Μία από τα ίδια: Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ Αθήνας και δανειστών οδηγεί την Ελλάδα στο 2010, σε προγράμματα λιτότητας που αντί να «σώσουν», ή τουλάχιστον να τονώσουν την οικονομία της, της δίνουν τη χαριστική βολή.
Αυτή η κρίση-καταπέλτης δεν προέρχεται από τα χείλη ενός φανατικού αρνητή των προγραμμάτων βοήθειας, αλλά ενός νηφάλιου αναλυτή τους: του γνωστού οικονομολόγου Πέτερ Μπόφινγκερ. Το μέλος της επιτροπής οικονομικών εμπειρογνωμόνων της γερμανικής κυβέρνησης (κοινώς επονομαζομένων και «σοφών») ασκούσε ανέκαθεν κριτική όχι στα καθαυτά προγράμματα (που θεωρεί αναγκαία) αλλά στη δοσολογία τους. Η παλιά φράση του: «Η λιτότητα, σε υπερβολική δόση, γίνεται από φάρμακο δηλητήριο», που απέκτησε ισχύ γνωμικού, απέκτησε με τον καιρό μουσειακό χαρακτήρα. Τώρα, ύστερα από την τελευταία «αξιολόγηση», αποκτά νέα, τραγική επικαιρότητα. Ο κ. Μπόφινγκερ δεν περιορίζεται βέβαια στην κριτική. Στη συνέντευξη που ακολουθεί διατυπώνει και κάποιες πρακτικές προτάσεις. Αυτές, όσο και να μην εισακούγονται από τους πολιτικούς, συμβάλλουν, ως εναλλακτικές ιδέες, στην καλύτερη στάθμιση του τρέχοντος Μνημονίου και των εφαρμογών του.

Πώς κρίνετε τη συμφωνία της περασμένης Τρίτης στο Eurogroup;
«Τη βλέπω με πολύ σκεπτικισμό. Ακολουθεί τη στρατηγική του 2010, απαιτεί δηλαδή υπερβολικά υψηλό πρωτογενές πλεόνασμα, επιβάλλει πολλούς φόρους και νέα μέτρα λιτότητας και δεν διασαφηνίζει το πώς θα επενεργήσουν στην οικονομία όλα αυτά τα μέτρα. Το πιθανότερο είναι λοιπόν μια περαιτέρω επιδείνωση της οικονομίας, αφού οι επιδιωκόμενοι στόχοι δεν μπορούν να επιτευχθούν. Αντί για ανάπτυξη θα έχουμε νέο τέλμα. Οι περικοπές φτάνουν το 3% του ΑΕΠ. Αυτό, σύμφωνα με όλους τους νόμους της οικονομίας, θα επηρεάσει αρνητικά τη ζήτηση. Συμπερασματικά έχουμε μία από τα ίδια –καμία βελτίωση της κατάστασης».
Από την άλλη άρχισε η συζήτηση για το χρέος…
«Το ερώτημα της βιωσιμότητας του χρέους μέχρι το 2080 είναι ίσως, θεωρητικά, ενδιαφέρον θέμα, αλλά η σταθεροποίηση της ανάπτυξης αποτελεί μεγαλύτερη προτεραιότητα».
Δεν βλέπετε τίποτε το θετικό στη συμφωνία;
«Οχι. Εάν ήταν κανείς αφελής, εξιδανίκευε δηλαδή τα πράγματα, θα έλεγε ότι το σημαντικότερο είναι να επανέλθει στη χώρα η ανάπτυξη. Η καλύτερη μέθοδος για αυτό θα ήταν να την αφήσει κανείς για δύο χρόνια σε ησυχία, χωρίς προγράμματα λιτότητας, με την ελπίδα ότι η οικονομία της θα ξαναβρεί από μόνη της τον εαυτό της. Το ότι κάτι τέτοιο λειτουργεί, το βλέπουμε στην περίπτωση της Ισπανίας, η οποία από το 2013 έχει σταματήσει την πολιτική της λιτότητας, με αποτέλεσμα η οικονομία της να ξανατρέχει. Η Ισπανία κάνει δηλαδή το αντίθετο από την Ελλάδα και έχει γίνει παράδειγμα μίμησης για αυτήν».
Αντιβαίνει ο στόχος ενός πρωτογενούς πλεονάσματος ύψους 3,5% στην οικονομική λογική;
«Σίγουρα. Αυτό το λέει εξάλλου και το ΔΝΤ. Η καλύτερη επιλογή, επαναλαμβάνω, θα ήταν μια διετής διακοπή της λιτότητας. Υστερα από αυτό θα μπορούσαμε να δούμε καθαρά τι ακριβώς χρειάζεται η ελληνική οικονομία και κατά πόσο θα πρέπει να μειωθούν σταδιακά τα δημοσιονομικά ελλείμματα…».
Μπορεί να αποδώσει από μόνη της η διακοπή των προγραμμάτων λιτότητας χωρίς ταυτόχρονες κεφαλαιακές «ενέσεις»;
«Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Στη μια περίπτωση είναι σαν να λέμε «μη βάζετε περισσότερο φρένο» στην οικονομία, στην άλλη «δεν μπορείτε να πατήσετε γκάζι;». Το δεύτερο θα ήταν επιθυμητό, όμως και μόνο το πρώτο θα αποτελούσε μεγάλη επιτυχία. Αυτό θα ήταν και το πιο ρεαλιστικό –και τα δύο μαζί σήμερα δεν γίνονται».
Οι Ελληνες προτείνουν τον συνδυασμό της αποπληρωμής των χρεών με μια ρήτρα ανάπτυξης. Καλή ιδέα;
«Πολύ καλή. Αλλά και η πρόταση του ΔΝΤ είναι επίσης εξαίρετη».
Στο νέο ταμείο αποκρατικοποιήσεων οι δανειστές έχουν αποφασιστικό λόγο. Βλέπετε σε αυτό κάποια οικονομική λογική ή πρόκειται απλώς για έκφραση της παλιάς τιμωρητικής νοοτροπίας των δανειστών έναντι της Αθήνας;
«Μου είναι δύσκολο να κρίνω πολιτικά ένα οικονομικό θέμα. Αλλά ας το πούμε ως εξής: Σε κάθε πρόγραμμα γίνεται ιδιαίτερη αναφορά στο πόσο σημαντική είναι η αρχή της «ιδιοκτησίας» (σ.σ.: ownership –αναφέρεται στη μνημονιακή υποχρέωση της Αθήνας να θεωρεί «δικούς» της τους όρους των δανειστών). Το ίδιο ιδιοκτησιακό καθεστώς θα έπρεπε να ισχύει και στην περίπτωση υλικών αγαθών».
Οι θέσεις των Ευρωπαίων και του ΔΝΤ στο θέμα του χρέους είναι αντιθετικές. Ποιος έχει κατά τη γνώμη σας δίκιο;
«Δεν είμαι απόλυτα σίγουρος ότι έχουν μεγάλες διαφορές μεταξύ τους».

Το ΔΝΤ θέλει ένα γενναίο «κούρεμα», οι Ευρωπαίοι και ιδίως οι Γερμανοί δεν θέλουν να ακούσουν για αυτό.
«Ναι, αλλά στην τελευταία πρόταση του ΔΝΤ δεν γίνεται αναφορά σε «κούρεμα». Η πρότασή του εμπεριέχει μόνο χαμηλότερους τόκους και μεταφορά της εξόφλησης των χρεών από το 2040 στο 2080. Εξάλλου, από οικονομικής απόψεως, η διαφορά τους έχει μόνο οπτικό, όχι ουσιαστικό χαρακτήρα. Αν εσείς μου οφείλετε 10.000 ευρώ και εγώ σας λέω «δώστε μου πίσω μόνο τα 2.050″ δείχνω γενναιοδωρία, έτσι δεν είναι; Την ίδια γενναιοδωρία μπορώ να δείξω και με άλλους τρόπους, μειώνοντας για παράδειγμα δραστικά τους τόκους».
Η Αθήνα θέλει σταθερούς τόκους σε βάθος δεκαετιών, επειδή μόνο έτσι μπορεί να αποφύγει νέες τρικυμίες με το συνεχές ανεβοκατέβασμα των τιμών τους…
«Το ΔΝΤ προτείνει και τα δύο, και χαμηλά και σταθερά επιτόκια…».
Οχι όμως το Βερολίνο, που αποκρούει το αίτημα.
«Πρέπει να περιμένουμε να δούμε τι θα γίνει μετά τις ομοσπονδιακές εκλογές τον Σεπτέμβριο του 2017. Νομίζω όμως ότι και οι Γερμανοί θα αναγνωρίσουν κάποτε ότι πρέπει να βρεθεί λύση για την Ελλάδα –έτσι που να μην κινδυνεύει συνεχώς από το Grexit».
Υπάρχει και τώρα τέτοιος κίνδυνος;
«Η γερμανική κυβέρνηση δείχνει ενδιάμεσα ξεκάθαρα ότι θέλει να παραμείνει η Ελλάδα στο ευρώ».
Επειδή η σκύλα έγινε ξαφνικά αρνάκι;
«Ασφαλώς και γι’ αυτό. Το Βερολίνο εκτιμά το γεγονός ότι η σημερινή ελληνική κυβέρνηση εγκατέλειψε την αρχική γραμμή της σύγκρουσης και επιζητεί τη συνεργασία».
Θα μπορούσε να ξανανάψει η συζήτηση για το Grexit αν έρθει τον Ιούνιο το Brexit, η έξοδος της Βρετανίας από το ευρώ;
«Οχι. Πρόκειται για δύο εντελώς διαφορετικά πράγματα. Πιστεύω μάλιστα ότι αν συνέβαινε το Brexit θα ενισχύονταν οι προσπάθειες για τη σταθεροποίηση της ευρωζώνης. Το Grexit θα γινόταν έτσι ακόμη πιο απίθανο».

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ