Πολλοί αναφέρονται σήμερα απαξιωτικά στην περίοδο της Μεταπολίτευσης, ταυτίζοντας την εποχή αυτή με το «παλιό», το «φθαρμένο», το «μη εκσυγχρονιστικό» και με έναν άγονο και αντιπαραγωγικό «κρατισμό».

Αντίθετα, επιχειρείται η αναβάθμιση της σημερινής περιόδου της «μετα-μεταπολίτευσης», η οποία, όπως υποστηρίζεται, συγκεντρώνει νεωτεριστικά και εκσυγχρονιστικά στοιχεία- σε ανθρώπινο δυναμικό και σε πολιτικές – που υποτίθεται πως προωθούν και οικοδομούν έναν καινούργιο κόσμο, αντίθετο προς τους αναχρονισμούς του παρελθόντος. Τα υλικά οικοδόμησης αυτού του «νέου», που γκρεμίζει το «παλιό», αλιεύονται μέσα από δύο δεξαμενές επιχειρημάτων: από ένα «υπερφιλελεύθερο» μοντέλο και από τη θεοποίηση της «εικόνας» στην πολιτική, αλλά και από τις κατασκευές ενός εύπλαστου τύπου πολιτικού με βάση το νεαρό της ηλικίας. Αυτόματα έρχεται στο μυαλό η ρήση του σερ Ρόμπερτ Χάτσισον (1871-1960) από την «Προσευχή του γιατρού», ο οποίος έγραφε χαρακτηριστικά: «Κύριε σώσε μας από τον πλεονάζοντα ζήλο για το καινούργιο και την περιφρόνηση για το παλιό…».

Ας δούμε, όμως, συγκεκριμένα αν η σημερινή περίοδος της μετα-μεταπολίτευσης του υπερφιλελευθερισμού και των ακραίων οικονομικών φαινομένων είναι καλύτερη από εκείνη που οικοδομήθηκε στη χώρα μας τις πρώτες δεκαετίες μετά την κατάρρευση της χούντας και χαρακτηρίστηκε ιστορικά ως η περίοδος της μεταπολίτευσης. Στη Μεταπολίτευση οι τότε πολιτικοί ξεκινούσαν την πορεία τους με όραμα και ιδεολογία, με στόχο τη δημιουργία ενός καινούργιου κόσμου, και όχι απλά με την οικοδόμηση της ατομικής τους εικόνας. Η ιστορική διαδρομή της «μεταπολίτευσης» υπήρξε μια περίοδος όπου επικράτησαν ο ελεύθερος στοχασμός, ο πολιτικός προβληματισμός και η διαπάλη των ιδεών μέσα σε ένα πλαίσιο πολιτικής και κοινωνικής συναίνεσης, αλλά και συγκρούσεων. Κατά την περίοδο αυτή το ατομικιστικό στοιχείο υποτάχθηκε στο συλλογικό και στο κοινωνικό και η ουσία της πολιτικής υπερέβαινε συντριπτικά την πολιτική της εικόνας και του φαίνεσθαι.

Είναι γεγονός πως με τον ερχομό του 21ου αιώνα οι κοινωνίες- και η ελληνική- διέρχονται μια βαθιά πολιτική, οικονομική, πολιτιστική και κοινωνική μεταλλαγή. Η πληροφοριακή/ επικοινωνιακή εξέλιξη δημιουργεί μια «κοσμόπολη»: δηλαδή έναν κόσμο που είναι μία και μόνο πόλη. Στη θέση του εθνικού «αστικού φιλελευθερισμού» και της «μαζικής δημοκρατίας» του 20ού αιώνα υπεισέρχεται ένα καινούργιο παγκοσμιοποιημένο σύστημα, όπου η πολιτική, η οικονομία, αλλά και πολλά κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα, βρίσκονται σε απόλυτη διαπλοκή μεταξύ τους, ώστε ο κόσμος ολόκληρος να φαντάζει ως ένα «παγκόσμιο χωριό», κατά τη γνωστή έκφραση του Μάρσαλ Μακ Λούαν.

Κατά τη διάρκεια του 20ού αιώνα (Μεταπολίτευση), το κυρίαρχο στοιχείο στον κοινωνικοπολιτικό στίβο υπήρξε το καλούμενο «κοινωνικό ζήτημα». Αυτό- συνδυαζόμενο με τη συγκεκριμένη λειτουργία του εθνικού κράτουςδιαμόρφωνε το πλαίσιο του «κοινωνικού φιλελευθερισμού», ο οποίος δέσποσε ως το βασικό ιδεολογικοπολιτικό σύστημα της εποχής εκείνης.

Στις αρχές του 21ου αιώνα όμως (μετα-μεταπολίτευση), νέα πολιτικοκοινωνικά δεδομένα διαμορφώνονται και νέοι ορίζοντες σκέψης αναπτύσσονται. Η παλαιά μορφή του «αστικού» κόσμου – όπως είχε διαμορφωθεί προηγουμένως, υπό την επίδραση των αρχών του Διαφωτισμού και μέσα από τη λειτουργία του εθνικού κράτους- κλονίζεται συθέμελα και υποχωρεί σχεδόν σε όλα τα μέτωπα. Ο κεντρικός ρόλος του ατόμου αποκτά νέα αξία, ενώ ο «ρεαλισμός» και το προσωπικό κίνητρο είναι τα καινούργια σημαίνοντα. Ετσι όμως οι άνθρωποι παύουν να είναι πρωταγωνιστές μιας συλλογικής προσπάθειας ανάπτυξης και μεταβάλλονται σε οχήματά της ή, συχνά, και σε θύματά της.

Στο νέο αυτό περιβάλλον η πολιτική υποβαθμίζεται σε «λειτουργία» δευτερεύουσας σημασίας και συγχρόνως απειλείται, πολλές φορές σοβαρά, και η δημοκρατία, στο όνομα μιας γενικότερης «κοινωνικής ευταξίας». Χαρακτηριστικό παράδειγμα εδώ αποτελεί η λυσσώδης πολεμική κατά των αγροτικών κινητοποιήσεων, όπου το σημαίνον δεν ήταν η επίλυση του αγροτικού προβλήματος αλλά η μη διατάραξη της τάξης!

Συγχρόνως δημιουργείται μια διακριτική ελιτίστικη κάστα- σχεδόν αόρατη-, που ελέγχει μέσω των «δικτύων» και των παγκόσμιων κέντρων εξουσίας το πολιτικό σύστημα σε ολόκληρη την υφήλιο. Ενας από τους στόχους που εξυπηρετούνται από την κάστα αυτή είναι και η απάλειψη των διαφόρων «εθνικών ιστοριών» και των μεγάλων πολιτικών αφηγήσεων και ιδεολογιών- οι οποίες αντικαθίστανται από «θρησκείες» ή την οικονομία- έτσι ώστε να αποδυναμωθεί η δυναμική του κράτους, αλλά και του έθνους ως συνεκτικής δύναμης, που θα μπορούσε να αντιδράσει αποτρεπτικά στα αντιλαϊκά διεθνιστικά σχέδια του συστήματος.

Τον ρόλο διαμόρφωσης της νέας πολιτικής αναλαμβάνουν συνήθως «νέοι» πολιτικοί με «σύγχρονες» και «καινοτόμες» αντιλήψεις. Την πρωταγωνιστική αυτή διαδικασία της «πλύσης εγκεφάλου» των λαών ο Νόαμ Τσόμσκι χαρακτηρίζει «κατασκευή συναίνεσης». Ολόκληρο, λοιπόν, το σύστημα αυτό τροφοδοτείται με κατασκευασμένες πολιτικές, συμβατές προς αυτό, αλλά και με πρόσωπα (golden boys) τα οποία προωθούνται ώστε να καταλαμβάνουν τις σημαντικές ανώτερες θέσεις κάθε επιπέδου εξουσίας.

Το καινούργιο αυτό πολιτικό τοπίο δημιούργησε και την αναπάντεχη κρίση που μεσουρανεί από το 2008. Το σημερινό, συνεπώς, φαινόμενο της κρίσης δεν είναι ανεξάρτητο των επιρροών της «νέας πολιτικής» και των «νέων πολιτικών» που στη χώρα μας εμφανίζονται στην περίοδο της «μετα-μεταπολίτευσης»: δηλαδή την περίοδο του υπερφιλελευθερισμού, της πολιτικής κενότητας, της εικόνας και της επικοινωνίας και των αποϊδεολογικοποιημένων πολιτικών, που επιδίωξή τους είναι η γρήγορη και χωρίς ιδιαίτερη κοινωνική ευαισθησία ανέλιξή τους.

Φως στο τούνελ μπορεί να υπάρξει αν «ξανα-ανακαλύψουμε» την πολιτική και ξανα-σκεφθούμε τι είδους πολιτικό προσωπικό πρέπει να στηρίξουμε και προωθήσουμε.

Η πολιτική πάντως που πρέπει να επανα-εισαγάγουμε στον δημόσιο βίο θα πρέπει να προσανατολίζεται στην αρχαία πολιτική φιλοσοφία, η οποία ήθελε την πολιτισμένη κοινωνία να στηρίζεται σε τρεις βάσεις: στη διατήρηση ενός ικανοποιητικού βιοτικού επιπέδου (οικονομία), στην ηθικότητα (ήθος) του λαού και στους πολιτικούς θεσμούς (Σύνταγμα, νόμους κτλ.).

Ο κ. Σ. Χατζηγάκης είναι πρώην υπουργός, βουλευτής της ΝΔ.