Μετά και τις νέες αποκαλύψεις για το σκάνδαλο Siemens, το πεπαλαιωμένο πολιτικό σκηνικό, αυτό που προέκυψε με τη μεταπολίτευση του 1974 και επαναδιατυπώθηκε τη δεκαετία του 1990, αποσυντίθεται με ταχείς ρυθμούς. Η πολιτική ζωή της χώρας μοιάζει με ένα απέραντο τέλμα στο οποίο βυθίζονται πρωταγωνιστές και κομπάρσοι. «Το Βήμα» συνεχίζει τον διάλογο που ξεκίνησε την προηγούμενη Κυριακή για την αναγέννηση της πολιτικής. Σήμερα γράφουν οι πρώην υπουργοί της ΝΔ κ. Βύρων Πολύδωρας και του ΠαΣοΚ κ. Αλέκος Παπαδόπουλος.


Η συζήτηση για την «αναγέννηση» του πολιτικού μας συστήματος είναι ανούσια. Τα «ξέψυχα» πολιτικά συστήματα δεν αναγεννώνται. Τα σαρώνει η ανάγκη για εξέλιξη της ίδιας της κοινωνίας. Ας μην αναζητούμε τη νέα ζωτικότητα της χώρας μέσα από την οβιδιακή μεταμόρφωση μιας πολιτικής ελίτ. Οπως είναι σήμερα, ούτε τη στοιχειώδη διαχείριση της επερχόμενης φτώχειας δεν είναι ικανή να πετύχει. Γι’ αυτό, αποχωρούσα, πρέπει να αφήσει ελεύθερο το ζωτικό πεδίο στις υπαρκτές αναγεννητικές δυνάμεις του τόπου μας. Την πνευματική παρακμή ακολουθεί πάντα και η πολιτική. Πριν από τις μεγάλες πολιτικές αλλαγές υπάρχει ο διαφωτισμός, δηλαδή η αυτογνωσία της σημερινής μας αδυναμίας και η αναζήτηση της αναγεννησιακής οργής και ορμής που θα διατρέξει την κοινωνία. Θέλουμε νέα θεσμικά εργαλεία και νέους ανθρώπους.


* Η υστέρηση


Οι θεσμοί στις κοινωνίες έχουν υπόβαθρο τον πολιτισμό τους. Το ερώτημα είναι τι σόι θεσμούς έχει η Ελλάδα και ποιος πολιτισμός τους παράγει. Η απάντηση είναι ότι η νεότερη Ελλάδα δεν έχει κανονική πολιτισμική εξέλιξη και γι’ αυτό οι θεσμοί της είναι αδύναμοι. Οσοι υπάρχουν, όλο και περισσότερο ενοποιούνται λειτουργικά γύρω από νοσηρούς άξονες. Αντίθετα με τις ευρωπαϊκές κοινωνίες, η πολιτισμική, κοινωνική και οικονομική μας ανάπτυξη δεν ήταν προϊόν παγιωμένων αξιακών συστημάτων με σταθερές συμπεριφορές και αυτοπειθαρχίες. Στην Ευρώπη π.χ. ο ορθολογισμός, η φιλοπονία, η φιλεργατικότητα, και η πειθαρχία σ’ άτυπους κανόνες συμπεριφοράς, καθώς και ο σεβασμός στους θεσμούς, δεν προήλθαν από «κανονιστικούς» τυπικούς νόμους, αλλά είναι γεννήματα μακροχρόνιων αξιακών συστημάτων.


Η Ελλάδα δεν ολοκληρώθηκε θεσμικά ως χώρα γιατί δεν ολοκληρώθηκε ποτέ κοινωνικά. Οι όποιοι θεσμοί ποδοπατήθηκαν στον βωμό της πολιτικής και οικονομικής σκοπιμότητας. Η οικονομική ανέλιξη της χώρας δεν ακολουθήθηκε και από αντίστοιχη πολιτισμική.


* Οι συνέπειες


Ενα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας λειτουργεί ως μεσαίο άμορφο καταναλωτικό στρώμα. Δεν ορίζεται, όμως, ως μια κλασική μεσαία αστική τάξη που εγγυάται την τήρηση των θεσμών.


Στο πλαίσιο αυτής της θεσμικής ακαταστασίας λειτούργησε και το πολιτικό σύστημα. Πορεύτηκε σε θεσμικό κενό, που το ίδιο ανατροφοδοτούσε. Δεν πορεύτηκε με πίστη στους νόμους, που το ίδιο θέσπιζε, αλλά διέλαθε σε έναν κόσμο κυνικών συμπεριφορών και γι’ αυτό νομοθέτησε υποκριτικά αυτοπεριορισμούς και κανόνες διαφάνειας που ήταν αδύνατον να τηρήσει. Κυριαρχήθηκε από τις αντιφάσεις μιας ανολοκλήρωτης κοινωνίας και δεν υποτάχθηκε σε κάποιο θεσμικό περιβάλλον.


Ετσι τα ελλείμματα του δημοσίου βίου, οι διομολογήσεις, η διαχρονική έλλειψη δημόσιων πολιτικών για την πολιτιστική και κοινωνική εξέλιξη της χώρας, την άφησαν θεσμικά ανάπηρη και ένα μεγάλο κομμάτι του λαού μας απροσάρμοστο πολιτισμικά. Ενα μεγάλο τμήμα του μεσαίου και πάνω χώρου είναι προϊόν του κρατισμού και της παραοικονομίας. Είναι «λούμπεν με λεφτά», με οικονομικό επαρχιωτισμό, που όταν χαθεί η δανειακή ή ύποπτη ευημερία τους δεν θα συμπεριφερθούν ως υπεύθυνη αστική τάξη, αλλά ως υπερασπιστές του ατομικού παραδείσου τους. Ολα αυτά καταρρακώνουν τη χώρα, αφαιρούν κάθε ικμάδα της και μετατρέπουν, το συνένοχο και ρέπον σε δημοκοπία πολιτικό σύστημα, στην καλύτερη περίπτωση σε ανήμπορο «παρατηρητή».


* Η «μήτρα»


Η Ελλάδα έχει δύο ιστορικές «μήτρες – παρατάξεις» οι οποίες σταθερά επί έναν αιώνα παράγουν διακυβέρνηση. Τη «Δημοκρατική» και τη «Συντηρητική». Δεν έχει ανάγκη, λοιπόν, ο τόπος τους «πετυχημένους σωτήρες» των νέων κομμάτων, που ορισμένοι επιθυμούν. Αρκεί το κομμάτι εκείνο του λαού μας που κινητοποιούσε πάντοτε σε στιγμές «εθνικής κάμψης» τη Δημοκρατική παράταξη, ώστε να αναγεννηθεί ο δημόσιος βίος και η χώρα.


* Οι δυνάμεις


Η αναγέννηση θα έλθει από το πρωτοποριακό κομμάτι του λαού μας, το οποίο νιώθει σήμερα ως «σχολάζον τμήμα» της κοινωνίας μας. Υπάρχει όμως και αγωνιά. Είναι ο χώρος των σκεπτόμενων ανθρώπων, των διανοουμένων, των νέων επιστημόνων, εκείνων που δεν προσδοκούν σε προνομιακές σχέσεις ιδιοτέλειας. Εκείνων που έχουν ή θέλουν ν’ αποκτήσουν υγιή οικονομική και επαγγελματική δραστηριότητα. Ο χώρος των ασθενέστερων τμημάτων του λαού μας που αναζητεί χειρολαβή ελπίδας και ασφάλειας. Εκείνων που διαθέτουν μορφωτικό, κοινωνικό, και πολιτικό κεφάλαιο και νιώθουν την ανάγκη της προσαρμογής της χώρας στους «ανέμους της εποχής» και στις εξελίξεις του κόσμου. Τέλος, όλων εκείνων που δεν θέλουν να εγκαταλειφθεί η χώρα στο έλεος των δημοκόπων και σ’ αυτούς που έχουν συμφέρον να τη διατηρούν καθηλωμένη, θεσμικά και πολιτισμικά.


Σημείωση: Ακούμε πάλι κάτι περί «επανίδρυσης». Ισως και να συμφωνούσα, αν μάθαινα πρώτα ποιο είναι το νέο πολιτικό καταπίστευμα-περιουσία που θα διατεθεί στο «επανιδρυόμενον» και ποιοι θα το κληροδοτήσουν.