Με τη διαπραγμάτευση ελληνικής κυβέρνησης και πιστωτών να καρκινοβατεί, κυβερνητικά στελέχη μιλούν πλέον για έναν «επώδυνο συμβιβασμό». Η αναφορά και η επιλογή των λέξεων έχουν αξία, επειδή προέρχονται από πρόσωπο το οποίο προεκλογικώς και μέχρι πρότινος περιέγραφε τον στόχο του Αλ. Τσίπρα και του επιτελείου του ως έναν «έντιμο συμβιβασμό» με την Ευρώπη.

Η μετάπτωση σημειώνεται καθώς πλησιάζουν οι ημερομηνίες κατά τις οποίες οι πραγματικές επιδιώξεις της κυβέρνησης θα αποκαλυφθούν υπό την πίεση των πραγματικών δεδομένων: η ρευστότητα δημιουργεί ασφυκτικά περιθώρια και η ίδια η κυβέρνηση ομολογεί είτε εμμέσως (Δ. Μάρδας στους «FT» την προηγούμενη εβδομάδα) είτε ευθέως (με τις δηλώσεις του Ν. Βούτση και του Π. Σκουρλέτη τις προηγούμενες ημέρες) ότι το δίλημμα «πληρωμή μισθών ή αποπληρωμή δανειακών υποχρεώσεων» είναι υπαρκτό.

Ηδη ο υπουργός Οικονομικών Γιάνης Βαρουφάκης αποκάλυψε την προηγούμενη Πέμπτη στο περιθώριο της συζήτησης στην ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ ότι η λύση στις διαπραγματεύσεις με τους πιστωτές θα είναι «σπονδυλωτή».
Χωρίς να δώσει αναλυτικές διευκρινίσεις, ο κ. Βαρουφάκης περιέγραψε ένα σενάριο παράτασης των διαπραγματεύσεων και πιθανής συμφωνίας σε δόσεις και σε επί μέρους σημεία, με προοπτική την τμηματική (κατ’ άλλους: βασανιστική και οικονομικά καταστρεπτική) αποδέσμευση της χρηματοδότησης.
Σύμφωνα δε με κάποιες πηγές, η «λύση» αυτή θα σημάνει την απόλυτη οικονομική ασφυξία της χώρας, καθώς αν επιβεβαιωθεί, οι πιστωτές θα στήσουν μια τεχνική ασπίδα προ της πτώχευσης και οι εσωτερικές ανάγκες θα πρέπει να καλύπτονται μόνο από ίδιες πηγές χρηματοδότησης…
Με αυτά ως δεδομένα και σε συνδυασμό με υπαινικτικές αναφορές άλλων κορυφαίων κυβερνητικών στελεχών, στόχος είναι να διασφαλιστεί χρόνος, να μην υπάρξει πιστωτικό γεγονός (εξ ου και ως τώρα έχει επιλεγεί η αποπληρωμή υποχρεώσεων από ιδίους πόρους) και η μετάθεση μιας συνολικής και πιο «βαριάς» συζήτησης στους πρώτους θερινούς μήνες –ει δυνατόν και αφότου θα έχουν σφίξει οι ζέστες.
Η θεώρηση των πραγμάτων εκ μέρους της κυβέρνησης έχει ως εξής: εκτιμά το οικονομικό επιτελείο και οι συνεργάτες του Πρωθυπουργού στο Μέγαρο Μαξίμου ότι το δίλημμα που θέτουν στο εσωτερικό λειτουργεί απειλητικά και στο εξωτερικό, με το σκεπτικό ότι κανείς στην Ευρώπη δεν επιθυμεί την πτώχευση της Ελλάδας, καθώς αυτή θα έχει επιπτώσεις και στο ευρωπαϊκό οικονομικο-πολιτικό σύστημα.
Πλην όμως στο σημείο αυτό οι σαφείς απαντήσεις λείπουν όταν τίθεται το ερώτημα «πώς διευκολύνεται η διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης, αν η χρεοκοπία της χώρας υπό αυτούς τους όρους εξαρτάται και αυτή από τις διαθέσεις των πιστωτών;».
Το επεισοδιακό Brussels Group


Ενδεικτικά του τρόπου με τον οποίο η κυβέρνηση και η χώρα έφθασαν στο σημερινό σημείο (αλλά και της προετοιμασίας για «επώδυνο συμβιβασμό») ήταν η διαδικασία διαπραγμάτευσης και μερικά χαρακτηριστικά περιστατικά που σημειώθηκαν στη συνάντηση του Brussels Group το προηγούμενο Σαββατοκύριακο.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ελληνική αντιπροσωπεία είχε αρχικώς προσέλθει σε αυτή τη φάση της διαπραγμάτευσης με μια πολύ συνοπτική λίστα μεταρρυθμίσεων, υπό μορφήν δισέλιδου αρχείου excel.
Εκεί ξεκίνησε ο πόλεμος των διαρροών, με τους εκπροσώπους των δανειστών να φέρονται ότι απορρίπτουν τις προτάσεις εκ προοιμίου ή να σχολιάζουν την ελλιπή προετοιμασία της αντιπροσωπείας.
Μέλη της ελληνικής αντιπροσωπείας ήταν ο γενικός γραμματέας του ΥΠΟΙΚ Ν. Θεοχαράκης, η σύμβουλος του Ι. Βαρουφάκη Ελενα Παναρίτη και ο επικεφαλής του Σώματος Οικονομικών Εμπειρογνωμόνων Γ. Χουλιαράκης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, σε κάποια φάση της συζήτησης με αντικείμενο την αύξηση του ΦΠΑ ο επικεφαλής του ΣΟΕ φέρεται να υποστήριξε την άποψη ότι η μόνη ρεαλιστική παρέμβαση που μπορεί να γίνει είναι να υπάρξει μια μελετημένη και στοχευμένη αύξηση στα ξενοδοχεία.
Πηγές που έχουν γνώση του περιεχομένου της συζήτησης αναφέρουν ότι ο κ. Χουλιαράκης, ένας τεχνοκράτης εγνωσμένης αξίας και επάρκειας, ο οποίος αποτελεί προσωπική επιλογή του Αλ. Τσίπρα και του I. Δραγασάκη, δέχθηκε τηλεφωνικώς τις επιτιμητικές παρατηρήσεις του κ. Βαρουφάκη για την άποψη που είχε εκφράσει και μεταξύ τους εκτυλίχθηκε ένα έντονο φραστικό επεισόδιο.
Το Μέγαρο Μαξίμου στήριξε χωρίς δεύτερη σκέψη τον επικεφαλής του ΣΟΕ και πρόσωπα της απολύτου εμπιστοσύνης του Πρωθυπουργού ταξίδεψαν εσπευσμένως στις Βρυξέλλες προκειμένου να διασφαλιστεί η ομαλή συνέχιση των διαπραγματεύσεων.
Οι κινήσεις αυτές ερμηνεύθηκαν ως ενδείξεις της διάθεσης του Μεγάρου Μαξίμου να προχωρήσουν οι διαδικασίες. Κατόπιν αυτού του επεισοδίου και των διευθετήσεων που ακολούθησαν, καταρτίστηκε η 26σέλιδη λίστα που δημοσιοποιήθηκε την προηγούμενη Τετάρτη.


Τα σενάρια
Διλήμματα και προετοιμασίες

Με το ενδεχόμενο κάποιας συμφωνίας να παραμένει ανοιχτό, αλλά τα στοιχεία να μην παρέχουν καμία διαβεβαίωση σε αυτή την κατεύθυνση, ο Αλ. Τσίπρας βρίσκεται σε συμπληγάδες.
Από τη μία πλευρά, η πίεση της ρευστότητας και η στάση των πιστωτών –με κάποιους από τους συνομιλητές του Πρωθυπουργού να θεωρούν και να υποστηρίζουν ότι πρόθεση των Βρυξελλών και του Βερολίνου είναι να «ταπεινώσουν» την ελληνική κυβέρνηση.
Από την άλλη, η πίεση του κόμματος (Αριστερού Ρεύματος και πολλών «ανένταχτων» βουλευτών), που αξιώνουν να μην υπάρξει καμία υποχώρηση και καμία μετακίνηση από τις προεκλογικές υποσχέσεις, κάνοντας λόγο για σύγκρουση με την Ευρώπη.
Ο τρόπος διαχείρισης αυτών των αντίρροπων δυνάμεων αποτελεί το μεγαλύτερο πρόβλημα της κυβέρνησης. Και εν όψει αυτού, τα σενάρια που συζητούνται είναι πολλά. Από την πλευρά του πρωθυπουργικού επιτελείου κάποιες πηγές εκτιμούν ότι ένα τμήμα του κόμματος θα πρέπει να αποφασίσει εντός των προσεχών εβδομάδων αν συντάσσεται με την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας και αν αποδέχεται τους συμβιβασμούς που κάτι τέτοιο προϋποθέτει. Από την πλευρά της Αριστερής Πλατφόρμας και των βουλευτών που επιφυλάσσονται εν όψει μιας ενδεχόμενης συμφωνίας, σε εξέλιξη βρίσκονται προπαρασκευαστικές διαδικασίες και συζητήσεις εν όψει εξελίξεων. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η συνδιάσκεψη του Αριστερού Ρεύματος που είχε προγραμματιστεί για χθες Σάββατο. Σε αυτές τις συνθήκες, πηγές που πρόσκεινται στα υψηλά κυβερνητικά κλιμάκια μεταδίδουν την εκτίμηση πως «ό,τι και να γίνει, ο Τσίπρας δεν πρόκειται να γίνει Παπανδρέου ή Σαμαράς». Κατά την άποψη αυτή, όταν έλθει η ώρα του «επώδυνου συμβιβασμού» το ερχόμενο καλοκαίρι, ο Πρωθυπουργός θα πρέπει να ζητήσει τη γνώμη των πολιτών, είτε για να αναβαπτισθεί πολιτικά και να διεκδικήσει την έγκρισή τους για την υπογραφή μιας νέας συμφωνίας, είτε για να αποφύγει την υπογραφή ενός νέου Μνημονίου και να παίξει το «χαρτί» της πολιτικής συνέπειας.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ