Τρεις μόλις ημέρες πριν από τη μοιραία για την Κύπρο συνεδρίαση του Eurogroup, κατά την οποία αποφασίστηκε το «κούρεμα» των καταθέσεων στις κυπριακές τράπεζες, ο κ. Γιάννης Γιάννος) Λούτσιος, γιος του κ. Αντη (Αντρέα) Λούτσιου, ιδιοκτήτη της εταιρείας A. Loutsios & Sons, στη Λεμεσό, γαμπρός και συμπέθερος αντίστοιχα του προέδρου της Κύπρου κ. Ν. Αναστασιάδη, έσπασε πέντε γραμμάτια συνολικής αξίας 21 εκατ. ευρώ τα οποία διατηρούσε στη Λαϊκή Τράπεζα της Κύπρου και εν συνεχεία τα μετέφερε σε εμβάσματα στο Λονδίνο, σε τραπεζικούς λογαριασμούς της Barclays και στην Τράπεζα Κύπρου Βρετανίας. Και το ερώτημα που ακούγεται τούτες τις ημέρες στη Λευκωσία είναι το εξής: Είχαν ή δεν είχαν προνομιακή πληροφόρηση για το τι μέλλει γενέσθαι με το «κούρεμα» των καταθέσεων οι συγγενείς εξ αγχιστείας του κυπρίου προέδρου;
Ο κ. Γιάννος Λούτσιος, εισαγωγέας των αυτοκινήτων Isuzu και Kia Motors, είναι νυμφευμένος με την πρωτότοκη κόρη του προέδρου Ελσα και μόλις έγινε γνωστή η φυγάδευση των χρημάτων στο εξωτερικό είχε έτοιμη τη δικαιολογία επιχειρώντας πρώτα απ’ όλα να αποδείξει ότι ο πεθερός του και πρόεδρος της Κύπρου δεν τον πληροφόρησε: «Αφησα όμως σε κυπριακή τράπεζα άλλα 35 εκατ. ευρώ, τα οποία και κουρεύτηκαν».
Αν ακόμη αναλογιστεί κανείς ότι ο νυν πρόεδρος κ. Αναστασιάδης διατηρούσε νομικό γραφείο στη Λεμεσό με την επωνυμία «Anastasiades & Association» με εξειδίκευση στην παροχή υποστήριξης, αλλά και στη δημιουργία offshore εταιρειών (ρωσικών, βρετανικών, αλλά και ελληνικών), όπως και στην παροχή νομικών υπηρεσιών σε εφοπλιστικά γραφεία και ληφθεί υπόψη η πολύχρονη γνωριμία (και φιλία του) με τους Λούτσιους, τότε ευλόγως λένε πολλοί στην Κύπρο πρέπει να διερευνηθεί η οικογένεια του προέδρου. Κάτι βεβαίως που δεν το αποκλείουν οι τρεις δικαστές που ανέλαβαν τη δικαστική έρευνα.
Ο συμπέθερος του προέδρου είναι πρόσφυγας από την κατεχόμενη Αμμόχωστο. Είχε κάποια οικονομική επιφάνεια και μετά την εισβολή εγκαταστάθηκε στη Λεμεσό όπου γνώρισε την οικογένεια Αναστασιάδη. Η ζωή του ζευγαριού Γιάννου και Ελσας Λούτσιου ήταν γεμάτη με ταξίδια (Αθήνα, Λονδίνο, Παρίσι) και μπίζνες. Ηταν και οι δύο χαμηλού προφίλ, πρόσεχαν να μην προκαλούν, ανέπτυξαν φιλίες με όλον τον λεγόμενο «καλό κόσμο» της Λεμεσού, αλλά και της Λευκωσίας. Η εταιρεία τους κέρδιζε τον έναν μετά τον άλλον διαγωνισμό για την προμήθεια αυτοκινήτων είτε στην Εθνική Φρουρά, είτε στην Αστυνομία, είτε στην Πυροσβεστική, είτε στο Δημόσιο. Κέρδιζε τους διαγωνισμούς ακόμα και όταν στην Κύπρο κυβερνούσε το ΑΚΕΛ με τη στήριξη του (κεντρώου) ΔΗΚΟ και της (σοσιαλιστικής) ΕΔΕΚ.

Πολλές φορές οι ελεγκτικές υπηρεσίες της Κυπριακής Δημοκρατίας έκαναν έλεγχο στις συμβάσεις και δεν βρήκαν τίποτα το επιλήψιμο. Οι δουλειές του κουμπάρου και συμπέθερου επεκτείνονταν, ειπώθηκε, και στα αμοιβαία κεφάλαια, καθώς και στις επενδύσεις, παράλληλα με τις εισαγωγές αυτοκινήτων. Ηταν το ζευγάρι-σημείο αναφοράς στη Λεμεσό, με κοσμική ζωή αλλά και με συνεισφορά στην κοινωνία, ακόμη και στις δύο κορυφαίες εκδηλώσεις που έκανε η πόλη, όπως το καρναβάλι και η γιορτή του κρασιού. Η κόρη του προέδρου βρισκόταν δίπλα στον πατέρα της σ’ όλη τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και ο γιος της Αντης (έδωσε στο παιδί το όνομα του πεθερού και όχι του πατέρα της) ήταν «μασκότ» του προέδρου στον ανηφορικό δρόμο των δύο γύρων των προεδρικών εκλογών.

Οπως φάνηκε από τις κινήσεις λογαριασμών, τα γραμμάτια ρευστοποιήθηκαν και στάλθηκαν στο εξωτερικό εν μιά νυκτί. Στη Λευκωσία λένε ότι υπάρχουν και νομικές ευθύνες από τη συναλλαγή αυτή της τράπεζας με την εταιρεία των εξ αγχιστείας συγγενών του προέδρου, διότι ενώ δεν υπήρχαν περιορισμοί στη μετακίνηση κεφαλαίων, εν τούτοις είχε απαγορευτεί ρητά η διακοπή γραμματίων πριν από την ημερομηνία λήξεώς τους, δεδομένης της κατάστασης στην οποία βρισκόταν η Λαϊκή. Θέμα βεβαίως προέκυψε και για τον παραιτηθέντα υπουργό Οικονομικών κ. Μιχ. Σαρρή, ειδικότερα μετά τη δημόσια παραδοχή του πως η κυβέρνηση γνώριζε για τις προθέσεις του Eurogroup σχετικά με το «κούρεμα» των καταθέσεων, κάτι που ο κ. Αναστασιάδης είχε διαψεύσει.
Ο συμπέθερος και ο γαμπρός του προέδρου βεβαίως διέψευσαν κάτι τέτοιο και έκαναν αμέσως λόγο για κακόβουλη και εσκεμμένη προσπάθεια πολιτικοποίησης καθ’ όλα νόμιμων οικονομικών δραστηριοτήτων. Ακόμη και ο πρόεδρος μετά την κατακραυγή έλεγε ότι «έδινε τότε μάχες και όχι προνομιακές πληροφορίες». Και το κυριότερο ότι «γίνεται προσπάθεια για να με πλήξουν πολιτικά». Η προσπάθεια ωστόσο που έγινε δεν ήταν ανώνυμη, αλλά έγινε από την κομματική εφημερίδα του ΑΚΕΛ «Χαραυγή», η οποία και επιμένει, παρά τις εξηγήσεις που δόθηκαν από τους συγγενείς του προέδρου, ότι κάτι δεν πάει καλά στην όλη υπόθεση και αυτός είναι και ο λόγος που οι δικαστικές αρχές θα εξετάσουν και τον φάκελο «Αντη και Γιάννου Λούτσιου». Ηταν ίσως, όπως ειπώθηκε στη Λευκωσία, η ευκαιρία που έψαχνε ο απελθών πρόεδρος κ. Δ. Χριστόφιας να «εκδικηθεί» τον κ. Αναστασιάδη για τις κατηγορίες που εκτόξευε συνεχώς εναντίον του ότι «αυτός βούλιαξε την Κύπρο και έφερε την οικονομική τραγωδία».
Αγοραπωλησίες
Η πρεσβεία στη Λευκωσία και η Μονή Κύκκου

Υπάρχει και μια άλλη υπόθεση που ως τώρα παρέμενε άγνωστη και στην οποία πάλι εμφανίζεται να εμπλέκεται ο συμπέθερος του προέδρου: τον Ιούλιο του 1998 ο (τότε) πρεσβευτής στη Λευκωσία κ. Κυρ. Ροδουσάκης επισκέφθηκε τον ηγούμενο της Μονής Κύκκου (της πλουσιότερης μονής στην Κύπρο) κ. Νικηφόρο και του ζήτησε να παραχωρηθούν από τη μονή στρέμματα ώστε να βοηθηθεί η Ελλάδα να αποκτήσει ένα ιδιόκτητο κτίριο για τη στέγαση της πρεσβείας της στη Λευκωσία, σε μια περιοχή προνομιακή, αρκετά χιλιόμετρα μακριά από την Πράσινη Γραμμή, όπου βρίσκονται και άλλες πρεσβείες, όπως αυτή των ΗΠΑ, της Γαλλίας και της Ρωσίας. Ο ηγούμενος παραχώρησε τέσσερα στρέμματα γης, αλλά εν συνεχεία η ελληνική κυβέρνηση επανήλθε ζητώντας να της παραχωρηθούν και άλλα δύο στρέμματα για να οικοδομήσει και την πρεσβευτική κατοικία, η οποία σήμερα βρίσκεται δίπλα στο «Λήδρα Πάλας». Αυτή τη φορά η Μονή Κύκκου ζήτησε ένα συμβολικό τίμημα, περίπου 250.000 κυπριακές λίρες, θέτοντας παράλληλα και έναν όρο: εντός δεκαετίας να κτιστούν πρεσβεία και πρεσβευτική κατοικία, διαφορετικά η παραχωρηθείσα εδαφική έκταση θα περιέρχονταν στην ιδιοκτησία της μονής.
Πέρασαν τα δέκα χρόνια και τίποτε δεν έγινε και την έκταση διεκδίκησε ο κ. Αντης Λούτσιος. Η Αθήνα όμως (και συγκεκριμένα το ΤΑΙΠΕΔ) αποφάσισε να παραχωρήσει το ακίνητο στην Tofarco LTD, η οποία έκανε προσφορά 8,5 εκατ. ευρώ. Δύο εκατ. ευρώ δηλαδή περισσότερα απ’ αυτά που έδινε ο κ. Λούτσιος. Η Μονή Κύκκου όμως ενήργησε ταχύτατα και εξασφάλισε δικαστικό διάταγμα που απαγορεύει την πώληση της έκτασης από το Ελληνικό Δημόσιο. Η δικαιολογία που προέβαλε η μονή διεκδικώντας την επιστροφή των στρεμμάτων ήταν η παραβίαση του όρου στο πωλητήριο. Ο όρος όπως προαναφέρεται ήταν να κτισθεί μέσα σε 10 χρόνια και πρεσβεία και κατοικία, κάτι που δεν συνέβη ποτέ.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ