988 το Πρωτάθλημα, ενώ το 1984 έφθασε στους «8» του Κυπέλλου Κυπελλούχων Ευρώπης.