Σε εστιατόριο του Βερολίνου εμφανίσθηκε ο πρώην Πρωθυπουργός κ. Γ. Παπανδρέου, αλλά τον αντελήφθησαν Έλληνες ομογενείς, εισήλθαν στο εστιατόριο, τον αποδοκίμασαν έντονα και τον ανάγκασαν να φύγει χωρίς να φάει. Οι Έλληνες περικύκλωσαν το τραπέζι όπου καθόταν ο πρώην Πρωθυπουργός και του φώναζαν «ντροπή σας μας έχετε εξευτελίσει», ή «φάτε τζάμπα εμείς πληρώνουμε» και πολλά άλλα αποδοκιμάζοντας την πολιτική του.
Ο κ. Παπανδρέου βρέθηκε στο Βερολίνο για να μιλήσει στη Σύνοδο του Συμβουλίου για το Μέλλον της Ευρώπης, την οποία διοργανώνει το Institute on Governance Nicolas Berggruen, όπου τόνισε μεταξύ άλλων ότι η αβεβαιότητα για την παραμονή στο ευρώ είναι χειρότερη από τη λιτότητα.

«Η πίεση των αγορών υπονομεύει την ελληνική οικονομία»

Στο Βερολίνο βρίσκεται από την Κυριακή ο Γιώργος Παπανδρέου προκειμένου να πάρει μέρος σε διημερίδα (θα διαρκέσει έως τις 30 Οκτωβρίου), υπό τον τίτλο «Διαβουλεύσεις για το μέλλον της Ευρώπης».

Στη διημερίδα συμμετέχουν, μεταξύ άλλων, οι πρώην καγκελάριοι Χέλμουτ Σμιτ και Γκέρχαρτ Σρέντερ, ο πρώην βρετανός πρωθυπουργός Τόνι Μπλερ, ο πρώην ισπανός πρωθυπουργός Φελίπε Γκονθάλεθ, , ο γάλλος υπουργός οικονομικών Πιερ Μοσκοβισί, ο γερμανός ομόλογός του Βόλφγκανκ Σόιμπλε, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου Μάρτιν Σουλτς, ο γνωστός διεθνής κερδοσκόπος Τζορτζ Σόρος κ.ά.

Στο πλαίσιο της παρέμβασής του τη Δευτέρα, ο Γιώργος Παπανδρέου υποστήριξε ότι η Ελλάδα διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στη διαδικασία διεύρυνσης της Ε.Ε ως παράγοντας σταθεροποίησης στην ΝΑ Ευρώπη, τα Βαλκάνια και την Τουρκία, υπογραμμίζοντας τους στενούς δεσμούς της χώρας με τον αραβικό κόσμο, το Ισραήλ και τη Μέση Ανατολή.

Τόνισε ότι εάν με την τωρινή κρίση αποτύχει η Ευρώπη, θα αποτύχει και το μοντέλο-παράδειγμα που προσφέρει σε άλλες χώρες, όπως αυτές που βίωσαν την αραβική άνοιξη και αναζητούν τον δρόμο τους προς τη δημοκρατία.
Επιπροσθέτως αναφέρθηκε στη δημοσιονομική απογραφή του 2004 διευκρινίζοντας ότι η τότε κυβέρνηση άλλαξε τους κανόνες καταγραφής των αμυντικών δαπανών, υπογραμμίζοντας ότι η Ελλάδα εισήλθε στην ΟΝΕ ως ίση ανάμεσα σε ισότιμους εταίρους.

Αναγνώρισε ότι η Ελλάδα έχει προβλήματα, καθώς και το ότι εισήλθε στην ΟΝΕ έχοντας έλλειμμα ανταγωνιστικότητας σε κάποιους τομείς .

Ωστόσο υποστήριξε ότι η λιτότητα είναι η κορυφή του παγόβουνου και δεν βοηθά στην αντιμετώπιση των βαθύτερων προβλημάτων, ενώ εξέφρασε την πεποίθηση ότι η «δημοσιονομική υπευθυνότητα θα έρθει όταν υπάρξει η κυβερνητική μεταρρύθμιση (governance reform), την οποία και επιδιώκει η χώρα».

Στο πλαίσιο της δευτερολογίας του ο κ. Παπανδρέου δήλωσε τα εξής: «Είναι σημαντικό για την Ευρώπη το ότι αντιμετωπίζουμε έναν όλο και περισσότερο παγκοσμιοποιημένο κόσμο, οικονομία και κοινωνία, που σημαίνει ότι εμείς ως πολιτικοί, είμαστε εθνικοί ηγέτες αλλά τα προβλήματα ξεπερνούν τα σύνορά μας. Προσπαθούμε να λύσουμε προβλήματα που ξεπερνούν τα σύνορά μας, είτε είναι η οικονομική κρίση, είτε η κλιματική αλλαγή, είτε η μετανάστευση».

Ο κ. Παπανδρέου δήλωσε ότι είναι πεπεισμένος πως η Ευρώπη πρέπει να κινηθεί στην κατεύθυνση μιας βαθύτερης ενοποίησης και ότι αυτό σημαίνει πως αργά ή γρήγορα θα χρειαστούν αλλαγές και στις συνθήκες. Έθεσε δε θέμα αντιμετώπισης του δημοκρατικού ελλείμματος που παρουσιάζεται στη λήψη των σημαντικών αποφάσεων στην ΕΕ, αλλά και στην ευθύνη των ΜΜΕ για την προβολή στερεοτυπικών ανακριβειών.

«Αλλά θα πρόσθετα επίσης, ότι πρέπει να ξεφύγουμε από τη διαδικασία αναπαραγωγής στερεοτύπων και εθνικιστικών προτύπων. Μερικές φορές τα ΜΜΕ τα παρουσιάζουν με αυτόν τον τρόπο, παντού, δεν λέω ότι στην Ελλάδα είναι καλύτερα, μερικές φορές είναι χειρότερα. Αλλά τα ΜΜΕ έχουν ευθύνη, πολύ μεγάλη ευθύνη γι΄αυτό.
Θα σας δώσω δύο παραδείγματα:

»»Οι Έλληνες είναι τεμπέληδες“. Δείτε τα στοιχεία. Είμαστε από τους πλέον σκληρά εργαζόμενους στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Μπορεί να μην είμαστε το ίδιο παραγωγικοί, μπορεί να έχουμε άλλα προβλήματα, αλλά δεν είμαστε τεμπέληδες.

»»Η Ελλάδα δεν έχει κάνει μεταρρυθμίσεις τα τελευταία 3 χρόνια“. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ είμαστε πρώτοι σε μεταρρυθμίσεις τα τελευταία τρία χρόνια μεταξύ όλων των χωρών μελών του ΟΟΣΑ».

Διαφώνησε επίσης και όσον αφορά τα στοιχεία περί ανταγωνιστικότητας της Ελλάδας τονίζοντας: «Δείτε τι έχουμε πετύχει σε ό,τι αφορά την ανταγωνιστικότητα – θα σας δώσω δύο παραδείγματα. Γεωργία: υπάρχουν πολύ χαμηλές αμοιβές στον γεωργικό τομέα, δεν είναι αυτό το πρόβλημα. Πρέπει να αναδιοργανωθεί ο αγροτικός τομέας. Αλλά όπως αναδιαρθρώνεται ο γεωργικός τομέας, τόσο στην Ευρώπη με την Κοινή Αγροτική Πολιτική, όσο και στην Ελλάδα, δεν οδηγεί σε περισσότερη ανταγωνιστικότητα.

»Το ίδιο με τον τουρισμό. Μπορούμε να γίνουμε περισσότερο ανταγωνιστικοί αλλά πρέπει να επενδύσουμε στην ποιότητα. Γιατί πιστεύω ότι υπάρχει θέμα με την ανταγωνιστικότητα σε ό,τι αφορά την Ευρώπη; Ή θα πρέπει να καταταχθούμε με βάση τις αναδυόμενες αγορές στο κατώτερο σημείο, ή θα πρέπει να καταταχθούμε με βάση τα ποιοτικά προϊόντα στις κορυφαίες θέσεις. Αλλά αυτό είναι ένα πολιτικό θέμα, το οποίο είχα επεξεργαστεί δύο ή τρία χρόνια πριν με την Κομισιόν και είναι μια πολύ κρίσιμη πολιτική απόφαση. Αυτό σημαίνει αποφάσεις για πολύ διαφορετικές πολιτικές για την ανάπτυξη και τις επενδύσεις, για επενδύσεις στις υποδομές, στην πράσινη ανάπτυξη, την εκπαίδευση, την έρευνα κ.ο.κ.».

Ο πρώην Πρωθυπουργός κατέληξε λέγοντας: «Ο,τι και να κάνουμε, πρέπει να δημιουργήσουμε εμπιστοσύνη. Σε ό,τι αφορά τις αγορές, εξακολουθούν να πιέζουν και αυτό είναι κάποιες φορές ακόμη περισσότερο υπονομευτικό ακόμη και από τη λιτότητα την οποία αντιμετωπίζουμε. Είναι περισσότερο επώδυνο και από τις περικοπές αμοιβών και συντάξεων, το ότι συζητείται εδώ και τρία χρόνια αν η Ελλάδα θα είναι μέσα ή έξω από το ευρώ. Αυτό έχει σταματήσει κάθε ουσιαστική οικονομική δραστηριότητα. Οι άνθρωποι δεν επενδύουν, οι άνθρωποι παίρνουν τα χρήματά τους από τις τράπεζες, ξένες επενδύσεις δεν υπάρχουν, οι άνθρωποι δεν δανείζουν, δεν δανείζονται, δεν καταναλώνουν. Αυτό δεν μπορεί να συνεχιστεί. Πρέπει να πάρουμε αποφάσεις. Έχουμε λάβει αποφάσεις, οι οποίες υλοποιούνται, προκειμένου να πραγματοποιηθεί αυτός ο στόχος».

Προηγουμένως, ο πρώην καγκελάριος Γκέρχαρτ Σρέντερ αναφέρθηκε στα δομικά σφάλματα της νομισματικής ενοποίησης, ήτοι στο γεγονός ότι δεν έγινε αντιληπτό πως δεν είναι δυνατός ο συντονισμός νομισματικής και οικονομικής πολιτικής και κατέληξε, στην εισήγησή του, στο συμπέρασμα ότι η σημερινή οικονομική κρίση είναι πρωτίστως πολιτική κρίση. Επομένως, η λύση είναι είτε η πολιτική ενοποίηση της Ευρώπης, είτε η εγκατάλειψη του κοινού νομίσματος.

Συμπλήρωσε ότι έχει ήδη σημειωθεί πρόοδος, καθώς οι αποφάσεις της τελευταίας Συνόδου Κορυφής της ΕΕ ήταν προς τη σωστή κατεύθυνση και επισήμανε ότι είναι αναγκαίες οι μεταρρυθμίσεις τόσο σε επίπεδο εθνικών κρατών όσο και σε επίπεδο ΕΕ.

Ειδικότερα δήλωσε ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα έπρεπε να μετατραπεί σε ένα είδος κυβέρνησης που θα ελέγχεται από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, ενώ ένα ενδιάμεσο στάδιο θα ήταν η ύπαρξη ενός υπουργού οικονομικών της ΕΕ με δυνατότητα άσκησης ελέγχου επί των προϋπολογισμών των κρατών-μελών.

Ερωτώμενος ειδικότερα σχετικά με τις συνθήκες εισόδου της Ελλάδας στη νομισματική ένωση, τόνισε ότι την εποχή εκείνη υπήρχε σαφές και στέρεο έδαφος, υπό την έννοια ότι από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή είχαν δοθεί σαφείς πληροφορίες και είχαν τεθεί συγκεκριμένες προϋποθέσεις για την εισδοχή της χώρας στην ευρωζώνη και τόνισε χαρακτηριστικά ότι «δεν υπήρχε λόγος να αμφισβητηθούν τα στοιχεία αυτά».

Επιπλέον επεσήμανε ότι η Ελλάδα δεν σχετίζεται μόνο οικονομικά με την Ευρώπη, αλλά έννοιες που αποτελούν την ουσία της Ευρώπης, όπως η ελληνική αρχαιότητα, ο χριστιανισμός και ο Διαφωτισμός ανάγονται στην Ελλάδα. Λαμβάνοντας υπόψη τους βαθύτερους πολιτισμικούς δεσμούς της Ελλάδας και της Ευρώπης «δεν έχει νόημα να εξετάζουμε εάν το έλλειμμα ήταν 2,9, 3 ή 3,1. Το σημαντικό ήταν οι πληροφορίες της Κομισιόν».

Σε άλλη παρέμβασή του ο κ. Σρέντερ τόνισε ότι είναι πολύ σημαντικές οι προσπάθειες της Ελλάδας, η οποία έχει κληθεί να προβεί σε περικοπές ύψους 20% του ΑΕΠ και δήλωσε χαρακτηριστικά ότι κάτι ανάλογο θα ήταν πολύ δύσκολο να επιτευχθεί σε οποιαδήποτε δημοκρατική χώρα. «Εάν αυτό είχε συμβεί στη Γερμανία, καμία γερμανική κυβέρνηση δεν θα το είχε κατορθώσει, και το λέω εγώ που εισηγήθηκα τις μεταρρυθμίσεις το 2003» είπε (σ.σ.: εννοεί την Agenda 2010).

Επιπλέον – εν είδει ιστορικής υπόμνησης – αναφέρθηκε στην απόρριψη από τους ευρωπαίους ηγέτες της πρότασης του κ.Παπανδρέου για διενέργεια δημοψηφίσματος, δηλώνοντας ότι ήταν μεγάλο λάθος αυτό το «όχι» στη Σύνοδο Κορυφής των Καννών.